−Να᾽ρθεις
να με ζητήσεις απ’ τον μπαμπά. Τι θα λένε στη γειτονιά που μ’ έχεις ακόμα
αστεφάνωτη; Να βάλεις το καλό σου κουστούμι και να᾽ρθεις, Αργύρη μου… να παντρευτούμε
με το καλό και να φύγουμε αμέσως για το
ταξίδι μας στη Βενετία… αύριο πρωί να᾽ρθεις σπίτι μου…
«Δεν έχει επιστροφή κύριε
Αργύρη. Μονάχα αυτή η προσμονή που έχει επινοήσει, την κρατάει στη ζωή. Ό,τι
σας φωτίσει ο Θεός από δω και πέρα. Υπομονή και φροντίστε να παίρνει την αγωγή
της για να μην υποτροπιάσει».
−Το
γαμπριάτικο κουστούμι; Έλα Παναγία μου! Χάζεψες κι εσύ, ρε πατέρα, τώρα; Στην
αποθήκη θα ᾽ναι, τράβα βρες το. Ευκαιρία να κάνεις κι ένα ξεκαθάρισμα εκεί
μέσα, κι ό,τι βρεις, χάρισμά σου. Ρε, τι πάθαμε
με τα γερόντια!... Να ᾽χω τόσα βάσανα, κι αυτοί στην κοσμάρα τους!...
~ // ~
−Άργησες
Αργύρη.
−Το
χάπι σου Ευανθία… Δώδεκα πήγε…. Πιες το να πάμε στην εκκλησία.
−Τι
όμορφος γαμπρός που είσαι! Αχ, κι αυτή η μοδίστρα δεν φάνηκε ακόμα να φέρει το
νυφικό. Να ᾽ρθεις πάλι αύριο Αργύρη μου.
Δεν προλαβαίνουμε να στεφανωθούμε απόψε. Έχω να ετοιμάσω και τις
βαλίτσες για το ταξίδι… Τι καιρό κάνει άραγε εκεί πέρα;
−Ξεκουράσου
Ευανθίτσα μου. Θα φροντίσω εγώ τις βαλίτσες. Να, κοίτα, σου έφερα και
φωτογραφίες απ’ τη Βενετία. Μ’ αυτό το βαπορέτο θα διασχίσουμε το μεγάλο
κανάλι…
−Αύριο
Αργύρη μου. Να φορέσεις το γαμπριάτικό σου και να ᾽ρθεις να με ζητήσεις. Ο
μπαμπάς περιμένει…
Συγύρισε σχολαστικά
το κομοδίνο της, όσο εκείνη παραδιδόταν σ’ έναν βαθύ ύπνο. Πάνω στα διαφημιστικά
φυλλάδια με τις ρομαντικές εξορμήσεις στα βενετσιάνικα κανάλια, τακτοποίησε τα
υγρά χαρτομάντηλα και το παλιό κουρδιστό ρολόι. Απ’ την προβλήτα μιας λαγκούνας
πετάχτηκαν στάλες νερού, πάνω στην καρτέλα με τα
χάπια. Το ποτήρι της λικνιζόταν με χάρη μπροστά στο παλάτι των Δόγηδων. Ο
ψηλόλιγνος γονδολιέρης με το λευκό ψαθάκι, χαμογελούσε στο γυάλινο πυθμένα της
κανάτας. Το πιεσόμετρο σκαρφάλωσε στη Γέφυρα των Στεναγμών, κι ο Αργύρης νόμισε
προς στιγμή, πως διασχίζει μαζί με τους φυλακισμένους, το ύστατο μονοπάτι της
ζωής∙ απ’ το δουκικό ανάκτορο, στην κόλαση των βασανιστηρίων και την εκτέλεση,
εκεί που τους έστελνε η ανελέητη εξουσία των
ιεροεξεταστών.
Πριν φύγει από κοντά
της, ακούμπησε το ξύλινο εικόνισμα της Παναγίας πάνω στις αλαβάστρινες καμάρες
του Αγίου Μάρκου∙ η άφεση των αμαρτιών θα ερχόταν
με τα ορμητικά νερά της παλίρροιας, που ολοένα ένιωθε να πλησιάζουν απειλητικά.
Τακτοποίησε το
κουστούμι του στην κρεμάστρα. Αύριο πάλι…
~ // ~
Κάθε πρωί ο Αργύρης
φορούσε το γαμπριάτικο κουστούμι του, έσερνε τα βήματά του ως το κρεββάτι της
και ζητούσε το χέρι της. Τα μοναχικά του βράδια τα ζέσταιναν οι μνήμες και οι ξεθωριασμένες
φωτογραφίες του γάμου τους. Το ταξίδι που δεν πήγαν ποτέ, ναυάγησε στην
επιφάνεια του κομοδίνου της.
Και κάθε μέρα η
Ευανθία ξαναγεννιόταν απ’ τις στάχτες της. Λες
και περίμενε υπομονετικά τους δύο Μαυριτανούς να χτυπήσουν την καμπάνα του
Αγίου Μάρκου για να φύγει παρέα με τον σύντροφό της∙ καβάλα στο φτερωτό
λιοντάρι, πέρασαν ένα βράδυ την αψιδωτή έξοδο προς τ’ αστέρια.
* * * * * * * *
Το ανεκπλήρωτο ταξίδι στην
Βενετία, έγινε μέσα απ’ το 19ο παιχνίδι λέξεων που οργανώνει και φιλοξενεί η
Μαρία, στο Χάρτινο Καραβάκι της.
Αφιερωμένο σ’ όλους τους απόμαχους
της ζωής που έμειναν μαζί,
ως το τέλος του “ταξιδιού” τους.
Ευχαριστώ θερμά,
όλους όσους δίνουν το παρόν στο παιχνίδι μας και την Μαρία που το στηρίζει με
συνέπεια και πολλή δουλειά.
* * * * * * * *
Λίγα λόγια για το "Παίζοντας με τις λέξεις"
Η καταπληκτική ιδέα της Φλώρας του TEXNIS STORIES ήταν το σύνθημα
για να γράφουμε και να διαβάζουμε ιστορίες και ποιήματα, επί χρόνια.
Κάθε μήνα, η Φλώρα πιστή στο ραντεβού με λέξεις που
ανανεώνονταν, μας καλούσε να δημιουργήσουμε. Και το κάναμε.
Με αφορμή το παιχνίδι, γράφτηκαν εξαιρετικές ιστορίες και
υπέροχα ποιήματα, ξεκαρδιστικά ευθυμογραφήματα, αγαπημένα παραμύθια, αλλά και
πόσα άλλα!
Προσωπικά, οφείλω ένα μεγάλο “Ευχαριστώ” στην Φλώρα για
το παιχνίδι που εμπνεύστηκε, για τη σκληρή δουλειά που έκανε όλα αυτά τα χρόνια
και για μια πολύτιμη συλλογή απ’ τα χειροποίητα κοσμήματά της που στολίζουν τις
μνήμες, τα συρτάρια και την καρδιά μου.