Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2021

Η επιστροφή της Κοκκινοσκουφίτσας


«Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έχουν περικυκλώσει τη δύσβατη ορεινή περιοχή, γύρω απ’ το σημείο που βρέθηκε η σορός του εξαφανισμένου θεατρικού επιχειρηματία». Ο ανταποκριτής του καναλιού επιδίδεται σε μια δραματουργική αφήγηση μπροστά στο μικρόφωνο, δείχνοντας με το ελεύθερο χέρι του πλάνα απ’ το απόμερο μονοπάτι. Λίγες ώρες νωρίτερα, ένας διερχόμενος κυνηγός είχε έρθει αντιμέτωπος με το αποτρόπαιο θέαμα. Η λεζάντα στο κάτω μέρος της οθόνης κορυφώνει το μυστήριο: «Έγκλημα ή ατύχημα;»

Ο Σπύρος Iγνατιάδης, αυτοδημιούργητος θεατρικός επιχειρηματίας -όπως συνήθιζε να αυτοπροσδιορίζεται- είχε εξαφανιστεί πριν από είκοσι μέρες, στη διάρκεια διήμερης εκδρομής του στην ορεινή Κορινθία. Μετά την άφιξή του σε πολυτελές ξενοδοχείο της περιοχής, παράτησε τις αποσκευές του στο σαλόνι της σουίτας κι επέστρεψε στη ρεσεψιόν για να κάνει κράτηση στο πακέτο χαλάρωσης που προσφερόταν εκείνο το διήμερο. Ο ευγενικός υπάλληλος τού πρόσφερε το ποτό υποδοχής, ένα ζεστό αφέψημα με βότανα της περιοχής, “που χαλαρώνει τον οργανισμό και τον προετοιμάζει για τη θεραπευτική συνεδρία”, όπως τον ενημέρωσε. Εν συνεχεία, πληκτρολόγησε στην οθόνη του υπολογιστή του το ραντεβού:

«Κάνω κράτηση για ένα άτομο;»

«Για δύο».

Ο υπάλληλος, όπως ο ίδιος δήλωσε μετέπειτα στην αστυνομία, τον κοίταξε απορημένος. Ο τύπος είχε έρθει μόνος του, τα στοιχεία που έδωσε ήταν τα προσωπικά του και μόνο, δεν ανέφερε ότι περίμενε συντροφιά, ωστόσο όλες οι κρατήσεις που έκανε, ήταν για δύο άτομα. Δωμάτιο, πακέτο ιαματικής θεραπείας, δείπνο στην αίθουσα πάνω απ’ τις απόκρημνες πλαγιές με τα έλατα και πρωινό στο δωμάτιο για την επόμενη ημέρα, πριν την αναχώρησή του.

«Το τελευταίο που θυμάμαι απ’ τη σύντομη επαφή μας, ήταν πως δέχτηκε ένα μήνυμα στο κινητό του που το διάβασε ενόσω εγώ πληκτρολογούσα τα στοιχεία του. Πρέπει να τον αναστάτωσε… Γενικά πάντως, είχε απόκοσμο βλέμμα, σαν να ήταν υπό την επήρεια ουσιών. Εν συνεχεία, απομακρύνθηκε βιαστικά, λέγοντάς μου: ²Πάω να παραλάβω τη φίλη μου. Τα λέμε σε καμιά ωρίτσα²».

Το επιδεικτικό μαρσάρισμα του διθέσιου αυτοκινήτου του, αντήχησε σαν βρυχηθμός θηρίου που αναστάτωσε την ηρεμία της φύσης. Ένα σμήνος αγριοπούλια φτερούγισαν φοβισμένα απ’ τα ελατόκλαδα που είχαν φωλιάσει. Ο υπάλληλος της ρεσεψιόν έστρεψε θορυβημένος το κεφάλι του στη μεγάλη τζαμαρία που έβλεπε στην είσοδο του ξενοδοχείου. Το ασημί σπορ αμάξι χύμηξε  με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο στενό μονοπάτι, σηκώνοντας σύννεφα σκόνης πίσω του. «Τι αντιπαθητική ύπαρξη, Θεέ μου!... Σαν μανιασμένη σφίγγα που αναζητάει το θύμα της. Ποιος ξέρει πού θα μπήξει το κεντρί της!» σκεφτόταν αφηρημένος, μέχρι που ο ενοχλητικός εισβολέας χάθηκε απ’ το οπτικό και το ακουστικό του πεδίο.

