Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

"Το τελευταίο παράσημο" [15ο παιχνίδι λέξεων]



Αγαμέμνων Αγριδιώτης
Αντιστράτηγος ΕΑ
4ος όροφος


Στο ευρύχωρο ρετιρέ των εκατό και βάλε τετραγωνικών, διάγει το μοναχικό του βίο ο κύριος Αγαμέμνων∙ Μένιος για τους ελάχιστους φίλους του, που κι αυτοί λιγοστεύουν ολοένα, είτε λόγω θανάτου, είτε λόγω θανατερής ανίας, κατά τις απογευματινές συνευρέσεις τους στο γειτονικό καφενείο «Το Νέον». Οι τέως νέοι, και νυν επιζήσαντες-θαμώνες του ΝΕΟΝ, έχουν μπουχτίσει τον κυρ-Μένιο, τις χιλιοειπωμένες ιστορίες του για τις μάχες του ένδοξου στρατού και τα κηρύγματα περί εθνικοφροσύνης, αναμασημένα απ’ τα άρθρα της εφημερίδας που διαβάζει.
«Οι ξένοι αγαπητοί μου, είναι ο ύπουλος εχθρός που προωθείται στη χώρα!».
«Κάτσε ρε Μένιο να προωθήσουμε ένα καφεδάκι στον καταπιόνα μας κι ύστερα πιάνουμε την πολιτική…»

Έχει συνηθίσει τα πειράγματά τους και γλυκαίνει τα φαρμάκια του, στον πολλά-βαρύ που του σερβίρει ο Λέανδρος. Ο νεαρός ιδιοκτήτης του καφενείου, είναι Βορειοηπειρώτης και κατά τη θεωρία του κυρ-Μένιου, “αποτελεί έναν εν δυνάμει εκδοροσφαγέα της πατρίδος”. Το γεγονός ότι το ένδοξο όνομά του, γειτονεύει με το όνομα ενός αλβανόφωνου καφετζή στα κουδούνια της πολυκατοικίας, τον θλίβει βαθύτατα.

«Λέανδρος-Αννίτα»
«Τι’ ναι πάλι τούτο; Ντουέτο τσίρκου;»
Αναφώνησε θορυβημένος στον διαχειριστή, την αποφράδα ημέρα που αντίκρυσε το κακογραμμένο χαρτάκι στο καντράν.
«Οι καινούργιοι νοικάρηδες του ισογείου είναι κυρ-Μένιο!... Αμάν η μίρλα σας!»

Απ’ το ευάερο μπαλκόνι με τις κατάφυτες ζαρντινιέρες και τις άνετες σαιζ-λονγκ, δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να κρυφοκοιτάζει επί ώρα, το σαραβαλιασμένο φορτηγάκι που ξεφόρτωνε την πραμάτεια του νεοφερμένου ζεύγους. Ένα παλιό στρώμα, τάβλες, τεντζερέδες και ξεχειλισμένες βαλίτσες με ρούχα∙ ξοπίσω, μια τουρλωτή κοιλιά και η γλυκύτατη κάτοχός της. Γιατί στρατηγός-ξεστρατηγός, είχε ξεροσταλιάσει απ’ την πολύχρονη χηρεία κι όταν αντίκρυζε τέτοιες υπάρξεις, ο μικρός στρατηγός απ’ τη σκελέα του, εξανίστατο σφοδρώς.

Λίγες μέρες μετά, ένα μωρουδιακό κλάμα ξεχύθηκε σα λάβα ηφαιστείου απ’ τον κρατήρα του φωταγωγού, εκβαλλόμενο στο ασπρομάλλικο κεφάλι του κυρ-Μένιου. Λίγο η ζήλεια που του έξυσε την παλιά πληγή της ακαρπίας του, λίγο τα θαλασσιά ζιπουνάκια που θροΐζανε ευωδιαστά, καθώς διέσχιζε το μικρό μπαλκονάκι του ζευγαριού, τον έριξαν στην άβυσσο της απέραντης μοναξιάς. Καθημερινά, κρυφάκουγε εμμονικά απ’ το φωταγωγό τα βρεφικά κλάματα, τα μητρικά νανουρίσματα και τις χαρούμενες φωνές του καφετζή. Είχε μάθει τις συνήθειες του μωρού, κάθε πότε βύζαινε, πότε κοιλοπονούσε και πότε πρωτόβγαλε  δοντάκια. Για κάθε νεογιλό, μετρούσε  κι ένα δικό του ξεδόντιασμα.

