Παρασκευή 25 Μαρτίου 2022

«Όσα χωράνε στην αλήθεια, δεν τα βαστάν τα παραμύθια» (*)

 

(Κολοκοτρώνης): }Αύριο ξημερώνει πάλι 25 του Μάρτη... Θα 'ρθουνε με στεφάνια και τούμπανα... Εγώ θα 'μαι κει πάνω σαν άγαλμα... Και σαν έρθει η στιγμή να βγει μπροστά ο μαγκούφης που θα βγάλει το λόγο "Στάσου!"... θα του πω... "Κάθε χρόνο το λόγο τον εβγάνατε εσείς!... Φέτος θα τον βγάλουμε μεις... Και πρώτα πρώτα εσύ, κύριε ρήτορα, της ημέρας... Ελόγου σου δεν είσαι που 'ριξες φυλακή το Νικηταρά; Κρύψε τα χαρτιά σου! Κρύψ' τα π' αναθεμά σε, σπεκουλαδόρε της ελευτερίας γιατί θα σε βάλω να τα καταπιείς και θα στουμπώσει το κωλάντερό σου. .. Κάνε πίσω τώρα...

Για ακούτε, βρε τωρινοί Έλληνες... Άμα σας φέρνουνε για παράδειγμα εμάς τους πεθαμένους, μάθετε να ξεχωρίζετε με ποια πονηριά σας το λένε... Κι άμα σας λένε για την ελευτερία που πολεμήσαμε, να τη βλέπετε πρώτα αν έχει τέσσερα μάτια. Δυο μπροστά για να βλέπει τον Τούρκο και δυο πίσω για να βλέπει εκείνον που θέλει βα φύγει ο Τούρκος, για να γίνει αφέντης ατός του! Προσέχετε, Έλληνες, εμείς οι παλιοί όσο ζούσαμε πολλά επικραθήκαμε και αδικηθήκαμε, μην αφήνετε τους σπεκουλαδόρους να κάνουνε τους πεθαμένους πολεμιστές κάλπικη μονέδα για να σας πουλάν και να σας αγοράζουνε...Κι αν θέλετε στ΄αλήθεια να τιμήσετε εμάς τους παλιούς, μη μας τηράτε πλέον. Κάμετε το δικό σας δρόμο, πάτε μπροστά και λησμονήστε μας! Εμάς το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε και δεν μοιάζει με το δικό σας. Μη σας λένε πως εμείς, αγράμματοι, μ' ένα ξεροκόμματο και με την πίστη στο Χριστό κάναμε θάματα!... Πού 'σαι, ορέ Καραϊσκάκη, να τα πεις καλύτερα!

Εμείς επολεμήσαμε για να 'χετε εσείς τα γράμματα και το ψωμί που δεν είχαμε και να μη χρειάζεστε θάματα για να ζήσετε ζωή ανθρωπινή... 'Ει, Παπαφλέσσα, σήκω κι έλα βοήθα. Αφήστε το δικό μας αγώνα και κοιτάτε  το δικό σας... Πού 'ναι η 3η του Σεπτέμβρη; ... Πού είναι το Σύνταγμά σας; Ο Σεπτέμβρης είναι παιδί του Μάρτη κι εσείς παιδιά δικά μας.Οι πεθαμένοι με τα πεθαμένα και οι ζωντανοί με τα ζωντανά... Εμείς τι άλλο θέμε; Πού είσαι, Καραϊσκο!...  Φλέσσα!... Αντρούτσο... Έμπα μπροστά, γέρο-Πλαπούτα... Άι μπράβο... παίξτε μας ένα τσάμικο...~

[Απόσπασμα από Το μεγάλο μας τσίρκο" του Ιάκωβου Καμπανέλλη]


