Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Δι’ ευχών

 


 «Ο  ουρανός έβρεχε διαρκώς λεπτόν νερόχιονον, ο γραίος αδιάκοπος εφύσα και ήτο ψύχος και χειμών τας παραμονάς των Χριστουγέννων του έτους…» *

Καημένε μου Βάρναλη

και να ̓σουνα σε μια μεριά

να θωρούσες το σύγχρονο γέροντα

βαριαναστενάζοντα και νεφελοσκεπασμένο

κόπιασε να σε χαρώ

στην έρημη πόλη μου

εντός της μαθουσάλειας κάμαρής μου

να ξεγελάσουμε με κατιτίς

κι αυτά τα Χριστούγεννα

μέσα απ’ τα εικονίσματα φανερώσου

απ’ τα βιβλία σου τα ιερά ξεπρόβαλε

δεν έχω κι ένα ποτηράκι ρακή να σε φιλέψω

μόνο μια θαλασσοδαρμένη γωνιά νέμομαι

ένα τραπεζάκι σαρακιασμένο

ελάχιστα ψιχία εναπομείναντα απ’ τα χτες

μια καρέκλα παντέρημη

κι ένα καρφί πίσω απ’ την πόρτα

μια χλαίνη κλαίουσα και διάτρητη

ωσάν την γηραιάν καρδίαν μου

κρεμάμενη επί ξύλου

υπέρ πίστεως και πατρίδος πεσούσα

και εκ πενιχράς συντάξεως εκπεσούσα

 

κόπιασε κι εσύ

αόρατε καβαλάρη

αρχάγγελε και λυτρωτή μου

ντύθηκα την πανοπλία της λήθης

“αντέχει ακόμα ο παλιόγερος”

ραμφίζουν τ’ αγριοπούλια ολούθε

μα εγώ δεν χρήζω πλέον της αντιμισθίας τους

επιστρέφω νικητής στην παιδική μου φάτνη

ετούτο είναι το θαύμα Σου το μέγα

μεταλαβαίνω

το σώμα και το αίμα Σου

ένθεος και παραδομένος

στο έλεός Σου!»

Θαλπερή αύρα εισόρμησε 

στην υγρή κάμαρα

σπουργίτης κελάηδησε τη νεκρώσιμο

τσιμπολόγησε τ’ αντίδωρα

πάνω στο τραπέζι

και φτερούγισε ως το γαλάζιο ρυάκι

της απολησμονιάς

 

ένα μικρό αγόρι

έμπλεο χαράς

ξαναζούσε τα Χριστούγεννα

των αλκυονίδων εποχών

πανάλαφρη σαν κρυστάλλινη νιφάδα

ακροβολίστηκε η ψυχή του

αέρινη

όσο το φτεράκι

του συνεργού σπουργίτη.

 *Απόσπασμα απ’ “Τα Χριστούγεννα του Παπαδιαμάντη” - Κώστας Βάρναλης (“Πεζός λόγος” εκδ. ΚΕΔΡΟΣ)

Πηγή φωτογραφίας


Συμμετείχε στο 26ο Συμπόσιο Ποίησης που οργάνωσε και φιλοξένησε, και φέτος, η Αριστέα μας.

Με εξαιρετικούς συνδαιτυμόνες κι αυτή τη φορά, συγκινητικές συμμετοχές που καταγράφουν εύγλωττα τη διάθεση των ημερών και μια άψογη πυργοδέσποινα που μας έκλεισε με τον πιο γλυκό τρόπο, ετούτη την ολότελα “πεζή” χρονιά. 

Εις το επανιδείν λοιπόν, ας είμαστε όλοι καλά, για ν’ ανταμώνουμε και να “ξεφαντώνουμε”.