Στη σουίτα του ξενοδοχείου δεν βρέθηκαν παρά προσωπικά του αντικείμενα ένδυσης και καλλωπισμού. Κανένα έγγραφο ή ηλεκτρονική συσκευή που θα βοηθούσε τις έρευνες. Η κράτηση είχε προπληρωθεί με τραπεζική συναλλαγή. Το κινητό του τηλέφωνο ήταν απενεργοποιημένο, λίγη ώρα μετά την εξαφάνισή του. Η διεύθυνση του ξενοδοχείου, θορυβημένη απ’ την αργοπορία, που όσο περνούσε η ώρα εξελίχθηκε σε εξαφάνιση του πελάτη τους, και μετά από αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες να επικοινωνήσουν μαζί του, κατέφυγε στην αστυνομία. Ήταν λίγο πριν το ξημέρωμα της Κυριακής, όταν έγινε το πρώτο τηλεφώνημα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Οι αρχικές καθησυχαστικές εικασίες του αξιωματικού υπηρεσίας, πως ο “αγνοούμενος πελάτης” θα είχε κατέβει στο χωριό και θα ξεσάλωνε σε κανένα ταβερνάκι με την παρέα του, επιδεινώθηκαν σε ανησυχία και φόβο, για να καταλήξουν τις επόμενες ώρες, να σταλούν εντολές για έρευνα στα τριγύρω χωριά, αλλά και στα γραφεία της Γενικής Ασφάλειας στην Αθήνα, για να ειδοποιηθούν οι οικείοι του και να ξεκινήσουν οι σχετικές ανακρίσεις.

~//~

Σπύρος Ιγνατιάδης. Σαράντα τριών ετών. Έμενε μόνος του σε πολυτελές διαμέρισμα στη Γλυφάδα, ωστόσο είχε στην κατοχή του άλλες δύο κατοικίες, ένα στούντιο στο κέντρο της πόλης και παραθαλάσσιο εξοχικό σε απόμερη τοποθεσία έξω απ’ το Σέσι.  Η μικρή θεατρική σκηνή που διατηρούσε τα τελευταία χρόνια, δεν δικαιολογούσε την οικονομική του εκτόξευση, αφού φιλοξενούσε ολιγομελείς ομάδες ανερχόμενων ηθοποιών που, ουσιαστικά, έκαναν την πρακτική τους ως απόφοιτοι δραματικών σχολών. Οι παραστάσεις δίνονταν με λίγους θεατές και με συμβολικό εισιτήριο, ωστόσο ο Ιγνατιάδης δήλωνε αποφασισμένος να διατηρήσει ανοιχτό αυτό το “μικρό εργαστήρι τέχνης”, όπως με καμάρι το αποκαλούσε. Με τον καιρό, απέκτησε τη φήμη της “Θεατρικής Σχολής”, αφού ξεκίνησαν εξειδικευμένα σεμινάρια υποκριτικής και σκηνοθεσίας, ομιλίες από διάσημους ηθοποιούς και θεατρικές παραστάσεις με αυτοσχεδιασμούς σε διάφορα είδη, ακόμα και στο παιδικό θέατρο. Ανά τακτά διαστήματα γίνονταν ακροάσεις από μεγάλα ονόματα στο χώρο του θεάματος, με στόχο να βρεθούν “νέοι απόφοιτοι, με ταλέντο και όρεξη για δουλειά, για να στελεχώσουν τηλεοπτική σειρά, πολύ ακριβής παραγωγής και υψηλών απαιτήσεων”. Αν και κανένα παιδί απ’ όλα αυτά που πέρασαν ακρόαση δεν έπαιξε ποτέ και πουθενά, απεναντίας κάποια εγκατέλειψαν το χώρο ή αναζήτησαν αλλού μεροκάματο κι ας μην ήταν σχετικό με τις σπουδές τους.

