Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

"Χάρηκα που γνωριστήκαμε!..."

 photo: http://www.thisiscolossal.com/2011/09/
alexis-perevoschikov/
Το πρώτο βήμα, το δεύτερο, το τρίτο… στο τέταρτο κοντοστέκεται. Ακουμπάει στο τροχήλατο στήριγμα που έχει μπροστά της, προφασιζόμενη ότι ξεκουράζεται. Μούφα ξεκούραση. Η ματιά της βολιδοσκοπεί το στόχο της. Ως εκεί που πρέπει να φτάσει. Στις πλαστικές καρέκλες. Ξανά βάδισμα. Τα πόδια της διαγράφουν ξέφρενες τροχιές στον αέρα και επανέρχονται με γδούπο στο έδαφος. Τα καρφώνει με δύναμη. Να σιγουρευτεί πως πατάνε στέρεα. Πως μπορεί να στηριχτεί πάνω τους. Μια σπάνια ασθένεια. Αδιάφορα τα «πώς» και τα «γιατί».

Ξοπίσω μια φίλη της. Δυο φιγούρες που βηματίζουν αργά, ανάμεσα σ’ ένα πλήθος που περπατάει με άνεση. Δυο ζευγάρια χέρια αγκυλωμένα. Σώματα που ακροβατούν πάνω σε αδύναμα πόδια, σα μωρά που κάνουν τα πρώτα τους δειλά βήματα. Και δυο κατακόκκινα χαμόγελα που λάμπουν διαρκώς. Κι ας μην μπορούν να μιλήσουν με ταχύτητα και ευκρίνεια. Εκείνες χαμογελούν, φλυαρούν και διανύουν την προσωπική τους οδύσσεια για να φτάσουν στον προορισμό, που για μας είναι το δεδομένο. Να πάρουν από μια καρέκλα για να παρακολουθήσουν τη συναυλία που θα ξεκίναγε σε λίγη ώρα.

Σε κάποιο φεστιβάλ νεολαίας. Κάποιο καλοκαιριάτικο σούρουπο. Λίγο πριν ξεκινήσει η μουσική σκηνή. Παρέες, περίπτερα, μυρωδιές, χρώματα, ήχοι, φωνές, γέλια και συζητήσεις. Με την παρέα μου καθισμένοι σ’ ένα πεζούλι, ν’ αμπελοφιλοσοφούμε και να βαθυστοχαζόμαστε. Απάνω στην κουβέντα κι ενώ ο Μήτσος μας εξηγεί περί ντεμέκ επαναστατών που οργανώνουν πογκρόμ για τους μετανάστες, συμβαίνει το αναπάντεχο. Το τροχήλατο μεταλλικό «Πι» γλιστράει στα σκαλιά κι ένα σώμα εκσφενδονίζεται και σκάει μπροστά μας. Τρέχουμε όλοι πανικόβλητοι. Η μόνη που διατηρεί το χαμόγελό της είναι το κορίτσι που έπεσε. Μάτωσε το χέρι της, μελάνιασε, το καρότσι είχε σκάσει στα πόδια της κι εκείνη χαμογέλαγε. Όση ώρα προσφέρουμε τις αυτοσχέδιες πρώτες βοήθειες, εκείνη μας καθησυχάζει στη γλώσσα της. «Είμαι μια χαρά… όλα καλά… σας ευχαριστώ πολύ»!... Μιλάει συλλαβιστά, το κεφάλι της ανασηκώνεται μονόπλευρα, κάνει συσπάσεις,  γελάει και ακουμπάει διαρκώς το χέρι της, στο μέρος της καρδιάς της. Πόσα ευχαριστώ, μεταγλωττισμένα στη γλώσσα μας, δεν μας είπε! Πόσα πολλά!...

Την συνοδεύουμε ως το χώρο της συναυλίας. Ακούω ένα σύρσιμο πίσω μου. Γυρίζω το κεφάλι μου και διαπιστώνω πως η φίλη της ερχόταν ξοπίσω μας, σέρνοντας δυο πλαστικές καρέκλες. Αφήνω την τραυματισμένη και τρέχω να βοηθήσω στο κουβάλημα. Λέξεις σκόρπιες, φράσεις δίχως νόημα, έτσι για να γεμίσω το κενό της διαδρομής.
-Φίλες είστε;
-Πώς ήρθατε ως εδώ;…Πώς θα φύγετε μετά;… Είναι γνωστός ο ταξιτζής;
-Είναι καλά η φίλη σου; Χτύπησε πολύ…Μήπως να πάμε σ’ ένα ιατρείο;
-Θέλετε κάτι να σας φέρουμε;

