Μητέρα μου,
πόσο φρικτὰ βαραίνει
ἡ μοίρα σου στὸ νεανικό μου στῆθος.
Ὅλοι μου οἱ
πόνοι καταφεύγουν πλῆθος
γύρω στὴ θύμησή
σου ποὺ πικραίνει.
Mαρία Πολυδούρη
“Ένα νούμερο μεγαλύτερο, να έχει περιθώριο
που θα ψηλώσεις”.
Όλα ήταν ένα
νούμερο μεγαλύτερο. Τα ρούχα, τα παπούτσια και η αγάπη σου.
Βιαζόμουν λοιπόν
να μεγαλώσω, να ξηλώσουμε το στρίφωμα, να ψηλώσω κι άλλο, να ξαναβγούμε χεράκι-χεράκι
στα εμπορικά. Για να σ’ ακούω να λες με νόημα στην πωλήτρια “ένα νούμερο μεγαλύτερο”. Δεν μπορούσα να
αποκωδικοποιήσω τη φράση σου τότε. Νόμιζα πως ήταν μια μικρή σπονδή στα
ουράνια, να μεγαλώνω διαρκώς και να είμαι καλά. Μέχρι που έγινα κι εγώ μάνα κι
άκουσα τον εαυτό μου να λέει την ίδια φράση στο εγγόνι σου: “Ένα νούμερο μεγαλύτερο”. Κι ήταν εκείνη
η στιγμή που συνειδητοποίησα τι έκρυβε αυτή η φράση.
Ξενύχτια,
αγωνίες, θερμόμετρα, κούραση, εμπύρετα βράδια, αντιβίωση κάθε έξι ώρες και πορτοκαλάδες
και σορόπια και μουρουνέλαια.
Χάδια,
παραμύθια με χασμουρητά και μαύρους κύκλους στα μάτια σου, κουρασμένες
καληνύχτες κι ασημένιες εικονίτσες κρεμασμένες στο κρεβάτι να φυλάνε σαν
κέρβεροι τα όνειρά μου.
Μαθήματα να γράφω
και να διαβάζω, να κολυμπάω στα βαθιά, να κρατάω τις ανάσες μου, να βαδίζω στητά
και να κάνω το σταυρό μου στα δύσκολα.
Δυο τσακισμένα
χέρια μετά τη δουλειά, να καταθέτουν στα πόδια μου σακούλες με ψώνια και μεταμεσονύχτια
μαγειρέματα, με το μάτι να υγραίνει απ’ την κόπωση της μέρας, να πέφτει το
δάκρυ στην κατσαρόλα και να χυλώνει το φαγητό, να γίνεται πεντανόστιμο, με τη
γεύση σου να με κυνηγάει ισοβίως.
Κι άγριες εφηβείες
και λεονταρισμοί και μια δρομολογημένη επανάσταση, που ξεκίναγε απ’ την πόρτα
ασφαλείας μου, για να καταλήξει στο -ένα
νούμερο μεγαλύτερο- ρούχο μου. Ήξερα πως πάντα υπάρχει στο στρίφωμά μου, γερά
γαζωμένη και αιώνια διαθέσιμη, η αγάπη σου…
Η πόρτα
ασφαλείας άνοιξε και δεν παίρνω πια μπόι.
Ό,τι φοράω,
είναι ακριβώς στα μέτρα μου. Ευθύνη μου να διαλέγω το σωστό νούμερο. Να μετράω
με ακρίβεια τραπεζίτη τα αποθέματά μου και να ισοσκελίζω τις λαχτάρες με τις ανάγκες
μου. Να καμαρώνω που ψηλώνει και ν’ αγωνιώ πως στο τέλος του καλοκαιριού θα
θέλει καινούργια παπούτσια…
Και κάθε φορά
που τον περιμένω να βγει από ένα δοκιμαστήριο, ν’ ακούω τη φωνή σου σα
βαλσαμωμένη μνήμη: “Ένα νούμερο μεγαλύτερο γιατί θα ψηλώσεις”…
Φωτογραφίες: http://www.blogbaster.org/letnee/
“Ένα νούμερο μεγαλύτερο, να έχει περιθώριο
που θα ψηλώσεις”.