«Ποιος διάολος είναι νυχτιάτικα;»
«Η Αννίτα είμαι, απ’ το ισόγειο. Του Λέανδρου… Ανοίχτε μου σας παρακαλώ, είναι ανάγκη!»

Στο δρόμο, στρίγγλιζε μια σειρήνα ασθενοφόρου κι αν δεν κοιμόταν τόσο βαριά, θα ήταν αυτόπτης μάρτυρας στο παρατηρητήριο-μπαλκόνι του, ρουφώντας με βουλιμική περιέργεια το θέαμα.  Ο μεταλλικός ήχος του φορείου που κυλάει στη ράγα της καμπίνας, συνόδευε την τσιριχτή φωνή:

«Λιποθύμησε κύριε Αγαμνέμονα, τον πάμε στο νοσοκομείο!…»
«Αγαμέμνονα με λένε κυρία μου!»
«Σας παρακαλώ, κρατείστε για λίγο το μωρό…πρέπει να πάω μαζί του, δεν έχουμε άλλον δικό μας εδώ…εσείς είστε καλός άνθρωπος… ο Λέανδρος σας θαυμάζει… είστε και αξιωσωματικός του στρατού!…»

Στον καθρέφτη του χολ, αντίκρισε συγκινημένος τον εαυτό του.
Ένας “αξιωσωματικός” του ελληνικού στρατού, καθαιρεμένος απ’ το μικρό αγόρι που κοιμόταν στον ώμο του. Δίχως στολή και παράσημα, ολόγυμνος και πάναγνος, να φυλάει τις Θερμοπύλες του Λέανδρου και της Αννίτας.





Συμμετείχε στο 15ο (πότε φτάσαμε στα 15 Παναγία μου;) παιχνίδι των λέξεων, που φιλοξενεί με συνέπεια και φροντίδα η Μαρία στο χώρο της mytripsonblog. To παιχνίδι διανύει αισίως την άγρια εφηβεία του και πετάει μπόι, δυναμώνει και εμπλουτίζεται με νέο αίμα και δυνατές συμμετοχές. Είχε ξεκινήσει πριν χρόνια από μια ιδέα της Φλώρας μας στο μπλογκ της: texnistories απ’ όπου το παρέλαβε η Μαρία και το συνεχίζει ακάθεκτη.

Ευχαριστώ θερμά τους φίλους που συμμετείχαν και σ’ αυτό το συγγραφικό ταξίδι και φυσικά την Μαρία μας, που τραβάει όλο το ζόρι για την προετοιμασία και την υλοποίηση. Εις το επανιδείν λοιπόν και καλό καλοκαίρι εύχομαι!

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Υλιστική διαλεκτική σε τόνους λεοπάρ [20ο Συμπόσιο Ποίησης]


Μη με λέτε Ασημίνα
τρε-μπανάλ και αντιστάρ
ζε-μα-μπελ “Μαντάμ Σιμόν”
«Ποια Σιμόν; η Μποβουάρ;»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι η  Λεοπάρ

(ρεφρέν)
Ούσα στη μπουρζουαζία
διαθέτω ευαισθησία
πάντ’ αφήνω μπουρμπουάρ
σε πτωχούς και σε κλοσάρ (ώπα)

Είμαι ενσωματωμένη
καναπέ και λινζερί
ασορτί και το τυρμπάν
«το φακιόλι εννοείς;»
Όχι πες, δεν είμαι σταρ;
«Σαν τη Τσίτα του Ταρζάν»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι φου-ζαμάν

(ρεφρέν νο2)
Και στα υποδήματά μου
ο κοσμάκης στα παλιά μου
κι αν δεν έχουνε να φαν’
τους κερνάω κρουασάν (ώπα-ώπα)

«Μια σταλιά ψυχή δεν έχεις;
δίπλα ρίχνουνε ναπάλμ
σφάζουνε μικρά παιδιά»
Εγώ είμαι μια μαντάμ!
Μπυθουλαίοι και μπας-κλας
κι όλη αυτή η ντεκαντάνς
μου ταράζουνε  το ζεν
κι είμαι ευαίσθητη ναι-μεν
αλλά ο μόνος μου χαβάς
να περνάω ΕΓΩ τρε-μπιέν!



