Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Κόντρα γάμος



- «Οι γονείς μας κι εμείς θα χαρούμε να σας δούμε στο γάμο μας, που θα γίνει...»

- Σβήσ’το «γονείς».

- «Θα χαρούμε να σας δούμε στο γάμο μας που θα γίνει στον Ιερό Ναό...»

- Σβησ’το «ιερός ναός».

- «... που θα γίνει στην εκκλησία της Παναγίας της Γρηγορούσας, την Κυριακή 29 Ιουνίου, στις 6 το απόγευμα...»

- Σβησ’το «απόγευμα», εννοείται.

- «... Οι οικογένειες...»… ξέρω, να το σβήσω.

- Πουλιά στον αέρα πιάνεις!

- «Μενέλαος και Σουλτάνα»

- Με κουράζεις...

- «Μένιος και Τάνια». Ευχαριστημένη;

- Πόσα θα τυπώσουμε;

- Διακόσια, καλά είναι;

- Ναι αμέ...να το τυπώσουμε και σε αεροπανό. Να πετάει μια βδομάδα πριν, σ’ όλο το λεκανοπέδιο.

- Πολλά είναι ε;

- Ρε Μένιο για γάμο πάμε, όχι για δημαρχία. Εκατό και πολλά σου λέω!

- Δεν πάμε οι δυο μας με τον κουμπάρο να τελειώνουμε;

- Μέσα! Γουστάρεις;

- Θα πεθάνει απ’ τον καημό της η μάνα μου.

- Ένας λόγος παραπάνω τότε!

- Θες να πεθάνει η μάνα μου Τάνια;

- Πρακτικά σκέφτομαι ρε Μένιο. Μ’ ένα σμπάρο – δυο τριγόνια...

- Τι εννοείς;

- Nα κάνουμε και τα δύο μυστήρια την ίδια μέρα. Θα μας κάνουν και καλύτερη τιμή.

- Αχ, τι λες;

- Εκείνη φταίει. Μ’ έχει ταράξει στα «Αν δεν καλέσετε τον θείο Αναξίμανδρο, την ξαδέρφη Ζηνοβία, τα ανήψια Προκόπη και Ματθίλδη και τη γιαγιά Πολυχρονία... Θα πεθάαανω»! Αυτό δεν είναι λίστα γάμου. Ευχέλαιο “Υπέρ υγείας” είναι.

- Μα να μην πάρουμε την ευλογία της γιαγιάς Πολυχρονίας;

- Όλα τα ξαδέρφια σου που την πήραν, είναι χωρισμένα.

- Εκατό και κλείσαμε! Μετά το γάμο τι θα τους κάνουμε;

- Θα τους δώσουμε εξιτήριο.

- Δεν θα τους πάμε σ’ ένα κτήμα;

- Κτήμα στο μπόϊ σου ρε Μένιο! Βρακί δεν έχει ο κώλος μας...

- Θα πεθάνει απ’ τη ντροπή της η μάνα μου!

- Να καλέσουμε τότε και τον Πέτρο Γαϊτάνο. Να ψάλλει ένα ποτ πουρί, του γάμου και της τάβλας...

- Τουλάχιστον θα βάλεις νυφικό;

- Αν δεν βάλω, θα πεθάνει η μάνα σου;

- Ρε Τάνια, αυτή τη στιγμή περιμένει κάθε μάνα! Μη γίνεσαι κυνική!

- Γράψε λάθος Μένιο. Η στιγμή αυτή είναι δική μας. Και για να μη μακρυγορούμε. Πάρε υπογλώσσια μαζί σου και πήγαινέ της τα χαμπέρια μου!

- Για πες...

- Η νύφη θα βάλει ό,τι πιο ανέμελο έχει στη ντουλάπα της.

Μετά το γάμο, πάμε παραλία. Έχω συνεννοηθεί με τα κορίτσια που έχουν την ψησταριά και θα μας στρώσουν τραπεζοκαρέκλες πλάϊ στο κύμα.

Φεγγαράδα, ψητά σούβλας, μεζεδάκια, σαλάτες και μπόλικα καφάσια Μαλαματίνες. Όλα κλεισμένα. Α! ...και λάϊβ μουσική ε;

- Αυτό θα τη μαλακώσει κάπως τη μαμά...