(*) Ο τίτλος της ανάρτησης είναι απ’ το καλωσόρισμα του Νίκου Ξυλούρη 

Το απόσπασμα με το συγκλονιστικό λόγο του Παπαγιαννόπουλου, εδώ

*********************

Για την ιστορία: Καλοκαίρι του 1973, λίγους μήνες πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Στη συμβολή των οδών Πατησίων και Μάρνη, λαμβάνει χώρα μια σπουδαία πράξη αντίστασης. Λίγα γνωρίζουμε γι’ αυτήν, ίσως γιατί επισκιάστηκε από τα γεγονότα που ακολούθησαν. Στις 22 Ιουνίου 1973 ο θίασος Τζένης Καρέζη – Κώστα Καζάκου ανεβάζει στη σκηνή του ανακαινισμένου θερινού θεάτρου «Αθήναιον» το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» και ο κόσμος συρρέει να το δει μετατρέποντάς το σε συλλογική πολιτική διαμαρτυρία εναντίον του καθεστώτος.

Το έργο αποτελούσε συρραφή από θεατρικά σκετς σε ύφος επιθεώρησης που έπαιρναν σαν αφετηρία την ιστορία του νεοελληνικού κράτους, από την Επανάσταση και τον καιρό του Όθωνα, ως τη Μικρασιατική Καταστροφή, την Κατοχή και την Αντίσταση. Ανάμεσα στην πρόζα μεσολαβούσαν τα τραγούδια που ερμήνευε ο αείμνηστος Νίκος Ξυλούρης, σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου και στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη. 

Η σκηνοθεσία ήταν του Κώστα Καζάκου, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Φαίδωνα Πατρικαλάκη και ο διάκοσμος της εισόδου και της θεατρικής απόδοσης της σκηνής του Καραγκιόζη ήταν του Ευγένιου Σπαθάρη. Εκτός απ’ την Καρέζη και τον Καζάκο συμμετείχαν οι ηθοποιοί Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νίκος Κούρος, Τίμος Περλέγκας, Σπύρος Κωνσταντακόπουλος και ένας μεγάλος θίασος που κρατούσε το ρόλο του λαού-χορωδών. 

Χαρακτηριστικό είναι το σκετς όπου γίνεται λόγος για τη γκιλοτίνα, με τον Ρωμιό να απορεί πώς γίνεται ένα εργαλείο που λανσαρίστηκε από τη Γαλλική Επανάσταση να κόβει εν συνεχεία κεφάλια επαναστατών και τον πρόεδρο του χωριού να εκφράζει την ευγνωμοσύνη του προς το κράτος των Αθηνών για τον ερχομό της γκιλοτίνας, καθότι «Με τη γκιλοτίνα συγχωριανοί θα έχομε από δω και μπρος …γλυκύτερον θάνατον!»

πηγή πληροφοριών για την παράσταση: thepressproject

Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Ο γαλαζοαίματος πιερότος

 


(3 χρόνια πριν – απόσπασμα δικαστικού ρεπορτάζ)

Κηφισίας και Πανόρμου, πρωινό 14ης Μαρτίου. Αυτοκίνητο εμβολίζει διερχόμενη. Η άτυχη γυναίκα γλυτώνει το μοιραίο, αλλά μένει παράλυτη. Ο νεαρός οδηγός του οχήματος επιμένει στην τροχαία ότι η γυναίκα παραβίασε κόκκινο σηματοδότη. Στο δικαστήριο που γίνεται μετά από δύο χρόνια, αφού μεσολάβησαν απανωτές αναβολές απ’ την πλευρά του οδηγού, ο συνήγορός του υποστηρίζει ότι το ατύχημα προκλήθηκε με υπαιτιότητα της πεζής που πετάχτηκε στο οδόστρωμα, σαν να επεδίωκε να τραυματιστεί. Οι έντονες διαμαρτυρίες της πολιτικής αγωγής καταρρίπτονται. Η έδρα πείστηκε για το ακαταλόγιστο του θύματος. Θλιβερή φιγούρα στο δικαστήριο, πλάι στη γυναίκα που παρακολουθεί αμίλητη στο αναπηρικό αμαξίδιο, η νεαρή κόρη της που κλαίει διαρκώς και ουρλιάζει για “στημένη δίκη”. Ο Πρόεδρος την αποβάλλει απ’ την αίθουσα. Η δικαστική απόφαση δεν δικαιώνει το θύμα που απαιτεί, τουλάχιστον, αποζημίωση για δαπάνες νοσηλείας. Τουναντίον, τής επιβάλλει καταβολή δικαστικών εξόδων στον αντίδικο. Το γεγονός ότι ο νεαρός είναι γόνος επιφανούς οικογένειας, απασχόλησε νεαρή δημοσιογράφο που ερεύνησε την υπόθεση. Μετά από μεταμεσονύχτια εκπομπή σε κανάλι μικρής εμβέλειας, ο φάκελος σφραγίζεται. Κάποιοι μίλησαν για ωμή παρέμβαση στη δικαιοσύνη και βιαστικό κουκούλωμα. Ο νεαρός, με επιτηδευμένη φιλευσπλαχνία, αποποιείται των δικαστικών εξόδων και δηλώνει δημόσια ότι ουδεμία απαίτηση έχει απ’ τη “συμπαθή γυναίκα”.