Συμμετείχε στο 20ο συμπόσιο ποίησης της Αριστέας μας.

Για την ιστορία: Η μαντάμ Σιμόν έπληττε θανάσιμα εκείνο το βράδυ. «Να ανακατευτείτε με λαϊκούς ανθρώπους, για να νιώσετε ένα ψυχολογικό ξύπνημα» της είπε ο ψυχαναλυτής της στο τηλέφωνο, ακούγοντας το μονόλογο-ντελίριο της μαντάμ και τις ατελέσφορες εσωτερικές της αναζητήσεις. Μετά από πολύωρες περιπλανήσεις στο διαδίκτυο, βρέθηκε στα λημέρια της Αριστέας μας.

«Η ζωή είναι ωραία» διαβάζει κι ένα χαμόγελο διαγράφεται στα σαρκώδη χείλη της. «Αυτό είναι. Θα καταπιαστώ με την ποίηση!», σκέφτεται. Κάπως έτσι ξετυλίγεται το πηγαίο ταλέντο της στην αυτοαναφορικότητα και τον αχαλίνωτο αυτοθαυμασμό της.

Κάθε ομοιότητα με αντίστοιχες «ανήσυχες» υπάρξεις, δεν είναι τυχαία.
Η λεοπαρδαλή, είναι ένα σαρκοφάγο θηλαστικό, της οικογένειας των “homo je m' en fous ”. Ζει και κινείται στις ζούγκλες των πόλεων, την χαρακτηρίζει η κοινωνική οκνηρία και [εκ]τρέφεται από εύπορους ζωέμπορες.


Κυριακή 20 Μαΐου 2018

“Μουρμούρα ιλ φό[ρ]νο”


(Αμάν αυτή η μάνα σου πια)



Βράδυ καθημερινής. Κλασσικό δείπνο, μιας συνηθισμένης (στη γκρίνια) οικογένειας. Τριάρι στη τσιμεντένια καρδιά της πόλης∙  η κρεββατοκάμαρα του ζεύγους, το εφηβικό δωμάτιο της Νικόλ και το μικροσκοπικό ημιυπαίθριο, που φιλοξενεί την κυρία Νικολίτσα, πεθερά της Βούλας και μητέρα του Παντελή. Στενό μπαλκονάκι με ξεφτισμένες τέντες και θέα στη μπουγάδα απ’ το απέναντι τριάρι, όπου είναι στρυμωγμένη μια άλλη τυπική οικογένεια…

