Στη
χροιά της φωνής της, το τελευταίο διάστημα, διέκρινα την ανησυχία της να
κλιμακώνεται σε τρόμο, κι ένα συστηματικά τροφοδοτούμενο θυμό, που κατευθυνόταν
δώθε κείθε, δίχως νόημα και ειρμό. Με
τον καιρό κατάλαβα πως η διάθεσή της ήταν ανάλογη με την ώρα που της
τηλεφωνούσα. Αν ήταν νωρίς το πρωί, ήταν γεμάτη ενέργεια και έκανε σχέδια για
τη μέρα της. Τις απογευματινές ώρες ήταν νευρική και ψέλλιζε κατηγόριες για
τους νέους που δεν προσέχουν και βγαίνουν στις πλατείες. Πιο αργά, στη διάρκεια
των βραδινών δελτίων ειδήσεων, η φωνή της γινόταν λυγμική, σαν ένα ανυπεράσπιστο
ζώο που έχει παγιδευτεί θανάσιμα και κάνει τις ύστατες προσπάθειες να σωθεί.
Ανάλογα με το κανάλι που παρακολουθεί, άλλοτε ψελλίζει κατηγόριες για τους
απερίσκεπτους νέους κι άλλοτε πάλι για τους ηλικιωμένους στα γηροκομεία που… «αποτελούν
μια υγειονομική βόμβα». Φυσικά και δεν έχει εικόνα για το τι γίνεται στα
μέσα μεταφοράς και ποτέ δεν θα μάθει πως στα σχολεία τα παιδιά είναι
στοιβαγμένα σε καταθλιπτικές αίθουσες. Έχει όμως μια μεταλλαγμένη οπτική για
την κοινωνία, που την χαρτογραφεί σύμφωνα με τις συντεταγμένες των
δημοσιογράφων. Τα βράδια τα περνάει ξάγρυπνη, πασχίζοντας να επιστρατεύσει τη
λογική της απέναντι στο φοβικό σύνδρομο που καλλιεργείται συστηματικά στο
υποσυνείδητό της. Αν και δεν την βλέπω, αφουγκράζομαι πως έχει βαρύνει και
σέρνει μοιρολατρικά τα βήματά της. Τα παλιά της τεφτέρια με στιχάκια και
μαντινάδες που, με την παραμικρή αφορμή, σκάρωνε και σημείωνε, πήγαν περίπατο.
Οι μνήμες της από κάποια θεατρική παράσταση ή μια συναυλία που την είχαν
σημαδέψει, καταποντίστηκαν οριστικά στο πηγάδι της λήθης. Το μοναδικό
αντικείμενο συζήτησής μας πλέον, είναι τι είπε ο Παπαδάκης, ο Αυτιάς, ο Άρης, η
Σία κι ο κάθε παρατρεχάμενος. «Μαραζώνεις, βρε, θεία». Φοβήθηκα να της
το πω κι ας το σκεφτόμουν έντονα μετά από κάθε μας συνομιλία.
«Κλείσε επιτέλους την τηλεόραση και βάλε ραδιόφωνο, άκου μουσική και διάβασε βιβλία!». Είναι η καθημερινή μας διένεξη. Κι αυτό που φοβάμαι να της πω, είναι πως αν υποκύψει στις τηλεοπτικές σειρήνες, είναι σαν να υπογράφει την καταδίκη της. Και πως δεν έχουμε πια την πολυτέλεια να σταθούμε η μία στην άλλη, και πως η είσοδος σ’ ένα δημόσιο νοσοκομείο είναι ο προθάλαμος για άλλο ένα ανώνυμο φευγιό στη λίστα του θανάτου που ολοένα μακραίνει. Όλοι τσουβαλιασμένοι ως θύματα του θανατηφόρου ιού, στιγματισμένοι και στοιβαγμένοι στα ψυγεία των νεκροτομείων. Λες κι έχεις να απαλλαχτείς ένα μιαρό κομμάτι κρέας, κι όχι τον άνθρωπό σου.
Οι
συνοδοί στα νοσοκομεία δεν επιτρέπονται και τα κρεββάτια είναι σχεδόν
ανύπαρκτα, και τα ελάχιστα μέσα που έχουν απομείνει σε χώρο και ανθρώπινες αντοχές,
ξοδεύονται κατ’ επιλογή στα νεαρότερα θύματα. Κι ότι, ακόμα κι ο αποχαιρετισμός
στα αγαπημένα μας πρόσωπα, τις ύστατες στιγμές της ζωής τους, είναι
απαγορευμένος. Όλα πλέον γίνονται βάσει αυστηρών οδηγιών και εξ αποστάσεως. Κι αυτή
η ιεροτελεστία του αποχαιρετισμού και της
ταφής, έχει καταντήσει μια απρόσωπη διεκπεραίωση, με υπογραφές και πρωτόκολλα,
γιατί, όπως είπε η τηλεόραση: «ακόμα και οι νεκροί, είναι μεταδοτικοί».
Φοβάμαι
να της πω πως όλοι αυτοί που τους έχει εικόνισμα κι ακουμπάει ευλαβικά πάνω
τους τις ελπίδες της, είναι εκεί έξω και κόβουν πρόστιμα, υπογράφουν
πτωχευτικούς νόμους, λοιδορούν τη νεολαία και εξαθλιώνουν τους ηλικιωμένους,
διχάζουν και παραπληροφορούν, καλαμπουρίζουν με τα λαϊκά στρώματα και παίζουν
στα ζάρια τις ζωές μας. Φοβάμαι να της πω πως το δημόσιο νοσοκομείο που με ζήλο
υπηρέτησε επί σαράντα χρόνια, στο πλάι σπουδαίων γιατρών, έχει καταντήσει ένα
υποβαθμισμένο δημόσιο κτίριο, παρατημένο στις αντοχές και το φιλότιμο όσων
τιμούν τον όρκο και τις αξίες τους. Όσοι έχουν απομείνει ακόμα όρθιοι. Αυτοί
που χειροκροτήθηκαν στα μπαλκόνια, για να χτυπηθούν λίγες μέρες μετά, απ’ τις
μονάδες καταστολής. Ο Φαρισαϊσμός έχει διαχρονικό στυλ, σαν τις υπέρκομψες
καρφίτσες της Μαρέβας.
Αχ, βρε θεία! Φοβάμαι πως φοβάσαι τους λάθος εχθρούς. Κι όταν σου γίνει συνήθειο να κυκλοφορείς μ’ ένα στιλέτο στο χέρι, και να θυμώνεις μονάχα μ’ όσους σου δείχνουν στο γυαλί, φοβάμαι μη καμιά φορά, το στρέψεις στον εαυτό σου…
Φωτογραφία: NIRAV PATEL