«Σιγά τα λεφτά, τόσα ξοδεύω για ένα μπουκάλι προσέκο στο Λίντο», δήλωνε σαρκαστικά στην παρέα του. Λίγο αργότερα, θα πέταγαν ως τη Βενετία για να ζήσουν το απόλυτο ξεφάντωμα στο τοπικό καρναβάλι.

         

Η πρόταση για απόδραση στη Βενετία την θύμωσε. Πώς θα άντεχε στην αχανή αίθουσα του αεροδρομίου; Η αγοραφοβία της επιδεινώθηκε μετά την καραντίνα. Στο βραχύβιο ειδύλλιό τους, το μόνο που μοιραζόντουσαν ήταν το κρεβάτι και βόλτες με το σκάφος του στο Σαρωνικό. Η Σέβη είχε εντυπωσιαστεί απ’ την ερωτική του πολιορκία στη διάρκεια μεσημεριανής εκπομπής. Ως μέλος της συντακτικής ομάδας, η πρωτόβγαλτη τότε ρεπόρτερ, του είχε πάρει συνέντευξη για τη διάκρισή του στα βραβεία επιχειρηματικότητας. Τελικά, υπέκυψε στις ανθοδέσμες με τις φλογερές αφιερώσεις. Το πρώτο τους ρομαντικό δείπνο, κατέληξε σε προσωπικές εξομολογήσεις και τρυφερές περιπτύξεις. Δεν του έκρυψε τα οικτρά οικονομικά της και τις κρίσεις πανικού που την ταλαιπωρούσαν. Κι εκείνος ένιωσε κάτι πρωτόγνωρο. Την ανάγκη να την προστατεύσει και να την βάλει στον αστραφτερό κόσμο του.

«Το ταξίδι δώρο στο μωράκι μου». Η Σέβη τον θυμόταν συγκινημένη, καθώς προσγειωνόντουσαν στο αεροδρόμιο Μάρκο Πόλο. Μετά από μια στάση στο ιστορικό καφέ Quardi, περπατούσαν αγκαλιασμένοι στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, απολαμβάνοντας το σαγηνευτικό ηλιοβασίλεμα στα νερά της λιμνοθάλασσας. Πολύχρωμα φανάρια στόλιζαν τις πλατείες. Υπαίθριες μπάντες έπαιζαν μουσικές του Βιβάλντι. Ορδές από πιερότους και κολομπίνες αυτοσχεδίαζαν με ηδυπάθεια. Η οργιαστική έκρηξη χρωμάτων ζωντάνευε τους θρύλους και τη μελαγχολία των παλατιών της μικρής πόλης. Μεθυσμένη απ’ το πανδαιμόνιο, δεν αντιλήφθηκε τον Τίμο να καταρρέει στα πόδια της.

Η βενετσιάνικη μάσκα έκρυβε τους μορφασμούς πόνου που, σίγουρα θα είχε, όπως αποφάνθηκαν αργότερα οι γιατροί. Η κυάνωση του προσώπου είναι χαρακτηριστική στη δηλητηρίαση με υδροκυάνιο. Όχι, δεν ήπιαν το ίδιο ρόφημα. «Εγώ καπουτσίνο κι εκείνος ζεστή σοκολάτα. Ζήτησα να δοκιμάσω τη σοκολάτα του που είναι διάσημη σ’ αυτό το μαγαζί και αρνήθηκε. Παραξενεύτηκα…Είχε κρίσεις πανικού. Προφανώς είχε προσχεδιάσει την αυτοκτονία του. Πίσω απ’ τη μάσκα του επιτυχημένου επιχειρηματία κρυβόταν ένα φοβισμένο πλάσμα».

Απαρηγόρητη, πετούσε πίσω στην Αθήνα. Βυθίστηκε στις μνήμες της. Το πρόσωπό του αλλοιωμένο απ’ τους σπασμούς, καθώς του ψιθύριζε: «Για εκείνη τη γυναίκα που σακάτεψες, αγάπη μου». Μυστήριο πώς την αναγνώρισε πίσω απ’ τη μάσκα. Ένα κορίτσι που μυξόκλαιγε στο δικαστήριο, μια νεαρή δημοσιογράφος με μυωπικά γυαλιά σε τηλεοπτική εκπομπή, μια ξανθιά καλλονή που εργαζόταν στην κοσμική στήλη ενός καναλιού. Αύριο κιόλας θα ετοίμαζε ένα σπαραξικάρδιο ρεπορτάζ για τον απροσδόκητο χαμό του γαλαζοαίματου πιερότου.

         

 


To διήγημα συμμετείχε στο δρώμενο «Μια εικόνα 6 λέξεις» που οργανώνει και φιλοξενεί στο ιστολόγιό της ΓΗΙΝΗ ΜΑΤΙΑ, η Mary Pertax.

Ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου την οικοδέσποινα για την πρωτοβουλία και την άψογη φιλοξενία στο ζεστό της χώρο. Θερμές ευχαριστίες και στους συνταξιδιώτες φίλους που συμμετείχαν με τις δημιουργίες τους. Εις το επανιδείν λοιπόν!...

 

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

"O κροκόδειλος"

 


Ο «Κροκόδειλος» είναι μια «αληθινή διήγηση περί του πώς ένας κύριος, γνωστής ηλικίας και γνωστής εξωτερικής εμφάνισης καταβροχθίστηκε ζωντανός από κροκόδειλο ευρισκόμενο εντός στοάς, ολόκληρος και χωρίς υπολείμματα, και τι επακόλουθα υπήρξαν εξ αυτού». [*]

Κι όταν το ζώο κατάπιε έναν ολόκληρο άνθρωπο, ο Γερμανός ιδιοκτήτης του δεν σκέφτηκε στιγμή να μαχαιρώσει την ιδιοκτησία του προκειμένου να σώσει μια ανθρώπινη ζωή. Αντιθέτως, το θεώρησε πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αυξήσει το κεφάλαιό του με το σπάνιο αυτό θέαμα. Η κοινωνία δεν αντέδρασε στο παράδοξο αυτό γεγονός, ο Τύπος διαστρέβλωσε εντελώς την αλήθεια κι ο ήρωας βολεύτηκε στα σπλάχνα του ζώου κι αποφάσισε να στριμώξει ισοβίως τις ανάγκες και τις επιθυμίες του εκεί μέσα.

Απ’ τα λίγα σατιρικά έργα του Ντοστογιέφσκι που είναι σαν να γράφτηκε χτες, κι όχι πριν 157 χρόνια.  Το ίδιο παντοδύναμο οικονομικό σύστημα που παραμερίζει την ανθρώπινη ύπαρξη και επιβάλλει τον τρόπο ζωής και σκέψης. Το ίδιο ασφυκτικό πλαίσιο επιβίωσης, η ίδια παθητικότητα απ’ τους πολίτες-θιασώτες, η ίδια υποκρισία απ’ την δυτικοευρωπαϊκή αστική δημοκρατία.

