Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Λαϊκή Ελλάδας γεια σου!



Σ’ έναν πάγκο της λαϊκής αγοράς, ακούω τον νεαρό παραγωγό να τραγουδάει με στεντόρεια φωνή και να αυτοσχεδιάζει ανάλογα με την αγοραστική κίνηση της μέρας: «Και με πιάνουν τα κλάματα/ που δεν φεύγουν τα πράματα…». Οι περαστικοί σκάνε χαμόγελα και πλησιάζουν τον πάγκο με τα ζαρζαβατικά. Σε κάθε αγορά, δώρο κι ένα ματσάκι σέσκουλο ή λάπαθο. Προσφορά του καταστήματος. «Θα με βοηθήσεις να τα φορτώσω στο καρότσι;» τον ρωτάει μια ηλικιωμένη κυρία. «Για σας, θα τα πήγαινα ως την Κίνα!», απαντάει με μαλαγανιά ο νεαρός, ενώ της τακτοποιεί τα ψώνια. Ξαναρχίζει το ρεσιτάλ τραγουδιού, τακτοποιεί τις ντάνες με τα σπανάκια και τα σταμναγκάθια και ταυτόχρονα δίνει ρέστα. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αν δεν φοβόμουν πως θα με πάρει στο ψιλό, θα του έδινα συγχαρητήρια για την πιστή εφαρμογή των βασικών τακτικών μάρκετινγκ που εφαρμόζει στην επιχείρησή του. Κι ας μην το έχει σπουδάσει σε κάποιο πανεπιστήμιο. Αυτοδίδακτος και σε απόλυτη επαφή με τη βασική αξία της αγοράς. Το μάρκετινγκ ξεκινάει, όταν έχει ήδη ψωνίσει ο πελάτης. Κι όχι πριν.

Αδιαμφισβήτητα, οι κορυφαίες ατάκες εμπνέονται και ερμηνεύονται απ’ τους πάγκους με τα ψάρια. Είναι μια μικρή παράταξη από μικρά καλοστημένα «ψαράδικα». Διακοσμημένα με ιδιαίτερο στυλ και φινέτσα. Στο λευκό του πάγου, ευθυγραμμισμένες τσιπούρες και χριστόψαρα, ανάμεσα σε γιρλάντες με χρωματιστές πιπεριές και μαρουλόφυλλα. Παραδίπλα, γλαστράκια με μαντζουράνες και βασιλικούς, ευγενική χορηγία του ανθοπώλη. Το εμπόρευμα πρέπει να ξεπουληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εδώ το μυαλό δουλεύει με χίλια. Αυτοσχεδιασμοί, διαγωνισμός καλύτερης ατάκας και τιμές που ολοένα γίνονται και πιο δελεαστικές. «Πρωινός ο γαύρος μου μαντάμ!... Να… δείτε! Με το μαγιό είναι ακόμα!...». «Βγάλ’τον φωτογραφία να τον στείλεις στα καλλιστεία ρε Μήτσο!...». Κι ο Μήτσος θα στραβοκοιτάξει τον ανταγωνιστή του, αλλά στο μεσημεριανό πρόχειρο τσιμπούσι που στήνουν πίσω απ’ τις ψαροκασέλες, θα τσουγκρίσουν τα πλαστικά ποτήρια και θα μοιραστούν το κολατσιό τους.

Κάποιοι έχουν μαζί και τα παιδιά τους, που εντρυφούν στα μυστικά της δουλειάς. Τις γυναίκες τους, ή και ολόκληρη την οικογένεια. Η επιχείρηση άλλωστε είναι οικογενειακή υπόθεση, αφού πολλοί απ’ αυτούς είναι παραγωγοί και πουλάνε απευθείας τα προϊόντα τους. Η κυρία Νίκη πουλάει φρέσκο μέλι, πλάϊ στο γιο της. Έμπειρος μελισσοκόμος, όπως μου εξηγεί με καμάρι. Ο νεαρός με την ευγενική φυσιογνωμία, αναλύει με προθυμία τα μυστικά του καλού μελιού και τα παράγωγα προϊόντα που φτιάχνουν. Σαπούνια, κρέμες και κεριά.

Στον πάγκο με τα λεμόνια, υπάρχουν τρεις γενιές παραγωγών και πωλητών. Ο παππούς, ένας σεβάσμιος ηλικιωμένος κύριος, που αν έχεις χρόνο και όρεξη, σου διηγείται την ευεργετική αξία των λεμονιών σε σοβαρές ασθένειες. Πιο πίσω ο γιος του που εκτελεί χρέη τελάλη και παραδίπλα ο εγγονός που ξεσηκώνει τις ατάκες του μπαμπά του και αναμεταδίδει με την παιδική του φωνούλα τις τελευταίες λέξεις «… όλο ζουμί τα λεμόνια μας!». Κι ο παππούς να τον καμαρώνει και να του λέει στοργικά «Φόρα πουλάκι μου το μπουφάν σου. Κάνει κρύο»...

Λίγο πριν το τέλος της διαδρομής, τα ζαρζαβατικά δίνουν τη θέση τους στους πάγκους με τις κουρτίνες και τα βαμβακερά ρούχα. Ο νεαρός μελαμψός άντρας, με παροτρύνει να αγοράσω φόρμες και εσώρουχα, τονίζοντας με έμφαση και σε σπαστά ελληνικά «Ντεν είναι κινέζικα κυρία… όλα ελληνικά!». Αντίφαση και ρεαλισμός στο μεγαλείο τους!

Τους χαζεύω να στήνουν και να ξεστήνουν στο τέλος της μέρας τον μικρόκοσμό τους, να ξεκαλουπώνουν τις σιδεριές, να φορτώνουν τις τέντες και να σκοτώνουν το τελευταίο εμπόρευμα. Κάθε φορά, κλέβω λίγο απ’ το ζύγι τους. Μικροποσότητες αντοχής και αισιοδοξίας. Σε πείσμα του καιρού και των καιρών και κάτω απ’ τις συνεχείς ριπές των δελτίων ειδήσεων, διακινούν χαμόγελα, συνωμοτούν με κωδικοποιημένα μηνύματα και στήνουν επίσημα γεύματα στις μικρές γειτονιές τους. Πλαστικές καρέκλες, καφασοτράπεζα, ρεφενέ κρασί ή τσίπουρο και μεζεδάκια σε αλουμινόχαρτα. Κάτω απ’ τη σκιά μιας τέντας τα καλοκαίρια ή τυλιγμένοι σε χοντρά μπουφάν τους χειμώνες. Μ’ ένα ραδιοφωνάκι να παίζει στο φουλ το κλασσικό άσμα. Ζαγοραίος…”Έντε λα μαγκέτε Βοτανίκ…” Εδώ, δεν χωράει κατάθλιψη και γκρίνια. Βουλιάζεις μόνο στην υπέρβαση. Και σούρχεται να τους αποχαιρετίσεις μ’ ένα φιλί. Σα να’ναι δικοί σου άνθρωποι.

Ο Γιάννης με τους ξηρούς καρπούς και τις καραμέλες, ο μπάρμπα Γιώργος με το καβουράκι του που πουλάει κληματόφυλλα και χύμα κρασί, η Αντωνία με τα μπαχάρια, τα αλίπαστα και τους χοχλιούς κι ο «Κρητικός» με τα στιβάνια και το μαυρομάντηλο, που στρώνει στον ασκιανό μιας μουριάς τις γραβιέρες και τα ανθότυρα και κερνάει υποχρεωτικά ρακές και ρακόμελα.

"Δεν θέλω να πιω τέτοια ώρα ρε μπάρμπα. Κόψε λίγη γραβιέρα γιατί είμαι και βιαστική"…
"Άχνα! Δε γροικώ πράμα. Καλλιά τόχω να φύγεις. Παέ πέρα… αδέ τραταριστείς, δεν πουσουνίζεις πράμα!..."