Παρασκευή 12 Ιουλίου 2019

Αμφιλύκη - [24ο Συμπόσιο Ποίησης]


ενός λεπτού σιγή για τα εκλιπόντα
για το τρυφερό φιλί
το στοργικό αγκάλιασμα
τις γαληνεμένες κουβέντες
τα δάκρυα στα μάτια
την προσευχή στον ουρανό

ενός λεπτού κραυγή για τα ορατά και αόρατα
το γοργοφτέρουγο γλαροπούλι που ξαπόστασε στην πλώρη μιας ψαρόβαρκας
τις ψυχούλες που λικνίζονταν πάνω στα χρυσά λέπια της ξεστήθωτης γοργόνας
το παράπονο του ήλιου καθώς αγκυροβολούσε τις αχτίδες του
στα νερά του Σιλωάμ
το όλον της φύσης και το τίποτα που κατέγραψαν οι οθόνες

ενός Θεού οργή
για το τελευταίο ηλιοβασίλεμα του κόσμου
που ξοδεύτηκε στο κλικ μιας συσκευής
για τον άνθρωπο που στα σκουπίδια
πέταξε τα δώρα Του
και γύρισε περιφρονητικά την πλάτη του
στο επιθανάτιο σπινθήρισμα του ήλιου
μέσα στον κάδο με τις πλαστικές σακούλες

ενός τέλους η αρχή
στο ξεκίνημα του πιο παγερού κι ανήλιαγου χειμώνα
οι άνθρωποι αλυχτούσαν κι έψαχναν τροφή στα σκουπίδια
το θαύμα της τεχνολογίας καθόλου δεν τους χόρτασε
κι όλο θρηνούσαν ενθυμούμενοι το τελευταίο δείπνο της Εκάτης.


Συμμετείχε στο 24ο Συμπόσιο Ποίησης στον ιστότοπο Η ζωή είναι ωραία
Ευχαριστώ απ’ την καρδιά μου, το στυλοβάτη  του θεσμού αυτού, την Αριστέα μας και όλους τους φίλους και τις φίλες που συντροφεύουν με τις συμμετοχές και τα σχόλιά τους, αυτή την υπέροχη ποιητική μας απόδραση.



Δευτέρα 29 Απριλίου 2019

αποδομημένη σοκολατόπιτα


(προετοιμασία)
−“τι να κρατάμε στην Αριστέα;”
ρώτησε κάποια απ’ την παρέα
−“καμιά σοκολατόπιτα;”
πρότεινε μία αδαής
ιιιιι… στα όρη στ’ άγρια βουνά
τον κόρφο φτύσαμε ευθύς
κάναμε το σταυρό μας
ξεπλύναμε με αγιασμό
το στόμα της αμαρτωλής
και φούρνο αναζητήσαμε
με προϊόντα ολικής

(υλικά)
διαλέξαμε κριτσίνι
μ’ αγαύη και ταχίνι
με κρούστα κανναβόσπορο
και ποικιλία εφτά καρπών
και μπάρες δημητριακών
και για ποτάκι χαλαρά
smoothies βραστών λαχανικών
κέφι που έχει να γίνει
ετούτο το συμπόσιο
αθάνατο θα μείνει

(εκτέλεση)
«να πεθάνει ο Χάρος ο άχαρος / ο λευκοαλευρωμένος
κι οπού θα πίνουν έτοιμους / χυμούς και κόκα κόλες
πουλάκι να μην κελαηδεί / να γίνοντ’ οι  μπριζόλες
δίκοκκοι  λιναρόσποροι και κριθαριού νιφάδες
τα ύστερα της ζάχαρης / τόσων δοντιών φονιάδες
ρύζι λευκό-κακό σπυρί / να μη ριζοβλαστήσει
και μακαρόνι ολικής την πλάση να ταΐσει»

(σερβίρισμα)
−εβίβα στην παρέα!
μας είπε η Αριστέα
−πεθαίνω για να ζω
ήταν το σύνθημά μου
κι όποιος δεν αποδόμησε
σωστά το νόημά μου
ενημερωτικό σημείωμα
του στέλνω με μια ρήση:
«Φοβόταν τρομερά το θάνατο
γιατί δεν είχε ακόμα ζήσει» (*)

