Photo: http://tatphotography.blogspot.gr/ |
Τα παιδιά κοιμούνται. Καλά είναι.
Η μικρή διαβάζει παραμύθια μόνη της πια. Δεν μ’ έχει ανάγκη. Ο μεγάλος ξύρισε
κρυφά το μουστάκι του. Απ’ τη μια τον καμάρωνα κι απ’ την άλλη θύμωσα που
βιάζεται να γίνει αντράκι. Λες και μου χρωστάει να μείνει πάντα παιδί…
Μαγείρεψα το αγαπημένο σου απόψε. Μην το εκλάβεις σαν υποχώρηση. Το μέτωπο που
ανοίξαμε οι δυο μας, δύσκολα ημερεύει. Έχουμε πάνω μας τα σημάδια απ’ τα
θραύσματα που μας τραυμάτισαν. Τι λέξεις – σφαίρες ανταλλάξαμε χτες βράδυ πάλι!
Το ξέρω πως κουβαλάς σταυρό στην πλάτη. Είναι κι ο δικός μου αφόρητα
δυσβάσταχτος, γι αυτό ξεφεύγω απ’ τα όρια μου. Έλα να μιλήσουμε. Στο μπαλκονάκι
με το βασιλικό. Αντικριστά. Εσύ κι εγώ.
Ήθελα να κάνω πολλά γι απόψε. Να
στρώσω γιορτινό τραπέζι με κεριά και το καλό μας σερβίτσιο. Να φορέσω το παλιό
μου φουστάνι, αυτό που μου χάρισες πριν χρόνια. Θυμάσαι; Βολτάραμε στα μαγαζιά
ένα βράδυ και με είδες που το θαύμαζα στη βιτρίνα. Την άλλη μέρα το βρήκα στο
κρεβάτι μας μ’ ένα τριαντάφυλλο πάνω του. «Να το φοράς και να μ’ αγαπάς» μου
είχες γράψει σ’ ένα μικρό χαρτάκι. Το έχω φυλαγμένο ακόμα. Δεν μου έφτασε η ώρα
να ετοιμάσω τίποτα. Το φουστάνι δεν μου χωράει πια. Κι οι μέρες μας γίνανε μια
οδυνηρή επανάληψη. Κι αντί να καρδιοχτυπάμε από αγάπη, βουλιάζουμε στην αγωνία
για το αύριο. Εσύ σκοτώνεσαι για ένα μεροκάματο κι εγώ παριστάνω τον θηλυκό
Στουρνάρα στο σπίτι μας. Καταστρώνω σχέδια διάσωσης και πασχίζω να εξοικονομήσω
κονδύλια, για να μη βουλιάξουμε. Οικονομία στα έξοδα. Κουτσούρεμα στις ανάγκες μας.
Και να ξεγελάω τον πόνο μου μπροστά στα παιδιά. Κι εσύ να λείπεις όλη τη μέρα.
Κι όταν έρχεσαι σπίτι, να έχω αυτή την αμυδρή ελπίδα πως θα χαμογελάς. Πως τάχα
θα μ’ αγκαλιάσεις και θα μου πεις πως μ’ αγαπάς. Κι εγώ να μπλέξω τα δάχτυλά
μου στα μαλλιά σου και να κλάψω σα μικρό κορίτσι. Να φύγει ο πόνος της μέρας.
Να γίνουμε ένα…
Το ξέρω πως πασχίζεις για μας.
Πως κάθε σου μέρα είναι και μια αναμέτρηση με το δαίμονα της επιβίωσης. Το
βλέπω στα μάτια σου πόσο αγωνιάς. Μη μείνεις στην ανεργία. Μη φανείς αδύναμος
στα μάτια μας. Μα ξέρεις; Στην αγωνία μας μη χάσουμε το αύριο, χάσαμε το
σήμερα. Χάσαμε εμάς. Χάσαμε τις στιγμές μας. Κάναμε την κρίση προσωπική μας υπόθεση.
Τη βάλαμε ανάμεσά μας. Ήθελα να φύγω απόψε. Ν’ ανοίξω την πόρτα και να το σκάσω
στο σκοτάδι. Ή να κόψω τις φλέβες μου. Να χυθούν σταγόνες απ’ το αίμα μου στο
μωσαϊκό. Να κάνω μια εντυπωσιακή έξοδο για τον άλλο κόσμο. Ν’ αφήσω πίσω μου
ένα σημείωμα. Το σκέφτηκα. Ξέρεις τι θα έγραφα; Πόσο σ’ αγαπώ. Μόνο αυτό. Γιατί
δεν το έκανα; Μα για να βρεις ζεστό φαγητό μετά τη δουλειά. Όχι, δεν
αστειεύομαι. Αλήθεια στο λέω…
Αν ήμουν άρρωστη, αν ο γιατρός
μου είχε δώσει λίγους μήνες ζωής, αυτό θα σου έλεγα. Και θα έτρεχα να προλάβω
το χαμένο χρόνο. Μπορεί και να είμαι. Δεν το ξέρω… το μόνο που ξέρω στα
σίγουρα, είναι πως σ’ αγαπάω. Και αποποιούμαι την προσωπική μου πτώχευση. Αυτή
την κρίση δεν θα την κάνω ποτέ άρνηση, δεν θα την κάνω αφορμή για συναισθηματική
νέκρωση, δεν θα την αφήσω να μας εξοντώσει ηθικά. Δάκρυσες ή μου φαίνεται; Ναι,
εγώ τα λέω αυτά… Το ξέρω πως χτες τέτοια ώρα, σου φώναζα πως είσαι αδιάφορος. Κι
εσύ φώναζες πιο δυνατά. Κι όσο υψώναμε τις φωνές, όσο γινόμασταν μικρά θηρία,
τόσο σου κραύγαζα με τα μάτια μου «Μα σ’ αγαπάω, δεν το βλέπεις επιτέλους;»…
Έλα να μιλήσουμε. Σφίξε μου τα
χέρια στα δικά σου. Αύριο θα είναι πάλι
μια μικρή μάχη. Θα είμαστε ο καθένας στο ανάχωμά του και θα πολυβολούμε τον
εχθρό. Αλλά να ξέρεις πως ότι κι αν γίνει, όποια ήττα κι αν μας αναλογεί να
ζήσουμε, εγώ θα φοράω κρυφά τα βράδια το παλιό μου φουστάνι. Κι ας με στενεύει.
Θα γίνομαι το ερωτευμένο κορίτσι που κράταγε σα φωτόσπαθο το μικρό τσαλακωμένο
χαρτάκι σου. Θα το διαβάζω και θα σ’ αγαπάω. Πάρ’το σαν μια ασήμαντη επανάσταση
για την πιο σημαντική αιτία της ζωής μας. Να μείνουμε «εμείς».
Να στρώσω τραπέζι; Εδώ, πλάϊ στο
βασιλικό. Με θέα τη μπουγάδα της γειτόνισσας. Με μουσική υπόκρουση τις εξατμίσεις και τα φρεναρίσματα.
Με μια υποψία ουρανού, να διακρίνεται πίσω απ’ τις κεραίες. Με τις τηλεοράσεις να ουρλιάζουν απ’ τα διπλανά
διαμερίσματα. Εδώ, στο μικρό θυσιαστήριο που μας κλήρωσε η ζωή να υπάρξουμε.
Εσύ κι εγώ. Εμείς…