Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

ΑΔΑ

 


-Τη ζωή τη μετράμε στις στιγμές που μάς κόβεται η αναπνοή, αγαπητέ μου!

-Είστε σίγουρα καρδιολόγος;

-Ας πούμε ότι είμαι φιλόσοφος καρδιολόγος.  

-Καρδιογράφημα είν’ αυτό που κάνουμε;

-Φυσικά!

-Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο μηχάνημα. Ο προηγούμενος γιατρός μού έβαζε κάτι βεντουζίτσες…

-Απαρχαιωμένο! Αυτό είναι ένα τελευταίας τεχνολογίας μηχάνημα, με αισθητήρες που καταγράφουν το ιστορικό των παλμών σας.

-Σοβαρά;

-Εντός ολίγου θα το δείτε κι εσείς εκτυπωμένο.

-Εγώ; Τι να καταλάβω εγώ απ’ αυτά; Εσείς να το δείτε, να μου πείτε αν η καρδιά μου δουλεύει ρολόι.

-Μα σας είπα, το ζητούμενο είναι να διακόπτεται, στιγμιαία, η λειτουργία της. Αυτό εξετάζουμε απόψε.

-Δηλαδή, πρέπει να έχω πάθει συγκοπές για να βγει καλή η εξέταση; Ανήκουστο!

-Μα αγαπητέ μου, σκεφτείτε λίγο με την καρδιά σας.

-Εγώ, γιατρέ, την καρδιά την έχω για ν’ ανασαίνω.

-Κρίμα! Είναι σαν να διαθέτετε ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο για ράλι, κι εσείς το κάνετε γύρους στο τετράγωνο, με πρώτη και δεύτερη.

-Τελικά, είστε καρδιολόγος, φιλόσοφος, ή μηχανικός αυτοκινήτων;

-Λυπάμαι αν δεν καταλαβαίνετε, αλλά έχω ασθενείς έξω που περιμένουν. Έλεγα, λοιπόν, ότι η αδιάλειπτη λειτουργία ενός οργάνου, δεν αφήνει περιθώριο για αναβάθμιση…

-Αναβάθμιση; Λάπτοπ είμαι;

-Σαν ένας υπολογιστής, σωστά! Κάπως έτσι λειτουργεί κι ο άνθρωπος. Θέλει μια ψυχολογική επανεκκίνηση, αλλιώς είναι καταδικασμένος στο μαρασμό και, μοιραία, στην απόσυρση.

-Αφήστε το, ντύνομαι και φεύγω!

-Κι ό,τι εκτυπώθηκε το ιστορικό των κομμένων αναπνοών σας.

-Μα, αυτά είναι αρνητικά φωτογραφιών. Φιλμ με τραβήξατε; Κρίμα τις συστάσεις που μου έδωσαν για εσάς! Τι χρωστάω;

-Πληρώνετε στη γραμματέα μου. Ορίστε και η εξέτασή σας.

-Δεν τη θέλω. Πετάξτε την!

-Σας ανήκει. Πετάξτε την εσείς, αν θέλετε. Εγώ πάντως θα σας συμβούλευα να κάνετε μια επαναληπτική σ’ ένα χρόνο, και αφού θα έχετε εκτεθεί σε τακτικές ΑΔΑ.

-Τι είν’ αυτό;

-Αναζωογονητικές Διακοπές Αναπνοής.

-Kαληνύχτα σας… κύριε φιλόσοφε. Γιατί γιατρός μια φορά, δεν είστε!

~ // ~

Την τελευταία φράση την ψιθύρισε, καθώς έκλεινε πίσω του την πόρτα. Στο διάδρομο διασταυρώθηκε με την επόμενη ασθενή. Αν δεν φορούσαν μάσκες, θα ορκιζόταν πως γνωρίζονται. Η αύρα που άφησε πίσω της, του φάνηκε γνώριμη. Την άκουσε να καλησπερίζει τον γιατρό. Εκείνος πλήρωσε την ευγενική υπάλληλο, παρέλαβε τον φάκελο κι ορκίστηκε πως  θα τον πετάξει στον πρώτο κάδο που θα συναντούσε στο δρόμο.

Όρμησε βιαστικά στο σπίτι. Άπλωσε τα λιγοστά φιλμ κάτω απ’ το φωτιστικό του γραφείου. Στο πρόσωπό του εναλλάσσονταν το χαμόγελο, η  λύπη, η νοσταλγία και η αποστροφή.