Μπορεί να φταίει η ρακή, μπορεί και όχι. Κάθε φορά φεύγω τρεκλίζοντας απ’ τ’ αρώματα, τα χρώματα και το ακομπλεξάριστο αλισβερίσι με αυθεντικούς ανθρώπους. Χαιρετώντας τον Κρητίκαρο που γεμίζει ήδη τα πλαστικά ποτηράκια των επόμενων πελατών, παρατηρώ το υφαντό κιλίμι που έχει βάλει για ντεκόρ στο κινητό του μαγαζάκι:
"Να είσαι Κρητικός, είναι μεγάλο χρέος κι ευθύνη" γράφει.

Βλέποντας τις ορδές των πελατών να πηγαινοέρχονται ασταμάτητα, αναρωτιέμαι μήπως ανακαλύπτουμε σιγά-σιγά την ευθύνη μας ως καταναλωτές. Και το χρέος μας να υποστηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις τον Έλληνα παραγωγό και το συνοικιακό μαγαζί, τιμωρώντας παραδειγματικά μεσάζοντες, πολυεθνικές και κυκλώματα. Η αντίσταση άλλωστε, ξεκινάει παραδοσιακά στους δρόμους. Όχι στα ράφια και στις βιτρίνες. Βενσερέμος!...




Για όσους θέλουν να ρίξουν μια ματιά στις δραστηριότητες και στους αναλυτικούς χάρτες των λαϊκών αγορών, εδώ είναι ο επίσημος ιστότοπος:
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΩΛΗΤΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

http://www.laikesagores.gr/

Πηγές φωτογραφιών: http://clipartradio.gr/?p=2858

https://elniplex.wordpress.com/

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Η πριγκίπισσα Ρούλα


Αν δεν φας το παραμύθι σου, θα έρθει ο δράκος να σε κάνει τας-κεμπάπ!
Κι αν το φάω;”  ρώτησα μια μέρα.
Θα έρθει ο πρίγκιπας καβάλα στ’ άσπρο του άλογο, να σε πάρει για  πριγκίπισσα στο παλάτι του!”
“Οκέϊ κατάλαβα! Φλόμωσέ με στο παραμύθι!...”

Για λόγους ασφαλείας, στο λύκειο διάλεξα δέσμη “Σταχτοπούτας” και ήμουν συνεπής στο ραντεβού μου με τον πρίγκιπα. Ήρθε καβάλα σε παπί, ένα βράδυ που είχαμε παραγγείλει πίτσες.  Ένας ξανθός, γαλανομάτης άγγελος  μου παρέδωσε τις πίτσες κι εγώ την καρδιά μου.
“Πώς σας λένε;” με ρώτησε την ώρα που έφευγε.
“Γρηγορία” του είπα. “Για λόγους συντομίας Ρούλα. Εσάς;”
“Τάκης απ’ το Παναγιώτης” μου απάντησε λάγνα.

Για λόγους συντομίας, πετσοκόψαμε ονόματα, όνειρα και αισθήσεις. Ερωτευτήκαμε,  παντρευτήκαμε και γίναμε γονείς, με το χρονόμετρο στο χέρι. Ο επόπτης-μπαμπάς έμεινε ευχαριστημένος απ’ τις επιδόσεις μας κι η μαμά δεν σταμάτησε στιγμή να με συμβουλεύει πώς να γίνω καλή μαγείρισσα, υποδειγματική νοικοκυρά, στοργική μάνα και παραχωρητική σύζυγος. Για λόγους συντομίας, παρέλειψε το κεφάλαιο “Γυναίκα”. Κάτι ροζ όνειρα που είχα εκείνη την εποχή, τσαλακώθηκαν  και κιτρίνισαν στο βάθος ενός συρταριού. Για λόγους ευρυθμίας.

 Άλλαξα ρόλο από κόρη σε μάνα με επισκληρίδιο αναλγησία, νομίζοντας πως θα γλυτώσω τις οδύνες της μητρότητας. Κανείς δεν μου είχε πει πως το παραμύθι τελείωνε, εκεί ακριβώς που άρχιζε η ζωή.  Στο μεταξύ, ο Πρίγκιπας-Τάκης έπιασε δεύτερη δουλειά και τα βράδια γύρναγε σπίτι κατάκοπος. Έτρωγε, γκρίνιαζε και κοιμόταν. Για λόγους πειθαρχίας, δεν παραπονέθηκα ποτέ για τίποτα. Το σιδερωμένο ρούχο, το γυαλισμένο παρκέ και το ζεστό φαί, ήταν οι στόχοι της νιότης μου. Το μικρό κορίτσι που κρυβόταν μέσα μου, μεγάλωσε παρέα με την κόρη μου. Τα βράδια έπαιζα κρυφά με τις κούκλες της.  Και τα πρωινά που έλειπε στο σχολείο, στόλιζα τα μαλλιά μου με τα κοκαλάκια της. Ίσως να είναι απ’ τα λίγα  κορίτσια που δεν δοκίμασαν ποτέ τις γόβες της μαμάς τους. Απ’ την αλάνθαστη παιδική της διαίσθηση, μου παραχώρησε κι αυτό το παιχνίδι της. Για λόγους ευαισθησίας.

Με λέγανε Γρηγορία νομίζω. Είμαι απροσδιορίστου ηλικίας, αφού έχασα το μέτρημα στην πορεία του παραμυθιού. Κάποιοι με φωνάζουν “Μικρομάνα”, κι άλλοι “Μεγαλοκοπέλα”. Ο μπαμπάς συνεχίζει να με φωνάζει “Κορίτσι του”. Κι η μαμά μοιράζεται μαζί μου τα μυστικά της, λες κι  είμαστε  φίλες. Ο πρίγκιπάς μου έχει παραδώσει το φωτοστέφανο της νιότης του, στην εκατόμβη της σχέσης μας. “Γερνάω” μου είπε προχτές. “Γερνάμε μαζί” του είπα. “Ζήσαμε ένα βολικό παραμύθι. Ίσως να ήταν ασφαλέστερο από μιαν άβολη αλήθεια”…

Η κόρη μου κουλουριάζεται δίπλα μου κάποια βράδια και κοιμάται γαλήνια στην αγκαλιά μου.
Της διηγούμαι ιστορίες με αλήθειες και δράκους.
Τη συμβουλεύω να αποφεύγει δια ροπάλου τα παραμύθια, γιατί έχουν πάρει στο λαιμό τους πολλά κορίτσια.
Και κάποια Σταχτοπούτα που υπήρχε μια φορά κι έναν καιρό, βρίσκεται ήδη σε προχωρημένη σήψη.


Βραβείο συμμετοχής στο 5ο παιχνίδι (2ου κύκλου)
"ΠΑΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ"


Η Ρούλα και η ιστορία της βραβεύτηκαν στο Παιχνίδι Λέξεων της Φλώρας.
Οι υποχρεωτικές -πέντε- λέξεις του παιχνιδιού, είναι με κόκκινο χρώμα στο κείμενο.
Ένα τεράστιο ευχαριστώ σε όλους και όλες που με τίμησαν με τη συντροφιά και την ανάγνωσή τους.

Το κείμενο φιλοξενήθηκε στο Εβδομαδιαίο Περιοδικό Πολιτισμού


Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Frankenstein tale(s), Η συνέχεια...



Ψυχή. Ξημερώνει κι εκείνος πρέπει να ξεφορτωθεί το άψυχο σώμα χωρίς να τον αντιληφθούν. Κάτω από το κεφάλι του νεκρού οι κηλίδες αίματος έχουν ποτίσει το χώμα κι οι υγρές τούφες των μαλλιών του ξεπροβάλλουν σαν βδέλλες έτοιμες να ρουφήξουν το πηχτό αίμα. Σέρνει το πτώμα από τα πόδια. Μπροστά του ο τοίχος στάζει ακόμα λίγες σταγόνες από το κόκκινο υγρό. Σταματά και συνειδητοποιεί ότι τον παρακολουθεί μια γάτα που ξεπρόβαλε από το σκοτεινό στενό. Οι παλάμες του έχουν ιδρώσει. Αφήνει απότομα τα νεκρά μέλη να χυθούν άχαρα στο χώμα.