- Η κομπανία που παίζει τα Σαββατόβραδα. Δυο κιθάρες κι ένα μπουζούκι... στα φωνητικά ο Νώντας.

- Ε ρε χαρές που θα κάνει κυρα-Θοδώρα!

- Αν δεν πεθάνει, την περιμένουμε με μια μεγάλη αγκαλιά, πες της!

- “Μετά το μυστήριο, θα δοθεί μπιτς-πάρτυ στο παραλιακό Καφέ-Ψητοπωλείο ‘Οι Μάγισσες της Σούβλας’

- Σβήσ’το “μπιτς-πάρτυ”, “Θα γίνει γλέντι” γράψε!

- Εκατό τελικά;

- Και δώρο τα υπογλώσσια!



Η προετοιμασία του “Κόντρα Γάμου” τους, συμμετείχε στο 8ο Παιχνίδι Λέξεων του TEXNISTORIES.

O Μένιος και η Τάνια, σας ευχαριστούν ολόθερμα για την ψήφο εμπιστοσύνης σας και τη διάκριση που τους χαρίσατε.
Και πάνω απ’ όλα, ένα τεράστιο ευχαριστώ στην Φλώρα, για τη γλυκιά φιλοξενία της και την αδιάκοπη φροντίδα της.
Με την ευχή τα τελετουργικά να είναι λιγότερο φλύαρα, για να μη χάνεται ο στόχος και η ουσία... 



Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

3 τελείες 3 παύλες 3 τελείες . . . _ _ _ . . . (*)



Όλα βαίνουν καλώς.

Το τριήμερο θα έχει αίθριο καιρό, στις περισσότερες περιοχές της χώρας.

Αυξημένα μέτρα απ’ την Τροχαία.

Κανένας λόγος ανησυχίας απ’ το πέρασμα του αστεροειδούς με το όνομα «Κτήνος», ξυστά απ’ τη γη.

Πού θα περάσουν το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος γνωστοί και μη εξαιρετέοι. Η Ντόρα πέταξε για τα Χανιά μετά τη συζήτησή της με τον Αντώνη, σχετικά με τη σωτηρία της χώρας.

Όλα βαίνουν καλώς.

Ακολουθεί η ασήμαντη είδηση των ημερών. Μπορείτε να την παρακάμψετε, τραβώντας τον κέρσορα στο τέλος της ανάρτησης.






Δωδεκάχρονη έχασε τη ζωή της επειδή τα φάρμακα της ήταν ακριβά

Την Τρίτη 3 Ιουνίου 2014, το 128ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών στα Σεπόλια, βυθίστηκε ξαφνικά στο πένθος, όταν, κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων, πέθανε η 12χρονη Αναστασία Σταροκόλτσεβα, επειδή η μητέρα της, Κοσμάν Ολένα Νικολάου, δεν είχε αρκετά χρήματα για να αγοράσει τα ακριβά φάρμακα για την αντιεπιληπτική αγωγή που έπρεπε να ακολουθεί το κορίτσι. 

Η τραγωδία, όμως, είναι διπλή. Σύμφωνα με όσα καταγγέλλει το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών (ΚΣΜ), η μητέρα του κοριτσιού δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα της κηδείας.

Σε ανακοίνωσή του το ΚΣΜ σχολιάζει: «Σοκ και οργή. Η θλίψη μεγαλύτερη. Μια ζωή χαμένη, τον 21ο αιώνα, από επιληπτική κρίση. Ένα κορίτσι εξόριστο από το Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας της. Αδιαφορία που ξεπερνάει την αναισθησία. Γίνεται έγκλημα. Τρεις μέρες μετά το θάνατο της μικρής, κανείς δεν ευαισθητοποιήθηκε, ούτε για την ανάπαυση της ψυχής της».

Συντετριμμένοι οι δάσκαλοι και οι συμμαθητές της μικρής Αναστασίας Σταροκόλτσεβα, εξέδωσαν ανακοίνωση μέσω της οποίας προσπαθούν να μαζέψουν χρήματα για την τέλεση της κηδείας.