«Η Ελένη»

«Όταν πέρασα πανεπιστήμιο»

«Όταν με προσλάβανε στην τράπεζα»

«Όταν πήρα προαγωγή»

«Όταν κέρδισα το λαχείο»

«Το γλέντι με τους φίλους»

«Όταν με ειδοποίησαν απ’ το νοσοκομείο για το ατύχημα»

«Το τελευταίο σημείωμα του μπαμπά, στο ψυγείο»

«Όταν τους αποχαιρέτησα στο κοιμητήριο»

«Μόνο η Ελένη. Κανείς φίλος»

«Δεν έχουν καταγραφεί πιο πρόσφατες ΑΔΑ»

 

Έτρεξε πίσω. Στο χρόνο ή στο ιατρείο του τρελογιατρού; Ούτε κι αυτός ήξερε. Η Ελένη περίμενε υπομονετικά για να καταγράψουν, συντροφιά, τις μελλοντικές ΑΔΑ της κοινής τους ζωής.

 

Photo By: Steve Schapiro

----------------------------------------------------------------------------------

To κείμενο συμμετείχε στον πρώτο κύκλο του δρώμενου «Τα γνωμικά εμπνέουν» που οργανώνει και φιλοξενεί στο ιστολόγιό της ΓΗΙΝΗ ΜΑΤΙΑ, η Mary Pertax.

Ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου την οικοδέσποινα για την έμπνευση, τη διοργάνωση και τις φροντίδες της! Ευχαριστώ και τους φίλους που το αγκάλιασαν και του χάρισαν τη διάκριση!

Εύχομαι σ' όλους μας τα επόμενα καρδιοχτύπια μας, να καταγράφονται μόνο από χαρούμενες στιγμές και δυνατές συγκινήσεις

-------------------------------------------------------------------------------


Λαυρέντης αγαπημένος...

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2021

Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο

Ήταν χειμώνας. Παγωνιά. Μήτε ραδίκι δεν ξεφύτρωνε. Μήτε ένα γέλιο δε διαγραφόταν. Η γη είχε καταξεραθεί. Βρέχει με το τουλούμι. Κανόνια γιόμιζαν τον ουρανό. Μήτε να βγάλει το άρβυλο να πέσει ο κάπτα-Νίκος. Μήτε να ξαναθυμηθεί τις επιστήμες και τα γράμματα. Μόνο για να νεκροφιλήσεις απόμενε λίγος καιρός. Μόνο για ν’ αποχαιρετήσεις ένα ένα πράμα που ’φευγε.

Εκείνη την ημέρα ήρθε η σειρά του λοχαγού. Ήταν μια στενή κάμαρα μ’ ένα κερί που όλο κι έλιωνε απάνω στα ποδάρια του. Κι ο λοχαγός καταμεσής νεκρός, κι εκοίταγε κατά τη δύση. Και πριν να λιώσει το κερί να σκοτεινιάσει ολότελα, κάμποσοι φίλοι εβάδιζαν κι έσκυβε ένας ένας και τον αποχαιρέταγε. Την ώρα αυτή που κίναγε στο αιώνιο ταξίδι.

Μπήκε κι ο κάπτα-Νίκος τότε, και το κερί ετρεμόσβηνε πάνω στη μούρη του νεκρού, κι είχε ξεχάσει ολότελα εκείνον τον καιρό τις επιστήμες και τα γράμματα και πως υπάρχουν ζωντανοί κι αγάπες και φθινόπωρα, κι έβλεπε μόνο εμπρός του το νεκρό λοχαγό.

Μεμιάς τα μάτια του εφουριάσανε. Μια λάμψη σα να τα ’ζωσε. Ένα φως σα να πήδησε μες στο μικρό σκοτάδι και του ’κλεισε τα βλέφαρα. Δίπλα στον  πεθαμένο, μια σπιθαμή στα πόδια του, απάνω στα σανίδια, ακίνητη σαν άγαλμα, φρουρός μαζί κι εκδικητής, καθότανε η Μαρία, μες στην ασκήμια της και τα κουρέλια της, με το ντουφέκι του νεκρού κρατώντας το ωσάν λάβαρο, στραμμένο προς τ’ ανάστροφα, αμίλητο κι ακίνητο, και μες στην κάνη που έχασκε είχε καρφώσει ένα περίφημο κόκκινο τριαντάφυλλο. Ήταν σημάδι φανερό ενός μεγάλου έρωτα. Που ποτέ δεν ειπώθηκε. Το πρώτο της και το έσχατο.

Ο κάπτα-Νίκος ξέχασε ότι ήτανε Δεκέμβρης, χειμώνας, παγωνιά, που ραδίκι δε φύτρωνε, που γέλιο δε διαγραφόταν, που κανόνια σκοτώνανε, που τα κεριά ετρεμόσβηναν, που μάνες μοιρολόγαγαν, που ’βρεχεν ασταμάτητα, και μονομιάς θυμήθηκε ότι υπάρχαν ζωντανοί κι αγάπες και φθινόπωρα και γράμματα και γέλιο και κόκκινο τριαντάφυλλο που ’χε τη δύναμη κι εφύτρωσε στην καρδιά του Δεκέμβρη.

