Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

Απόψε τρώμε με την Καγκελάριο. Σαγανάκι ντιρόλο.


-            Μάνα γύρισα… στάζω ολόκληρος, μπαίνω για ένα ντουζάκι κι έρχομαι… μήπως πήρε το μάτι σου το λαχανί μπουρνούζι μου;
-            Καλώς τον! Δεν θα το πιστέψεις αγόρι μου… Μάντεψε ποια σκουπίζεται αυτή τη στιγμή πάνω του;

-            Η θεία Ελπινίκη απ’ το χωριό; Πάλι μας καβαντζώθηκε καλοκαιριάτικα;
-            Σσσς… μη τσιρίζεις παιδί μου. Ρεζίλι θα γίνουμε στην Καγκελάριο.
-            Για γύρνα λίγο από δω… Ήπιες τίποτα όσο έλειπα; Πόσα είναι αυτά;
-            Μια χαρά είμαι. Ξέρεις βρε ποια παίρνει το μπάνιο της στον καμπινέ μας;
-            Η Καγκελάριος. Μόνη σου το είπες πριν… Α ρε μάνα! Πάλι τηλεόραση έβλεπες;
-            Εσύ τώρα δεν με πιστεύεις. Κι εγώ πήρα ταραχή μεγάλη μόλις την είδα άξαφνα εμπρός μου, την ώρα που άπλωνα στην ταράτσα.
-            Την Καγκελάριο ε;
-            Ναι σου λέω. Το τρίτο σώβρακο πρέπει να άπλωνα… Και καθώς έβαζα το μανταλάκι στο συρματόσχοινο, να’ σου κι εμφανίζεται απ’ την άλλη άκρη η αφεντιά της…
Ενοχλώ; Δεν ενοχλώ!
-            Λογικό μου ακούγεται… Σε βοήθησε με τη μπουγάδα τουλάχιστον;
-            Μην κοροϊδεύεις αγόρι μου. Μου τα εξήγησε όλα η γυναίκα. Ευτυχώς μιλάει σπαστά ελληνικά και συνεννοηθήκαμε…
-            Εδώ εμείς που μιλάμε φαρσί τα ελληνικά και δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε. Για πες λοιπόν…
-            Είχανε πάει διακοπές στην Ιταλία με τον κύρη της. Σ’ ένα βουνό, να δεις πώς μου το είπε;… Γκούντα;… όχι, Ντιρόλο… όχι-όχι… Τιρόλο. Πήρανε που λες το τελεφερίκ, για να δουν τη θέα του βουνού… αυτή όμως σκυλοβαριόταν… μεταξύ μας τώρα, απ’ ότι κατάλαβα μεγάλος μουλιάπας ο Γιοαχίμ. Τον άφησε που λες στο ξενοδοχείο και του είπε πως θα κάνει άλλη μια πίστα μόνη της για να ξελαμπικάρει…

Πετάγομαι στο περίπτερο για φουντούνια... Εσύ άναψε τον θερμοσίφωνα κι έρχομαι...
-            Και την έκανε;
-            Καλέ το έσκασε η αθεόφοβη! Κατέβηκε στον κεντρικό σταθμό του τελεφερίκ κι άλλαξε γραμμή.
-           Άλπεις -  Τουρκοβούνια ε;
-            Πώς το ξέρεις; Μέσα έπεσες! Μόνο που δεν ήξερε πως εγώ σήμερα είχα μπουγάδα. Κι αντί να κατέβει στο τέρμα… τσουπ!... εμφανίζεται μπροστά μου, στο συρματόσχοινο που άπλωνα!


-            Τα’ χασα μόλις την είδα μέσα στο κοφίνι με τ’ ασπρόρουχα. “Βρε ρουφιάνα!...” της φώναξα, “εδώ βρήκες να πέσεις;… ανάθεμα την τύχη μου!”…  Στο μεταξύ αυτή σηκώθηκε, έσπρωξε μια κιλότα απ’ τη μούρη της και τότε την αναγνώρισα. “Παναγιά-Παρθένα!!!”…  έσκουζα και σταυροκοπιόμουν στην ταράτσα. “Βρε συφοριασμένη, κι εδώ; ;… Όπου πάω, μπροστά μου θα σ’ έχω;”…
 -           Αυτή η βαλίτσα τι είναι;
-            Της Καγκελαρίου παιδί μου. Μα συγκεντρώσου επιτέλους! Μου είπε σε σπαστά ελληνικά, πως της αρέσει πολύ το σπιτάκι μας και  θα περάσει λίγες μέρες χαλάρωσης, πριν το επόμενο γιούρογκρουπ. Να πας αύριο στην αγορά αγόρι μου. Η Καγκελάριος θέλει να δοκιμάσει μεσογειακή κουζίνα.
-            Στο δυάρι μας στην Κυψέλη θα κάνει διακοπές η Καγκελάριος;
-            Σου είπα. Είναι απλός άνθρωπος. Μην πιστεύεις αυτά που μας δείχνουν στην τηλεόραση.
-            Στα λόγια μου έρχεσαι. Το χάπι σου το πήρες ρε μάνα;
-            Kάτσε και θα δεις… Φράου Αγκέλαααα… Πήρατε το ντουζ σας; Να ρίξω κανένα κοψίδεν στο σαγανάκεν;