-            Νικόοοολ, κλείσ’το ρημάδι κι έλα να φάμε!
-            Άντε Νικολίτσα μου, ήρθε ο μπαμπάς πουλάκι μου…πλύνε τα χέρια σου…
-            Σπέρααα…πάλι τρώγεστε; Μέχρι έξω ακούγεστε!
-            Η κόρη σου!
-            Τι έκανε πάλι η Νικολίτσα;
-            Νικόλ τη λένε!
-            Ναι καλά, τι σου’ κανε το παιδί;
-            Ναι βρε Βούλα μου, τι σου φταίει πάλι το έρμο;
-            Καλά, εσύ δεν την έβριζες νωρίτερα,που δεν ξεκολλάει απ’ το κινητό;
-            Να μην της παίρνατε κινητό, εσείς φταίτε! Τι δουλειά έχει μια σταλιά κοριτσάκι με κινητό;
-            Μας τρολάρεις ρε γιαγιά; Ξέρεις από πότε έχω περίοδο;
-            ΝΙΚΟΛΙΤΣΑ ΒΟΥΛΩΣ’ΤΟ!... Καλά ρε Βούλα, της ήρθε περίοδος και δεν μου είπες τίποτα;
-            ΝΙΚΟΛ τη λένε! Δε πήρες χαμπάρι τα κιβώτια με τις σερβιέτες;
-            Το κοριτσάκι μου…Της μίλησες τουλάχιστον σα μάνα προς κόρη;
-            Ναι, εμένα περίμενε!
-            Θα φάμε επιτέλους;
-            Πες ότι έχεις πρεμούρες να δεις τη Φαζιλέτ!... Κι ύστερα λες για την εγγονή σου… ΕΣΥ, που έχεις κολλήσει βεντούζα στην τηλεόραση!
-            Ρε Βούλα!... Όρεξη έχεις βραδιάτικα;
-            Θα με πεθάνετε εσείς…κάνε παιδιά σου λένε!
-            Καλά άστο γι’ απόψε, πεθαίνεις αύριο…Βούλα, τι έψησες;
-            Το ψάρι στα χείλη μου έψησε, που ανάθεμα την ώρα που άφησα το χωριό, για να καταχωνιαστώ στο κλουβί με τους τρελούς!
-            Μπορούμε να ελπίζουμε σε μια απόδραση δηλαδή;
-            ΒΟΥΛΑ, ΤΙ ΕΨΗΣΕΣ;
-            Ψάρι λαδορίγανη.
-            Πάαααλι ψάρι ρε μάνα; Ήμαρτον!...
-            Συγνώμη κορίτσι μου, αύριο θα ετοιμάσω ελάφι γουέλινγκτον…με τσιπς το θέλεις, ή προτιμάς ένα αντζέμ πιλάφι;
-            Πάω να βγάλω το ψάρι απ’ το φούρνο…άντε, κάντε και κάνα σταυρό να σας συγχωρέσει ο Θεός για τις αμαρτίες σας!
-            Με τόσα τούρκικα που βλέπεις, θα φέρουμε ιμάμη να σε διαβάσει…άμα έρθει η ώρα σου…
-            ΒΟΥΛΑ ΒΟΥΛΩΣ’ΤΟ!... Μια φορά να φάμε σαν άνθρωποι ρε γαμώτο!…
-            Νικόλ, φέρε ποτήρια!
-            Πάλι εγώ;
-            Άστα Νικολίτσα μου, τα φέρνω εγώ…
-            Νικόλ τη λένε! Μια φορά να συμφωνήσουμε σε κάτι ρε Παντελή!
-            Ρίξε μου τώρα και ευθύνες!…Έβαλες καμμιά μπύρα στο ψυγείο;
-            Δε θυμάμαι...τράβα δες!
-            Άστο μπαμπά, πάω εγώ…
-            Μπράβο κούκλα μου!...
-            Μήπως ρώτησες για το σελφοκόνταρο που λέγαμε;
-            Όχι…
-            Καλά, άσε θα τα φέρει η γιαγιά τα ποτήρια…
-            Ρε μάνα; Τι κάνεις τόση ώρα στην κουζίνα; Τι έγινε γαμώ το στανιό μου; Την κατάπιε ο φούρνος;
-            Πού τέτοια τύχη;
-            ΒΟΥΛΑ ΣΚΑΣΕ!
-            Σκάσε εσύ, Παντελή!
-            Δε σκάτε κι οι δυο σας λέω ‘γω; Δεν σας αντέχω άλλο!...Πάω στη γιαγιά να τη βοηθήσω…
-            Τα βλέπεις; Θα το τρελάνουμε το παιδί με τις υστερίες σου!
-            Τα χαΐρια της μάνας σου δεν τα βλέπεις; Μας έχει σπάσει τα νεύρα με τη μουρμούρα της…
-            ΓΙΑ-ΓΙΑ!!!...
-            Κάηκε το ψάρι; Και τα’λεγα εγώ!... Η γρουσουζιά της Παναγία μου!...

(Το ζευγάρι τρέχει στην κουζίνα)

-            Μάνα;
-            Αχ, και της το’ πα της χριστιανής!…Οι πάνω αντιστάσεις έχουν διαρροή…
-            Εσύ φταις!...Κακούργα γυναίκα!...
-            Τόσο καιρό σε κυνηγάω ν’ αλλάξεις το ρελέ!
-            Κι ότι την έψηνα να μου πάρει το σελφοκόνταρο ρε γαμώτο!
-            Την παράψησες όμως…
-            Είστε ηλίθιες ρε;
-            Εσύ που είσαι λογικός, γιατί δεν την ξεφουρνίζεις, μήπως την προλάβουμε ζωντανή;
-            Θα με χτυπήσει το ρεύμα!
-            Ενώ αν είχαμε τώρα το σελφοκόνταρο, θα την σπρώχναμε με ασφάλεια! Τα’ λεγα εγώ!