(*) Φραντς Κάφκα


Η αποδόμηση της συγκεκριμένης σοκολατόπιτας, πραγματοποιήθηκε επιτυχώς στο 23ο Συμπόσιο Ποίησης της Αριστέας μας, που χρόνια τώρα, έχει κηρύξει ανοιχτό πόλεμο με τη ζάχαρη (και όχι άδικα). Το θέμα του Συμποσίου, αν και θανατερό, ανέδειξε το μεγαλείο της ζωής και τη διαχείριση του πένθους. Τελικά, αυτό που αποδομήθηκε σ’ αυτό το Συμπόσιο, ήταν ο θάνατος. Με την εξαιρετική θεματική ιδέα της Αριστέας και τις υπέροχες συμμετοχές των φίλων.
Θερμά συγχαρητήρια στον νικητή του Συμποσίου, τον Γιάννη μας, που αποδόμησε ΚΑΙ τον κανόνα της πρωτιάς που, ως τώρα, ήταν γυναικεία υπόθεση.



Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Σβήσε το σπίρτο να κοιμηθούμε


Παραμονή των Χριστουγέννων
η κάμερα εντόπισε
κοριτσάκι ακάλεστο και εμφανώς ασυνόδευτο
να περιφέρεται στη γειτονιά μας
τη φωταγωγημένη και απαστράπτουσα

***

οι κινήσεις της  θεωρήθηκαν ύποπτες
καθώς πυροδοτούσε εύφλεκτα ξυλάκια
πλησίον των παρκαρισμένων οχημάτων
ότε εκλήθη η αντιτρομοκρατική υπηρεσία

***

οι παραμυθώδεις ισχυρισμοί της στους ένστολους
ότι είναι πλανόδια πωλήτρια σπίρτων
ούσα ορφανή και πρόσφυγας εμπόλεμης χώρας
μάς συγκίνησε σφόδρα πλην όμως…

***

δεν ήταν συμβατή με το πνεύμα της γιορτής
η ευτελής εικόνα της μικρής
κι έτσι επιστρέψαμε στα διαμερίσματά μας
παραχωρώντας μεγαλόκαρδα την άδειά μας
να κουρνιάσει κάτω απ’ τη λεμονιά
του λαμπροστολισμένου πεζοδρομίου μας

***

μια κυρία έβγαλε το σκυλάκι της το πρωί
να κάνει την ανάγκη του στο ξινόδεντρο
τουρτούριζε το δύστυχο το ζωντανό
μα το είχε καλά προφυλαγμένο
σε γούνινο ζακετάκι

***

“πώς βρέθηκε άραγε ξυλιασμένο το κοριτσάκι;
με τα σπίρτα του νοτισμένα στο χεράκι;”
πέσαμε απ’ τα σύννεφα οι Χριστιανοί
με το φόβο μήπως η κοριτσίστικη ψυχή
στοιχειώσει το γεύμα των Χριστουγέννων…


Το διαδικτυακό μας συμπόσιο/ρεβεγιόν, είναι πια γεγονός. Στα γνώριμα μέρη της Αριστέας μας, γιορτάσαμε το επετειακό 22ο συμπόσιο ποίησης με λαμπερές συμμετοχές, πολύτιμους φίλους και ζεστή παρέα. Θερμά ευχαριστώ τους φίλους και την οικοδέσποινα, για την εμπειρία και το ταξίδι. 
Οι ευχές μας ενώνονται για όλα τα παιδιά που βιώνουν τον παραλογισμό του πολέμου και περιφέρονται στην “πολιτισμένη” μας ήπειρο. Οι προσευχές μας είναι να βρουν τη νέα χρονιά, το αυτονόητο. Μια πατρίδα, ένα σπίτι, μια οικογένεια, ένα ζεστό κρεβάτι και όνειρα για τη ζωή τους. 


Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

Εκλήθη προς μετάταξη


“Σύντομον σχολικόν ενθύμιον απ’ την τάδε τάξη
του τάδε δημοτικού, την τάδε χρονιά”
Ο κύριος Φάνης εν μέσω αμνοεριφίων
ανένταχτος αιθεροβάμων και ευφάνταστος καινοτόμος
μας ήρθε στην τάξη  πρωτοκάραβος και απλόκαρδος
με τη βίτσα του τη βεργολυγερή που όλοι μας την τρέμαμε
από κάτι “καλοδασκάλους” κατά το πρωτόκολλο…
αυτός την ξεμασκάλισε την έκανε διχάλα
σαν υδροφάντης την στροβίλιζε στον αέρα
κι έψαχνε να βρει τη νερομάνα φλέβα
“έτσι θ’ ακουρμάζεστε κι εσείς κάτω από κάθε λέξη
ν’ αναζητάτε τις ρίζες και τις πηγές της
να τις φυτεύετε για να καλοκαρπίσουν
γιατί δίχως λέξεις δεν υπάρχει σκέψη
και δίχως σκέψη πεθαίνουν οι ιδέες”…

Τον έφαγε το λησμονοβότανο τον κύριο Φάνη
τον δάσκαλο τον αηδονόλαλο της τάδε τάξης
που έφερε τις λέξεις του μια μέρα να τις ριζοβολήσει
κι όταν τον πήραν είδηση πως φύτευε τους σπόρους του
για ισότητες και δικαιοσύνες και πολεμόχαρους αιμοπότες
αίφνης εκλήθη προς μετάταξη λόγω ψυχικής διαταραχής
κι έτσι επιστρέψαμε κι εμείς τ’ αθώα πρόβατα
στην κανονικότητα του χερσοχώραφού μας
γίναμε μεγάλοι κι ευπρεπείς και άπραχτοι
και ευλαβείς κολλυβογραμματιζούμενοι
μεροδούληδες και μονοφαγάδες
ως ορίζει του ισχυρού ο νόμος.

Ευπειθώς υποφέρω,
Ένας μαθητής σου απ’ τα παλιά
που έφτασε τα χρόνια και τα λόγια σου

Συμμετείχε στο 21ο Συμπόσιο Ποίησης της Αριστέας μας που οργάνωσε και έτρεξε 
στο στέκι της Η ζωή είναι ωραία
Εξαιρετικές συμμετοχές και σ’ αυτό το συμπόσιο, νέες παρουσίες, ξεχωριστές διαδρομές και εκδοχές πάνω στον καμβά των λέξεων που μας έδωσε η Αριστέα. 
Εγκάρδια “ευχαριστώ” στους φίλους γι’ αυτό το  υπέροχο συναπάντημά μας και φυσικά 
στην -άψογα οργανωμένη- Αριστέα μας! 

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Υλιστική διαλεκτική σε τόνους λεοπάρ [20ο Συμπόσιο Ποίησης]


Μη με λέτε Ασημίνα
τρε-μπανάλ και αντιστάρ
ζε-μα-μπελ “Μαντάμ Σιμόν”
«Ποια Σιμόν; η Μποβουάρ;»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι η  Λεοπάρ

(ρεφρέν)
Ούσα στη μπουρζουαζία
διαθέτω ευαισθησία
πάντ’ αφήνω μπουρμπουάρ
σε πτωχούς και σε κλοσάρ (ώπα)

Είμαι ενσωματωμένη
καναπέ και λινζερί
ασορτί και το τυρμπάν
«το φακιόλι εννοείς;»
Όχι πες, δεν είμαι σταρ;
«Σαν τη Τσίτα του Ταρζάν»
Δεν την ξέρω τη μαντάμ
εγώ είμαι φου-ζαμάν