-            Γιααα… Φράου Φρόσω, το κοντίσιονερ ξεπλένεν και ιχ κόμε… Κι έχω μια πείνεν, που τρώειν κι εσάς άμα λάχεν… Χοχοχο… πλάκεν κάνω! Ιχ μπιν χορατατζούν τρομάρεν μου….
-            Ορίστε! Πείστηκες τώρα;
-            Έλα Παναγία μου! Γρήγορα, να πάρουμε το εκατό να’ ρθει να τη μαζέψει.
-            Άδικος κόπος. Τους πήρα ήδη.
-            Και;
-            Μου είπαν ότι αν ξανακάνω τέτοια φάρσα, θα μας τρέχουν στο αυτόφωρο.
-            Βάλε ειδήσεις να δούμε τι γίνεται. Σίγουρα θα έχουν σημάνει συναγερμό για να τη βρουν.
-            Έβαλα.
-            Και;
-            Ανακοινώθηκε και επίσημα  η εξαφάνισή της…
-            Χαμός ε;
-            Έχουν ξεκινήσει οι πανηγυρισμοί σ’ όλες τις χώρες της νότιας Ευρώπης. Η Ιταλία ανακήρυξε τη σημερινή μέρα εθνική επέτειο, ο άντρας της το’ σκασε με μια καμαριέρα του ξενοδοχείου και στο Σύνταγμα γίνεται ήδη εορταστική λιτανεία κι ύστερα θα έχει πλούσιο καλλιτεχνικό πρόγραμμα. Θα τραγουδήσει κι ο Ρουβάς… θες να πάμε με την Καγκελάριο; Της αρέσει πολύ ο Σάκης. Να ξεσκάσει κι αυτή η δόλια απ’ τις σκοτούρες της…
-            Μήπως να το αφήσουμε για αύριο; Θα’ ναι κουρασμένη κι απ’ το ταξίδι. Τόσες ώρες στο καρεκλάκι, θα πιάστηκε ο κώλος της.
-            Δίκιο έχεις αγόρι μου… Άντε, πάω να ετοιμάσω κάτι να τσιμπήσει… Το νου σου  ε; Να είσαι ευγενικός μαζί της.
-            Την τύχη μου βραδιάτικα!... Και πού θα κοιμηθεί για να έχουμε καλό ρώτημα;
-            Τι ερώτηση; Μα στο κρεββάτι σου φυσικά!...
-            Κι εγώ;
-            Στρωματσάδα στο σαλόνι. “Είναι στα προαπαιτούμενα” μου είπε. Πάω για το σαγανάκι… Κι αύριο να πάρεις μπόλικο ντιρόλο.
-            Κι αυτό προαπαιτούμενο;

-            Πας καλά αγόρι μου; Μπορεί να εξαρτηθεί η έκβαση του γιούρογκρουπ απ’ αυτό. Το φαντάζεσαι να χάσουμε τη δανειοδότηση για ένα κεφάλι ντιρόλο;

Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

Νοικοκυραίγοι ή οικονομολόγοι;


Επιλέξτε συναλλαγή - λογαριασμός όψεως -– ανάληψη – ποσόν
Κάπιταλ κοντρόλ. Αυτοτροφοδοτούμενο χρέος. Παραμονή στο ευρώ. Προαπαιτούμενα. Οι θεσμοί. Η συνεδρίαση. Οι κόκκινες γραμμές. Οι δανειστές. Ο φόβος. Η ρήξη. Το ΔΝΤ. Η νέα δανειακή σύμβαση. Η λιτότητα. Η διαπραγμάτευση. Η πλατφόρμα. 
Τα τουίτ και τα ποστ στο φέϊς…