* Διεθνές Σήμα Κινδύνου SOS από τα αρχικά του Save Our Souls (Σώστε τις ψυχές μας).

Ο Ασυρματιστής του Τιτανικού Τζάκ Φίλιπς, το μοιραίο βράδυ του ναυαγίου, προσπαθούσε απεγνωσμένα να στείλει το μήνυμα για βοήθεια. Το πλοίο'ΚΑΛΙΦΟΡΝΙΑ' που περνούσε δίπλα στον Τιτανικό, δεν το «έλαβε» και δεν απάντησε ποτέ, γιατί ο Ασυρματιστής του κοιμόταν.

Οποιαδήποτε ομοιότης με κυβερνήτες και ναυάγια, δεν είναι τυχαία. Ο συνειρμός, είναι απόλυτα επιθυμητός. Αν δεν...
...Φιλάκια και καλά να περνάμε... 

Πηγή είδησης: http://tvxs.gr/news/ellada/dodekaxroni-exase-ti-zoi-tis-epeidi-ta-farmaka-tis-itan-akriba

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Την 25η ώρα

photo: http://www.eyecandybycho.com/

“Παρακαλώ αφήστε τις αποσκευές σας στον προθάλαμο και περάστε στο χώρο υποδοχής. Καθίστε. Έχετε κάτι να δηλώσετε;”
“Μόνο μια προσδοκία”.
“Αξίας;”
“Ανεκτίμητης”.
“Θα την πάρετε μαζί σας;”
“Moιραία, ναι… Έμεινε ανεκπλήρωτη”.

“Πώς ήταν το ταξίδι σας στη ζωή;”
“Κοπιαστικό, αλλά διδακτικό”.
“Τι ακριβώς σας δίδαξε;”
“Πως η θυσία είναι το άλλοθι για ένα προδομένο όνειρο”.

“Στο βιογραφικό σας βλέπω πως κάνατε οικογένεια, παιδιά και εγγόνια. Υπήρξατε τρυφερή κόρη και αδερφή, υποδειγματική σύζυγος, στοργική μητέρα και υποστηρικτική γιαγιά. Ποιον ακριβώς προδώσατε;”
“Τον εαυτό μου”.
“Θέλετε να μου πείτε λεπτομέρειες; Κάνουμε μια έρευνα για τους γήινους και η γνώμη σας θα μας φανεί πολύ χρήσιμη”.
“Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έκανα ό,τι όριζε το περιβάλλον μου. Ακόμα και την κοιλιά της μάνας μου, δεν την κλώτσησα ποτέ. Λες και ήξερα πως ήταν μια τυραννισμένη γυναίκα που δούλευε νυχθημερόν στα χωράφια για να μεγαλώσει μια πολυπληθή οικογένεια. Όλως παραδόξως, γεννήθηκα από μια κλωτσιά. Την είχε δώσει ο πατέρας μου στην κοιλιά της μάνας μου ένα βράδυ που γύρισε μεθυσμένος σπίτι. Εκείνη σφάδαζε απ’ τους πόνους κι εκείνος την έβριζε. Γεννήθηκα πρόωρα κι ύστερα από λίγες ώρες, εκείνη έφυγε. Με μεγάλωσαν συγγενείς. Όχι από αγάπη. Από υποχρέωση και συμφέρον. Δούλεψα στα χωράφια και δεν τέλειωσα το σχολείο. Από φόβο μην τους επιβαρύνω με τις σπουδές μου. Εκείνος αρρώστησε βαριά απ’ το συκώτι του. Ήμουν στο πλάι του, ως την τελευταία του στιγμή. Του έκλεισα τα μάτια και τον συγχώρεσα. Μεγάλωσα κι ερωτεύτηκα ένα παλικάρι που δούλευε μαζί μου στο σταροχώραφο. Δεν χρειάστηκε να πούμε λέξη. Τον είδα κι ήξερα πως ήταν της μοίρας μου να τον αγαπήσω. Τα απογεύματα που φεύγαμε αποκαμωμένοι απ’ τις φυτείες, με παρακάλαγε γονατιστός να έρθει να με ανταμώσει. Να με ζητήσει απ’ τους θειους μου. Να κάνουμε οικογένεια. Στο μεταξύ, με προξενεύανε σε κάποιον μεγαλέμπορα που ερχόταν στο χωριό για δουλειές. Είχε την ηλικία του πατέρα μου, ήταν γλοιώδης και είχε πρόστυχο βλέμμα. Σε δυο μήνες με παντρέψανε. Το αντάλλαγμα ήταν δελεαστικό. Βοήθησα τ’ αδέρφια μου να μεγαλώσουν και να σπουδάσουν. Του έκανα δυο κόρες και λίγο πριν πεθάνει μου χρέωσε πως δεν ήμουν άξια να του κάνω έναν διάδοχο”.