[Συμμετείχε στην πρώτη απόπειρα - άσκηση σεναρίου, με τίτλο: «Πες το με εικόνες» εμπνευσμένο και σκηνοθετημένο στην εντέλεια, απ’ τον καλό φίλο Γιάννη (Giannis Pit ή και CINEFIL, όπως είναι γνωστός στο διαδικτυακό στερέωμα).
Η αγάπη του Γιάννη για το σινεμά, οι γνώσεις που έχει κατακτήσει με την πολύχρονη παρουσία του στο χώρο, οι  έρευνές και το πάθος του για τους δημιουργούς της έβδομης τέχνης, αλλά κυρίως η (πάντα) ευγενική του διάθεση να μοιράζεται εμπειρίες και να δημιουργεί διαδραστικές συνευρέσεις, έδωσαν το έναυσμα για τη νέα αυτή ιδέα. Απόπειρες να γράψουμε σε σεναριακή μορφή, μικρά κείμενα. Η αρχή έγινε, ελπίζω να ανταποκριθήκαμε στις προσδοκίες του και να συνεχίσει να μας δίνει τέτοιες αφορμές για έκφραση και δημιουργικότητα.

Η “Μουρμούρα ιλ φό[ρ]νο”, συρρικνώθηκε για τις ανάγκες του ορίου λέξεων στο παιχνίδι, κι εδώ είναι στην αρχική της μορφή. Ευχαριστώ θερμά τους συμπαίκτες και τους φίλους που διάβασαν και αξιολόγησαν τα κείμενά μας και φυσικά ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στον Γιάννη!]
   

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Στη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη


(τα βάσανα της βασιλομήτορος)

Πενήντα πέντε χρόνια πριν.
Λονδίνο, περιοχή Mayfair, οδός Brook.
Ξενοδοχείο Claridge’s, σουίτα «Prince Alexander».
Απρίλιος 1963…

Στις 20 Απριλίου 1963, η Φρειδερίκη φτάνει χωρίς τον βασιλιά Παύλο, στο Λονδίνο, μαζί με την κόρη της, πριγκίπισσα Ειρήνη. Θα παρευρεθεί στους γάμους της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας του Κεντ με τον Άγκους Ότζιβλι (της γνωστής οικογενείας, ξέρετε...)
Λίγο μετά την άφιξή της στο Λονδίνο, θα δοκιμάσει την πρώτη ψυχρολουσία. Ενώ ετοιμαζόταν με τη μικρή Ειρήνη να κάνουν το καθιερωμένο τους “shopping therapy”, βρίσκεται αντιμέτωπη στην είσοδο του ξενοδοχείου, με την Μπέτυ Αμπατιέλου και μια ομάδα Κυπρίων διαδηλωτών. Η Αμπατιέλου μάλιστα, έχει το θράσος να ζητήσει ακρόαση απ’ την Φρειδερίκη, για να της παραδώσει επιστολή στην οποία ζητάει την αποφυλάκιση του συζύγου της. Η Αμπατιέλου κρατάει κι ένα πλακάτ που γράφει: «Βασίλισσα Φρειδερίκη, απελευθερώστε τον σύζυγόν μου». Πού να θυμηθεί η δόλια η βασίλισσα, σε ποιον απ’ όλους τους χιλιάδες φυλακισμένους και εξορισμένους, αναφερόταν αυτή η ενοχλητική φιγούρα. Αργότερα βέβαια θα μάθαινε το ποιόν αυτής της γυναίκας και του άντρα της.

 Ήταν η Αγγλίδα δασκάλα Μπέτυ Αμπατιέλου - Μπάρτλετ. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ήταν απεσταλμένη της “Daily Worker” στην Ελλάδα. Εκεί γνώρισε, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε τον ναυτεργάτη Αντώνη Αμπατιέλο, ήρωα της αντίστασης και με πολλές εύφημες μνείες από το ΣΜΑ (Στρατηγείο Μέσης Ανατολής). Ο Αμπατιέλος σάπιζε και βασανιζόταν 16 ολόκληρα χρόνια στις φυλακές, επειδή ήταν κομμουνιστής και επειδή πολέμησε τον ναζισμό. Η Αμπατιέλου ζητούσε να μπει ένα τέλος σ’ αυτό το μαρτύριο. Εκείνη την εποχή μάλιστα, η Ελλάδα αντιμετώπιζε τη διεθνή κατακραυγή για τους πολιτικούς κρατουμένους. 

