30 Γενάρη 1933. Κάτω από ένα συννεφιασμένο Βερολίνο, ο πρώην δεκανέας του γερμανικού στρατού που έμελλε να αιματοκυλίσει τον κόσμο, ορκιζόταν Καγκελάριος. Η ορκωμοσία του Χίτλερ, προβλήθηκε απ’ τη ναζιστική προπαγάνδα σαν «Εθνική Επανάσταση». Στην πράξη όμως, δεν ήταν παρά η χαριστική βολή στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Το πρώτο δημοκρατικό σύνταγμα της χώρας δηλαδή, που είχε ψηφιστεί το 1919. Απ’ την επόμενη κιόλας μέρα, τα περιβόητα τάγματα εφόδου SA (ιδιωτική αστυνομία του Χίτλερ) άρχισαν το κυνήγι των κομμουνιστών και των αντιφρονούντων. Σε διάστημα μιας βδομάδας είχαν δημιουργηθεί περί τα 100 «άγρια», όπως ονομάζονταν, ήτοι άτυπα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε υπόγεια, παροπλισμένα εργοστάσια και στρατώνες, στα οποία βασανίζονταν με φρικτό τρόπο οι κρατούμενοι. Η πρωσική αστυνομία, η οποία βρισκόταν ήδη υπό τις διαταγές του υπουργού Εσωτερικών Γκέρινγκ, έδειχνε να διασκεδάζει με το μακελειό. «Αδύνατο να γίνει καγκελάριος ένας τύπος που έχει το χτένισμα ενός νταβατζή, τη ματιά ενός παλαβού και τη φωνή ενός λυκόσκυλου» έλεγε περιφρονητικά ο τότε φοιτητής της Νομικής και αργότερα σπουδαίος ιστορικός Σεμπάστιαν Χάφνερ. Ωστόσο, ο κόσμος άρχισε να τον προσκυνά, «είτε από φόβο, είτε από υπολογισμό, είτε από βλακεία» σημειώνει ο Χάφνερ. Οι αιτήσεις για εγγραφή στο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ΝSDAP πολλαπλασιάστηκαν σε ελάχιστο χρόνο. Το αποκορύφωμα ήρθε τον Μάρτιο του 1933, όταν ο αριθμός τους προσέγγισε το ένα εκατομμύριο. Οι περισσότεροι από τους αιτούντες ψήφιζαν ως τότε αριστερά ή συντηρητικά κόμματα. Γι' αυτό και οι εναπομείναντες δημοκράτες, τους χαρακτήριζαν σκωπτικά «πεσόντες» της δημοκρατίας.
Ακριβώς δώδεκα χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 27 Ιανουαρίου 1945: Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τους περίπου 7.500 αιχμαλώτους κρατούμενους στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς στην Πολωνία, που απόμειναν εγκαταλελειμμένοι εκεί. Λίγες μέρες πριν οι Γερμανοί, αιφνιδιασμένοι απ’ την ταχύτατη προέλαση των Σοβιετικών, προσπάθησαν να εξαφανίσουν τα ίχνη των μαζικών δολοφονιών που είχαν διαπράξει, κατεδαφίζοντας το στρατόπεδο. Το προσωπικό του στρατοπέδου έβαλε φωτιά στο μεγάλο κρεματόριο που χρησιμοποιούσαν για την καύση των πτωμάτων, αλλά λόγω της εσπευσμένης εκκένωσης του στρατοπέδου, οι θάλαμοι αερίων παρέμειναν όρθιοι. Υπό την πίεση του χρόνου, οι Ναζί ανάγκασαν την πλειοψηφία των κρατουμένων, να περπατήσουν δυτικά (έμεινε στην ιστορία ως: «πορείες θανάτου»).
Όταν λοιπόν οι Σοβιετικοί στρατιώτες μπήκαν στο στρατόπεδο, βρήκαν μόνο μερικές χιλιάδες αποστεωμένους ζωντανούς κρατούμενους. Τα αποδεικτικά στοιχεία των μαζικών δολοφονιών στο Άουσβιτς ήταν άφθονα. Καθώς υποχωρούσαν, οι Γερμανοί είχαν καταστρέψει τις περισσότερες αποθήκες του στρατοπέδου, στις υπόλοιπες όμως οι Σοβιετικοί βρήκαν προσωπικά αντικείμενα των θυμάτων. Εκατοντάδες χιλιάδες αντρικά κοστούμια, γυαλιά όρασης, παιδικά ρούχα, περισσότερα από 800.000 φορέματα και πάνω από 6,5 τόνους ανθρώπινων μαλλιών.
31 Γενάρη 1991: Πεθαίνει ο Κώστας Μουντάκης, ο βάρδος της λεβεντιάς της Κρητικής ψυχής. Την πρώτη του λύρα την απέκτησε το 1943, με αντάλλαγμα ένα αρνί και πέντε οκάδες τυρί. Για λόγους επιβίωσης, δούλεψε μαζί μ’ έναν πλανόδιο μικροπωλητή. Απ’ την εμπειρία του αυτή, ο Μουντάκης έγραψε αργότερα ένα από τα σημαντικότερα τραγούδια του, τον «Πραματευτή». Εκείνη την εποχή το Ρέθυμνο ήταν το επίκεντρο της κρητικής μουσικής, όπου μεσουρανούσαν ο Ανδρέας Ροδινός, ο Μπαξεβάνης, ο Στέλιος Φουσταλιέρης, ο Αντώνης Καρεκλάς, ο Βασίλης Καλαϊτζάκης και πολλοί άλλοι λυράρηδες εκείνης της εποχής.
Παράλληλα προσπαθεί να προωθήσει την κρητική μουσική μέσω της ραδιοφωνίας, που είχε τη μεγάλη δύναμη στην προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κάτω απ την άγρυπνη επίβλεψη του Σίμωνα Καρά. Περνάει την αυστηρή κριτική επιτροπή του Ε.Ι.Ρ. και μαζί με τον Βυζιργιάννη στο λαούτο, αρχίζουν εκπομπές στο πρόγραμμα του Σίμωνα Καρά, προβάλλοντάς την κρητική μουσική στο πανελλήνιο. Παθιασμένος για τη μάθηση και τη διδασκαλία της κρητικής λύρας στα κρητικόπουλα, αγωνίζεται για την ίδρυση σχολών στις μεγαλύτερες πόλεις της Κρήτης. Παράλληλα, συμπαραστέκεται στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών και γίνεται πολύτιμος συνεργάτης στα ερευνητικά προγράμματα εθνομουσικολογίας του Ινστιτούτου. Η πρώτη σχολή λύρας ιδρύεται στο Ηράκλειο στο «Ωδείο Απόλλων» (1979), μετά στο Ρέθυμνο (1980), τα Χανιά (1981), στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου (1983) και τέλος ιδρύει το «Ελληνικό Ωδείο» στην Αθήνα (1985).
Πηγές για τη σύνταξη του κειμένου:
http://el.wikipedia.org/
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=495167
http://www.ushmm.org/el
Φωτογραφίες απ’ τους ιστότοπους:
http://www.onalert.gr/stories/i-nyxta-ton-megalon-maxairion-otan-o-xitler-ektelouse-ton-synergati-tou
rip-people.blogspot.com
http://yened.wordpress.com
http://blogs.sch.gr/itsikalak/