Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Καράβι συστημένο μέσω ΕΛ.ΤΑ.

Τραβάω ένα νούμερο απ’ το μηχάνημα που ξερνάει χαρτάκια στο ταχυδρομείο.
Περιμένω τη σειρά μου, παρατηρώντας τα πακέτα στα απέναντι ράφια που περιμένουν κι αυτά με τη σειρά τους, τους παραλήπτες τους.
Κρατάω σφιχτά το μαγικό χαρτάκι που κατέφτασε στα χέρια μου, αφού έκανε μια μίνι περιοδεία στη βόρεια Ελλάδα.
Η ειδοποίηση «Έχεις πακέτο» έφτασε στον πολύπαθο προορισμό της, αφού προηγουμένως ταξίδεψε στην όμορφη συμπρωτεύουσα, σε άλλη παραλήπτρια που προφανώς θα πήρε τη δικιά μου ειδοποίηση (?) Κομφούζιο!.... έχω την υποψία πως η αποστολέας μέχρι τη Νικολούλη θα κατέφευγε, προκειμένου να βρει το χαμένο ειδοποιητήριό μου…

 Με δυναμική παρέμβαση λοιπόν του πανίσχυρου Βιμ, η κατάσταση διαλευκάνθηκε και οι ειδοποιήσεις βρήκαν τις σωστές παραλήπτριες.
Δεν θα είχα καταλάβει τις διαστάσεις που πήρε το ζήτημα, αν δεν με κοίταζε έντονα η υπάλληλος του ταχυδρομείου μόλις είδε την ειδοποίηση.
«Εσείς είστε λοιπόν η παραλήπτρια;»
«Περιμένατε κάποιαν άλλη;»
«Χαμός έγινε γι αυτό το πακέτο... Το έστειλαν κατά λάθος Θεσσαλονίκη και...»
Μου λέει τον πόνο της, της λέω το δικό μου πως «...είχαμε ξεροσταλιάσει τόσες μέρες να περιμένουμε!...», και φεύγω με το φάκελλο-υπερπαραγωγή της Αριστέας υπό μάλης.

Στη διαδρομή προς τη δουλειά, δεν κρατιέμαι και κάνω μια πρόχειρη στάση για ν’ ανοίξω το πακέτο.
Δεν έχω υπολογίσει η αφελής, πως είναι πιο απλό ν’ απασφαλίσεις μια βόμβα,  παρά ν’ ανοίξεις πακέτο τυλιγμένο απ’ την Αριστέα.
Ξετυλίγω ίσαμε μια καλούμπα σπάγκο, αλλά διαπιστώνω πως για ν’ ανοίξω μια δίοδο στις κολλητικές ταινίες και στα χαρτιά περιτυλίγματος, πιθανόν να χρειαστώ δισκοπρίονο.

Στο ράδιο παίζει ένα αγαπημένο του Μάνου.
Βρίσκω πως εκφράζει απόλυτα αυτό που νιώθω και συγκινούμαι απ’ αυτή την απροσδόκητη συγκυρία.

Στο κάθισμα του συνοδηγού, είναι απλωμένη η μικρή μου περιουσία:
* ένα σαπούνι ντεκουπαρισμένο, συσκευασμένο σαν καραμέλα,  σε διαφανές σελοφάν με κορδέλες στο πλάι...
* και μια κάρτα/σελιδοδείκτης με ντεκουπάζ στις ίδιες αποχρώσεις με το δίσκο
* κι ένα κολλημένο σημείωμα στο εσωτερικό, με γραμματοσειρά “Iris’’
* κι ένας ξύλινος δίσκος σερβιρίσματος, με όλη την τέχνη και το μεράκι της…
Τι άλλο θέλει μια μέρα για να γίνει ξαφνικά μαγική;

 Είναι κι αυτή η "Κοινωνία ώρα αγάπης" που μας έχει βάλει για διαγώνισμα.
Που άμα δεν το κατέχεις το ντεκουπάζ, τι να ζωγραφίσεις πάνω στο σκαρί της;
Γιατί άντε και γράφεις δυο αράδες με συγκινητικά και ευχολόγια.
Η μηχανή δεν παίρνει μπροστά με τα λόγια.
Θέλει να τραβήξεις την άγκυρα και να κάνεις τα χέρια σου χωνιά:
“H ζωή είναι ωραία βρε ρεμάλια!... μην τη χαραμίζετε στα ρηχά!”
Κι εκεί μέσα στην κίνηση της λεωφόρου, με το ημερήσιο δρομολόγιο προκαθορισμένο και απελπιστικά προβλέψιμο,
ένα λευκό πανί υψώθηκε κι έγινε το χιουντάι, μικρό καράβι!
Γιατί αυτό είναι το καύσιμο της αγάπης.
Κάποιος να σε νοιάζεται,
να βουτήξει τα χέρια του στις μπογιές και στα διαλυτικά για να σε πάει ξαφνικά βαρκάδα στο ρεύμα προς Αμπελόκηπους.