Εις επίρρωσιν όλων αυτών των δεινών, η “Sunday Express”, με πρωτοσέλιδο άρθρο του δημοσιογράφου Douglas Clark, υπενθυμίζει τις "φιλοναζιστικές συμπάθειες" της Φρειδερίκης, πριν απ’ τον πόλεμο, όταν ήταν μέλος της “Χιτλερικής Οργάνωσης Νεανίδων”, καταλήγοντας: «Είναι πασίγνωστο ότι η ισχυρογνώμων σύζυγος του Βασιλέα των Ελλήνων, Παύλου, είναι εκείνη που φοράει τα παντελόνια». 


Κοντολογίς, η Αμπατιέλου την πιάνει απ’ τους ώμους και την πιέζει να την δεχτεί, αλλά ο αστυνομικός φρουρός της Φρειδερίκης τραβάει την Αμπατιέλου και τότε δημιουργείται ένταση με τους υπόλοιπους διαδηλωτές. Η έντρομη Φρειδερίκη καταφέρνει να ξεφύγει μαζί με την Ειρήνη και το σκάνε τρέχοντας σ’ ένα στενό. Μετά από λίγα μέτρα όμως, διαπιστώνουν ότι ο δρόμος είναι αδιέξοδος και πανικόβλητες χτυπάνε στην τύχη ένα κουδούνι. Έκπληκτη ανοίγει την πόρτα μια Αμερικανίδα ηθοποιός. «Είμαι η βασίλισσα της Ελλάδας και με κυνηγούν! Σας παρακαλώ, αφήστε με να μπω!» της φωνάζει έξαλλη η Φρειδερίκη. Κολακευμένη απ’ την αναπάντεχη βασιλική επίσκεψη στο “φτωχικό” της, η ηθοποιός προσφέρει τη φιλοξενία της μέχρι να λήξει η ένταση...


Ένα χρόνο πριν, είχε προηγηθεί ο γάμος της πριγκίπισσας Σοφίας μ’ ένα καλό παιδί απ’ την Ισπανία, τον Χουάν Κάρλος, που όλως τυχαίως, ήταν και διάδοχος του θρόνου. Η Ελλαδίτσα μας τότε, ήταν και πάλι γονατισμένη απ’ τη σκληρή λιτότητα και τις πληγές του πολέμου, ωστόσο η φιλεύσπλαχνη κυβέρνηση της ΕΡΕ (και μετά από άγριο μαρκάρισμα που έκανε η Φρειδερίκη στον Καραμανλή), ψήφισε τον περιβόητο νόμο «περί συστάσεως προικός για την πριγκίπισσα Σοφία». Τελικά, κάτι παραπάνω από 3 εκατομμύρια δολλάρια, βγήκαν απ’ τα δημόσια ταμεία, για την αποκατάσταση της Σοφίας. Χαλάλι όμως… «Ήταν μια μέρα ηλιόλουστη και η Σοφία ήταν όμορφη. Το νυφικό της ήταν ένα δαντελλένιο όνειρο. Τη μακρυά ουρά κρατούσαν 6 παράνυμφοι, μεταξύ των οποίων η αδελφή της Ειρήνη, η αδελφή του Χουανίτο, Ινφάντη Πιλάρ, η πριγκίπισσα Ειρήνη της Ολλανδίας, η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα του Κεντ και η καλύτερη φίλη των παιδιών μου, η πριγκίπισσα Τατιάνα Ράτζβιλ. Εξη νέοι κρατούσαν τα στέφανα επάνω από τα κεφάλια του νεαρού ζεύγους.
Ο σύζυγος μου στεκόταν πίσω από τη Σοφία και τον Χουανίτο και, σε μια ορισμένη στιγμή της τελετής, πήρε τα δύο στέφανα και τα διασταύρωσε τρεις φορές επάνω από τα κεφάλια τους. Το θέαμα ήταν συγκινητικό. Από τους εξώστες έπεφταν επάνω στο ζεύγος και στο εκκλησίασμα ροδοπέταλα, που μέσα στο λαμπρό φως, έμοιαζαν σαν χιονονιφάδες...»,
θυμάται με συγκίνηση η Φρειδερίκη.

