Ευτυχώς, τότε τα
πράγματα ήταν πιο απλά. Ένας τολμηρός ποιητής απ’ την Κυψέλη, ένα «σάλτο
μορτάλε» στο όνειρο, μια πλωτή εξέδρα που βρήκε στις αποθήκες του ΟΛΠ στο Κερατσίνι,
τέσσερις άγκυρες να τη συγκρατούν, μια μαγική νύχτα με φεγγάρι, κι όλη την
παλιοπαρέα να μας συντροφεύει από ένα μαγικό αερόστατο στον ουρανό. Ο Φελίνι, ο
Μάρκος, οι Μπιτλς, ο Σαρλώ, ο Καντίνσκι, ο Μπόρχες, ο Σινάτρα, ο Σεγκόβια κι ο
Πικάσο. Κι εκατό χιλιάδες κόσμου που κυριολεκτικά βούλιαξαν την Βουλιαγμένη. Και
μια πόλη ολόκληρη που άκουγε από κάποιο ραδιοφωνάκι τη ζωντανή ραδιοφωνική
μετάδοση από το Β’ πρόγραμμα με τον θρύλο Γιάννη Πετρίδη, ως τις 2 το ξημέρωμα.
25 Ιουλίου του 1983. Η αξέχαστη
πανσέληνος των καλύτερων χρόνων μας που πέρασαν ανεπιστρεπτί.
Ευτυχώς, τότε τα
πράγματα ήταν πιο απλά και ανθρώπινα. Μια Υπουργός Πολιτισμού (η Μελίνα) που
στάθηκε υποστηρικτική στο όραμα του Λούκυ, ένας φωτισμένος διευθυντής στη δημόσια
τηλεόραση (Βασίλης Βασιλικός) που αμέσως πήρε την τολμηρή πρωτοβουλία για
ζωντανή μετάδοση, και μια ΕΡΤ που έκανε ένα υποδειγματικό γύρισμα της συναυλίας,
υπό την καθοδήγηση του Διαγόρα Χρονόπουλου και του Ηρακλή Παπαδάκη. Δεν θέλω να
σκεφτώ τι θα γινόταν σήμερα σε μια αντίστοιχη πρωτοβουλία, με τους τωρινούς επικεφαλής
του επιτελικού κράτους. Και με τα ελεγχόμενα ΜΜΕ που χαντακώνουν όσους
αντιστέκονται στον ατομικισμό και στο φόβο. Φαντάζομαι με πόσο κυνισμό θα
αμαύρωναν μια τέτοια λαοθάλασσα: «Οι διοργανωτές της συναυλίας έθεσαν σε
κίνδυνο τις ζωές ανυποψίαστων πολιτών – Μια νύχτα με φεγγάρι και ναρκωτικά – Απίστευτη
ταλαιπωρία και μποτιλιάρισμα στους δρόμους της Αθήνας». Όχι ότι δεν
χρειάστηκαν μέρες και χέρια για να καθαριστεί η παραλία. Αλλά, τουλάχιστον,
είχε πέσει στο τραπέζι η ιδέα για συναυλίες εκτός γηπέδων και οργανωμένων
χώρων. Το ξεκίνημα, ίσως, για τις μελλοντικές εκδηλώσεις και φεστιβάλ σε ανοιχτούς
χώρους. Ποτάμια, λόφους, λίμνες, και -ποιος
ξέρει- ίσως «και στον κάμπο της Θεσσαλίας» όπως είχε πει ο Λούκυ μετά το
θρίαμβο εκείνης της νύχτας.
«Εγώ θα σ’ αγαπώ και
μη σε νοιάζει» και θα θυμάμαι πάντα τ’ ασημένια σου μαλλιά που ξεχώριζα από
μακριά, αμύητη ακόμα στις υπέροχες μουσικές σου διαδρομές. Απ’ τα αγαπημένα σου
πνευστά και σουίνγκ, μέχρι τα κατακόκκινα «Μικροαστικά» και τις παρτιτούρες σου
που ύμνησαν με τρυφερότητα και αγάπη τους απλούς ανθρώπους.
Η Νέλλη Σεμιτέκολο παίζει
στο πιάνο τα αγαπημένα ragtime του Σκοτ Τζόπλιν. Ήταν κατακαλόκαιρο (καλή ώρα),
τότε που τα βράδια μυρίζανε ακόμα γιασεμί και οι άνθρωποι δεν φοβόντουσαν να
βγουν απ’ το λαγούμι τους και να γίνουν μια μεγάλη παρέα. «Απλά μαθήματα
πολιτικής οικονομίας», δηλαδή.
Λείπεις, βρε Λούκυ. Και
ποιος να μας δώσει, σήμερα, το σύνθημα για μια βραδιά με sleeping bag και με
καρπούζι;
[Ο τίτλος της ανάρτησης
είναι το ομώνυμο τραγούδι του Λουκιανού, απ’ τον δίσκο «Απλά μαθήματα Πολιτικής
Οικονομίας» που κυκλοφόρησε το 1975, σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη. Οι φωτογραφίες
προέρχονται απ’ το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους]