Δεν είναι ανάγκη ο τροχός της Ιστορίας να βουλιάζει μες στο αίμα για να
πάει η Ιστορία μπροστά - αν ο Παρθενώνας δεν ξεχάστηκε, δεν πρέπει να ξεχαστεί
ούτε το Μακρονήσι. Γιατί οι Χτίστες του ακόμη
δεν ξανάσαναν. Αγρυπνούμε
πάντα πάνω στο γκρεμό τους με τ' αφτί στημένο κατά τη στεργιά, μην τύχει και
πάψει ν' ακούεται η φωνή που χιλιάδες χρόνια ακούεται μες στην Ιστορία:
"Φύλακες
Γρηγορείτε, για να μην σας πιάσουν στον ύπνο κείνοι που κυνηγούν τον ύπνο
σας!"
Περιμένω κι εγώ
μέρα τη μέρα να με μπαρκάρουν. Ξέρω πως είμαι
"ναύλος". Όμως δεν περίμενα ήρεμα. Είναι ανώφελο να παρασταίνω εδώ
τον άτρομο. Φιλολογία
με τον κίνδυνο δεν γίνεται. Το ά γ ν ω σ τ ο έρχεται καταπάνω μου αφηνιασμένο,
χωρίς όνομα, χωρίς διαστάσεις. Μακρονήσι δε θα πει τίποτα.
Τα νησιά μονάχα τους δεν μισούν, δεν σκοτώνουν. Δεν έχουν κακία. Όλη την κακία την μάζεψαν - αλλίμονο -εκείνοι που απ' τ’
όνομα τους βγήκε η λέξη "α ν θ ρ ω π ι σ μ ό ς".
Ένα βράδυ δεν
κοιμήθηκα. Τελείωσα όλα μου τα τσιγάρα και τώρα
κάθομαι με τα μάτια ανοιχτά κι αγρυπνώ. Μήπως - αλήθεια φοβάμαι; Σε ποιον να το
πω; Όμως ναι, φοβάμαι. Μα μπροστά σε τί; Μπροστά στο θάνατο ή μπροστα στις
αμφιβολίες της αθανασίας; Σκέφτηκα ακόμη μια φορά. Σκέφτηκα πολλές ακόμη φορές.
Σκέφτηκα σκληρά, βασανιστικά. Κι αποφάσισα. Ναι. Κι εγώ αυτήν αγαπούσα. Αυτήν,
την απλή, την αστόλιστη ζωούλα...Που πάει με τα πόδια στο μπακάλη για ν'
αγοράσει ψωμί κι ελιές. Αυτήν...Κι όχι την άλλη, κείνην που φιγουράρει στα
βιβλιοπωλεία. Τον ήλιο αγαπούσα κι εγώ. Τον ήλιο που ζέσταινε τη ράχη μου. Όχι τα φωτοστέφανα!
....Πού το ξέρω γω πού θα βρίσκομαι αύριο; Τελευταία οι αποφάσεις παίρνονται απότομα. Καταργήθηκε η γραφειοκρατία. Οι υπουργοί κυβερνούν χειρονακτικά. Με χειρονομίες και σήματα.
....Πού το ξέρω γω πού θα βρίσκομαι αύριο; Τελευταία οι αποφάσεις παίρνονται απότομα. Καταργήθηκε η γραφειοκρατία. Οι υπουργοί κυβερνούν χειρονακτικά. Με χειρονομίες και σήματα.
"Αποστείλατε είκοσιν εκ των εις χείρας σας κρατουμένων δια να κατηγορηθώσιν ως προδόται και να εκτελεσθώσιν"
Η συντομία
μήτηρ πάσης Τυραννίας. Αλλά...Ας σταματήσουμε. Γιατί
έφτασε η ώρα να μπούμε στο δεύτερο κύκλο. Να κάνουμε την άγραφη τραγωδία μας
γραφτή. Και πρέπει να το κάνουμε τώρα. Όσο ζουν ακόμη τα μάτια κείνα που δεν τα
θόλωσε το αίμα ή τα δάκρυα. Υπάρχουν νεκροί όρθιοι που δεν μπορούν να κοιμηθούν
αν δε μιλήσουν. Εύκολα που γίνονται όλα στις παλιές τραγωδίες! Έμπαιναν στα
βιβλία ή κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Δεν έμπαιναν στα παπούτσια. Η
φαντασία έχει την τάση να πετά, πότε να περπατά με τα πόδια, πολύ περισσότερο
να μπαίνει μέσα σε κάτι σόλες που από ώρα σε ώρα κινδύνευαν να βρεθούν στον
αέρα. Γι' αυτό, ό,τι
κι αν είναι τούτο το βιβλίο - τραγωδία, ελεγεία, κομμός - πρέπει να αποσπασθεί
αμέσως από τα χέρια του συγγραφέα του και να παραδοθεί στα χέρια του αναγνώστη.
Το χαρτί
λυώνει...Και τα γράμματα γρήγορα σβήνουν, και χάνονται. Λοιπόν
...ας αρχίσουμε. Η μέρα είναι ζεστή. Τα κατοπινά - το πού θα τα εμπιστευθούμε αυτά τα χαρτιά,
το πώς θα τα σώσουμε - αυτά είναι δεύτερη έγνοια...//
Ηρώ Κωνσταντοπούλου |
Στέλιος Καρδάρας |
Ηλέκτρα Αποστόλου |
Ιουλία Μπίμπα |
Λέλα Καραγιάννη |
Ναπολέων Σουκατζίδης |
Κατίνα Σηφακάκη |
[Το
κείμενο είναι απόσπασμα απ’ το βιβλίο του
Μενέλαου Λουντέμη, Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα / Σαρκοφάγοι ΙΙ]