Εν τω μεταξύ, σύσσωμοι διπλωμάτες και ξένες εφημερίδες, έπεσαν να τα φάνε τα παιδιά τα νιόπαντρα. Ακόμα κι ο πρεσβευτής σερ Ραλφ Μάρεϊ έστειλε εμπιστευτικό έγγραφο, που μεταξύ των άλλων,  έγραφε: «…Έγιναν πολλές βασιλικές εκδηλώσεις, σε βαθμό που έκαναν τους Έλληνες να γκρινιάζουν για τα έξοδα…”
Μέχρι και κάτι κακοπροαίρετοι φοιτητές, διαδηλώνουν στην Αθήνα, φωνάζοντας: 
«Προίκα στην παιδεία όχι στη Σοφία». Μιάσματα…


(και τα βάσανα της βασιλομήτορος συνεχίζονται…)

Οι επόμενες μέρες της Φρειδερίκης, δεν είναι καλύτερες. Ξινό της το βγάλανε το ταξίδι οι αχρείοι! Στις μετακινήσεις της βρίσκει διαρκώς μπροστά της διαδηλωτές. Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος της Ελευθερίας: Πολιορκείται συνεχώς η βασίλισσα εν Λονδίνω. Την Κυριακή 21/4, η εφημερίδα Σάντεϊ Εξπρές, δημοσιεύει βιαιότατο άρθρο στο οποίο χαρακτηρίζει ανεπιθύμητη καλεσμένη την Φρειδερίκη.

Στην Αθήνα συντελείται η δεύτερη μάχη του Μαραθώνα. Η απαγορευμένη Μαραθώνια πορεία ειρήνης, βρίσκεται σε εξέλιξη και η Αττική αστυνομοκρατείται. Γίνονται επεισόδια και πολλές συλλήψεις. «Περί την 8ην π.μ. συνελήφθησαν οδηγηθέντες εις την σχολήν Αστυνόμων, όπου και παρέμειναν μέχρι της 8ης μ.μ., ο μουσικοσυνθέτης κ. Μίκης Θεοδωράκης, ο ζωγράφος κ. Μίνως Αργυράκης και η σύζυγός του. Ούτοι συνελήφθησαν ενώ εβάδιζον επί του δεξιού πεζοδρομίου της Λεωφόρου Κηφισίας, έξωθι του κινηματογράφου «Άνεσις». Ολίγον αργότερον συνελήφθησαν εντός ταξί επί της λεωφόρου Κηφισίας ο ηθοποιός κ. Α. Αλεξανδράκης και η σύζυγός του κ. Αλίκη Γεωργούλη». Και Άγγλοι ειρηνιστές που έχουν έρθει για την πορεία, με επικεφαλής τον φιλόσοφο Μπέρτραντ Ράσελ, συλλαμβάνονται και απελαύνονται.


Μόνο ο βουλευτής Πειραιώς της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης φτάνει στον Τύμβο του Μαραθώνα, συνοδευόμενος απ’ τη γυναίκα του και τον Κύπριο ποιητή Τεύκρο Ανθία. Επικαλούμενος τη βουλευτική του ιδιότητα, διαπερνά τον αστυνομικό κλοιό, ξεδιπλώνει πανώ με το σήμα της ειρήνης και την επιγραφή ΕΛΛΑΣ, και οδοιπορεί μόνος του! Αιφνιδιασμένοι οι αστυνομικοί δεν αντιδρούν, μερικά όμως χιλιόμετρα αργότερα, όταν ο Λαμπράκης θέλησε να καταθέσει στεφάνι στον τάφο των εκτελεσμένων απ’ τους Γερμανούς στο Χαρβάτι, η αστυνομική δύναμη που έχει εν τω μεταξύ πάρει εντολές, τον συλλαμβάνει.


Η Μπέτυ Αμπατιέλου εμφανίζεται στα δελτία ειδήσεων της αγγλικής τηλεόρασης, ενώ φτάνει απ’ την Αθήνα στο Λονδίνο κι ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Την Κυριακή 28/4 επισκέπτεται μαζί με την Αμπατιέλου το ξενοδοχείο Claridges. Ο Λαμπράκης ζητάει ακρόαση απ’ τη βασίλισσα, η οποία δεν γίνεται δεκτή, όπως του ανακοινώνει ο υπασπιστής του διαδόχου, ταγματάρχης Αρναούτης. Ο Λαμπράκης δίνει συνέντευξη στις βρετανικές εφημερίδες, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι στην Ελλάδα δεν κυβερνά η κυβέρνηση ή ο βασιλεύς, αλλά η βασίλισσα.