“Κι ο άλλος;”
“Είδε κι αποείδε ο φουκαράς κι εξαφανίστηκε απ’ το χωριό. Πριν παντρευτώ, μου έστελνε κρυφά γράμματα με τη μικρή μου αδερφή. Κάτι μουντζουρωμένα χαρτιά, με ανορθόγραφες λέξεις, μουσκεμένες στα δάκρυα του, αγωνιώδεις φωνές να του παραχωρήσω έστω μια ώρα. Μια μόνο ώρα. Να μου μιλήσει, να κλάψει μπροστά μου, να μου εξομολογηθεί το μαρτύριο του…. Ποτέ δεν του την παραχώρησα αυτή την ώρα. Ποτέ…”
“Μα γιατί;”
“Δείλιασα. Τον αγαπούσα τόσο πολύ, που ήξερα πως δεν θα μπορούσα ν’ αντισταθώ. Κι ύστερα… είχα πάντα την ελπίδα και την προσμονή, πως θα έρθει εκείνη η ώρα που θα του εξηγούσα… θα του ζητούσα να με συγχωρέσει και να καταλάβει γιατί πήρα λάθος αποφάσεις…”
“Ήταν η προσδοκία που λέγατε;”
“Ναι… Στο μεταξύ χήρεψα, μεγάλωσα τις κόρες μου δίχως να φύγω λεπτό απ’ το πλευρό τους, τις σπούδασα και τις καμάρωσα νυφούλες. Έγινα νωρίς γιαγιά και ξανάρχισα απ’ την αρχή να μεγαλώνω τα μωρά τους, να τα φροντίζω τις ώρες που εκείνες δούλευαν, να ξενυχτάω στις αρρώστιες τους και να προσφέρω ότι έχω και δεν έχω, για να μεγαλώσουν και να σπουδάσουν”.

“Κι εσείς; Τι κάνατε για τον εαυτό σας;”
“Μόνο πρόσφερα. Ξόδεψα αλόγιστα τις δυνάμεις και το χρόνο που μου αναλογούσε στη γη. Όταν γέρασα κι ήμουν πλέον ένα άχρηστο εργαλείο, βρέθηκα σ’ έναν οίκο ευγηρίας. Παρατημένη και ξεχασμένη απ’ όλους”.

“Κι εκείνος;”
“Μου είχε γράψει ένα γράμμα λίγο πριν πεθάνει. Το άνοιξε η μεγάλη μου κόρη και μου το έδωσε μετά από ένα χρόνο. Πριν με κλείσουν στο γηροκομείο. Γέλαγε ειρωνικά όταν μου το φανέρωσε. ‘Κράτα κι αυτό, για να θυμάσαι τους γεροντοέρωτες σου…’”.
“Τι σας έγραφε;”
“Πως ακόμα και τώρα, υπάρχει ο χρόνος για ν’ ανταμώσουμε και να ζήσουμε αυτά που η ζωή μας είχε πιστώσει να χαρούμε. ‘Θα σε περιμένω στο ξέφωτο το βράδυ, εκεί που παλιά κορφολογούσαμε τα καλαμπόκια. Θυμάσαι; Μαζί με το θρόισμα των φύλλων, άκουγα και την καρδιά σου να χτυπάει ξέφρενα. Μου έδινε δύναμη να δουλεύω ακούραστα. Να κάνω όνειρα για μας. Ασπασία, δεν έχω πάψει να ελπίζω. Πως μας αξίζει ένα ξεκίνημα. Έστω και καθυστερημένα’…”
Ασπασία… αυτό είναι το όνομά σας;”
“Μάλιστα”.
“Η ώρα που χρωστάτε στον Άγγελο… αυτό δεν είναι το γήινο όνομά του;…”
“Πώς… πώς το ξέρετε; Αυτό είναι… δηλαδή, ήταν...”
“Είναι! Στην ώρα αυτή, δεν υπάρχει παρελθόν. Η 25η ώρα είναι μια χαραμάδα στο συμβατικό χρόνο και βιώνεται μόνο απ’ όσους επιβεβαιωμένα τη δικαιούνται. Ο Άγγελος σας περιμένει στον προθάλαμο των καταδικασμένων να ζήσουν ξανά. Παρακαλώ περάστε από δω…”


Η πόρτα άνοιξε και πίσω της εμφανίστηκε ένας ηλικιωμένος άντρας, με βουρκωμένα μάτια και τα χέρια του ορθάνοιχτα για να την σφίξουν μέσα τους. Όλη την ώρα, την ξόδεψαν σε μια βουβή αγκαλιά. Οι καρδιές τους άρχισαν να χτυπούν ξανά, οι παλμοί επανήλθαν, το δέρμα τους ξανάγινε ροδαλό και οι δακρυγόνοι αδένες ενεργοποιήθηκαν. Της χάιδευε τρυφερά τα μαλλιά, της φίλαγε τα χέρια, έκλαιγε γοερά ψιθυρίζοντας με λυγμούς τ’ όνομά της “Aσπασία μου!...”.

******

Ο γιατρός που είχε βάρδια εκείνο το βράδυ, ορκιζόταν πως έγινε θαύμα. Η ασθενής που ήταν με μηδενικούς παλμούς και ψυχορραγούσε όλη τη νύχτα, το επόμενο πρωί εμφανίστηκε στο γραφείο υποδοχής και ζήτησε εξιτήριο. Μαζί της ήταν ένας ασπροντυμένος ηλικιωμένος κύριος, με σεβάσμια φωνή και απόκοσμο ύφος. Έφυγαν πιασμένοι χέρι-χέρι, σαν ερωτευμένοι που βολτάρανε αμέριμνα. Η κόρη που κατέφτασε ωρυόμενη στο νοσοκομείο, αρνήθηκε πεισματικά τις εξηγήσεις του γιατρού.

- Δηλαδή, πώς εμφανίστηκε ξαφνικά ένας γέρος στο δωμάτιο της;... Oυρανοκατέβατος;

Σημείωση: Το κείμενο ταξίδεψε κι ευελπιστεί να  συμμετέχει στο νέο λογοτεχνικό πρότζεκτ με τίτλο: "25η ώρα".
Αν δεν ήταν η Μαριλένα, προσωπικά τουλάχιστον, δεν θα είχα πάρει είδηση για το εξαιρετικό αυτό δρώμενο. Αναλυτικές πληροφορίες, καθώς και τις πρώτες ιστορίες που ήδη δημοσιεύονται καθημερινά, μπορείτε να βρείτε εδώ.


Καλή επιτυχία στο project και σε όσους συμμετέχουν. Είτε με τα κείμενά τους, είτε με τη συντροφιά και την ανάγνωσή τους!

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Τρώγε!

 
«Διάβαζε!»
«Πρόσεχε!»
«Γύρνα νωρίς!»
«Στις εξετάσεις θέλω να σκίσεις!»
«Τι να λέει το lower;… Θα πάρεις το proficiency!»
«Κόψ’ τα νύχια των ποδιών σου, σαλιγκάρια πιάσανε!»
«Πρόσεχε τους καθηγητές σου!»
«Πρόσεχε τις παρέες σου!»
«Ντύσου καλά, κάνει κρύο έξω!» /// «Μα καλά... δεν σκας με το φούτερ μέσα στο λάλαρο;»
«Σκουλαρίκι;;; Κάνε ότι θες... μεγάλωσες πια!» /// «Άμα πάθεις καμμιά μόλυνση, εγώ δεν αναλαμβάνω να σε πασαλείβω μπεταντίν!...»
«Τρώγε!...»