Όλα ήταν ένα
νούμερο μεγαλύτερο. Τα ρούχα, τα παπούτσια και η αγάπη σου.
Βιαζόμουν λοιπόν
να μεγαλώσω, να ξηλώσουμε το στρίφωμα, να ψηλώσω κι άλλο, να ξαναβγούμε χεράκι-χεράκι
στα εμπορικά. Για να σ’ ακούω να λες με νόημα στην πωλήτρια “ένα νούμερο μεγαλύτερο”. Δεν μπορούσα να
αποκωδικοποιήσω τη φράση σου τότε. Νόμιζα πως ήταν μια μικρή σπονδή στα
ουράνια, να μεγαλώνω διαρκώς και να είμαι καλά. Μέχρι που έγινα κι εγώ μάνα κι
άκουσα τον εαυτό μου να λέει την ίδια φράση στο εγγόνι σου: “Ένα νούμερο μεγαλύτερο”. Κι ήταν εκείνη
η στιγμή που συνειδητοποίησα τι έκρυβε αυτή η φράση.
Ξενύχτια,
αγωνίες, θερμόμετρα, κούραση, εμπύρετα βράδια, αντιβίωση κάθε έξι ώρες και πορτοκαλάδες
και σορόπια και μουρουνέλαια.
Χάδια,
παραμύθια με χασμουρητά και μαύρους κύκλους στα μάτια σου, κουρασμένες
καληνύχτες κι ασημένιες εικονίτσες κρεμασμένες στο κρεβάτι να φυλάνε σαν
κέρβεροι τα όνειρά μου.
Μαθήματα να γράφω
και να διαβάζω, να κολυμπάω στα βαθιά, να κρατάω τις ανάσες μου, να βαδίζω στητά
και να κάνω το σταυρό μου στα δύσκολα.
Δυο τσακισμένα
χέρια μετά τη δουλειά, να καταθέτουν στα πόδια μου σακούλες με ψώνια και μεταμεσονύχτια
μαγειρέματα, με το μάτι να υγραίνει απ’ την κόπωση της μέρας, να πέφτει το
δάκρυ στην κατσαρόλα και να χυλώνει το φαγητό, να γίνεται πεντανόστιμο, με τη
γεύση σου να με κυνηγάει ισοβίως.
Κι άγριες εφηβείες
και λεονταρισμοί και μια δρομολογημένη επανάσταση, που ξεκίναγε απ’ την πόρτα
ασφαλείας μου, για να καταλήξει στο -ένα
νούμερο μεγαλύτερο- ρούχο μου. Ήξερα πως πάντα υπάρχει στο στρίφωμά μου, γερά
γαζωμένη και αιώνια διαθέσιμη, η αγάπη σου…
Η πόρτα
ασφαλείας άνοιξε και δεν παίρνω πια μπόι.
Ό,τι φοράω,
είναι ακριβώς στα μέτρα μου. Ευθύνη μου να διαλέγω το σωστό νούμερο. Να μετράω
με ακρίβεια τραπεζίτη τα αποθέματά μου και να ισοσκελίζω τις λαχτάρες με τις ανάγκες
μου. Να καμαρώνω που ψηλώνει και ν’ αγωνιώ πως στο τέλος του καλοκαιριού θα
θέλει καινούργια παπούτσια…
Και κάθε φορά
που τον περιμένω να βγει από ένα δοκιμαστήριο, ν’ ακούω τη φωνή σου σα
βαλσαμωμένη μνήμη: “Ένα νούμερο μεγαλύτερο γιατί θα ψηλώσεις”…
Φωτογραφίες: http://www.blogbaster.org/letnee/