(ρεφρέν νο2)
Και στα υποδήματά μου
ο κοσμάκης στα παλιά μου
κι αν δεν έχουνε να φαν’
τους κερνάω κρουασάν (ώπα-ώπα)

«Μια σταλιά ψυχή δεν έχεις;
δίπλα ρίχνουνε ναπάλμ
σφάζουνε μικρά παιδιά»
Εγώ είμαι μια μαντάμ!
Μπυθουλαίοι και μπας-κλας
κι όλη αυτή η ντεκαντάνς
μου ταράζουνε  το ζεν
κι είμαι ευαίσθητη ναι-μεν
αλλά ο μόνος μου χαβάς
να περνάω ΕΓΩ τρε-μπιέν!



Συμμετείχε στο 20ο συμπόσιο ποίησης της Αριστέας μας.

Για την ιστορία: Η μαντάμ Σιμόν έπληττε θανάσιμα εκείνο το βράδυ. «Να ανακατευτείτε με λαϊκούς ανθρώπους, για να νιώσετε ένα ψυχολογικό ξύπνημα» της είπε ο ψυχαναλυτής της στο τηλέφωνο, ακούγοντας το μονόλογο-ντελίριο της μαντάμ και τις ατελέσφορες εσωτερικές της αναζητήσεις. Μετά από πολύωρες περιπλανήσεις στο διαδίκτυο, βρέθηκε στα λημέρια της Αριστέας μας.

«Η ζωή είναι ωραία» διαβάζει κι ένα χαμόγελο διαγράφεται στα σαρκώδη χείλη της. «Αυτό είναι. Θα καταπιαστώ με την ποίηση!», σκέφτεται. Κάπως έτσι ξετυλίγεται το πηγαίο ταλέντο της στην αυτοαναφορικότητα και τον αχαλίνωτο αυτοθαυμασμό της.

Κάθε ομοιότητα με αντίστοιχες «ανήσυχες» υπάρξεις, δεν είναι τυχαία.
Η λεοπαρδαλή, είναι ένα σαρκοφάγο θηλαστικό, της οικογένειας των “homo je m' en fous ”. Ζει και κινείται στις ζούγκλες των πόλεων, την χαρακτηρίζει η κοινωνική οκνηρία και [εκ]τρέφεται από εύπορους ζωέμπορες.


Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2017

Οι αρχάγγελοι των προαστίων [19ο Συμπόσιο Ποίησης]

Νύχτα αργά που σχόλασε
είχε σχολάσει κι η γιορτή
σ’ ένα άδειο βαγόνι τρένου και φέτος
τελευταίο δρομολόγιο
Κηφισιά - Ομόνοια – Βηθλεέμ...
  
«Εωθινό αστέρι μου που έρχεσαι απ’ το βορά
τι κάνουν οι αγγέλοι μου;
ποιος μας φυλάει εκεί ψηλά;
θα έχει ζέστα το μικρό; θα έχει συντροφιά;
θα ξεστρατίσει ένας Θεός ως τη δική μας φάτνη;
εκεί που ναυαγήσαμε στο υπόγειο της Μάρνη
μήτε γατιά δεν μας χνωτίζουν πια...»

Γλυκά κούρνιασε στο κάθισμα
ακούμπησε στο νοτισμένο τζάμι
με προσκεφάλι την παλάμη
φωτάκια γλυκοφέγγανε στης πόλης την αχλή
αχ, ωραία που ζεστάθηκαν  τα ξυλιασμένα πόδια
κύλησε το αίμα πάνω στις ράγες του κορμιού
απ’ την καμπίνα του μηχανοδηγού
κάποιος της έγνεψε
με το σεβασμό και τη συντροφικότητα
που έχουν οι φαντάροι σαν αλλάζουν σκοπιά
«Με το καλό να γυρίσεις σπίτι σου και Χρόνια Πολλά!»