Εκείνο το βροχερό βράδυ, η οργισμένη Φρειδερίκη, ούρλιαζε στον γραμματέα των ανακτόρων Γεράσιμο Τσιγάντε: "Δεν θα με απαλλάξει κανείς απ’ αυτόν τον άνθρωπο;"…Αποσύρθηκε πικραμένη και σχεδόν νηστική στο κινγκ σάϊζ κρεββάτι της, έχοντας φάει μόνο, ένα φραντζολάκι μπριός και χαβιάρι.

(και ζήσαν αυτοί καλά…)

Στις 22 Μαΐου δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη ο Γρηγόρης Λαμπράκης. Σε αφήγησή του ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πει, ότι ο τότε αρχηγός της Χωροφυλακής Βαρδουλάκης του είχε εκμυστηρευτεί πως “κατά λάθος σκοτώθηκε ο Λαμπράκης. Η βασίλισσα είχε δώσει εντολή να τον στραπατσάρουν…”


Ο Λαμπράκης χαροπαλεύει επί μέρες αλλά χάνει τη μάχη στις 27 Μαΐου.

Ο Σπύρος Γκοτζαμάνης καταδικάστηκε σε 11 χρόνια κάθειρξη για θανατηφόρες σωματικές βλάβες σε βάρος του Λαμπράκη και διατάραξη της κοινής ειρήνης. “Την απόφαση τη δέχθηκε με χαμόγελα”, έγραφαν τα “ΝΕΑ” της 30ης Δεκεμβρίου 1963. Ο Εμμανουηλίδης καταδικάστηκε σε 8 χρόνια, αλλά έκλαιγε με λυγμούς όταν του το ανακοίνωσαν. Και στους δύο αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του “προτέρου έντιμου βίου” και ότι δεν “ενήργησαν από ταπεινά αίτια”. Ο εισαγγελέας Δελαπόρτας σχολίασε: “Τουλάχιστον αυτό το ελαφρυντικόν είναι ελαφρώς προσβλητικόν”....
 
Και οι δύο αμνηστεύτηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι από τη δικτατορία των Συνταγματαρχών. Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής συνελήφθησαν και εξορίστηκαν και ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης φυλακίστηκε. Το παρακράτος κυβερνούσε τη χώρα. 
Ο Ξενοφών Γιοσμάς, ο αρχηγός της παρακρατικής οργάνωσης “Καρφίτσα”, κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός και καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση για τη διατάραξη της κοινής ειρήνης. 
Ο λιμενεργάτης Χρήστος Φωκάς καταδικάστηκε σε φυλάκιση 15 μηνών, επειδή τραυμάτισε τον βουλευτή Γιώργη Τσαρουχά κατά τη διάρκεια των αναταραχών στην εκδήλωση. 
Οι Χρήστος Φωκάς, Γιώργος Λεονάρδος, Ιωάννης Τόγκας, καταδικάστηκαν σε 10 μήνες φυλάκισης για διατάραξη κοινής ειρήνης, ο Κωνσταντίνος Παραπάρας σε έξι μήνες και οι Παναγιώτης Κουντουλέας και Νίκος Παπαδόπουλος σε τρεις. 
Τελικά, δεν πέρασαν ούτε μία μέρα στη φυλακή, γιατί η ποινή τους μετατράπηκε σε καταβολή 100 δραχμών ημερησίως.   
Αθωώθηκαν οι αξιωματικοί της Εθνικής Ασφάλειας που κατηγορούνταν ως ηθικοί αυτουργοί και οι αστυνομικοί που κατηγορούνταν για παράβαση των καθηκόντων τους. Είχαν προσπαθήσει να αποκρύψουν πλήθος ενοχοποιητικών στοιχείων και ήταν εμφανές ότι είχαν αναμιχθεί στην υπόθεση, αλλά προφανώς δεν ήταν αρκετό για να καταδικαστούν.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης και ο Τζέσε Όουενς
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης στους Βαλκανικούς Αγώνες


Αντλήθηκαν πληροφορίες απ’ τους συνδέσμους:
http://www.topontiki.gr/