Η κυρία Αθανασία σκούπισε τις λέξεις, τις μάζεψε στο σιφόνι της ιστορίας  και τις πέταξε οριστικά στον υπόνομο. Έπλυνε καλά με χλωρίνη και ζεστό νερό και εξέτασε ενδελεχώς το μωσαϊκό της. Ένα χαμόγελο ικανοποίησης σχηματίστηκε στα χείλια της, όταν σιγουρεύτηκε πως δεν είχε απομείνει ίχνος λέξης πάνω του. Κατόπιν, μπήκε στο κουζινάκι της και ανέλαβε τα καθήκοντα του υπουργείου της. Λαδερό σήμερα, με φετούλα χωριάτικη  και  καρβέλι ζυμωτό. Οι δαπάνες υπό πλήρη έλεγχο. Ουδεμία απόκλιση απ’ τον μηνιαίο προϋπολογισμό. Αιώνες τώρα, η οικογένεια ακολουθεί πιστά το πρόγραμμά της. Δεν υπήρξε περίοδος με έλλειμμα  στο σπίτι. Γι αυτό και δεν κατέφυγε ποτέ σε δανειστές και τοκογλύφους. Σε εποχές ευμάρειας, η κυρία Αθανασία επένδυε τα πρωτογενή πλεονάσματα σε βιβλία για τα παιδιά, φροντιστήρια, ρούχα, τρόφιμα, αλεύρι και τενεκέδες με λάδι. Ολημερίς άνοιγε φύλλα για σιροπιαστά γλυκά και πίτες, έφτιαχνε σπιτικά λικέρ και τούρτες, αποθήκευε γυάλες με πελτέδες και τουρσιά και δεν παρέλειπε να μοιράζει μερίδες φαγητού στους αναξιοπαθούντες της γειτονιάς. Φρόντιζε απαρέγκλιτα να βάζει στην άκρη λίγες οικονομίες, για τους ζόρικους καιρούς.
Τα βράδια συμπλήρωνε τα ισοσκελισμένα τεφτέρια της με τα έσοδα και τα έξοδα, τα έκανε σέϊβ στο σκληρό δίσκο του μυαλού της  και ενημέρωνε τον σύζυγο και τα παιδιά της για την πορεία των οικονομικών τους. Στο βήμα της κουζίνας της και υπό το φως μιας λάμπας φθορίου, η κυρία Αθανασία εκφώνησε ιστορικούς λόγους, που θα ζήλευε και ο πιο πετυχημένος πολιτικός.

Η κυρία Αθανασία είναι ο χαρισματικός ηγέτης, ο αψεγάδιαστος τεχνοκράτης, ο  ανυπέρβλητος οικονομολόγος. Το μυαλό της στροφάρει με δυσθεώρητες ταχύτητες για τους θνητούς επιστήμονες. Μπορεί να καταστρώσει πολύπλοκους προϋπολογισμούς και να τους προσαρμόσει στα δεδομένα της εποχής. Δεν θα πάρει ποτέ βραβείο Νόμπελ οικονομικών επιστημών και δεν θα αποκτήσει έδρα σε κάποιο πανεπιστήμιο. Είναι η γυναίκα, η νοικοκυρά, η μάνα, η αδερφή, η εργάτρια, η αγρότισσα και η συναδέλφισσα. Κάθε ανώνυμη ηρωίδα που -αιώνες τώρα- δίνεις τις μάχες της στα μετόπισθεν της ζωής. Δεν μασάει απ’ τους βαρύγδουπους τίτλους της ζοφερής ειδησεογραφίας, δεν δυσανασχετεί για τους δύστοκους καιρούς και  δεν φοβάται τις στερήσεις. Γιατί ξέρει καλά πως η ζωή δεν είναι ευάερη και ευήλια. Πρέπει να τη σκάψεις με τα νύχια σου, ν’ ανοίξεις λαγούμια και καταφύγια, να φυλάγεσαι απ’ τα θηρία και ν΄ αφήνεις τα ίχνη σου πάνω στην ιστορία για να τα βρουν οι επόμενοι και να τη διαιωνίσουν.


 Μια φίλη μελισσοκόμος μου έλεγε πως αν παρατηρούσαμε την αρχιτεκτονική μιας κυψέλης κι αν είχαμε ως πρότυπο τη σοφή πρακτική τους να ορίζουν ρόλους και καθήκοντα ώστε το μελίσσι να λειτουργεί υποδειγματικά, τότε θα ήμασταν μια απόλυτα δημοκρατική κοινωνία ανθρώπων.
Παρατηρώντας τα διάσπαρτα ανθρώπινα μελίσσια που επιβιώνουν με αξιοπρέπεια στους κακοτράχαλους καιρούς, ξέρω πως μέσα τους ζει και βασιλεύει μια κυρία Αθανασία. Μπορεί να παραπαίουμε σαν χώρα, αλλά εκείνο που μας κρατάει αιώνες τώρα ζωντανούς, είναι οι μικροί πυρήνες που διοικούνται από χαρισματικές “βασίλισσες”.