Ο συνειρμός με την ‘κοιλιά του τέρατος’ που είμαστε ξανά παγιδευμένοι, είναι μοιραίος. Ρητορεύουμε για τους λόγους που βρεθήκαμε εκεί μέσα, επιχειρηματολογούμε για τα οφέλη που αποκομίζουμε απ’ τον δεσμώτη μας, αλλά δεν αρθρώνουμε λέξη για μια ενδεχόμενη έξοδό μας. Ίσα-ίσα που θεωρούμε πως όλα είναι «φυσιολογικά» και εναρμονισμένα με τις επιταγές της οικονομίας. Και δεν παραλείπουμε βέβαια να χύνουμε κροκοδείλια δάκρυα για τα συμπαθή τέρατα που υποχρεώνονται να φιλοξενούν στα σπλάχνα τους ανεπιθύμητους επισκέπτες. Προσφέροντας δωρεάν μια ζεστή στέγη

&

«…Εάν θέλετε μια συμβουλή, τότε πρώτα απ’ όλα αυτή την υπόθεση θα πρέπει να την κουκουλώσετε και να ενεργήσετε, ας πούμε, ως ιδιώτης. Το συμβάν είναι ύποπτο και πρωτοφανές. Κυρίως, μάλιστα, πρωτοφανές, αφού βεβαίως δεν υπάρχει προηγούμενο παράδειγμα, αλλά και γεγονός που δίνει κακές συστάσεις… Γι’ αυτό, πρώτα απ’ όλα χρειάζεται προσοχή… Ας παραμείνει εκεί μέσα ξαπλωμένος. Χρειάζεται υπομονή, υπομονή…

-Μα τι υπομονή, Τιμοφέι Σεμιόνιτς; Τι θα συμβεί, εάν, ας πούμε, σκάσει εκεί μέσα;

-Μα πως; Μα εσείς, αν δεν απατώμαι, δεν είπατε πως έχει βολευτεί εκεί μέσα και μάλιστα με αρκετή άνεση;…» [*]


[*] αποσπάσματα απ’ το βιβλίο του Φιοντόρ Ντοστογέφσκι «Ο Κροκόδειλος», εκδόσεις ‘Εντύποις’, μετάφραση απ’ τα Ρωσικά: Β. Μακρίδης


Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

"O Παχύς και ο Αδύνατος" [Α. Π. Τσέχωφ]

 


Στο σιδηροδρομικό σταθμό του τσάρου Νικολάου συναντήθηκαν δυο φίλοι. Ένας παχύς κι ένας αδύνατος. O Παχύς μόλις είχε γευματίσει στο σταθμό, και τα χείλια του, γεμάτα λίπος, γυάλιζαν σαν γινωμένα βύσσινα. Μύριζε κρασίλα κι άρωμα. O Αδύνατος μόλις κατέβηκε από το βαγόνι, φορτωμένος με βαλίτσες, μπόγους και κιβώτια. Αναδινόταν από πάνω του μια μυρουδιά από χοιρομέρι και κατακάθια καφέ. Πίσω από τη ράχη του ξεμύτιζαν μια αδύνατη γυναίκα με μακρουλό πιγούνι, η γυναίκα του, κι ένα ψηλό γυμνασιόπαιδο με μισοκλεισμένα τα μάτια, ο γιος του.

«Πορφύρη!», αναφώνησε ο Παχύς βλέποντας τον Αδύνατο. «Εσύ; Αγαπητέ μου, αγαπητέ μου! Χρόνια και ζαμάνια!»

«Έλα Χριστέ και Παναγιά!», είπε έκπληκτος ο Αδύνατος. «Μίσια! Παιδικέ μου φίλε! Από πού έρχεσαι;»

Oι δυο φίλοι αλληλοασπάστηκαν τρεις φορές έχοντας καρφωμένα ο ένας στον άλλον τα δακρυσμένα μάτια τους. Έμειναν κι οι δυο ευχάριστα κατάπληκτοι.