Τα τραγούδια λένε πάντα την αλήθεια.
Αριστέα, δικό σου!

Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

Α+Τ=love

[Παίζοντας με τις λέξεις #8]


Χτύπησε το κουδούνι. Άντε, πάμε έξω στο προαύλιο να παίξουμε. Θα’ρθει κι η μάνα να σου περάσει ζεστό τυρόψωμο απ’ τα κάγκελα. Θα φοράς μπλε ποδιά Λάουρα με λευκό πικεδένιο γιακαδάκι και στην ώρα των καλλιτεχνικών, θα σκαλίσεις μια καρδιά κι ένα βέλος να τη λογχίζει, πάνω στο θρανίο  του Τάκη. Στις ράχες των βιβλίων και στα ενδότερα των τετραδίων σου, θα ζωγραφίσεις με το λευκό πάρκερ τον κωδικό πρόσβασης στον πρώτο σου έρωτα: Α+Τ=love. Στην ώρα του Ομήρου θ’ ανατριχιάσεις και δεν θα ξέρεις αν είναι απ’ το διαπεραστικό βλέμμα του Τάκη ή απ’ τον ήχο της κιμωλίας που τρίζει στο μαυροπίνακα. Θα αντιγράψεις πολυσέλιδα κατεβατά απ’ τη Δομή, εκατό δραχμές η δόση, για το χατίρι σου όμως χαλάλι η σπατάλη αυτή, να έχεις ένα εφόδιο στη ζωή σου, στο πάνω ράφι της βιβλιοθήκης, να την ξεσκονίζεις και να την αποστηθίζεις ανελλιπώς. Με την ατυχία που σε δέρνει, ο μαυροπίνακας, η ποδιά Λάουρα και η Δομή, θα αποσυρθούν άμα τη αποφοιτήσει σου. Το σφουγγάρι θα κάνει το τελευταίο του δρομολόγιο πάνω στον πίνακα, σβήνοντας οριστικά τη χρονική αντικατάσταση του «είμαι», μαζί με τα καλλιγραφικά γράμματα της ανήλικης ζωής σου. Ο σχολικός ενεστώτας, έχει γίνει ήδη συντελεσμένος αόριστος.   

Χτύπησε το ξυπνητήρι. Έλα σήκω, άργησες πάλι. Είσαι ήδη κάτοχος ταυτότητας, φορολογικού μητρώου και κάρτας ανεργίας. Ανοίγεις τη σάκα σου και βρίσκεις μόνο κλειδιά, πορτοφόλι και κινητό. Η ανατριχίλα της κιμωλίας έχει φύγει δια παντός απ’ τη ζωή σου, μαζί με τον Τάκη και τα αναπάντεχα μητρικά τυρόψωμα στα διαλείμματα. Στον οικοδομικό ωκεανό της πόλης, σου αντιστοιχεί το γονεϊκό δυάρι στο Κουκάκι, με τη μυρωδιά του τυρόψωμου να έχει ποτίσει τις μελαμίνες της κουζίνας κι ένα μικρό μπαλκονάκι με ξεφτισμένες τέντες και κόκκινα γεράνια. Θα τα ξεδιψάς με το ίδιο τσίγκινο ποτιστήρι που πότιζε ο πατέρας και θα είσαι σίγουρη πως κάθεται ακόμα στην αγαπημένη του φερ-φορζέ, φύλακας άγγελος στα δύσκολα που θα’ρθουν. Στο ελάχιστο μερτικό ουρανού που θα σου αντιστοιχεί, θα βλέπεις το ίδιο φεγγάρι με τον σύγχρονο Τάκη των εφηβικών σου χρόνων. Μεσοτοιχία οι ζωές σας… «Δυο μισοφέγγαρα φτιάχνουν ένα ολόκληρο», θα σου ψιθυρίσει ένα αυγουστιάτικο βράδυ. Θα ενώσετε τα γεράνια και τους φόβους σας και θα στήσετε ένα παλάτι με φτηνά έπιπλα και τεντζερικά, αλλά έντιμα βλέμματα αφοσίωσης και αγάπης.