Μακράν των συμβατικών οικονομολόγων, οι βαθιές γνώσεις και η διοικητική τους δεινότητα…

[Αφιερωμένο στις κυρίες Αθανασίες που αξιώθηκα να γνωρίσω στη ζωή μου & μου έμαθαν καλά πως το εθνικό μας νόμισμα, είναι μόνο ο άνθρωπος]

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Εγώ ξύπνησα. Εσείς;


Μια στιγμή ρε παιδιά.... Τώρα που ξύπνησα κι είμαι έτοιμος να τα βάλω μ’ όλες τις Φαρλάκαινες της υφηλίου, μου τα γυρίζετε;
Δε λέγαμε να επιτεθούμε σύσσωμοι  στα κοράκια και στις αράχνες, που ρουφάνε το αίμα μου;
Μαζί δε κανονίζαμε να στείλουμε στον αγύριστο όλους τους φανφαρόνους και τους πολιτικούς της δεκάρας που με αφάνισαν;
Δε γράφαμε παρέα τα συνθήματα στις διαδηλώσεις τόσα χρόνια;
Μαζί δε φάγαμε τόνους χημικά και άγριο ξύλο στο κέντρο;

Και δεν είμαι πια κότα. Να, κοιτάξτε με. Κανονικός άνθρωπος. Ούτε φτερά, ούτε πούπουλα έχω. Δεν τρώω καλαμπόκι, ούτε κουτόχορτο. Και σας το απέδειξα. Ένα “ΟΧΙ” τόσο με το συμπάθιο σας έφερα. Να το βάλετε στις αποσκευές σας και να το κάνετε ιστορία.

Το ξέρω πως τα βάλατε με άγρια θηρία.
Αναγνωρίζω τον αγώνα σας και την καλή σας πρόθεση να με σώσετε.
Ακούω καθαρά τις σειρήνες της προπαγάνδας να βουίζουν στ’ αυτιά μου.
Βλέπω τα μαύρα, τα μπλε και τα κόκκινα κοράκια να ακονίζουν τα νύχια τους και να γελάνε χαιρέκακα.
Αυτό που δεν κατάφεραν πέντε μήνες τώρα με τις άγριες διαπραγματεύσεις μαζί σας, τους το προσφέρετε τώρα στο πιάτο. Εμένα δηλαδή.

Τούτες τις ώρες δεν με νοιάζει ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο.
Μη με βάζετε στη διαδικασία να διχαστώ ξανά. Κουράστηκα.
Χρέος μου ήταν να σηκώσω κεφάλι και να στηρίξω μ’ όλες μου τις δυνάμεις τον αγώνα για μια δίκαιη ζωή. Το έκανα.
Χρέος σας είναι να είστε δίπλα μου, όλοι μαζί, ενωμένοι μια γροθιά.
Ο εχθρός δεν είναι η αντίπαλη πλατφόρμα. Είναι ο ξένος που κόβει βόλτες στο κατώφλι μου κι από στιγμή σε στιγμή μπουκάρει στο σπίτι κι αρχίζει το πλιάτσικο.
Και το έχω μεγάλη ανάγκη, να σας δω μπροστάρηδες σ’ αυτή τη μάχη.
Μονιασμένους και προσηλωμένους στον κοινό μας στόχο. Να περάσει η αντάρα. Να αναχαιτίσουμε την επέλαση των βαρβάρων.

Κι ύστερα, βρείτε τα.
Μοναχοί σας θα κάνετε την κριτική σας και θα βρείτε τα λάθη σας.
Ήσυχα και ταπεινά. Όπως γίνεται σε κάθε νοικοκυριό σε τούτη τη χώρα.
Δίχως κανάλια και μικρόφωνα. Δεν υπάρχει ίχνος αντοχής μέσα μου. Μη με κάνετε κοινωνό των εσωτερικών σας διαφορών. Μη μου βάζετε κι άλλα διλήμματα. Εγώ είμαι σ’ άλλο μέτωπο. Έχω άλλους αγώνες να δώσω. Να επιβιώσω και ν’ αφήσω στα παιδιά μου την κληρονομιά που βρήκα απ’ τους προγόνους μου. Και να νιώσω επιτέλους, μια σταλιά υπερηφάνειας που είμαι Έλληνας. Να ματώσω κι άλλο για να στήσω όρθια τη χώρα μου. Αλλά μ’ όλη την τρέλα και την αξιοπρέπεια που έχει ένας πολεμιστής της ζωής, που τα έχει δει όλα, του τα έχουν πάρει όλα, αλλά γουστάρει να έχει το κεφάλι  σηκωμένο ως το τέλος.