Ανένδοτη να μου δώσει τις καρέκλες. Επιμένει να τις κουβαλήσει μόνη της. Εγώ με ύφος ανακριτή, να βομβαρδίζω με ερωτήσεις. Απελπίζεται μαζί μου, αλλά δεν χάνει την ψυχραιμία της. Με πιάνει απ’ τον ώμο και καρφώνει το βλέμμα της στο δικό μου. Με ρωτάει τ’ όνομά μου. Μου λέει το δικό της. Ντρέπομαι που δεν καταλαβαίνω με την πρώτη αυτά που μου λέει. Το αντιλαμβάνεται. Κάνει την ίδια κίνηση που έκανε λίγο πριν η φίλη της. Ακουμπάει το χέρι στο μέρος της καρδιάς της. Πολλές φορές. Xαλαρώνω. Την παρατηρώ. Γύρω στα είκοσι, με πρόσωπο μαντόνας. Ντυμένη στα νεανικά της τζιν και διακριτικά μακιγιαρισμένη. Φρέσκια και μοσχομυριστή. Γεμάτη πάθος. Τα μάτια της καίνε. «Είμαστε καλά!... Ακμαίες-ακμαιότατες!... Απόψε παίζει ντραμς το ξαδέρφι μου…. Δεν χάνουμε ποτέ συναυλία του…».

Μου είπε κι άλλα. Πως δεν τους αρέσει ν’ αράζουν σπίτι, ανακατεύονται με τα κοινά, συμμετέχουν σε εκδηλώσεις, σπουδάζουν και επιδιώκουν να είναι διαρκώς με φίλους. Εγώ κολλημένη στις εμμονές και τις φοβίες μου, να επιμένω για βοήθεια. Κι αυτή, δως του να χαμογελάει και να με ρωτάει πώς βλέπω την πολιτική κατάσταση κι αν στην περιοχή μου γίνονται κινήσεις και πρωτοβουλίες από πολίτες…

Σ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, έριχνα κλεφτές ματιές πίσω μου. Ματιά και μικροκλοπή. Δήθεν για να βεβαιωθώ πως είναι καλά με την παρέα τους. Στην πραγματικότητα, μάζευα τη λεία μου. Θαυμασμό, έμπνευση, προτροπή και ενθουσιασμό. Με αναποδογυρισμένες τις κοσμοθεωρίες μου, παραδέχτηκα πως η Κομαντάντε-Σύλβια με πήρε απ’ το χέρι και με τα αργά της βήματα, πήγε τη ζωή μου λίγα βήματα μπροστά. Δίχως ατέρμονες αναλύσεις και τσιτάτα, αλλά συλλαβή-συλλαβή, μου ψιθύρισε πως η επανάσταση δεν είναι μια ημερομηνία, μια πλατεία ή ένας δρόμος. Είναι προσωπική υπόθεση. Είναι στάση ζωής!

Η ιστορία είναι αληθινή.
Το όνομα φανταστικό.
Η εμπειρία αληθινά φανταστική!...


 

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

O Eγέρθητος, ο Αναίσθητος, κι ο Ανεπαίσθητος Στρουθοκαμηλισμός (μας)

Photo: http://tatphotography.blogspot.gr/
Πριν δύο χρόνια περίπου, ένα νέο προϊόν κυκλοφόρησε στην αγορά του θεάματος. Φτηνό, πιασάρικο και σίγουρο στις αποδόσεις του. Το πρωτοεμφανιζόμενο μπουλούκι των φουσκωτών θηρίων έκανε το ντεμπούτο του στη Βουλή και τα «δημοσιογραφικά» γεράκια έτριβαν τα νύχια τους και ακόνιζαν τα μικρόφωνά τους. Το Πρώτο Θέ(α)μα είχε εξασφαλιστεί για τις επόμενες φυλλάδες και εκπομπές τους. Ξωπίσω, ο συρφετός απ’ τα καρχαριοειδή, που μασάνε τ’ αποφάγια. Διαφημιστικές, δημοσκόποι και τηλεοράσεις. Εύκολη η πρόσβαση στο κοινοβούλιο, σε μια περίοδο που κακοφορμίζουν οι πληγές απ’ το μεταναστευτικό, την κρίση, τη φτώχεια και το διασυρμό της χώρας. Σε μια αντίστοιχη χρονική συγκυρία άλλωστε, στις αρχές του ’90 - μεσούντος του Μακεδονικού- ξεκίνησαν και οι πρώτες επιθέσεις σε μετανάστες και ντόπιους. Καταδικαστέες τότε, απ’ την ευαίσθητη ακόμα σε πράξεις βίας, αντίληψη των Ελλήνων. Και με τις μνήμες της κατοχής και του εμφυλίου, καλοδιατηρημένες στη λογική και στο θυμικό όλων. Πριν ξεκινήσει η λαίλαπα της υπερ-πληροφόρησης, της παραπλάνησης και του μεθοδευμένου υποβιβασμού της κουλτούρας μας, σε επίπεδο «Πίστας».