«Μίλα καλύτερα! Ακούς;» /// «Γιατί δε μιλάς; Με γράφεις ε;;;»
«Μη μου βαράς εμένα την πόρτα!...» /// «Άντε…μην τα κάνω λαμπόγιαλο εδώ μέσα!!!»
«Διακοπές μόνος σου;; Ξέχνα το, είσαι μικρός ακόμα!» /// «Κοτζάμ γομάρι και δεν μπορείς να μαζέψεις τις κάλτσες σου;»
«Και καλά εμένα… τη γιαγιά σου δεν τη σκέφτεσαι;;; Θα πεθάνει άμα σε δει με τατουάζ!»
«Ρε παιδάκι μου, γιατί δε μιλάς στη μανούλα σου;» /// «Boύλωσ'το επιτέλους!»
«Πότε θα μάθεις ν’ ακούς, ε;;; πότε;» /// « Δεν ακούω τίποτα! Αποκλείεται να πας μ’ αυτό το τσουλί στο πάρτυ!»
«Να πας στον πατέρα σου να του τα πεις αυτά, να σ’ αστράψει μια σφαλιάρα που θα είναι όλη δικιά σου!» /// «Πάλι σε δαύτον πήγες ε; Σου κάνει πλάτες ο προκομένος!...»
«Θα με πεθάνεις εσύ!» /// «Γιατί με γεμίζεις ενοχές και διλήμματα; Ε;;;… γιατί;;;»
«Άστο… δεν ξέρεις να το κάνεις σωστά!» /// «Μα να μη μπορείς να κάνεις κάτι σωστά!... Μα τίποτα;;;»
«Μ’ αυτό το ξέκωλο πήγες κι έμπλεξες; Και το’λεγα η ρουφιάνα!!! Χαθήκανε τα νορμάλ κορίτσια;» /// «Γιατί ρε παιδάκι μου δεν έχεις κι εσύ ένα κορίτσι; Μήπως να πάμε σε ψυχολόγο να προλάβουμε κανένα κακό;»
«Τρώγε!...»
«Δεκάρα δε δίνω για τους βαθμούς σου! Καλός άνθρωπος να γίνεις!!!...» /// «Ο Αντώνης της Σούλας, έβγαλε δεκαεννιά και μισό στο δεύτερο τρίμηνο...και χωρίς φροντιστήριο παρακαλώ!...»
«Ξυρίστηκες;;;....... Γιατί;;;»
«Άλλαξες εσώρουχο;... Πότε καλέ;;;… Με δουλεύεις;;;..... Όλη τη βδομάδα, ένα βρακί μόνο έπλυνα!... /// Εγώ σου κάνω έλεγχο;;;..... Εγώ;;;.... Α, δεν πας καλά!.... Δεν πα’ να βρωμίσεις! Σκασίλα μου!.... »/// «Τα μποξεράκια στα έβαλα στο πάνω συρτάρι…»
«Ναι, πάλι πορτοκαλάδα! Δεν μ’ ενδιαφέρει που είναι ξυνή! ... Θα την πιεις με το ζόρι!!!.... Ψηλώνεις κι έχεις ανάγκη από βιταμίνες!...»
«Τρώγε!...»

Υστερόγραφο: Συγνώμη για τις προστακτικές, τα αποσιωπητικά, τις παρενθέσεις και τα απανωτά ερωτηματικά, που σε πυροβολούν καθημερινά και αδιαλείπτως. Για τις φορές που μπερδεύω το ρόλο μου κι από γονέας, γίνομαι σκληρός ανακριτής της ΓΑΔΑ. Για την υπερβολή και την καχυποψία μου. Για την εμπιστοσύνη που φοβήθηκα να σου παραχωρήσω. Για τα πλάγια νοήματα, τις ατέλειωτες παραγράφους και τις αμέτρητες φράσεις, που θα χωρούσανε σε δυο μόνο λέξεις... «Σ’ αγαπώ!».