Κι έτσι από τότε πάλι εβρήκαμε, πάνω στην ώρα που τη χάναμε, την πίστη στη ζωή. Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο φώτισε την απόγνωση του κουρασμένου ανθρώπου.

Μέλπω Αξιώτη και Ναζίμ Χικμέτ, το 1951 στο Βερολίνο

Xρονογράφημα της Μέλπως Αξιώτη δημοσιευμένο στο περιοδικό 

«Ελεύθερα Γράμματα»  (1945-46)

Πηγή

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

«Το χωριό καιγότανε κι η νύφη εμβολιαζότανε»

 

Οι ανοιξιάτικοι βολβοί ανθίσανε πρώιμα στις γλάστρες και συστήνονται με τα αλεξανδρινά και τα κυκλάμινα. Η φύση, όση μάς απόμεινε δηλαδή άχτιστη και αμπάζωτη, έχει φορέσει το καταπράσινο φουστανάκι της και λιάζεται νωχελικά στον ήλιο τον ψεύτη. Γιατί οσονούπω, όπως απειλούν τα δελτία, έρχεται νέο κύμα του ιού, συνοδεία δριμύτατου ψύχους. Και να τα χιόνια, να οι πολικές θερμοκρασίες, να τα τουρτουρίσματα στα παγωμένα διαμερίσματα, ξαναβγάλε τα αμπέχονα και τις αρβύλες, τύλιξε και μια κουβερτούλα να την έχει το παιδί στο σχολείο, γιατί θα κάνουν μάθημα, λέει, με τα παράθυρα ανοιχτά.




Κι άντε να βρεις γωνιά στο σπίτι να ζεστάνεις λίγο την ανταριασμένη σου ύπαρξη. Να τρέμεις σύγκορμος και να μην ξέρεις αν είναι απ’ το φόβο, την παγωνιά, ή την αγωνία, εάν και πότε θα μπει στο λογαριασμό σου το περιβόητο βοήθημα με το αμύθητο ποσόν των πεντακοσίων και κάτι ψιλών. Ένας φίλος ανάβει το φούρνο στην κουζίνα και μαζεύονται όλοι τριγύρω με τα χέρια απλωμένα για να ζεσταθούν. Ό,τι μας φωτίσει το λαμπατέρ ας κάνουμε, για να μην ξυλιάσουμε!



Καλή νέα εβδομάδα να έχουμε και προσοχή στα παραπλανητικά μηνύματα των μέσων που αυτοπροσδιορίζονται ως “ενημερωτικά” και που μας θέλουν μονίμως ενοχικούς και αλληλοφαγωμένους.

Οι νέοι φταίνε για τη διασπορά του ιού.

Οι γιατροί φταίνε για τους θανάτους στα νοσοκομεία.

Οι συνταξιούχοι φταίνε που ζουν πολλά χρόνια.

Κι όταν ακούς την παροιμία «Όποιος βιάζεται -για το εμβόλιο- σκοντάφτει» απ’ αυτόν που το έκανε πρώτος και καλύτερος, ταίριαξέ το με μια άλλη σοφή παροιμία:

«Γλήγορος εις το χουλιάρι (*) κaι αργός εις τη δουλειά»




(*) Χουλιάρι: το κουτάλι της σούπας

***Οι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται απ’ το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους ***

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

Ας μιλήσουμε για μοναξιά

Όλες οι δυστυχίες του ανθρώπου απορρέουν απ’ την ανικανότητά του να καθίσει σ’ ένα δωμάτιο μόνος και σιωπηλός.~ ΠΑΣΚΑΛ

Στους καιρούς μας, η μοναξιά θεωρείται απειλή, ήττα. Στο όνομα τούτου του τρόμου, αποφασίζονται και οι βαρύτεροι συμβιβασμοί. Συμβιβασμοί στη συντροφιά, στη δουλειά, στους φίλους, στις ιδεολογίες, στο γάμο.

Υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να κοιμούνται με τον εχθρό τους, να μοιράζονται την κάθε μέρα τους με κάποιον που περιφρονούν, που τους μειώνει, τους αποδιοργανώνει το χαρακτήρα, παρά να ζήσουν, έστω και για ένα διάστημα, μόνοι.

Λέγεται ότι «φόβος μοναξιάς είναι φόβος εαυτού» ίσως και γι’ αυτό είναι τόσο ισχυρός, ολοκληρωτικός φόβος. Όταν ο ίδιος ο εαυτός μας, μας είναι άγνωστος, απωθημένος, παραποιημένος και ξένος, τον αποφεύγουμε.