Και πίτσας. Στις δύο, συν μία δώρο. Καναπές και πάρ’τα ΟΛΑ. Μαύρα μπλουζάκια με έξυπνες στάμπες. Το εύκολο γέλιο. Το άσκεφτο. Το ρηχό. Πίσω απ’ τις κάμερες, ετοιμαζόταν ο μελλοντικός θύτης. Μπροστά, το νυν θύμα του δημοσιογραφικού πάνελ. «Πώς προέκυψε το Εγέρθητω;… Πώς αποφάσισες να γίνεις μέλος;…  Αριστεροί δεν ήταν οι γονείς σου;…». Εμβόλιμα, αιθέριες υπάρξεις που στροβιλίζονται στη μπάρα, γυναικεία οπίσθια, διαφημίσεις, τα «Προσεχώς» στο κανάλι, ξανά χορευτικό της τάβλας και πίσω πάλι στον καιάδα της αποχαύνωσης. Ωραία περάσαμε κι απόψε! Τα φώτα χαμηλώνουν και το πλατώ μυρίζει έντονα αίμα…

Και ψέμα. Που εκλογικεύτηκε, απενεχοποιήθηκε κι έγινε λάϊφ στάϊλ. Τα θηρία μετατράπηκαν σε σύμβολα του σεξ, τα τατουάζ και οι γυμνασμένοι δικέφαλοι έγιναν μόδα και οι ανεγκέφαλοι σχημάτιζαν αγέλες. Οι επιθέσεις νομιμοποιήθηκαν, τα χαστούκια χειροκροτήθηκαν και οι συνεδριάσεις στο κοινοβούλιο έκοβαν εισιτήρια στο φιλοθεάμον κοινό. Επιδαυρικές ερμηνείες, «Επιτέλους, κάποιοι που τα λένε έξω απ’ τα δόντια!...» κι ας ξέραμε πως τα δόντια που αρθρώνανε φιλολαϊκές κορώνες, ροκάνιζαν ήδη ανθρώπινα πτώματα.

Το Πρώτο Θέμα είναι να μην ξεχάσουμε.
Πως πίσω απ’ τα φανταχτερά εξώφυλλα, συνθλίβονται οι πιο μεγάλες αλήθειες.
Πως όποιος στήνει ρεκλάμα με φωτογραφίες νεκρού, είναι διαθέσιμος για ΟΛΑ.
Πως το τέρας που τώρα παρακολουθούμε με δέος πίσω απ’ το κλουβί του, είναι δικό μας προϊόν.

Πως ο Παύλος δεν πρέπει να αποθηκευτεί στο χωνευτήρι της μνήμης μας. Μαζί με τον Τεμπονέρα, τον Λαμπράκη, τον Κουμή, την Κανελλοπούλου, την Βασιλακοπούλου, τον Μαυροειδή, τον Γρηγορόπουλο, τον Καλτεζά, τον Αυγουστίνο Δημητρίου και όλους όσους σύρθηκαν στα κρατητήρια της ευνομούμενης πολιτείας μας. Όλους όσους ποτίσανε τα πνευμόνια τους με τόνους χημικών, για να διαδηλώσουν το αυτονόητο.

Πως όλοι όσοι δαγκώνουν με ευκολία το ξεροκόμματο της πολιτικής ένδειας και της αναξιοπρέπειας, με πρόσχημα την κρίση και τους κακούς μετανάστες, δεν είναι παρά συνεργάτες στο έγκλημα.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ, τα λόγια και τις μαρτυρίες απλών ανθρώπων που βίωσαν κατοχή, πείνα, αρρώστιες και βασανιστήρια. «Και τότε πεινάγαμε και υποφέραμε, αλλά ποτέ δεν σκεφτήκαμε να γίνουμε δωσίλογοι και προδότες. Καλύτερα ένας αξιοπρεπής θάνατος, παρά μια ατιμασμένη επιβίωση!...»





Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Εβδομαδιαίο Περιοδικό Πολιτισμού 
24Γράμματα http://www.24grammata.com/


Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Προαπαιτούμενα τα ντολμαδάκια

Photo: http://tatphotography.blogspot.gr/
Τον κιμά τον τσιγαρίζουμε πριν τυλίξουμε τα ντολμαδάκια; Δεν βοηθάει η μνήμη μου.
Της δίνω προθεσμία ως το βράδυ. Πρωί, πρέπει να βράζουν στην κατσαρόλα. Πριν μεσημεριάσει, θα καταφτάσει το κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων. Πεθερά, πεθερός, κουνιάδα, μπατζανάκης, παιδιά, ένα σκυλί σαλονιού κι ένα λουράκι. Ο Αντώνης έβαλε βέτο. Αν δεν τους περιποιηθούμε καταλλήλως, θα κόψουν το πακέτο στήριξης. Θα μου το χρεώσει σαν οικογενειακή προδοσία. Κι ο μικρός ξεκινάει ορθοδοντικό. Κι Αγγλικά. Μπι Σίνιορ...ή Σι; Δεν βοηθάει η μνήμη μου.

Διδυμότειχο-μπλουζ η κουζίνα. Το ξημέρωμα με βρήκε να καθαρίζω  ένα τσουβάλι πατάτες.  Σκοπιά στο μαγειρείο. Αγχωμένο τσιγάρο και πίσω στις πατατόφλουδες. Εναλλάξ με τον Αντώνη. Όπλα, παλάσκες, λαμαρίνες, δίσκοι. Ψητό στο φούρνο και σαλάτες στο ψυγείο. Και τα ντολμαδάκια στην κατσαρόλα. Έβαλα λεμόνι; Tι ώρα θα’ρθουν; Γιατί  η μάνα σου μας τρώει τα συκώτια με τη μαγειρική μου; Γιατί δεν λέει ένα μπράβο γι αυτό που είμαι; Γιατί φτάσαμε ως εδώ; Δεν  βοηθάει η μνήμη μου.

Δύο οι εφιάλτες  τούτες τις κρίσιμες ώρες. Να μας κόψουν τη δανειοδότηση. Ή να κόψει το αυγολέμονο.  Να βγουν αυτά τα κίτρινα ξερατά στην επιφάνεια της κατσαρόλας και να επιπλέουν σα μύξες. Σιχαίνομαι τα ντολμαδάκια. Και τα οικογενειακά δάνεια εν γένει. Και το καθεστώς εποπτείας ειδικότερα. Και τον  τεντωμένο δείκτη. Συνήθως σκοπεύει εμένα. Φράση και  ντουφεκιά. «Εμείς στην ηλικία σας, είχαμε κοτζάμ περιουσία και μεγαλώναμε  δυο παιδιά!... Όχι σαν εσάς που δεν αξιωθήκατε για δεύτερο…» . Σιχαίνομαι και τη σιωπή σου Αντωνάκη! Με παρατάς σύξυλη στο σκοπευτήριο, με την κυρά-Αγγέλα απέναντι, να ρίχνει επαναληπτικές βολές…  Μυρίζει έντονα ο άνηθος ή είναι ιδέα μου;…  Μήπως έπρεπε να βάλω μαϊντανό;… Δεν βοηθάει η μνήμη μου.

Μπουκάρει η Καγκελάριος. Κάγκελο όλοι στην είσοδο. Παραλίγο να χαιρετήσω στρατιωτικά. Κρατήθηκα. Παρά πόδα  η κόρη. Μ’ ένα σκατουλί πατσαβούρι να γαβγίζει υστερικά. Ξωπίσω,  ο ουλαμός. Παιδιά, μπαμπάς παιδιών, μπάλες, τάμπλετ, λασπωμένα παπούτσια. Χλαπαταγή. «Κατουριέμαι σου λέω!...Εγώ δεν πεινάω…Πότε θα γυρίσουμε σπίτι;...Έχω να τελειώσω μια πίστα…Να  πλύνεις ΕΣΥ τα χέρια σου!..Όχι…ΔΕΝ σκάω!... ».  Δεν έσκασε.  Έσκασα εγώ. Τα μαξιλάρια του διθέσιου, γίνανε σκατουλί. Κοίταξα με νόημα τον Αντωνάκη. Συναίνεση και σιωπή. Δήλωσε παρών, αλλά δεν καταψήφισε το αίσχος.