Ελπίζω από αύριο, να μην το ρίξω πάλι στο καλαμπόκι…

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Σύνοδος κορυφής στον Ψηλορείτη (8ο Συμπόσιο Ποίησης)


Γεια και χαρά σας σύντεκνοι, σας πέμπω ένα βουργιάλι
μη με θωρείτε ανήσυχοι δεν ήρθα για κακό
κέρασα τα κοπέλια σας μεζέ και κοτσιφάλι,
γραβιέρα, μαραθόπιτα κι απάκι σφακιανό.

Στην αίθουσα του γιούρογκρουπ κάνουμε γαλαρία
σπρώξτε στην άκρη τα χαρτιά και βάλτε μια ρακή
εγώ χρωστώ στην τράπεζα κι εσείς στην ιστορία
πόσο λογάται επαέ η ανθρώπινη ζωή;

Μπορεί να είμαι κουζουλός και να μην έχω κρίση 
ας δούμε τα τεφτέρια μας, ποιανού χρωστάει ποιος
εσείς με αυστηρότητα μ’ έχετε γα...λουχήσει:
“η δόση, το αντάλλαγμα, η ρήτρα κι ο θεσμός”.

Στον τόπο μου το χρέος σας απλήρωτο ακόμα:
χωριά που αφανίσατε και τάφοι ομαδικοί
κειμήλια που κλέψατε, μωρά που εκτελέσατε,
κορίτσια που χαλάσατε, γέροντες που ντροπιάσατε,
λάδι και τόνους τρόφιμα, κοπάδια που ρημάξατε,
νοικοκυριά που κάψατε,
ομήρους που εκτοπίσατε, γη που λεηλατήσατε,
κάσες που φυγαδεύσατε μ’ αρχαία απ’ την Κνωσσό
ο χρόνος τα σεβάστηκε, μα όχι ο “θεσμός”…

Σας προσκαλώ στα μέρη μου να κάνουμ’ ένα μίτινγκ
στα σύννεφα που υψώνονται αντίκρυ στον Θεό
σ’ ένα μητάτο απόκρημνο στη γη του Ψηλορείτη
εκειά που αγγελοσκιάζεσαι και κάμεις το σταυρό.

Κι απέ να ξεγιαλίσουμε στης θάλασσας τις στράτες
ν’ ανοίξουν τα πνευμόνια σας στο κύμα αναμεσίς
«Ανέ νογάτε πείτε μου που είστε τεχνοκράτες
ποιος είναι που ζημιώθηκε και ποιος ο μπαταξής;»

(* ερμηνείες λέξεων* βουργιάλι: σακίδιο κρητικό, κοτσιφάλι: ποικιλία κρασιού, αγγελοσκιάζομαι: σκιάζομαι απ’ τον άγγελό μου, ξεγιαλίζω: ανοίγομαι στο πέλαγος, ανέ: εάν, νογώ: αντιλαμβάνομαι, μπαταξής: αυτός που εξαπατά)

Η “Σύνοδος κορυφής στον Ψηλορείτη”, συμμετείχε στο 8ο Συμπόσιο Ποίησης που οργάνωσε με απόλυτη επιτυχία για άλλη μια φορά, η Αριστέα μας. Ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου όλους τους συνταξιδιώτες σ' αυτή την ανάβαση και κυρίως την ομαδάρχισσα  για τη ζεστή της φιλοξενία και το πείσμα της να οργανώνεται, να οργανώνει, να παρακινεί, να εμπνέει και να μας κρατάει όλους μια μεγάλη παρέα. 


Για την ιστορία: H φωτογραφία είναι απ’ την ομαδική εκτέλεση 23 αντρών στο Κοντομαρί Χανίων, στις 2 Ιουνίου του 1941. Καρέ-καρέ η σφαγή εδώ. Αξίζει την προσοχή μας να ξαναδούμε τις φωτογραφίες αυτές, να παρατηρήσουμε τις εκφράσεις των κατακτητών αλλά και των Κρητικών που, αν και ήξεραν τι τους περιμένει, στάθηκαν όρθιοι ως την ύστατη στιγμή. Κι έπειτα ας μιλήσουμε ξανά για θυσίες, για κλειστές τράπεζες και την επιθυμητή (από κάποιους) συνθηκολόγηση με τους απογόνους των εκτελεστών.