΄΄Νίκος Μπελογιάννης΄΄
1η Μαρτίου του 1952,
μία το μεσημέρι. Το διαρκές στρατοδικείο Αθηνών μετά από συνεδρίαση τρεισήμισι
ωρών, ανακοινώνει την απόφαση. Οκτώ από τους κατηγορούμενους καταδικάζονται σε
θάνατο. Οι υπόλοιποι 21 σε βαριές ποινές φυλάκισης. Οι κατηγορούμενοι που μέχρι
τότε βρίσκονται στις φυλακές Καλλιθέας, μαθαίνουν τα νέα από την γραμματεία του
στρατοδικείου.
Ξημέρωμα Κυριακής, 30 Μάρτη, 1952. Οι κρατούμενοι πέφτουν για ύπνο.
Κοιμούνται με τα ρούχα συνήθως, αφού από στιγμή σε στιγμή αναμένουν το θάνατο. Όμως απόψε είναι Σάββατο και γνωρίζουν καλά ότι Κυριακή δεν γίνονται εκτελέσεις. Νόμος απαράβατος, ακόμα και για τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής. Κατά τις 2:30 ξημέρωμα Κυριακής, το κρατητήριο φωτίζεται. Ο
Μπελογιάννης πετιέται όρθιος. Ένας φύλακας του ανοίγει την πόρτα, ο
Μπελογιάννης τον ρωτά:
"Πάμε για καθαρό αέρα;"
"Ναι Νίκο, πάτε για εκτέλεση.."
Οι δήμιοι του Μπελογιάννη αποφάσισαν να τους εκτελέσουν Κυριακή, την ημέρα του Θεού που κανένας σε ολόκληρο τον κόσμο δεν επιτρέπεται να πεθάνει στο απόσπασμα. Ο λόγος ήταν ότι οι αρχές φοβόντουσαν τις κινητοποιήσεις. Πρώτος βγαίνει ο Μπελογιάννης, μετά ο Μπάτσης. Του Λαζαρίδη του είπαν: "Εσύ κάτσε". Από τους 8 καταδικασμένους σε θάνατο πήραν μόνο τους Νίκο Μπελογιάννη, Ηλία Αργυριάδη, Νίκο Καλούμενο και τον Δημήτρη Μπάτση. Τον Λαζαρίδη τον άφησαν λόγω ηλικίας και την Έλλη Παππά, παρά το ότι είχε ζητήσει να μην εξαιρεθεί και να πεθάνει με τον Μπελογιάννη, την άφησαν λόγω της προχωρημένης της εγκυμοσύνης.
Στις 4:12,
δίνεται η χαριστική βολή...
Ο Γιάννης Ρίτσος, εξόριστος τότε στον Αϊ – Στράτη, γράφει τον Άνθρωπο με το γαρύφαλλο:
«Ο
Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε.
Μ’
ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη την αθανασία.
Μ’
ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο για να μη νυχτώσει (…)».
Τέσσερις
μόλις μέρες μετά την εκτέλεσή του Μπελογιάννη και ενώ η Ευρώπη παλλόταν απ' τις διαμαρτυρίες για την εκτέλεσή του, πραγματοποιήθηκαν τα πρώτα μεταπολεμικά
καλλιστεία στην Πλατεία Συντάγματος. Με το αίμα των εκτελεσθέντων νωπό ακόμα, οι
πολιτικοί και οι κοσμικοί της εποχής, φόρεσαν τα σμόκιν και τις τουαλέτες τους και
έσπευσαν στην πασαρέλα του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετάνια. Μεταξύ των
παρευρισκομένων, και ο νεαρός (τότε) βουλευτής Κωνσταντίνος Μητσοτάκης,
χειροκροτητής της διαγωνιζομένης εξαδέλφης του, Νταίζης Μαυράκη, που κέρδισε
πανηγυρικά τον τίτλο, με το ψευδώνυμο Ακρωτήρι. Εκείνη τη βραδιά γνώρισε την Αθηναία Μαρίκα Γιαννούκου.
Παρουσιαστές
του διαγωνισμού ήταν η Μέλινα Μερκούρη και ο Μίμης Φωτόπουλος. Παρόντες επίσης,
ο Παπάγος, ο Σοφοκλής Βενιζέλος και άλλοι πολιτικοί. Το τραγούδι για την
περίσταση έγραψε ο Μίμης Τραϊφόρος. Πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν η
Μαρίκα Κοτοπούλη. Εκείνη την εποχή οι αφορμές για κοσμικές βραδιές ήταν
ελάχιστες και τα καλλιστεία ήταν ένας καινούριος και άφθαρτος θεσμός, που είχαν
όλα τα δυτικά κράτη, στα οποία θέλαμε να μοιάσουμε. Άλλωστε τι να έκαναν οι
άνθρωποι; Να τα έβαφαν μαύρα, επειδή πριν τέσσερις μέρες είχε εκτελεστεί,
σχεδόν συνωμοτικά, μετά από στημένη δίκη και χωρίς αδιάσειστα στοιχεία, ο Νίκος
Μπελογιάννης, μαζί με τους συντρόφους του;
«...ο λαός υπόφερνε (...). Είχε γονατίσει από τους φόρους, κι η
τοκογλυφία ερχότανε ύστερα να του δώσει τη χαριστική βολή. Αφήνω κατά μέρος
κάθε δική μου περιγραφή και παίρνω ένα κομμάτι από την Ιστορία του Καρολίδη, καθηγητή
στο Πανεπιστήμιο: "Την εποχή εκείνη η χώρα εσπαράζετο υπό της φυγοδικίας
και των συμμοριών τοκογλύφων, οίτινες εν συνεργασία προς τους ταμίας του
κράτους και αυτούς ακόμα τους δικαστάς είχον δημιουργήσει αλληλεγγύην και
κατέτρωγαν τας σάρκας του λαού" (...). Κι έτσι, τοκογλύφοι, κομματάρχες,
δικαστές, ταμίες, Εθνοτράπεζα, κράτος και ληστές - τούτοι οι τελευταίοι πολύ
λιγότερο από τους άλλους - εκτελούσαν το ίδιο "εθνοφελές" έργο: Την
ερήμωση της χώρας και τον αφανισμό του λαού. Και στο αντιλαϊκό τούτο όργιο,
έρχονται και οι ξένοι κεφαλαιούχοι να πάρουν μία από τις καλύτερες θέσεις».
(Από το βιβλίο του Νίκου Μπελογιάννη, «Το Ξένο Κεφάλαιο στην
Ελλάδα»,εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»)
Πηγές
πληροφοριών:
https://left.gr
http://www.mixanitouxronou.gr/