Πιέζει το στόμα του στο εσωτερικό του αριστερού του αγκώνα και σφίγγει τα δόντια, σχεδόν πονάει, αλλά στέκεται αδύνατον να κρατήσει το κρασί που έπιναν μαζί μέχρι πριν λίγες ώρες και αναπόφευκτα αδειάζει το περιεχόμενό του στομαχιού του, ένα δύσοσμο μίγμα από κρασί, σάλια και φιστίκια, στη δεξιά σόλα του παπουτσιού.

Το κεφάλι του βαρύ. Ζαλίζεται. Χάνει την ισορροπία του προσπαθώντας να αποφύγει τον εμετό του. Σκουπίζει τα βρώμικα γένια και απομακρύνει τον ιδρώτα από το μέτωπο και τον σβέρκο. Οι ανάσες του, κοφτές και συνεχόμενες προδίδουν την μακάβρια πράξη του. Κανείς δεν θα πιστέψει ότι επρόκειτο για ατύχημα. Η γάτα συνεχίζει και τον παρακολουθεί επίμονα. Με μάτια ορθάνοιχτα, καταπράσινα. Είναι βέβαιος ότι εκείνη αποφεύγει να τα ανοιγοκλείσει μην τυχόν και της ξεφύγει. Κι η γάτα κοιτάζει πότε το ακίνητο σώμα και πότε αυτόν με το ίδιο πάντα βλέμμα που υπνωτίζει. 

Αν μπορούσε θα έφτυνε και την γλώσσα του για να ξεφορτωθεί την αηδιαστική πικράδα που πλημμυρίζει τον ουρανίσκο του. (Μαριλένα)

*****

Στο κεφάλι του βαράνε σφυριά. Κάτι που δεν κολλάει πολύ με την κατάσταση που ζει, τον ταράζει. «Μα, τι στο καλό;» Ανοίγει τα μάτια του και κοιτάζει γύρω του τους τέσσερις τοίχους του δωματίου. Ο θόρυβος έρχεται απ’ το διπλανό διαμέρισμα. Συνειδητοποιεί πως κοιμόταν. Ένας αναστεναγμός ανακούφισης βγαίνει απ τα σωθικά του. Τι περίεργο όνειρο, αναρωτιέται.

Θυμάται τι μέρα είναι και αρχίζει να ετοιμάζεται με γρήγορους ρυθμούς αλλά με προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια. Είναι η μέρα που θα δει την κόρη του. Έχει να την δει δύο εβδομάδες, έτσι αποφάσισε το δικαστήριο. Αυτός ο χωρισμός του κόστισε την ίδια του τη ζωή. Από τότε είναι ένας ζωντανός-νεκρός που περιμένει να περάσουν οι μέρες για να την δει και αυτό με επίβλεψη!  Είπαν πως ήταν επικίνδυνος για την οικογένεια του, πως τους έκανε κακό αλλά εκείνος δεν θυμάται τίποτα από αυτά που τον κατηγορούν.
Το μόνο που ξέρει είναι πως την αγαπά πολύ και θα έκανε τα πάντα για εκείνη. Βάζει το καλό του, καθαρό κοστούμι ενώ τρελές σκέψεις περνούν απ το μυαλό του. «Όχι» μονολογεί, «έτσι θα την χάσω για πάντα». Φορά τα γυαλισμένα του παπούτσια και χτενίζει με μανία τα μαλλιά του. Πολύ σχολαστικά κοιτάζεται στον καθρέπτη πριν φύγει. Όλα πρέπει να είναι τέλεια, σκέφτεται. Τίποτα δεν πρέπει να φανερώσει τον πόνο του.

Φτιάχνει ένα γρήγορο σάντουιτς και βγαίνει από το σπίτι. Συνήθως δεν τρώει τίποτα το πρωί και θυμάται πως είχε βουρτσίσει τα δόντια του αλλά έχει μια άσχημη πικρίλα στο στόμα του που επιμένει….(Κατερίνα)

*****
Το σάντουιτς κάνει το στομάχι του να ανακατεύεται, ενώ η πικρίλα δε φεύγει με τίποτα.
Ξεκλειδώνει το αυτοκίνητο και κοντοστέκεται νιώθοντας περίεργα. Σαν να τον κοιτούν.
Γυρνάει αργά και αντικρίζει τα καταπράσινα μάτια μιας γάτας. Καρφώνονται σαν μαχαίρια στο μυαλό του, σκαλίζοντάς το με άγριες διαθέσεις.
Όλα  γύρω του μπερδεύονται και ζαλίζεται. Παίρνει βαθιές ανάσες και μπαίνει στο αυτοκίνητο, με τη σκέψη στην κόρη του. Στην μονάκριβή του, που δεν τον αφήνουν να πλησιάσει χωρίς επίβλεψη.

Φτάνει στο σπίτι που έμενε μέχρι πριν λίγο καιρό και χτυπάει το κουδούνι.
Του ανοίγει μια άγνωστη γυναίκα. Συγκρατεί τον εαυτό του, τα συναισθήματά του, τη χολή του, μέχρι που τα μάτια του καρφώνονται στα δικά της και η ανάσα του κόβεται.
Πράσινα, σαν της γάτας, σκέφτεται. Γιατί αυτό έχει τόση σημασία;
Εκείνη προσπαθεί να είναι ευγενική, αλλά είναι ψυχρή. Του εξηγεί τον ρόλο της και πηγαίνει να φέρει το παιδί.
Κοιτάζει γύρω του και παρατηρεί με πόνο, πως όλες οι φωτογραφίες που απεικόνιζαν τους τρεις τους λείπουν. Το «τέλος» καρφώνει τα δόντια του στην ψυχή του.

Αρχίζει να τρέμει για άλλη μια φορά, αλλά η φωνούλα της Ελένης που τρέχει ήδη στην αγκαλιά του, τον τραβάει την τελευταία στιγμή από την άβυσσο.
Τη σηκώνει ψηλά και χώνει το πρόσωπο στο λαιμό της να μυρίσει την λατρεμένη μυρωδιά.
Μια άλλη μυρωδιά μεταλλική προσπαθεί φευγαλέα να εισχωρήσει στα ρουθούνια του, αλλά τη διώχνει. Μια μυρωδιά εφιάλτη.
Χαϊδεύει  τρυφερά το πρόσωπο και τα μαλλιά του παιδιού και τότε βλέπει τους λεκέδες γύρω από τα νύχια του. (Μαρία)
*****

Έντονο ρίγος τον διαπερνά και οι χτύποι της καρδιάς του δυναμώνουν. Προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη το μυαλό του και η εικόνα της κόρης του τον επαναφέρει στην πραγματικότητα. Δεν πρέπει να χάσω τον εαυτό μου, σκέφτεται, όχι τώρα.
Τον ρωτά που ήταν όλο το βράδυ που του τηλεφωνούσε. Σαστίζει. Είχε βγει μια βόλτα μέχρι το κοντινό δάσος της περιοχής του, να αδειάσει το μυαλό του από τις κακές σκέψεις. Συνάντησε έναν γνωστό του και το μόνο που θυμάται, πως ήπιαν πολύ. Από εκεί και πέρα το απόλυτο σκοτάδι μέχρι που ξύπνησε από τον εφιάλτη. Τα χάπια που του έδωσε ο γιατρός τελικά δεν τον βοηθούν, διαπίστωσε. Ψέλλισε μια δικαιολογία, την φίλησε κι έφυγε βιαστικά χωρίς να κοιτάξει πίσω του. Όχι γιατί φοβόταν μήπως καταλάβουν την αναστάτωσή του αλλά γιατί ένιωθε ακόμα το έντονο βλέμμα εκείνης της γυναίκας να τον διαπερνά.

Οδήγησε βιαστικά προς το δάσος και ταυτόχρονα καθάριζε τα χέρια του. Ίσως το σημείο εκείνο που καθόταν χθες να του θύμιζε τι συνέβη. Το κεφάλι του κόντευε να εκραγεί μέχρι που άκουσε τις σειρήνες. Περιπολικά και ασθενοφόρο βούϊζαν ασταμάτητα. Ένας αστυνομικός έκανε νόημα σε όλα τα αυτοκίνητα πως δε μπορούν να περάσουν από το δρομάκι που οδηγεί προς το δάσος. Κατέβασε το παράθυρο και ρώτησε έναν ηλικιωμένο περαστικό αν γνώριζε κάτι. " Τι να σου πω άνθρωπέ μου. Φόνος είπαν. Αμερική γίναμε πια. Γύρνα πίσω, θα διακόψουν λένε την κυκλοφορία για αρκετή ώρα."