Φύλαξε την ευχή να τη ζεσταίνει
κι έτρεξε τα υγρά στενά
να φτάσει γρήγορα στην υπόγεια φάτνη
ένα αστέρι τη συντρόφευε σ’ όλη τη διαδρομή
σα φακός αναμμένος στη τσέπη του παλτού της
μα εκείνη δεν το πρόσεξε,  μόνο έτρεχε κι αγωνιούσε
αν θα’χει ζέστα το παιδί,
αν θα’χει συντροφιά,
για ένα δώρο χρυσοτυλιγμένο, αν θα τη φτάσουν τα λεφτά...

Κι ως άνοιξε την πόρτα της
ανοίξαν και οι ουρανοί
κι όλου του κόσμου τα Ωσαννά
ακούστηκαν απ’το φωταγωγό
κι οι αρχάγγελοι που φυλάνε τα στενά αυτά
ευλόγησαν με τα ιερά τους δώρα•
ένα παιδί που κοιμάται στα ζεστά
ο άντρας φοράει ρούχα καθαρά
το τραπέζι στρωμένο με δυο πιάτα  και μια κανάτα κρασί
κι ένα ματσάκι λευκά κρινάκια στο ποτήρι...
«Καλά Χριστούγεννα και καθαρή ψυχή!»

Το πρωί θα ζεστάνει το γάλα του παιδιού
κι ο πατέρας θ’ αφήσει στο προσκεφάλι του
ένα τρενάκι,
αχ, τι χαρά θα πάρει το παιδάκι
όταν πρωτοκυλήσουν τα βαγόνια στις ράγες τους
αχ, τι μαγεία θα νιώσει
όταν ο ξύλινος μηχανοδηγός
θα του κλείσει συνωμοτικά το μάτι...

[για την Α.]


Συμμετείχε στο επετειακό 19ο Συμπόσιο Ποίησης της Αριστέας μας.
Ευχαριστώ πολύ την οικοδέσποινα Αριστέα και τους φίλους που συμμετείχαν και σ’ αυτή την εξαιρετική ποιητική συνεύρεση. Η θεματική λέξη (Θεός), ας γίνει ο φάρος μας για τη χρονιά που έρχεται. Ό,τι κι αν σημαίνει για τον καθένα μας, ας το κάνουμε προσευχή και προτροπή για μια νέα χρονιά γεμάτη αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια και ανθρωπιά.


Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2017

Parfait Amour (*)