~//~

Ο ιατροδικαστής κάλυψε το πρόσωπο της κοπέλας, το ίδιο χλωμό  με το σεντόνι που είχαν ρίξει πάνω της. Ήταν μια Κυριακή, πριν από έξι μήνες, και το θύμα ήταν άλλη μια ανερχόμενη “Κοκκινοσκουφίτσα”, που της ζητήθηκε να ξεκινήσει απ’ αυτό το ρόλο στις παιδικές παραστάσεις του θεάτρου, “γιατί διέθετε ένα εκρηκτικό μείγμα”, όπως τη διαβεβαίωνε ο μέντοράς της. “Γοητευτική παιδικότητα, συνδυασμένη με σαγηνευτική γυναικεία ομορφιά”. Κι έτσι κάθε Κυριακή, η Κοκκινοσκουφίτσα ξεκινούσε για το δάσος κι ας ήξερε πως, μετά την παράσταση, την περίμενε ο κακός λύκος για να την τιμωρήσει για τα εκφραστικά της  λάθη, να την ταπεινώσει για τη μέτρια ερμηνεία της, αλλά και για να της υποσχεθεί επαγγελματικούς παραδείσους αν αφηνόταν σε… “πιο ακραίες μορφές έκφρασης”. Οι αντοχές της κοπέλας εξαντλήθηκαν γρήγορα, δεν μίλησε ποτέ σε κανέναν, κλείστηκε στον εαυτό της, κατέφυγε σε ουσίες για να κατευνάσει τους εφιάλτες της και, στην τελευταία της παράσταση, κατέρρευσε επί σκηνής. Όπως ήταν επόμενο, ο κακός λύκος δεν εμφανίστηκε εκείνη τη μέρα στη σκηνή, φόρεσε το αγγελικό προσωπείο του αγαπημένου και ανυποψίαστου ηθοποιού, αντάλλαξε λίγες κουβέντες στα μουλωχτά με τον Ιγνατιάδη, έδωσαν τα χέρια κι έγινε άφαντος.

~//~

«Θάνατος λόγω λήψης ικανής ποσότητας ψυχοτρόπων ουσιών. Ο χρόνος κατάποσης τοποθετείται μία ώρα περίπου, πριν την κατάληξη του θύματος.  Λίγα λεπτά δηλαδή, μετά την έναρξη της θεατρικής παράστασης στην οποία συμμετείχε». Ο θρήνος για την αδικοχαμένη νεαρή ηθοποιό, κατευνάστηκε απ’ τα δημοσιογραφικά λαγωνικά που ερεύνησαν ενδελεχώς το περιβάλλον της και αποφάνθηκαν πως έπασχε από σπάνια ψυχική διαταραχή, “που μοιραία την οδήγησε στην αυτοχειρία”.

~//~

Ο ιατροδικαστής κάλυψε με το λευκό σεντόνι το κατακρεουργημένο απ’ τα τσακάλια πρόσωπο του νεκρού  και σημείωσε στο υπηρεσιακό του φυλλάδιο: «Ο θάνατος επήλθε προ εικοσαήμερου, κατά το διάστημα δηλαδή που είχε δηλωθεί η εξαφάνισή του. Ενδεχομένως είχε προηγηθεί υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ουσιών, μη ανιχνεύσιμων όμως στον οργανισμό του, λόγω της προχωρημένης σήψης, αλλά  και της κατασπάραξης μεγάλου τμήματος της σορού, από διερχόμενα σαρκοφάγα θηρία. Η υπόνοια κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας αλκοόλ από το θύμα, ενισχύεται απ’ τη μαρτυρία του υπαλλήλου που είχε συνδιαλλαγεί μαζί του, λίγο πριν αναχωρήσει απ’ το ξενοδοχείο. “Έφυγε τρεκλίζοντας”, κατέθεσε συγκεκριμένα ο υπάλληλος. Το σημείο που εντοπίστηκε η σορός, είναι ιδιαιτέρως απρόσιτο και αποτελεί μια φυσική βραχώδη κοιλότητα (σπήλαιο), καλυμμένη από θάμνους και αγριόβατα. Εξ’ ου και πιθανολογείται ότι το θύμα κατέληξε σε διαφορετική τοποθεσία και όχι στο σημείο που εντοπίστηκε. Πιθανόν και να σύρθηκε στο κοίλωμα αυτό, απ’ τα θηρία που τον κατασπάραξαν. Οι ακραίες καιρικές συνθήκες των τελευταίων ημερών και οι μεταβολές που έχει υποστεί  η μορφολογία του εδάφους, δεν επιτρέπουν περαιτέρω ασφαλή συμπεράσματα. Ουδέν άλλο στοιχείο ανευρέθηκε εκ της ιατροδικαστικής έρευνας».