«Καλέ μου φίλε!», άρχισε να λέει ο Αδύνατος μετά τον ασπασμό. «Πού να το περιμένω! Να, αυτή είναι μια έκπληξη! Κοίταξέ με λοιπόν καλά! Τι όμορφος που ήμουνα! Τι γοητευτικός και δανδής! Αχ, κι εσύ, Θεέ μου! Πώς είσαι λοιπόν; πλούσιος; παντρεμένος; Εγώ, όπως βλέπεις, παντρεύτηκα… Να, αυτή εδώ είναι η γυναίκα μου, η Λουίζα, το γένος Βάντσενμπαχ… Λουθηρανή… Κι αυτός είναι ο γιος μου, ο Ναθαναήλ, μαθητής στην τρίτη τάξη. Αποδώ, Ναθάνια, είναι ο παιδικός μου φίλος! Φοιτούσαμε μαζί στο Γυμνάσιο!»

O Ναθαναήλ σκέφτηκε λιγάκι κι έβγαλε το καπέλο.

«Στο Γυμνάσιο φοιτούσαμε μαζί!», συνέχισε ο Αδύνατος. «Θυμάσαι το παρατσούκλι που μας είχαν βγάλει; Εσένα σε φώναζαν Ηρόστρατο, επειδή έκαψες με το τσιγάρο ένα δημόσιο βιβλίο· κι εμένα Εφιάλτη, γιατί μου άρεσε να είμαι μαρτυριάρης. Χο, χο… Τι παιδιά που ήμασταν! Μη φοβάσαι, Ναθάνια! Πήγαινε κοντά του… Κι αποδώ η γυναίκα μου, το γένος Βάντσενμπαχ… Λουθηρανή».

O Ναθαναήλ σκέφτηκε λίγο και κρύφτηκε πίσω από τον πατέρα του.

«Λοιπόν, πώς περνάς φίλε;», ρώτησε ο Παχύς κοιτάζοντας με ενθουσιασμό τον φίλο του. «Υπηρετείς ακόμα; Πού;»

«Υπηρετώ, αγαπητέ μου! Έχω τον όγδοο βαθμό, κοντεύει δυο χρόνια τώρα. Πήρα και το παράσημο Στανισλάβα*. O μισθός είναι μικρός… Ε, δόξα να 'χει ο Θεός! Η γυναίκα μου παραδίνει μαθήματα μουσικής, κι εγώ, συμπληρωματικά, φτιάχνω ξύλινες ταμπακιέρες. Πολύ καλές ταμπακιέρες! Τις πουλάω ένα ρούβλι τη μία. Αν κάποιος πάρει πάνω από δέκα, τότε, καταλαβαίνεις, του κάνω και σκόντο. Κάπως τα καταφέρνουμε. Υπηρετούσα, ξέρεις, σ' ένα τμήμα, αλλά τώρα πήρα μετάθεση για εδώ, ως τμηματάρχης, στον ίδιο Oργανισμό… Λοιπόν, εσύ πώς τα πας; Σίγουρα θα είσαι πια σύμβουλος; Ε;»

«Όχι, αγαπητέ μου, ανέβα πιο ψηλά», είπε ο Παχύς. «Έχω ήδη φτάσει μυστικός σύμβουλος… Έχω δυο παράσημα».