Στον εξακολουθητικό μέλλοντα της ζωής σου, θα συχνάζεις όλο και πιο συχνά στη σχολική αίθουσα, θα προσπαθείς να ανακαλέσεις τον ήχο της κιμωλίας, τη μυρωδιά των φαγητών  και τις στοίβες με τις Μανίνες και τις σούπερ Κατερίνες. Θα ενθουσιαστείς όταν ανακαλύψεις δύο ξεθωριασμένους τόμους της Δομής στο παλιατζίδικο και θα τους ξεφυλλίσεις με αγωνία μήπως κι έχουν ακόμα χαραγμένα τα αρχικά Α+Τ=love  στις μέσα σελίδες τους. Θα ξαναγράψεις στο πιο ψηλό σημείο του μαυροπίνακα με καλλιγραφικά γράμματα, τη χρονική αντικατάσταση του «είμαι».
  
«Είμαι – ήμουν - θα είμαι».
«Μάνα – κόρη – σύντροφος και φύλακας άγγελος».

Ένα παιδικό χεράκι θα σε τραβάει να πάτε έξω για παιχνίδι. Θα της μάθεις να ποτίζει τα γεράνια και να εμπιστεύεται τα αυγουστιάτικα φεγγάρια. 

Συμμετείχε στον όγδοο κύκλο του «Παίζοντας με τις λέξεις», στον ιστοχώρο της Μαρίας. Την ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου που άνοιξε για άλλη μια φορά διάπλατα την πόρτα της και μας φιλοξένησε με αγάπη και φροντίδα. Όπως και όλη την παρέα μας που έγραψε, διάβασε και μοιράστηκε σκέψεις και συναισθήματα.

[Η φωτογραφία της ανάρτησης απ' το διαδίκτυο]

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

25 λέξεις #8


Κυβερνοπολιτικός: «Η ανάπτυξη εκτινάσσεται στα ύψη».
Αντιπολιτευτικός: «Απλά κάνει τραμπολίνο».
Επιστήμονας: «Ένα είδος Φάτα Μοργκάνα».
Μετεωρολόγος: «Απλά θα βρέξει».
Ερωτευμένος: «Σάλτο-μορτάλε στην αγκαλιά της!»
Συννεφόσπιτο: «Κλείσε το πορτατίφ, μαζεύονται άνθρωποι»...


Μια φωτογραφία και ένα ΚΕΙΜΕΝΟ, είχαν σαν άθροισμα 21 ολιγόλεκτες λεζάντες. Όλες υπέροχες και με διαφορετικές προεκτάσεις στην καθηλωτική φωτογραφία της Μαρίας Νικολάου.  Το παιχνίδι με τις εικόνες και τις λέξεις είναι μια αφορμή να συναντηθούμε στο χώρο της Μαρίας και να ζήσουμε μια μικρή περιπέτεια στο μαγικό κόσμο των λήψεών της. Ευχαριστώ πολύ τους συμπαίκτες μου και σ’ αυτό τον κύκλο παιχνιδιού και εύχομαι να συνεχίσουμε ν’ ανοίγουμε παράθυρα στη φαντασία και στη σκέψη μας. 
Με την Μαρία να μας δίνει το σύνθημα, με ένα "κλικ"...

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Μενού εξορίας και πλυντήρια ιστορίας

Όταν βρέθηκα πριν λίγα χρόνια στη Μακρόνησο, στην καθιερωμένη ετήσια επίσκεψη που οργανώνει η Πανελλήνια Ένωση Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (Π.Ε.Κ.Α.Μ.), πήρα φεύγοντας μαζί μου λίγο θυμάρι και τα σκαμμένα πρόσωπα των ανθρώπων που ταξίδεψαν ως εκεί για να προσκυνήσουν, να θυμηθούν τις μέρες που τα πολυβολεία ξέρναγαν θάνατο, να μνημονεύσουν τους χαμένους συντρόφους τους και να φύγουν συγκινημένοι απ’ το μικρό λιμάνι του νησιού. 