~//~

«Η Κοκκινοσκουφίτσα πήρε πάλι το καλαθάκι της κι αναζητάει εκδίκηση. Ήρθε η ώρα να κάνει την εμφάνισή του κι ο κακός λύκος. Το δάσος και η γιαγιά σε περιμένουν. Αν αργήσεις, θα πέσει οριστικά η αυλαία στη ζωή σου. Στο υπόσχομαι». Το μήνυμα αυτό ανασύρθηκε απ’ τις επαφές του εκλιπόντος και μετά από εισαγγελική εντολή στην εταιρεία κινητής τηλεφωνίας. Ωστόσο προερχόταν από καρτοκινητό αλλοδαπής προέλευσης και ο κάτοχός του δεν εντοπίστηκε ποτέ. Καταγράφηκε μία ακόμα κλήση, απ’ το ίδιο νούμερο, προφανώς για να οριστεί το σημείο συνάντησης.  Οι αρχές γάζωσαν την περιοχή, πήραν καταθέσεις απ’ τους λιγοστούς κατοίκους των κοντινών χωριών, αλλά δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν κανένα στοιχείο που θα έριχνε φως στην υπόθεση. Το μόνο που ανακάλυψαν ήταν πως το θύμα είχε κλείσει ραντεβού στο συγκεκριμένο χειμερινό θέρετρο με την Έρση Μιχαηλίδου, νεαρή καλλιτέχνιδα, για να περάσουν συντροφιά το διήμερο. Η πολύωρη ανάκρισή της στα κεντρικά της Ασφάλειας, δεν έβγαλε κανένα λαβράκι, αφού η κοπέλα είχε ακλόνητο άλλοθι και ήταν κατηγορηματική στην κατάθεσή της.

«Όλα τα κανόνισε ο Σπύρος. Του είχα πει ότι εκείνη την εβδομάδα θα βρισκόμουν στον τόπο καταγωγής μου και θα επισκεπτόμουν τους γονείς μου. Μου πρότεινε ένα αξέχαστο σαββατοκύριακο σε πεντάστερο ξενοδοχείο που έχουμε στην περιοχή. Δέχτηκα με μεγάλη χαρά, αφού ήταν ένας άνθρωπος που εκτιμούσα και θαύμαζα πολύ. Ορίσαμε ένα ραντεβού στην πλατεία του χωριού, απ’ όπου θα με παραλάμβανε το μεσημέρι του Σαββάτου. Τον περίμενα μέχρι αργά το βράδυ στο καφενείο τoυ κυρίου Παντελή. Βρήκα μάλιστα και μια παρέα συγχωριανών μου και κάθισα μαζί τους, περιμένοντάς τον να φανεί. Προσπάθησα να επικοινωνήσω μαζί του, αλλά το τηλέφωνό του ήταν απενεργοποιημένο. Το μόνο που σκέφτηκα πριν επιστρέψω στο πατρικό μου, ήταν ότι το μετάνιωσε και με παράτησε στα κρύα του λουτρού. Πού να φανταστώ το κακό που τον βρήκε;

»Ναι, ομολογώ πως ήμουν γοητευμένη και είχα κάνει όνειρα για μια σχέση μαζί του. Θα με βοηθούσε, όπως μου έλεγε, και στα επαγγελματικά μου σχέδια. Όλα έδειχναν τόσο παραμυθένια... Είμαι συγκλονισμένη μ’ αυτό που έγινε!»

~//~

«Αχ βρε παλιόλυκε, άδικα προσπαθείς να ξεφύγεις. Κανείς δεν θα σ’ ακούσει σ’ αυτή την ερημιά, τα δυο μας είμαστε, εσύ κι εγώ. Κι αν συνεργαστείς και μ’ αφήσεις να σ’ εξημερώσω, θα γίνεις ένα άκακο αιλουροειδές. Γονάτισε εδώ! Στα πόδια μου. Όπως γονάτιζες τα παιδιά μπροστά στα σκέλια σου. Το μεγαλοβοτάνι θα κάνει τη δουλειά του, αργά και βασανιστικά. Το ρόφημα που ήπιες πριν λίγη ώρα, ήταν ό,τι πιο χαλαρωτικό βγάζει ο τόπος μας. Μόνο που το δικό σου το περιποιηθήκαμε ιδιαιτέρως.