Κάνοντας απότομα όπισθεν, ένας δυνατός θόρυβος ακούστηκε από το πορτ μπαγκαζ..

Προμηνύεται δύσκολη μέρα.. Και οι δυνάμεις του έχουν ήδη αρχίσει να τον εγκαταλείπουν...  (Κατερίνα Β.)


*****

«Θα πρέπει να χάσατε τις αισθήσεις σας την ώρα που οδηγούσατε.
Ευτυχώς, ήσασταν ακινητοποιημένος κι έτσι αποφύγατε τα χειρότερα
».
«Πού βρίσκομαι;» ρώτησε ξέπνοα την ασπροντυμένη γυναίκα που του έπαιρνε το σφυγμό.
Δεν τον άκουσε. Στ’ αυτιά της είχε τα ακουστικά του πιεσόμετρου.
Θα πρέπει να ήταν ανησυχητική η πίεση, γιατί κάρφωσε απότομα τη ματιά της πάνω του. Δυο καταπράσινα σμαράγδια, ένιωσε να τον συνθλίβουν. Κάπου είχε ξαναδεί αυτά τα μάτια. Ήταν αδύνατον όμως να ανακαλέσει τη μνήμη του.

- Άγιο είχατε! Ξέρετε… περάσατε ένα λιποθυμικό επεισόδιο. Αν δεν σας έφερνε εγκαίρως ο φίλος σας στο πρώτο ιατρείο που βρέθηκε μπροστά του, ίσως και να μην ζούσατε. Θα’πρεπε να είχατε υποψιαστεί ότι κάτι τρέχει με την καρδιά σας, απ’ τη δυσχρωμία στα δάχτυλά σας. Δείτε… Είναι σχεδόν μπλε το περίγραμμά τους… Σας έχω γράψει μια σειρά εξετάσεων. Δυστυχώς , πέρα απ’ τις πρώτες βοήθειες, δεν μπορώ να προσφέρω περισσότερα. Θα πρέπει να πάτε κατευθείαν νοσοκομείο!»

- Συγνώμη… είπατε πως μ’ έφερε ένας φίλος... Μα εγώ ήμουν μόνος. Είμαι σχεδόν βέβαιος...

- Έχετε προφανώς κενά μνήμης απ’ το ισχυρό σοκ που περάσατε. Σας έφερε ένας ηλικιωμένος, με μακριά γένια και αρκετά... απεριποίητος. Ήταν πολύ ταραγμένος και σας έσερνε σχεδόν απ’ τα πόδια.

- Μα ... δεν είναι νεκρός;

- Όχι για όνομα του Θεού! Πώς σας ήρθε αυτό;

- Άκουσα κάτι σειρήνες στην περιοχή... Νόμιζα ότι του συνέβη κάτι...

- Λέτε για το ατύχημα που έγινε το πρωί; Μα όχι, πώς το συνδυάσατε; Μια γυναίκα βρέθηκε νεκρή. Μάλλον πρόκειται για αυτοκτονία… (Μαρία)
*****


Η  δημιουργική ιδέα του παιχνιδιού ανήκει στη Μαριλένα, όπως και το παρακάτω κείμενο που εξηγεί τους κανόνες.

«Ήρθε η ώρα για το παιχνίδι μας, λοιπόν! Frankenstein tale(s), που σημαίνει γράφουμε μια κοινή ιστορία που πηγαίνει από blog σε blog, η οποία είναι συρραφή πολλών μικρών ιστοριών. Όπως το ”αγαπημένο” τέρας του Βίκτορ Φρανκενστάιν που υπήρξε συρραφή από πολλά και διαφορετικά μέλη πτωμάτων! Μέχρι να καταλήξει στο τέλος της, κανείς μας δεν θα ξέρει ποιο θα είναι αυτό! Έλαβαν συμμετοχή 14 bloggers και με την σειρά που άφησαν σχόλιο στη σχετική ανάρτηση/πρόσκληση, θα εξελίσσεται η ιστορία μας μέχρι το τέλος της. Ο καθένας έχει στη διάθεσή του έως 3 μέρες να αναρτά την συνέχεια της ιστορίας όταν φτάνει η σειρά του, με όριο έως 250 λέξεις».


Τα blogs που συμμετέχουν είναι τα εξής:
Μαριλένα από http://marilenaspotofart.wordpress.com/
Κατερίνα από http://apopsitexnis.blogspot.gr/
Μαρία από http://mytripssonblog.blogspot.gr/
Κατερίνα από http://positive-thinking-greece.blogspot.gr/
Μαρία από http://toapagio.blogspot.gr/
Πέτρα από http://pistos-petra.blogspot.gr/
Έλλη από http://funkymonkey-handmadecreations.blogspot.gr/
Αριστέα από http://princess-airis.blogspot.gr/
Κάτια από http://katitimou.blogspot.gr/
Πηνελόπη από http://pineliapin.blogspot.gr/
Φλώρα από http://texnistories.blogspot.gr/
Άννα από http://www.kloanna.blogspot.gr/

Μιράντα από http://m-belladonna.blogspot.gr/
Κική από http://ekfrastite.blogspot.gr/


Την ιστορία θα συνεχίσει η Πέτρα
 από το http://pistos-petra.blogspot.gr/



Καλή συνέχεια!

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

Επετειακό


30 Γενάρη 1933. Κάτω από ένα συννεφιασμένο Βερολίνο, ο πρώην δεκανέας του γερμανικού στρατού που έμελλε να αιματοκυλίσει τον κόσμο, ορκιζόταν Καγκελάριος. Η ορκωμοσία του Χίτλερ, προβλήθηκε απ’ τη ναζιστική προπαγάνδα σαν «Εθνική Επανάσταση». Στην πράξη όμως, δεν ήταν παρά η χαριστική βολή στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Το πρώτο δημοκρατικό σύνταγμα της χώρας δηλαδή, που είχε ψηφιστεί το 1919. Απ’ την επόμενη κιόλας μέρα, τα περιβόητα τάγματα εφόδου SA (ιδιωτική αστυνομία του Χίτλερ) άρχισαν το κυνήγι των κομμουνιστών και των αντιφρονούντων. Σε διάστημα μιας βδομάδας είχαν δημιουργηθεί περί τα 100 «άγρια», όπως ονομάζονταν, ήτοι άτυπα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε υπόγεια, παροπλισμένα εργοστάσια και στρατώνες, στα οποία βασανίζονταν με φρικτό τρόπο οι κρατούμενοι. Η πρωσική αστυνομία, η οποία βρισκόταν ήδη υπό τις διαταγές του υπουργού Εσωτερικών Γκέρινγκ, έδειχνε να διασκεδάζει με το μακελειό. «Αδύνατο να γίνει καγκελάριος ένας τύπος που έχει το χτένισμα ενός νταβατζή, τη ματιά ενός παλαβού και τη φωνή ενός λυκόσκυλου» έλεγε περιφρονητικά ο τότε φοιτητής της Νομικής και αργότερα σπουδαίος ιστορικός Σεμπάστιαν Χάφνερ. Ωστόσο, ο κόσμος άρχισε να τον προσκυνά, «είτε από φόβο, είτε από υπολογισμό, είτε από βλακεία» σημειώνει ο Χάφνερ. Οι αιτήσεις για εγγραφή στο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ΝSDAP πολλαπλασιάστηκαν σε ελάχιστο χρόνο. Το αποκορύφωμα ήρθε τον Μάρτιο του 1933, όταν ο αριθμός τους προσέγγισε το ένα εκατομμύριο. Οι περισσότεροι από τους αιτούντες ψήφιζαν ως τότε αριστερά ή συντηρητικά κόμματα. Γι' αυτό και οι εναπομείναντες δημοκράτες, τους χαρακτήριζαν σκωπτικά «πεσόντες» της δημοκρατίας.