Στη σιωπηλή πεζοπορία μας ως το εμβληματικό άγαλμα του Μακρονησιώτη Δεσμώτη,  άκουγες μόνο αναστεναγμούς, σιγανούς για να μη ταράξουν την ιεροσύνη του τόπου. Ο αέρας μύριζε έντονα αλμύρα και θυμάρι κι ανεβαίνοντας την κακοτράχαλη διαδρομή ως το μνημείο, το δέος και η συγκίνηση κορυφωνόταν. Σε κάθε απομεινάρι του πιο φρικαλέου τόπου της σύγχρονης ιστορίας μας, ένιωθες έντονα την παρουσία των χιλιάδων βασανισμένων ψυχών. Το μεγάλο κτίριο με τους αρτοκλίβανους, το μικρό θεατράκι, το σημείο που σφαγιάστηκαν εν ψυχρώ τριακόσιοι φαντάροι του Α’ ΕΤΟ, τα μισογκρεμισμένα σπίτια, μια υπαίθρια εκκλησία, τα σκουριασμένα κουφάρια αυτοκινήτων και τα διάσπαρτα ερείπια που –παρά το ότι το νησί έχει χαρακτηριστεί ως προστατευμένο μνημείο- έχουν αφεθεί στη φθορά του χρόνου και της ανθρώπινης αδιαφορίας.

 Μια λιτή ξύλινη επιγραφή, στη μνήμη του Δημήτρη Τατάκη (μέλος του ΚΚΕ & του ΕΑΜ Ναυτικών). Είχε στοιχηματίσει με τους βασανιστές του πως δεν θα υπογράψει δήλωση. Τήρησε το λόγο του και τίμησε τα ιδανικά του. Ξεψύχησε δεμένος πάνω σ’ ένα σιδερένιο πάσαλο, μετά από 33 μέρες. Ένας απ’ τους χιλιάδες ήρωες που μαρτύρησαν σ’ αυτόν τον τόπο. Και που παρά τα μεσαιωνικά βασανιστήρια και την απόλυτη εξαθλίωση που βίωσαν, δεν σταμάτησαν στιγμή να πασχίζουν παλληκαρήσια να κρατηθούν όρθιοι και να διατηρούν τη συντροφικότητα μεταξύ τους.

 Στην Αγίων Ασωμάτων στο Θησείο, λειτουργεί απ’ το 2007 το Μουσείο Μακρονήσου. Μια μικρή περιήγηση με την ακούραστη συντροφιά του πρώην εξόριστου Γρηγόρη Ριζόπουλου, [Αρχιτέκτονας & γλύπτης του «Δεσμώτη Μακρονησιώτη», καθώς και  πρόεδρος του ΠΕΚΑΜ], είναι μια σπάνια ευκαιρία για επαφή με την ιστορία. Μέσα από φωτογραφικό υλικό, βιβλία, αντικείμενα που κατασκεύαζαν οι κρατούμενοι, κειμήλια απ’ τα στρατόπεδα, γράμματα και κάρτες κρατουμένων, οι ήρωες και οι θυσίες τους αποκτούν υπόσταση και διεκδικούν το αυτονόητο. Ιστορική επίγνωση και τιμωρία των απανταχού «Μπαϊρακτάρηδων»

 Αμφιβάλλω αν οι εκδρομείς των βορείων προαστίων που οργάνωσαν πρόσφατα εκδρομή (σικ) στη Μακρόνησο, έχουν επισκεφτεί ποτέ το Μουσείο, έχουν διαβάσει την ιστορία του νησιού, έχουν αντικρύσει στα μάτια κάποιον απ’ τους επιζήσαντες ή έχουν γίνει κοινωνοί σε μαρτυρίες για τις μέρες εκείνες. Αν γνωρίζουν την Ζωζώ Πετροπούλου, την Πότα Κακαβά, την Αλέκα Παϊζη και την Κατίνα Σηφακάκη.  Αν τα μεζεδάκια της ιστορίας που τους κέρασε ένα βιβλιοπωλείο κι ένα κηφισιώτικο  κέτερινγκ, χόρτασαν επαρκώς τη γαστρονομική τους πείνα. Γιατί για πνευματική, ούτε λόγος! Τι να σου κάνει άλλωστε  ένα «Μενού εξορίστων», όταν η πνευματική παχυσαρκία έχει χτυπήσει μαύρο; Προφανώς θα ήταν ένα σύντομο διάλειμμα, μια δίαιτα εξπρές, πριν επιστρέψουν στη γαστρονομική πανδαισία και την ιστορική αμεριμνησία του μικρού τους, ασήμαντου μικρόκοσμου.
Τουλάχιστον ας μη λερώνουν τους τόπους αυτούς. Καλύτερη η άγνοια της ιστορίας, παρά η παραχάραξή της.