Υπάρχουν άνθρωποι που μπορείς να ζεις μέσα τους χωρίς να ζεις μαζί τους. Όπως και άνθρωποι που ενώ ζεις μαζί τους είναι αδύνατον να ζεις μέσα τους, έγραφε ο Γκαίτε.

Με άλλα λόγια, μέσα σε πολυμελή οικογένεια, μέσα σε φασαριόζικη παρέα που γλεντοκοπά, μέσα σε μια ομάδα που εκδράμει, η εσωτερική μοναξιά, η αληθινή γνήσια μοναξιά ενός μέλους μπορεί να φτάνει στην απελπισία. Δεν είναι όλοι γεννημένοι για να παντρευτούν, δεν είναι όλοι γεννημένοι για να γεννούν παιδιά.

Κοινωνικός δεν είναι ο κοσμικός. Κοινωνικός είναι ο άνθρωπος που μπορεί να συμπαθήσει τον άλλο. Να τον ακούσει με βαθιά προσοχή, να του ανοίξει την καρδιά του. Την κοινωνικότητα την ορίζει η ικανότητα της συμπάθειας και της αλληλοκατανόησης, ενώ την κοσμικότητα η σωματική συνύπαρξη για κάποιου είδους υλική συνεργασία: για να φωτογραφηθούμε, για παράδειγμα, σε κάποιο κοσμικό περιοδικό ή για να ανταλλάσσουμε επισκέψεις με σκοπό να παραμείνουμε σε ένα επίπεδο μελών καλής οικονομικής τάξεως κ.λπ.

«Αν και έχω χρόνια να σε δω, δεν έλειψες ποτέ από τη ζωή μου», έγραψε κάποιος σε παλιό του δάσκαλο.

Αυτές όμως είναι εμπειρίες που μόνο οι θαρραλέοι της μοναξιάς μπορούν να χαρούν. Γιατί η μοναξιά σου ασκεί το κουράγιο, σου εκλεπτύνει τη διαίσθηση, σου στερεώνει την αυτάρκεια και τη σεμνότητα που καταλήγει να επιλέγει κάθε σοβαρός άνθρωπος. Γιατί η μοναξιά είναι το σχολειό της αυτογνωσίας. Και όπως λέει ο Λάο-Τσε: «Αν όλο τον κόσμο γνωρίσεις, γνώρισες πολλά. Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, τα έμαθες όλα».

Προσέξτε ότι οι μοναχικοί άνθρωποι έχουν βλέμμα βαθύ, ικανό να περιπλανηθεί συγκεκριμένο μέσα στον βαθύ τους εαυτό και μέσα στον βαθύ άλλον που κοιτάζουν. Δείχνουν να γνωρίζουν κάτι παραπάνω απ’ όλους όσοι ολημερίς τρέχουν κι ανακατώνονται σε ατελείωτες απασχολήσεις, φλυαρίες και παρέες.

Οι άνθρωποι που δεν αντέχουν τη μοναξιά, είναι εκείνοι που κάνουν τις χειρότερες σχέσεις. Με τους φίλους, με τα παιδιά τους, και κυρίως με τον ερωτικό τους σύντροφο. Αντιθέτως, εκείνοι που τα έχουν βρει με την ψυχή τους, καταφέρνουν τους πιο πλούσιους δεσμούς. Αγαπούν και είναι σε θέση να νοιάζονται.

Κάποιος ρώτησε ένα σοφό γέρο: «Μα γιατί δεν μπορώ τελικά να κρατήσω ένα φίλο κοντά μου, αφού το θέλω τόσο πολύ;» Και ο σοφός του απάντησε: «Ακριβώς επειδή το θες πάρα πολύ». Η λαχτάρα για σχέση φαρμακώνεται από τη λαχτάρα για ταύτιση, για εξάρτηση, για προβολές, για ρούφηγμα, για χρήση εντέλει.

Με τέτοιες ανάγκες για στόχους, δε συνδέεσαι. Συνεργάζεσαι μόνο για να ανταλλάσσεις αρρώστιες, παθογόνους ερεθισμούς και προφάσεις. Για να αποφεύγεις την πραγματικότητά σου που τρέμεις. Τέτοιες διαθέσεις σύντομα γίνονται αντιληπτές και κάνουν τον άλλον να ασφυκτιά και να απομακρύνεται.

_______________________

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο παλιάτσος και η Άνιμα» της Μάρως Βαμβουνάκη

Πηγή κειμένου: https://antikleidi.com

Photo By: Toni Schneiders