Ακριβώς δώδεκα χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 27 Ιανουαρίου 1945: Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τους περίπου 7.500 αιχμαλώτους κρατούμενους στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς στην Πολωνία, που απόμειναν εγκαταλελειμμένοι εκεί. Λίγες μέρες πριν οι Γερμανοί, αιφνιδιασμένοι απ’ την ταχύτατη προέλαση των Σοβιετικών, προσπάθησαν να εξαφανίσουν τα ίχνη των μαζικών δολοφονιών που είχαν διαπράξει, κατεδαφίζοντας το στρατόπεδο. Το προσωπικό του στρατοπέδου έβαλε φωτιά στο μεγάλο κρεματόριο που χρησιμοποιούσαν για την καύση των πτωμάτων, αλλά λόγω της εσπευσμένης εκκένωσης του στρατοπέδου, οι θάλαμοι αερίων παρέμειναν όρθιοι. Υπό την πίεση του χρόνου, οι Ναζί ανάγκασαν την πλειοψηφία των κρατουμένων, να περπατήσουν δυτικά (έμεινε στην ιστορία ως: «πορείες θανάτου»).


Όταν λοιπόν οι Σοβιετικοί στρατιώτες μπήκαν στο στρατόπεδο, βρήκαν μόνο μερικές χιλιάδες αποστεωμένους ζωντανούς κρατούμενους. Τα αποδεικτικά στοιχεία των μαζικών δολοφονιών στο Άουσβιτς ήταν άφθονα. Καθώς υποχωρούσαν, οι Γερμανοί είχαν καταστρέψει τις περισσότερες αποθήκες του στρατοπέδου, στις υπόλοιπες όμως οι Σοβιετικοί βρήκαν προσωπικά αντικείμενα των θυμάτων. Εκατοντάδες χιλιάδες αντρικά κοστούμια, γυαλιά όρασης, παιδικά ρούχα, περισσότερα από 800.000 φορέματα και πάνω από 6,5 τόνους ανθρώπινων μαλλιών.


 


31 Γενάρη 1996. Η ελληνική σημαία υποστέλλεται στα Ίμια. Σε αποστολή με το ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, που απογειώθηκε από τη φρεγάτα Ναυαρίνο, έχασαν τη ζωή τους τρεις Έλληνες αξιωματικοί: Έκτωρ Γιαλοψός, Χριστόφορος Καραθανάσης και Παναγιώτης Βλαχάκος. Επί πρωθυπουργίας Σημίτη και με υπουργό εξωτερικών τον Θ. Πάγκαλο. Οι ολέθριοι χειρισμοί της «νύχτας των Ιμίων», προβάλλονται με το αιτιολογικό του μη-πολέμου, η συμφωνία όμως της Μαδρίτης που παραχωρεί για πρώτη φορά δικαιώματα «συνιδιοκτησίας» της Άγκυρας στην περιοχή, είναι αδύνατον να ξεχαστεί και αποδεικνύει την ανικανότητα της τότε κυβέρνησης.





31 Γενάρη 1991: Πεθαίνει ο Κώστας Μουντάκης, ο βάρδος της λεβεντιάς της Κρητικής ψυχής. Την πρώτη του λύρα την απέκτησε το 1943, με αντάλλαγμα ένα αρνί και πέντε οκάδες τυρί. Για λόγους επιβίωσης, δούλεψε μαζί μ’ έναν πλανόδιο μικροπωλητή. Απ’ την εμπειρία του αυτή, ο Μουντάκης έγραψε αργότερα ένα από τα σημαντικότερα τραγούδια του, τον «Πραματευτή». Εκείνη την εποχή το Ρέθυμνο ήταν το επίκεντρο της κρητικής μουσικής, όπου μεσουρανούσαν ο Ανδρέας Ροδινός, ο Μπαξεβάνης, ο Στέλιος Φουσταλιέρης, ο Αντώνης Καρεκλάς, ο Βασίλης Καλαϊτζάκης και πολλοί άλλοι λυράρηδες εκείνης της εποχής.


Παράλληλα προσπαθεί να προωθήσει την κρητική μουσική μέσω της ραδιοφωνίας, που είχε τη μεγάλη δύναμη στην προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κάτω απ την άγρυπνη επίβλεψη του Σίμωνα Καρά. Περνάει την αυστηρή κριτική επιτροπή του Ε.Ι.Ρ. και μαζί με τον Βυζιργιάννη στο λαούτο, αρχίζουν εκπομπές στο πρόγραμμα του Σίμωνα Καρά, προβάλλοντάς την κρητική μουσική στο πανελλήνιο. Παθιασμένος για τη μάθηση και τη διδασκαλία της κρητικής λύρας στα κρητικόπουλα, αγωνίζεται για την ίδρυση σχολών στις μεγαλύτερες πόλεις της Κρήτης. Παράλληλα, συμπαραστέκεται στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών και γίνεται πολύτιμος συνεργάτης στα ερευνητικά προγράμματα εθνομουσικολογίας του Ινστιτούτου. Η πρώτη σχολή λύρας ιδρύεται στο Ηράκλειο στο «Ωδείο Απόλλων» (1979), μετά στο Ρέθυμνο (1980), τα Χανιά (1981), στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου (1983) και τέλος ιδρύει το «Ελληνικό Ωδείο» στην Αθήνα (1985). 



Πηγές για τη σύνταξη του κειμένου:
http://el.wikipedia.org/
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=495167
http://www.ushmm.org/el


Φωτογραφίες απ’ τους ιστότοπους:
http://www.onalert.gr/stories/i-nyxta-ton-megalon-maxairion-otan-o-xitler-ektelouse-ton-synergati-tou
rip-people.blogspot.com
http://yened.wordpress.com

http://blogs.sch.gr/itsikalak/


Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Street party στην Κλίμακα



"Το χειμώνα τσούζει περισσότερο. Ψεκάζοντας με νερό τους δρόμους, ολοκληρώνει με επιτυχία αυτό που μεθοδικά επιδιώκει η πολιτεία: να εξαφανίσει τους άστεγους απ' τη βιτρίνα της πρωτεύουσας. Είναι η ώρα που οι σωροί από βρεγμένες κουβέρτες, αποκτούν πόδια και τρέχουν κάπου αλλού να κρυφτούν. Κάτω από τις γέφυρες, μέσα στο παλιό μηχανοστάσιο, στις διαβάσεις, σε κάποια φυλαγμένη γωνιά, στις πλατείες.

Καληνύχτα Αθήνα, οι άστεγοι σε χαιρετούν".

Για όσους θέλουν να μάθουν λεπτομέρειες: 
http://astegoi-klimaka.blogspot.gr/

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Liebster Award #2 (by Elena)

Εν μέσω σκανδάλων και επικηρύξεων, παρέλαβα τις προάλλες ένα «πακέτο» απ’ την Έλενα. Παλιότερα είχαμε παίξει παρέα αυτό το παιχνίδι. Το επαναλαμβάνω κατόπιν σχετικού αιτήματος της πρώην –διαδικτυακής- συγκατοίκου μου, την οποία ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου έκανε.
Το βραβείο έχει τους παρακάτω κανόνες:
1. Να γράψεις έντεκα πράγματα για τον εαυτό σου:
Δεν τον βρήκα στις καλές του. Από μια πρόχειρη συζήτηση που κάναμε, κατέγραψα τα εξής πρωτότυπα. Αυθόρμητος, επίμονος, ευσυγκίνητος, ονειροπόλος, τελειομανής, αισιόδοξος, αγωνιστής, ταξιδιάρης, αντιδραστικός, εχέμυθος και παρατηρητικός.