Στο τραπέζι διαπραγματεύσεων. Το πουκάμισο του Αντώνη στάζει ιδρωτάρι, σα χαλασμένη υδρορροή. Το στομάχι μου ναυτικός κόμπος. Τσουγκρίσματα…“Καλώς βρεθήκαμε!...Καινούργιο ριχτάρι; Μπράβο, με γεια σας!..Δεν είχε άλλο χρώμα;… Όοοχι, δε λέω…καλούλι είναι! Τον κιμά δεν τον τσιγάρισες;… Βγάζει μια κρεατίλα…Πού να’ξερες τι έφτιαχνα στην ηλικία σου!... Είχαν να το λένε στο σόϊ του άντρα μου!...Πες Αρίστο!...Θυμάσαι τη συγχωρεμένη τη μάνα σου πώς με καμάρωνε;…H Aγγέλα μου, έλεγε, κορώνα στο κεφάλι μας!...Θυμάσαι Αρίστο;…”

Αμνήμων ο Αρίστος. Κι ο Αντωνάκης. Σιωπηλοί, γλύφουν με αφοσίωση τα κόκαλα στο πιάτο τους. Η επόμενη δόση έχει ήδη εγκριθεί, με αντάλλαγμα τα τελευταία οχυρά αξιοπρέπειας που μας είχαν απομείνει.
Η Αγγέλα χαμογελάει με ύφος μποξέρ που μόλις έριξε νοκ άουτ τον αντίπαλο.
Τον Αντωνάκη Της. Που πάντα θα σέρνει μια κτητική αντωνυμία ξωπίσω του. Πάντα θα θυμάται, αλλά θα σιωπά.
Η αγάπη μπαίνει στην κατσαρόλα, σιγοβράζει στην  τσίπα της και γίνεται μια θαυμάσια συνήθεια.
Η ανάγκη όμως;… Σκληρή σα σόλα!



Τα ντολμαδάκια μου εν γένει, μπορεί να μην διακρίθηκαν ποτέ για την απόλυτη επιτυχία τους. Τα συγκεκριμένα όμως, επιλέχτηκαν και βραβεύτηκαν στο Παιχνίδι Λέξεων του ΤΕΧΝΙS STORIES

Ένα τεράστιο ευχαριστώ στη Φλώρα που φιλοξένησε για άλλη μια φορά το παιχνίδι, τις συμμετοχές και όλους εμάς, με παραδειγματική συνέπεια και φιλοξενία.
Α!...και σ' όσους θαρραλέους (επι)δοκίμασαν τους μαγειρικούς μου πειραματισμούς! Να'στε καλά και συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά για τις συμμετοχές και την προσπάθεια! 

Σημείωση: Οι κόκκινες λέξεις ήταν οι προαπαιτούμενες αυτού του γύρου.
Το κόκκινο βραβείο είναι το απονεμηθέν για την ιστορία μου.
Το αφιερώνω σε όλους όσους βιώνουν τα προσωπικά τους -οικογενειακά- μνημόνια!


Το κείμενο φιλοξενήθηκε στο Εβδομαδιαίο Περιοδικού Πολιτισμού 




Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Πρωτοχρονιάτικο

Σαράντα σβέρκοι βοδινοί με λαδωμένες μπούκλες,σκεμπέδες σταυροθόλωτοι και βρόμιες ποδαρούκλες,ξετσίπωτες, ακαμάτηδες, τσιμπούρια και κορέοιντυμένοι στα μαλάματα κι επίσημοι κι ωραίοι.
Σαράντα λύκοι με προβιά (γι’ αυτούς βαρά η καμπάνα)καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!Κι απέ ρεβάμενοι βαθιά ξαπλώσανε στο τζάκικι αβάσταγες ενιώσανε φαγούρες στο μπατζάκι.
Όξ’ ο κοσμάκης φώναζε: «Πεινάμε τέτοιες μέρες»
 γερόντοι και γερόντισσες, παιδάκια και μητέρες·κι οι των επίγειων αγαθών σφιχτοί νοικοκυρέοιανοίξαν τα παράθυρα και κράξαν: «Είστε αθέοι».Κ. Βάρναλης
Η απάντηση του ποιητή στην ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου που, από τη μία καταδίκαζε τους «μαλλιαροκομμουνιστές» (καθώς και τον ίδιο) και από την άλλη, κατά τη διάρκεια της τότε μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης, κήρυττε «εγκράτεια». Δημοσιεύτηκε με τη σατιρική υπογραφή Γερβάσιος ο θεοεμβαίκτης, στο περιοδικό «Πρωτοπόροι». Τεύχος Φλεβάρη 1931.