Στο είπε άλλωστε κι ο υπάλληλος στο ξενοδοχείο, ο καλός μου ανιψιός, να τον έχει ο Θεός καλά που βοήθησε σ’ αυτή την παράσταση. Η Κοκκινοσκουφίτσα μου θα έρθει να σε πάρει σε λίγο. Κι εσύ θα βλέπεις, αλλά δεν θα μπορείς ν’ αντιδράσεις. Όπως κι εκείνη. Η πιστή της φίλη η Έρση, έπαιξε τον πιο μεγάλο ρόλο στη ζωή της. Σπουδαία ηθοποιός, ε; Μαζί θα σε πετάξουμε βορά στα θηρία. Όπως έκανες με την εγγονή μου. Ν’ αναπαυτεί η ψυχούλα της εκεί που την έστειλες, βρωμερό κτήνος!»

* * * * * * * * * * * * * * * * * * * *

 Επίλογος: Κανείς εκ των οικείων του δεν εμφανίστηκε πρόθυμος να συνδράμει τις αρχές για περαιτέρω έρευνες σχετικά με τις συνθήκες θανάτου του Ιγνατιάδη. Η σχολή σφραγίστηκε λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της εξαφάνισής του. Η αστυνομία έκλεισε το φάκελο, μετά και από παρεμβάσεις υψηλά ιστάμενων παραγόντων.



[Ήταν η συμμετοχή μου στον πρώτο κύκλο της “Μίνι Σκυτάλης”, ένα υπέροχο παιχνίδι με εικόνες και κείμενα, που οργανώνει η Μary Pertax στη ΓΗΙΝΗ ΜΑΤΙΑ της. Ευχαριστώ τους φίλους σκυταλοδρόμους για την κοινή μας πορεία στο δρώμενο, κυρίως όμως την Μαίρη που μας προσφέρει σταθερά τον βατήρα εκκίνησης για δημιουργικές αποδράσεις και συλλογικές δουλειές. Καλή συνέχεια!]

 

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

Τα τρακόσια αργύρια της ξεφτίλας

“Σε θυμάμαι να στερείσαι για να έχω εγώ,
σε θυμάμαι να μου λες: «εγώ είμαι εδώ».
Εσύ ήσουνα πατέρας, μάνα κι αδερφός.
Τα χρόνια που πέρασα με σένα μαζί
μού σημαδέψαν όλη τη ζωή…”

[ACTIVE MEMBER]



Υστεριόγραφο: Ας λήξουν όλες οι καραντίνες του κόσμου, ας εμβολιαστούν άπαντα τα όντα επί της γης× όταν ανάμεσά μας κυκλοφορούν τέτοια ένστολα μικρόβια με μπλοκάκια-περίστροφα και ψυχές σαρκοφάγες, έχουμε λήξει ως ανθρώπινο είδος.

Τα σέβη μου στο ανέμελο κράτος σας!

Η είδηση εδώ


Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

ΑΔΑ

 


-Τη ζωή τη μετράμε στις στιγμές που μάς κόβεται η αναπνοή, αγαπητέ μου!

-Είστε σίγουρα καρδιολόγος;

-Ας πούμε ότι είμαι φιλόσοφος καρδιολόγος.  

-Καρδιογράφημα είν’ αυτό που κάνουμε;

-Φυσικά!

-Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο μηχάνημα. Ο προηγούμενος γιατρός μού έβαζε κάτι βεντουζίτσες…

-Απαρχαιωμένο! Αυτό είναι ένα τελευταίας τεχνολογίας μηχάνημα, με αισθητήρες που καταγράφουν το ιστορικό των παλμών σας.

-Σοβαρά;

-Εντός ολίγου θα το δείτε κι εσείς εκτυπωμένο.

-Εγώ; Τι να καταλάβω εγώ απ’ αυτά; Εσείς να το δείτε, να μου πείτε αν η καρδιά μου δουλεύει ρολόι.

-Μα σας είπα, το ζητούμενο είναι να διακόπτεται, στιγμιαία, η λειτουργία της. Αυτό εξετάζουμε απόψε.

-Δηλαδή, πρέπει να έχω πάθει συγκοπές για να βγει καλή η εξέταση; Ανήκουστο!

-Μα αγαπητέ μου, σκεφτείτε λίγο με την καρδιά σας.

-Εγώ, γιατρέ, την καρδιά την έχω για ν’ ανασαίνω.