2. Να απαντήσεις στς 11 ερωτήσεις αυτού που σου το χάρισε και να απευθύνεις και εσύ 11, σ' αυτούς που θα το δώσεις.
Το πακέτο ερωτήσεων της Έλενας είναι το παρακάτω:
1. Σε ποια χώρα θα ήθελες να ζεις; Σ’ αυτή που ζω
2. Ποιος ήρωας απο καρτούν θα ήθελες να ήσουν; Μαρσουπιλαμί
3. Ποιο τραγούδι σε έχει στιγματήσει; Αυτή η νύχτα μένει (Κράου)
4. Ποια ταινία θα μου πρότεινες; La Source des femmes (Μαροκινή - Ελληνικός τίτλος: H πηγή των γυναικών)
5. Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ταξιδιωτικός προορισμός; Πέτρα Ιορδανίας
6. Πόσες φορές έφαγες σήμερα; Μιάμιση
7. Τι δώρο θα ήθελες να σου φέρει ο Αγιος Βασίλης; Ένα διαρκείας για όλα τα θέατρα
8. Ποια ξένη γλώσσα θα ήθελες να μάθεις και γιατί; Ισπανικά. Γιατί όχι;
9. Εχεις πει ποτέ ψέμα; Με εξωθείς να πω άλλο ένα...
10. Τι προτιμάς βουνό ή θάλασσα και γιατί; Θάλασσα, γιατί μ’ αρέσει το μπλε
11. Κατσικάκι στο φούρνο με πατάτες ή μακαρονάδα; Με σταμναγκάθι

3. Βράβευσε 11 άτομα.
4. Ενημέρωσέ τους ότι τους βραβεύεις.
Δεν θυμάμαι ποιοι έχουν ήδη παίξει το παιχνίδι, οπότε όποιος προτίθεται ας το συνεχίσει, ολοκληρώνοντας τις παρακάτω προτάσεις. Όσοι πιστοί προσέλθετε…
1.Νιώθω…
2.Φοβάμαι…
3.Ελπίζω…
4.Θυμώνω…
5.Αντέχω…
6.Θυμάμαι…
7.Διαβάζω…
8.Ακούω…
9.Σε δέκα χρόνια…
10.Φασισμός είναι…
11.Υπερασπίζομαι…

Συγνώμη αν αλλάζω το ύφος του παιχνιδιού, αλλά θα ήθελα να κλείσω με την απάντηση ενός διασωθέντος απ’ το έγκλημα στο Φαρμακονήσι. Με την υπόσχεση να μην ξεχάσω όσο ζω, τις εικόνες, τη φρίκη, τα πρόσωπα και τον πόνο τους. Κυρίως τους υπαίτιους:
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια είναι τα ονόματα των ανθρώπων που έχεις χάσει;
ΑΠΟΚΡΙΣΗ: Η μαμά μου ετών 35, η αδερφή μου ετών 13, ο αδερφός μου ετών 11 και ο αδερφός μου ετών 9…





Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Μικρά Ελβετία

Σας έχω χαρμόσυνα νέα παιδιά μου! Στην εκπνοή του χειμώνα, θα πάτε για σκι στα ορεινά τουριστικά θέρετρα. Το σχολείο θα κλείσει για μια βδομάδα, για να ηρεμήσετε και να περάσετε γαλήνιες στιγμές με τις οικογένειές σας. Οι γονείς θα σας πάρουν τον απαραίτητο εξοπλισμό. Σανίδες του σκι, μπατόν, μάσκες και ισοθερμικά. Στα σύγχρονα χιονοδρομικά μας κέντρα, θα ζήσετε μαγικές στιγμές χαλάρωσης και θα έρθετε κοντά στη φύση. Να γεμίσετε τα μάτια σας εικόνες και όταν επιστρέψετε με το καλό πίσω, θα συζητήσουμε τις εμπειρίες σας απ’ την επαφή σας με τη φύση. Θα χωριστούμε σε ομάδες και θα τρέξουμε μικρά πρότζεκτ με θεματικές ενότητες που εσείς θα επιλέξετε. Βασιζόμενοι πάντα, σ’ αυτά που σας έκαναν εντύπωση. Ο επικεφαλής που εσείς θα ορίσετε, θα παρουσιάσει στην τάξη με οπτικοακουστικό υλικό, την εργασία της ομάδας του.

Η καλύτερη εργασία θα επιβραβευτεί με πλούσια δώρα…



Δωρεάν εμβολιασμούς. Ένα μικρο-γεύμα σε καθημερινή βάση. Μια μοντέρνα εκδοχή του παλιού συσσιτίου. Μια σόμπα, λίγα ξύλα και  λάμπες θυέλλης για να διαβάζετε τα βράδια. Ένα χαρτζιλίκι, μια βόλτα, ένα ζευγάρι καινούργια παπούτσια, μια ανάσα στην κατάθλιψη που σας καταδικάσαμε να ζείτε. Κι όσες παρτίδες αξιοπρέπειας έχουν απομείνει ακόμα σε στοκ… ευγενική προσφορά του υπουργείου παιδείας. Ακούω απορίες...


- Γιατί τη λένε λευκή εβδομάδα;
- Γιατί κάποιοι καλοί κύριοι έχουν επιλέξει ήδη την απόχρωση της ζωής σας.
Με φόντο τη μαυρίλα τους κι εσάς να υπάρχετε μόνον ως τάργκετ-γκρουπ. Δεν είστε νέα γενιά ανθρώπων. Είστε μερίδιο αγοράς. Καταναλωτές. Μια λευκή μπάρα στον αγοραστικό χάρτη των δημοσκοπήσεων. Απ’ τις πιο υπολογίσιμες μάλιστα.
Η βιομηχανία της διαφήμισης, ποντάρει πολλά πάνω σας. Έχετε δύναμη. Και ανάγκες, εντέχνως αυξανόμενες. Και επίπλαστες επιλογές για το μέλλον σας. Στην πραγματικότητα, η μόνη σας επιλογή θα είναι στο μέσο εξόντωσης. Φτηνή εργασία, ανεργία, κατάρρευση, ή πρακτορείο μεταναστεύσων.

Αυτό που τους τρομάζει, είναι πως τα δικά σας μάτια σπινθηροβολούν. Σχηματίζουν μικρές εστίες, αναζωπυρώνονται και θεριεύουν. Οι προηγούμενοι αιφνιδιάστηκαν. Οι επόμενοι γνωρίζουν.Οι προηγούμενοι εγκλωβίστηκαν στο «έχω».
Οι επόμενοι σκάβουν για να ξεθάψουν το «είμαι».

Πηγή φωτογραφιών: Τρελογιάννης


Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Ομόνοια-Μοσχάτο

Γύρισε στο γραφείο ανήμερα του Άη-Γιαννιού. Ανήσυχη για κάποιον απροσδιόριστο λόγο. Κουρασμένη απ’ την ολιγοήμερη άδεια. Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά περάσανε σαν οδοστρωτήρας από πάνω της. Η μικρή διατηρούσε ακόμα τη συνήθεια να γράφει γράμμα σε κάποιον ανύπαρκτο Άγιο και κείνη υποκρίθηκε και φέτος πως το έστειλε. Ένα πρωί, στο ταχυδρομείο της γειτονιάς. Το τσαλάκωσε, το έβαλε στην τσέπη της, έκανε το γύρο του τετραγώνου για να περάσει λίγη ώρα και επέστρεψε σπίτι, προσπαθώντας να έχει μιαν υποψία χαμόγελου μπροστά στα ανυπόμονα μάτια της κόρης της. «Το έστειλες μαμά;» τη ρώτησε με αδημονία. Με το βλέμμα γυρισμένο αλλού, απάντησε μ’ ένα ξεψυχισμένο «Μα και βέβαια!». Πνιγμένη στις ενοχές και στην απόγνωση. Το γράμμα ξεχάστηκε,  χωμένο στο παλτό της. Δεν άντεξε ποτέ να το ανοίξει. Ήταν μάταιο.