O Αδύνατος ξαφνικά χλώμιασε, έμεινε σύξυλος κι αμέσως ύστερα το πρόσωπό του παραμορφώθηκε σ' ένα πλατύ χαμόγελο. Έδειχνε σαν να έβγαζε σπίθες από τα μάτια και το πρόσωπό του. Το σώμα του μαζεύτηκε, καμπούριασε, στένεψε… Oι βαλίτσες του, οι μπόγοι και τα κιβώτια κουβαριάστηκαν, ζάρωσαν… Το μακρύ πιγούνι της γυναίκας του έγινε ακόμα πιο μακρουλό. O Ναθαναήλ στάθηκε τεντωμένος σε στάση προσοχής και κούμπωσε όλα τα κουμπιά της στολής του…

«Εγώ, εξοχότατε… Χαίρω πολύ! Φίλος, ας πούμε, παιδικός και να που, ξαφνικά, μεταμορφώνεστε σ' έναν τέτοιον άρχοντα! Χι, χι».

«Φτάνει λοιπόν, πάψε!», είπε μορφάζοντας ο Παχύς. «Γιατί αυτό το ύφος; Εγώ κι εσύ είμαστε φίλοι από παιδιά κι αυτή εδώ η δουλοπρέπεια δεν έχει κανένα νόημα!».

«Προς Θεού… Τι, εσείς…», κρυφογέλασε ο Αδύνατος, ζαρώνοντας πιο πολύ ακόμα. «Η ευμένεια της εξοχότητάς σας… είναι σαν ζωογόνα δροσιά… Να, εξοχότατε, αποδώ ο γιος μου ο Ναθαναήλ… η γυναίκα μου η Λουίζα, Λουθηρανή, ας πούμε…»

O Παχύς ήθελε να αντιδράσει κάπως, αλλά στο πρόσωπο του Αδύνατου ήταν ζωγραφισμένος τόσος σεβασμός, τόση γλυκάδα και τόση ευλαβική ξινάδα, που στον Μυστικό Σύμβουλο έφερναν αναγούλα. Έδωσε το χέρι του στον Αδύνατο να τον αποχαιρετήσει κι έστρεψε τα νώτα του.

O Αδύνατος, πιάνοντας το χέρι, έσφιξε τα τρία δάχτυλα, υποκλίθηκε από το κεφάλι ως τα πόδια και γέλασε χαιρέκακα, σαν Κινέζος: «Χι, χι, χι». Η γυναίκα του χαμογέλασε. O Ναθαναήλ έσυρε το πόδι του σε στάση προσοχής και το πηλήκιο από το κεφάλι του έπεσε κάτω. Ήταν και οι τρεις ευχάριστα κατάπληκτοι.

                   *παράσημο Στανισλάβα: ένα από τα κατώτερα παράσημα της τσαρικής Ρωσίας

 

Ά. Τσέχωφ [μτφρ. Β. Ντινόπουλος, Η αγάπη και 32 άλλα διηγήματα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας)

»»————««

 

Πρωτοδημοσιευμένο το 1883, το σύντομο διήγημα του Tσέχωφ παρουσιάζει με ανθρωπιά, χιούμορ και λεπτή παρατήρηση τις ανθρώπινες σχέσεις (και την αλλοτρίωσή τους) στο περιβάλλον των γραφειοκρατών της τσαρικής Pωσίας. Όντας θερμός οπαδός των νέων ιδεών, σε μια εποχή που η απάνθρωπη μεταχείριση του ρωσικού λαού τον είχε οδηγήσει στη θρησκοληψία, το διχασμό και την αλλοτρίωση, ο Τσέχωφ  καταγράφει με ρεαλισμό αλλά και υπαινικτικό λόγο την καθημερινότητα, προσπαθώντας να συνεισφέρει στην ψυχική και πνευματική ανάταση της κοινωνίας. Ένα απ’ αυτά τα έργα του, είναι ο «Παχύς & ο Αδύνατος». Πίσω απ’ τη φαινομενικά λιτή του διήγηση, κρύβονται ένα σωρό συμβολισμοί. 

Όπως είχε γράψει και ο Κονσταντίν Στανισλάφσκι: «Μόνο όταν διαβάσεις και ξαναδιαβάσεις τα έργα του Τσέχωφ, μπορείς να ανακαλύψεις τα βάθη που ήταν κρυμμένα κάτω απ’ τη φαινομενικά ασήμαντη επιφάνεια».