-Κρίμα! Είναι σαν να διαθέτετε ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο για ράλι, κι εσείς το κάνετε γύρους στο τετράγωνο, με πρώτη και δεύτερη.

-Τελικά, είστε καρδιολόγος, φιλόσοφος, ή μηχανικός αυτοκινήτων;

-Λυπάμαι αν δεν καταλαβαίνετε, αλλά έχω ασθενείς έξω που περιμένουν. Έλεγα, λοιπόν, ότι η αδιάλειπτη λειτουργία ενός οργάνου, δεν αφήνει περιθώριο για αναβάθμιση…

-Αναβάθμιση; Λάπτοπ είμαι;

-Σαν ένας υπολογιστής, σωστά! Κάπως έτσι λειτουργεί κι ο άνθρωπος. Θέλει μια ψυχολογική επανεκκίνηση, αλλιώς είναι καταδικασμένος στο μαρασμό και, μοιραία, στην απόσυρση.

-Αφήστε το, ντύνομαι και φεύγω!

-Κι ό,τι εκτυπώθηκε το ιστορικό των κομμένων αναπνοών σας.

-Μα, αυτά είναι αρνητικά φωτογραφιών. Φιλμ με τραβήξατε; Κρίμα τις συστάσεις που μου έδωσαν για εσάς! Τι χρωστάω;

-Πληρώνετε στη γραμματέα μου. Ορίστε και η εξέτασή σας.

-Δεν τη θέλω. Πετάξτε την!

-Σας ανήκει. Πετάξτε την εσείς, αν θέλετε. Εγώ πάντως θα σας συμβούλευα να κάνετε μια επαναληπτική σ’ ένα χρόνο, και αφού θα έχετε εκτεθεί σε τακτικές ΑΔΑ.

-Τι είν’ αυτό;

-Αναζωογονητικές Διακοπές Αναπνοής.

-Kαληνύχτα σας… κύριε φιλόσοφε. Γιατί γιατρός μια φορά, δεν είστε!

~ // ~

Την τελευταία φράση την ψιθύρισε, καθώς έκλεινε πίσω του την πόρτα. Στο διάδρομο διασταυρώθηκε με την επόμενη ασθενή. Αν δεν φορούσαν μάσκες, θα ορκιζόταν πως γνωρίζονται. Η αύρα που άφησε πίσω της, του φάνηκε γνώριμη. Την άκουσε να καλησπερίζει τον γιατρό. Εκείνος πλήρωσε την ευγενική υπάλληλο, παρέλαβε τον φάκελο κι ορκίστηκε πως  θα τον πετάξει στον πρώτο κάδο που θα συναντούσε στο δρόμο.

Όρμησε βιαστικά στο σπίτι. Άπλωσε τα λιγοστά φιλμ κάτω απ’ το φωτιστικό του γραφείου. Στο πρόσωπό του εναλλάσσονταν το χαμόγελο, η  λύπη, η νοσταλγία και η αποστροφή.

«Η Ελένη»

«Όταν πέρασα πανεπιστήμιο»

«Όταν με προσλάβανε στην τράπεζα»

«Όταν πήρα προαγωγή»

«Όταν κέρδισα το λαχείο»

«Το γλέντι με τους φίλους»

«Όταν με ειδοποίησαν απ’ το νοσοκομείο για το ατύχημα»

«Το τελευταίο σημείωμα του μπαμπά, στο ψυγείο»

«Όταν τους αποχαιρέτησα στο κοιμητήριο»

«Μόνο η Ελένη. Κανείς φίλος»

«Δεν έχουν καταγραφεί πιο πρόσφατες ΑΔΑ»

 

Έτρεξε πίσω. Στο χρόνο ή στο ιατρείο του τρελογιατρού; Ούτε κι αυτός ήξερε. Η Ελένη περίμενε υπομονετικά για να καταγράψουν, συντροφιά, τις μελλοντικές ΑΔΑ της κοινής τους ζωής.

 

Photo By: Steve Schapiro

----------------------------------------------------------------------------------

To κείμενο συμμετείχε στον πρώτο κύκλο του δρώμενου «Τα γνωμικά εμπνέουν» που οργανώνει και φιλοξενεί στο ιστολόγιό της ΓΗΙΝΗ ΜΑΤΙΑ, η Mary Pertax.

Ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου την οικοδέσποινα για την έμπνευση, τη διοργάνωση και τις φροντίδες της! Ευχαριστώ και τους φίλους που το αγκάλιασαν και του χάρισαν τη διάκριση!

Εύχομαι σ' όλους μας τα επόμενα καρδιοχτύπια μας, να καταγράφονται μόνο από χαρούμενες στιγμές και δυνατές συγκινήσεις

-------------------------------------------------------------------------------


Λαυρέντης αγαπημένος...

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2021

Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο

Ήταν χειμώνας. Παγωνιά. Μήτε ραδίκι δεν ξεφύτρωνε. Μήτε ένα γέλιο δε διαγραφόταν. Η γη είχε καταξεραθεί. Βρέχει με το τουλούμι. Κανόνια γιόμιζαν τον ουρανό. Μήτε να βγάλει το άρβυλο να πέσει ο κάπτα-Νίκος. Μήτε να ξαναθυμηθεί τις επιστήμες και τα γράμματα. Μόνο για να νεκροφιλήσεις απόμενε λίγος καιρός. Μόνο για ν’ αποχαιρετήσεις ένα ένα πράμα που ’φευγε.

Εκείνη την ημέρα ήρθε η σειρά του λοχαγού. Ήταν μια στενή κάμαρα μ’ ένα κερί που όλο κι έλιωνε απάνω στα ποδάρια του. Κι ο λοχαγός καταμεσής νεκρός, κι εκοίταγε κατά τη δύση. Και πριν να λιώσει το κερί να σκοτεινιάσει ολότελα, κάμποσοι φίλοι εβάδιζαν κι έσκυβε ένας ένας και τον αποχαιρέταγε. Την ώρα αυτή που κίναγε στο αιώνιο ταξίδι.

Μπήκε κι ο κάπτα-Νίκος τότε, και το κερί ετρεμόσβηνε πάνω στη μούρη του νεκρού, κι είχε ξεχάσει ολότελα εκείνον τον καιρό τις επιστήμες και τα γράμματα και πως υπάρχουν ζωντανοί κι αγάπες και φθινόπωρα, κι έβλεπε μόνο εμπρός του το νεκρό λοχαγό.

Μεμιάς τα μάτια του εφουριάσανε. Μια λάμψη σα να τα ’ζωσε. Ένα φως σα να πήδησε μες στο μικρό σκοτάδι και του ’κλεισε τα βλέφαρα. Δίπλα στον  πεθαμένο, μια σπιθαμή στα πόδια του, απάνω στα σανίδια, ακίνητη σαν άγαλμα, φρουρός μαζί κι εκδικητής, καθότανε η Μαρία, μες στην ασκήμια της και τα κουρέλια της, με το ντουφέκι του νεκρού κρατώντας το ωσάν λάβαρο, στραμμένο προς τ’ ανάστροφα, αμίλητο κι ακίνητο, και μες στην κάνη που έχασκε είχε καρφώσει ένα περίφημο κόκκινο τριαντάφυλλο. Ήταν σημάδι φανερό ενός μεγάλου έρωτα. Που ποτέ δεν ειπώθηκε. Το πρώτο της και το έσχατο.

Ο κάπτα-Νίκος ξέχασε ότι ήτανε Δεκέμβρης, χειμώνας, παγωνιά, που ραδίκι δε φύτρωνε, που γέλιο δε διαγραφόταν, που κανόνια σκοτώνανε, που τα κεριά ετρεμόσβηναν, που μάνες μοιρολόγαγαν, που ’βρεχεν ασταμάτητα, και μονομιάς θυμήθηκε ότι υπάρχαν ζωντανοί κι αγάπες και φθινόπωρα και γράμματα και γέλιο και κόκκινο τριαντάφυλλο που ’χε τη δύναμη κι εφύτρωσε στην καρδιά του Δεκέμβρη.

Κι έτσι από τότε πάλι εβρήκαμε, πάνω στην ώρα που τη χάναμε, την πίστη στη ζωή. Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο φώτισε την απόγνωση του κουρασμένου ανθρώπου.

Μέλπω Αξιώτη και Ναζίμ Χικμέτ, το 1951 στο Βερολίνο

Xρονογράφημα της Μέλπως Αξιώτη δημοσιευμένο στο περιοδικό 

«Ελεύθερα Γράμματα»  (1945-46)

Πηγή