Ο διευθυντής της ευχήθηκε ψυχρά και της ζήτησε να πάρει έναν καφέ και να πάει στο γραφείο του. Την έπιασε σύγκρυο. Ήξερε καλά πως η πρόσκληση για πρωινό καφέ, έκρυβε δύο κινδύνους. Παράπονα ή φευγιό. Με προσποιητή λύπη, της ανακοίνωσε το δεύτερο. Με συνοπτικές διαδικασίες, αποφασίστηκε η κατάργηση της θέσης της. «Έχετε ένα μήνα περιθώριο να αναζητήσετε μια νέα θέση εργασίας στην αγορά. Η εταιρεία, αναγνωρίζοντας τη συμβολή σας όλα αυτά τα χρόνια, θα σταθεί αρωγός στην προσπάθειά σας». Ζαχαρόσκονη στον πικρό καφέ που την κέρασε. Δεν απάντησε. Και να ήθελε, δεν είχε φωνή. Βγήκε απ’ το γραφείο του και γύρισε στη δουλειά της. Ήταν τόση πολλή, που δεν πρόλαβε να βουρκώσει.

Photo: http://tatphotography.blogspot.gr/
Αργά το απόγευμα, πήρε τον ηλεκτρικό για να γυρίσει σπίτι. Σωριάστηκε σε μια θέση πλάι στο παράθυρο κι απελευθέρωσε τις σκέψεις της. Αχαλίνωτες, ακολούθησαν την τροχιά του τραίνου.

Ομόνοια-Μοναστηράκι: Έγινε δέκα χρόνια μεγαλύτερη. Συνειδητοποίησε την κατάσταση. Οι πλάτες της λυγίσανε απ’ το βάρος και τις ευθύνες.

Μοναστηράκι-Θησείο: Στο μυαλό της στριφογύριζαν σενάρια, νούμερα, προβλήματα και αδιέξοδα. Και επισήμως άνεργη, μ’ ένα παιδί που μόνο αυτή φρόντιζε για το μεγάλωμά του, με αβέβαιο το ενδεχόμενο να βρει σύντομα δουλειά και μ’ ένα πενιχρό επίδομα ανεργίας που δεν θα την έφτανε ούτε για τα έξοδα μιας βδομάδας.

Θησείο-Πετράλωνα: Το ενδεχόμενο να ζητήσει βοήθεια, ήταν διαγραμμένο εδώ και χρόνια. Η μόνη βοήθεια που θα εισέπραττε, θα ήταν ένα ηθικοπλαστικό κήρυγμα με τον πηχυαίο τίτλο «Στο λέγαμε πως δεν θα τα καταφέρεις μόνη μ’ ένα παιδί. Τώρα κολύμπα!...».

Πετράλωνα-Ταύρος: Ο νους της δεν αντιστάθηκε σ’ ένα σενάριο αυτοκτονίας. Να πέσει στις γραμμές του τραίνου και να συνθλιβεί κάτω απ’ τις λαμαρίνες.

Ταύρος-Καλλιθέα: Παραδέχτηκε πως θα ήταν πιο αξιοπρεπές να πεθάνει στο σπίτι της. Αφήνοντας ένα γράμμα στην Αναστασία. Εξηγώντας της, τι;… Τι απ’ όλα;

Καλλιθέα-Μοσχάτο: Της ήρθε μια αυθόρμητη διάθεση να σηκωθεί όρθια και ν’ ανακοινώσει δημόσια: «Είμαι άνεργη, έχω μια κόρη να μεγαλώσω, δεν έχω καμιά βοήθεια από πουθενά, είμαι απελπισμένη! Χρειάζομαι μια κουβέντα σας για να κρατηθώ ζωντανή!». Μάταιο. Στο βαγόνι δεν υπήρχε παρά ένας ρακένδυτος γέροντας, που κοιμόταν μακαρίως στο απέναντι κάθισμα. Θα πρέπει να ήταν αξύριστος επί μήνες, ωστόσο περνώντας από μπροστά του, μια μυρωδιά ροδόνερου έφτασε στα ρουθούνια της.

Κατέβηκε στο Μοσχάτο και κάθισε σ’ ένα παγκάκι. Λιγοστοί άνθρωποι περάσανε από μπροστά της, κατευθυνόμενοι βιαστικά προς την έξοδο. Καθώς ξεκίναγε το τραίνο, διέκρινε τον ηλικιωμένο συνταξιδιώτη της, να της χαμογελάει πίσω απ’ το παράθυρο. Η μορφή του ήταν οικεία, αλλά της ήταν αδύνατον να συγκεντρωθεί εκείνη τη στιγμή.

Σα να ήταν από μολύβι τα πόδια της, σύρθηκε ως το σπίτι. Δεν είχε αποφασίσει αν έπρεπε να μιλήσει στην Αναστασία. Να της πει την αλήθεια ή να την προστατεύσει απ’ αυτήν. Στην είσοδο της πολυκατοικίας, την πλησίασε μια νεαρή γυναίκα. Κρατούσε μια μεγάλη χάρτινη τσάντα και φαινόταν βουρκωμένη. Προχωρούσε σαν υπνωτισμένη και παραλίγο να πέσει πάνω της. «Συγνώμη!» της είπε τρομαγμένη η άγνωστη γυναίκα. «Δεν πειράζει, μην κάνετε έτσι! Δεν έγινε και τίποτα…». 

Η άγνωστη γυναίκα την πλησίασε και ξέσπασε σε κλάματα. «Δεν σας ξέρω, αλλά δεν έχω κάποιον άλλο να μοιραστώ αυτό που μου συμβαίνει. Το απόγευμα αγόρασα ένα δώρο στον εαυτό μου κι ύστερα πήγα στον γιατρό μου για να πάρω τα αποτελέσματα των εξετάσεων που έκανα προ ημερών. Τσεκ-απ ρουτίνας. Μετά, είχα κανονίσει να βγω με τον φίλο μου για να γιορτάσουμε μαζί τα γενέθλιά μου. Ο γιατρός μου ανακοίνωσε πως έχω όγκο στο στήθος. Επιθετικός, όπως έδειξε η αξονική… Τι σας λέω τώρα ε; Εσείς θα έχετε τα δικά σας κι εγώ σας ζαλίζω με τον καρκίνο μου… Να, σκέφτηκα να σας το κάνω δώρο. Δεν το χρειάζομαι νομίζω. Αύριο μπαίνω στο αντικαρκινικό και αν βγω ζωντανή, θα έχει τελειώσει ο χειμώνας. Πείτε ότι είμαστε φίλες. Πως βγήκαμε μαζί απόψε και σας κέρασα για τη γιορτή μου… Κάθε φορά που θα το φοράτε, να κάνετε μια ευχή για μένα. Αν γλυτώσω, θα έρθω να σας βρω. Εδώ μένετε; Κι εγώ δυο στενά παρακάτω. Πώς σας λένε; Εμένα Χαρά. Αστείο ε;…. Σας παρακαλώ κρατήστε το… και μην ξεχνάτε να κάνετε μια ευχή για μένα. Λένε πως οι ευχές από καλούς ανθρώπους, πάντα εκπληρώνονται… Θα το πάρετε; Σας ευχαριστώ!»
Της άφησε την τσάντα στα πόδια και χάθηκε στο σκοτάδι.  

Έμεινε για λίγα λεπτά στην είσοδο της πολυκατοικίας, προσπαθώντας να διαχειριστεί αυτό που της συνέβη. Αδύνατον να βάλει σε τάξη τα γεγονότα. Ήταν κι αυτή η μυρωδιά ροδόνερου, που είχε αφήσει πίσω της η λαχανιασμένη ανάσα της άγνωστης γυναίκας. Είχε κολλήσει στα ρουθούνια της εδώ και ώρα και την ζάλιζε ευχάριστα. Κάτω απ’ τη λάμπα του πεζοδρομίου, έβγαλε το ρούχο που ήταν διπλωμένο στη σακούλα. Ένα κατακόκκινο μάλλινο παλτό. Μακρύ ως τις γάμπες, με μαύρη αγκράφα στη μέση και ζεστή επένδυση στο εσωτερικό του. Ένιωσε το κεφάλι της, σαν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί απ’ τα αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα.