Για την ιστορία: Ένα αντίστοιχο «Μενού Εξορίας» είχε φιλοξενηθεί στο  γκαιμπελικής σχολής δημοσίευμα, της φιλοναζιστικής εφημερίδας «4η Αυγούστου» (αρ. φύλλου 38, Σεπτέμβριος 1967) με τίτλο: «Αποκλειστικόν ρεπορτάζ 4ης Αυγούστου - Γυάρος».

 «Παιχνίδια και γέλια με την θάλασσαν, βουτιές και πατητές, ηλιοκαμένα σώματα και κρέμες προστατευτικές δια την ηλιοθεραπείαν. Οι όρμοι το πρωί έχουν την εικόνα πλαζ. Οι κρατούμενοι κάνουν ηλιοθεραπείαν, γυμναστικήν ή κολυμβούν. Πολλοί εξ αυτών διαθέτουν αναπνευστήρας, βατραχοπέδιλα και όπλα δι’ υποβρύχιον ψάρεμα, εις το οποίον επιδίδονται ελευθέρως. Η νήσος έχει άφθονον ψάρι και δεν είναι λίγοι εκείνοι, οι οποίοι γυρίζουν εις τους θαλάμους των με το δίχτυ των γεμάτο».
"Φάλαγγα στην κορυφή": σχέδιο με σινική μελάνι του Γ. Φαρσακίδη
«Αλλά και η συμπεριφορά των δεσμοφυλάκων είναι υποδειγματική. Τα μεγάφωνα καλούν τους φυλακισμένους λέγοντας: ‘Παρακαλούμε τον κύριο τάδε…’. Χαρακτηριστικόν επίσης της ευγενείας, η οποία επικρατεί εις το στρατόπεδον είναι το ότι, εφόσον κληθούν κρατούμενοι δι’ υποθέσεις των εις τας αρμοδίας υπηρεσίας, ουδέποτε ίστανται ορθοί κατά το διάστημα της εκεί παραμονής των. Πάντοτε τους προσφέρεται κάθισμα».
"Μακελειό στη Χαράδρα": Χαρακτικό του Γ. Φαρσακίδη
 Μόνο ένα παράπονο ακούστηκε από τους 2.000 κρατούμενους. Ήταν η διαμαρτυρία της βουλευτού της ΕΔΑ Μαρίας Καραγιώργη, για την προμήθεια κάποιων ειδών. Ο διοικητής του στρατοπέδου έσπευσε να καθησυχάσει τους δαιμόνιους «ρεπόρτερ» που έκαναν έρευνα στο νησί. Κατ’ αυτόν, οι κρατούμενες ζητούσαν «εσώρουχα μαύρου χρώματος με δαντέλα, μπικίνι, μπικουτί, ρόλεϊ και λακ για τα μαλλιά, μαγιό ‘ντε πιες’, λάδι ηλίου διαφορετικής μάρκας από το της καντίνας και άλλα παρόμοια».
"Tο καψόνι της ορθοστασίας": Σχέδιο του Γ. Φαρσακίδη 
Αυτή ήταν η μοναδική «δημοσιογραφική» μαρτυρία για την Γυάρο. Οι δαιμόνιοι «δημοσιογράφοι» που εξασφάλισαν την άδεια της χούντας να επισκεφτούν και να περιγράψουν το κάτεργο αυτό, ήταν δύο στελέχη του «Κόμματος 4ης Αυγούστου», έμπιστοι του Κώστα Πλεύρη, ο οποίος τότε ήταν τσιράκι του στρατηγού Λαδόπουλου. Ο Σπύρος Μανωλόπουλος, περιφερειακός διοικητής Θεσσαλονίκης της οργάνωσης του Πλεύρη και ο Πολύδωρος Δάκογλου, στέλεχος της ηγεσίας και ιδρυτής μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, του χουντικού ΕΝΕΚ.
Κάποια ονόματα μας είναι γνώριμα νομίζω…
 [περισσότερο φωτογραφικό υλικό: http://makronissos.net/makronissos/literature/?lang=el]