-         Σε είχα σα βασίλισσα μη βρέξει και μη στάξει!
-         Γιατί εγώ δεν ήμουνα σε όλα μου εντάξει;
-         Που δούλευα νυχθημερόν τίποτα μη σου λείψει!
-         Ποια άλλη θα περίμενε τα πόδια σου να τρίψει;
Mε θερμοσίφων’ ανοιχτό;
Και  σώβρακο κολλαριστό;
Και το γιουβέτσι αχνιστό;
Ποια θα σου είχε μπακλαβά;
Όχι για πες μου. Ποια;
-         Σου ζήτησα εγώ ποτές να φτιάχνεις μπακλαβάδες;
Από τη μια με γλύκαινες κι ύστερα με φαρμάκωνες με άδικους καβγάδες!
-         Ξέρεις γιατί σου γκρίνιαζα;  Γιατί ξενοκοιτούσες!
-         Και τη δική σου την ουρά ενίοτε κουνούσες!
-         Πότε μωρέ Απόστολε κούνησα την ουρά μου;  
Που ήμουνα υπόδειγμα τριάντα χρόνια γάμου!
-         Γιατί εγώ δεν ήμουνα; Και που λοξοκοιτούσα,
για να ζηλέψεις τό΄κανα, όταν μου είπες μια βραδιά πως δεν σε συγκινούσα.
-         Το’πα γιατί μου είπανε πως τά’χεις με τη χήρα…
-         Ποια χήρα βρε Βασούλα μου;
-         Του μακαρίτη του Μηνά… της θειας σου η βαφτιστήρα.
-         Αν ήθελα βρε Βάσω μου εγώ να στα φορέσω…  
-         Δεν μου τα φόρεσες ποτές, όπερ να υποθέσω;
-         Μη σώσω να ξημερωθώ, στ’ ορκίζομαι αητέ μου!
-         Μήτε κι εγώ στα φόρεσα κι ας είχα τα σουξέ μου!
-         Τότε προς τι Βασούλα μου αυτό το καβγαδάκι;
-         Μόνος σου το ξεκίνησες να μου μιλάς με υφάκι!
-         Τό’κανα για ν’ ανάψουνε λιγάκι τα αίματά μας,
γιατί πολύ βαλτώσαμε μες τα προβλήματά μας.
-         Και πώς θα την κρατήσουμε τη λίμπιντο ακμαία;
Με κασκορσέ απ’ τον πόλεμο  και τρίχινη σκελέα;
-         Eίσαι να πάμε στο σεξ-σοπ να πάρουμε ιδέες;
-         Δε ντρέπεσαι Απόστολε; Ο νους σου τρέχει διαρκώς σε εμμονές χυδαίες!
-         Πού είναι η χυδαιότητα;.... τι εννοείς ρε Βάσω;
Εγώ σλιπάκια αθλητικά θέλω να αγοράσω!
-         Άντε καλά... σάμπως θ’ αλλάξω και εγώ, κάτι παλιές κιλότες.
-         Καλά που το κατάλαβες, τέτοιες φορούσανε παλιά οι Σφακιανοί κι οι Χιώτες!
-         Και τι προτείνεις δηλαδή να πάρουμε για μένα;
-         Ζαρτιέρες και κομπινεζόν... τα έχω απωθημένα!
-         Και να με δουν στη γειτονιά ν’ απλώνω τέτοια ρούχα;
Έχουμε γιο της παντρειάς θ’ αρχίσουνε τα γιούχα!
-         Και δηλαδή ξοφλήσαμε αν παντρευτεί ο γιος μας;
Μόνο για να γεννήσουμε είν’ ο προορισμός μας;
-         Γεράσαμε Απόστολε αυτή είναι η ουσία!
-         Δεν έχει δικαιώματα η τρίτη ηλικία;
-         Μα να φορέσω νεγκλιζέ που είμαι γεμάτη ζάρες;
-         Εγώ γυμνή σε σκέφτομαι και μού’ρχονται αντάρες!
-         Μπα σε καλό σου Απόστολε, μού’ρχεται να γελάσω!
Στα εξήντα μου το “εργόχειρο” πάλι να ξαναπιάσω;
-         Γιατί γελάς ρε Βάσω;
Ξέχασες που παντρεύτηκε στα ογδόντα του ο Πικάσο;

[Aφιερωμένο εξαιρετικά σε κάτι ζευγαράκια που κάνουν το μεταπτυχιακό τους στη ζωή και τον έρωτα.
Tότε που όλοι τους θεωρούν παροπλισμένους…]

Η Βάσω και ο Αποστόλης φιλοξενήθηκαν στο 18ο συμπόσιο ποίησης της Αριστέας κι ευχαριστούν θερμά την οικοδέσποινα και τους φίλους που τους τίμησαν με την ψήφο εμπιστοσύνης τους. Πιασμένοι χέρι-χέρι αποχώρησαν απ’ το συμπόσιο, σχολιάζοντας έντονα την πρωτόγνωρη εμπειρία τους.
-         Είδες που σου τα έλεγα πως άξιζε να’ρθούμε;
-         Φοβόμουν βρε Απόστολε να μη ρεζιλευτούμε!
-         Το έχασες το στοίχημα κι απόψε δεν κοιμάσαι!
-         Δεν θα κεράσεις ένα ντρινκ λιγάκι να φτιαχτούμε;
-         Parfait amour κορίτσι μου, όπως παλιά, θυμάσαι;
 (* η τέλεια αγάπη)