Αργά το βράδυ, όταν κοιμήθηκε η μικρή, έβγαλε το παλτό απ’ την τσάντα και το φόρεσε. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Μετά από πολύ καιρό, του χαμογέλασε. Έκοψε την ετικέτα απ’ το μανίκι και το κρέμασε στον καλόγερο για να το φορέσει την επόμενη μέρα. Μάζεψε το παλιό της παλτό και πριν το κρεμάσει στην ντουλάπα, άδειασε τις τσέπες. Βρήκε το ξεχασμένο γράμμα της Αναστασίας. Κάθισε στην άκρη του κρεβατιού και το διάβασε:

«Αγαπημένε Άη-Βασίλη, με λένε Αναστασία και είμαι δέκα χρονών. Ίσως να μην υπάρχεις, αλλά δεν έχω πού να στείλω το γράμμα μου. Θα ήθελα να είχα έναν παππού σαν και σένα, να με φροντίζει και να μου φέρνει δώρα. Μένω με τη μαμά μου σ’ ένα διαμέρισμα στο Μοσχάτο. Δεν έχουμε καμινάδα και δεν θα μπορέσεις να με βρεις εύκολα, γιατί είμαστε μεγάλη πολυκατοικία. Αλλά δεν χρειάζεται να έρθεις. Αυτό που θέλω να μου φέρεις, μπορείς να το κάνεις κι από μακριά. Να προστατεύεις τη μαμά μου, από κει πάνω που πετάς με το έλκηθρό σου. Αν δεις ότι κινδυνεύει, να τη φυλάς για να είναι καλά. Αν είναι καλά η μαμά, εγώ δεν φοβάμαι τίποτα. Έχω, ό,τι της ζητήσω. Ξέρω πως δουλεύει παραπάνω ώρες για να μη λείπει τίποτα στο σπίτι μας. Κι αν μπορείς, να της στείλεις ένα ζεστό παλτό, γιατί αυτό που έχει είναι τρύπιο. Θα ήθελα να έχει ένα κατακόκκινο παλτό, μακρύ και ζεστό. Τα Χριστούγεννα μου πήρε ένα καινούργιο μπουφάν και νομίζω πως δεν έφτασαν τα χρήματα να πάρει κι εκείνη κάτι. Γι αυτό σε παρακαλώ πολύ, να την έχεις καλά.
Σ’ ευχαριστώ καλέ μου Άγιε!
Αναστασία»

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

Biblioteque - Oλιγόλεκτα

Στην ηλεκτρονική «Τεθλασμένη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη», έτρεξε πρόσφατα μια ανοιχτή πρόσκληση προς τολμηρούς συγγραφείς, για να αναμετρηθούν με την οικονομία των λέξεων, με πέντε μικροδιηγήματα ο καθένας και με στόχο την έκδοση μιας μεγάλης ανθολογίας. Ο τελικός σκοπός, όπως αναφέρεται στη στήλη: editorial, είναι να διαδοθεί στο εξωτερικό, σε μεταφραστές εκ της Ελληνικής σε άλλες γλώσσες. Έτσι για να δώσουμε ένα στίγμα στο Παγκόσμιο χωρίο.

Η ενότητα αυτή είχε τίτλο «Ολιγόλεκτα» και απαιτούσε ένα όριο 172 γραμμάτων, μήκος που έχει η μεγαλύτερη λέξη της Ελληνικής, στις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη.


λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιολιπαρομελιτοκατακεχυμενο
κιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτοπιφαλλιδοκιγκλοπελειολαγῳοσιραιοβαφητραγα
νοπτερυγών…

Είχα την τιμή να συμμετέχω στα Ολιγόλεκτα, με μία απ’ τις πέντε συμμετοχές μου να φιλοξενείται στη Βιβλιοθήκη. Η απόφαση και η τελική συμμετοχή μου, οφείλεται αποκλειστικά στη Μαρία-Ελένη Φραγκιαδάκη, που με παρότρυνε να το κάνω. Ξεφυλλίζοντας τα τεύχη της εξαιρετικής Βιβλιοθήκης, είχα την τύχη να διαβάσω παλιότερο υλικό της Μαριλένας (Η υπόσχεση), που με ενθουσίασε. Δεν ξέρω αν θα μπει στο πάνθεον των μελλοντικών συγγραφέων της χώρας, γι αυτό που είμαι βέβαιη όμως, είναι ότι γράφει με την καρδιά της και πυροδοτεί συναισθήματα και προβληματισμούς στον αναγνώστη.
Μαριλένα, σ’ ευχαριστώ!

Οι πέντε συμμετοχές μου στα Ολιγόλεκτα είναι οι παρακάτω, με την τελευταία να έχει ήδη δημοσιευτεί στον 14ο κύκλο.
http://bibliotheque.gr/?p=32630

«Τρώγε! »

«Πλύσου! »
«Πρόσεχε!»
«Σκάσε! »
«Διάβαζε! »


-Δεν είχα καταλάβει πως ήταν τόσο      ευαίσθητος.
 Ναι, άφησε ένα σημείωμα πριν πέσει…
«Έφαγα, πλύθηκα, διάβασα, πέτυχα. Πάω να ζήσω τώρα. Γεια σας!» 

**********************




Χαρίζονται παιδάκια ράτσας, καθαρόαιμα και εμβολιασμένα.

Δώρο ένα εγχειρίδιο χρήσης και πενταετής εγγύηση καλής λειτουργίας.





**********************



Μου τυλίγετε μια περισπωμένη;

Έχω ένα σπάνιο «Σ’ αγαπω» στη συλλογή μου και θέλω να το τονίσω.








**********************


Περάσανε ένστολοι το βράδυ και τον πετάξανε στο δρόμο.

Ούρλιαζε: «Σ’ αυτό το παγκάκι είχα χαράξει τ’ όνομά της πριν χρόνια… με δένουν μνήμες μαζί του! »

Το πρωί τον βρήκαν παγωμένο σ’ ένα στενό στην Ομόνοια.


**********************



Γεννήθηκε με μια σπάνια αρρώστια.

Ήταν καταδικασμένος να μη νιώσει ποτέ το αίσθημα του φόβου.

Θανατώθηκε αμέσως μετά τη διάγνωση.

Ιστολογικό δείγμα έδειξε πως ήταν ένα λάθος της φύσης. Απλά!




Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Παίζουμε;

Ευχαριστώ την Βίκυ την Ποδηλάτισσα, που μου έκανε την τιμή να μου στείλει το βραβείο.

Σύμφωνα με τους κανόνες λοιπόν, εγώ θα πρέπει:
* Να ευχαριστήσω αυτόν που μου το απένειμε, αφού γίνω μέλος στο μπλογκ του (Βίκυ μου σ’ ευχαριστώ πολύ και έχω ήδη γίνει μέλος σου, εδώ και καιρό).
* Να απαντήσω στις ερωτήσεις.
* Να το απονείμω σε 15 blogs και να ενημερώσω τους ιδιοκτήτες τους.

Παίζουμε;
1) Αγαπημένο φαγητό: Θαλασσινά, τσιπουράκι με γλυκάνισο, παραλία, καρέκλα να βουλιάζει στο γαρμπίλι και όμορφη παρέα

2)Τι δεν μου αρέσει στους ανθρώπους: να συνθηκολογούν

3) Τι μου αρέσει στους ανθρώπους με τους οποίους κάνω παρέα: ότι δεν είναι προβλέψιμοι

4) Με ηρεμεί: να βλέπω ουρανό με φεγγάρι και πεφταστέρια

5) Αγαπώ: … και παραβλέπω

6) Με νευριάζει: Ο γείτονας που αυτοαποκαλείται φιλόζωος, επειδή έχει ένα λυκόσκυλο φυλακισμένο στο διαμέρισμά του

7)Τι δεν αποχωρίζομαι ποτέ (αντικείμενο): ένα ξύλινο σταυρουδάκι που μου χάρισε η μητέρα μου. Χάρισμα απ’ τη μητέρα της. Δεν ξέρω την προϊστορία του, μόνο πως το αγγίζω και τη νιώθω κοντά μου

Το γλυκό βραβειάκι χαρίζω στα blogs: που επιθυμούν να το πάρουν. Δεν είμαι σίγουρη από ποιους έχει ήδη παραληφθεί, οπότε θεωρώ πως όσοι/όσες δεν το έχουν ήδη παίξει, είναι καλοδεχούμενοι να το συνεχίσουν...