[Παίζοντας με τις λέξεις #8]
Χτύπησε το κουδούνι. Άντε, πάμε έξω στο προαύλιο
να παίξουμε. Θα’ρθει κι η μάνα να σου περάσει ζεστό τυρόψωμο απ’ τα κάγκελα. Θα
φοράς μπλε ποδιά Λάουρα με λευκό πικεδένιο γιακαδάκι και στην ώρα των
καλλιτεχνικών, θα σκαλίσεις μια καρδιά κι ένα βέλος να τη λογχίζει, πάνω στο
θρανίο του Τάκη. Στις ράχες των βιβλίων
και στα ενδότερα των τετραδίων σου, θα ζωγραφίσεις με το λευκό πάρκερ τον
κωδικό πρόσβασης στον πρώτο σου έρωτα: Α+Τ=love. Στην ώρα του Ομήρου θ’
ανατριχιάσεις και δεν θα ξέρεις αν είναι απ’ το διαπεραστικό βλέμμα του Τάκη ή
απ’ τον ήχο της κιμωλίας
που τρίζει στο μαυροπίνακα. Θα αντιγράψεις πολυσέλιδα κατεβατά απ’ τη Δομή,
εκατό δραχμές η δόση, για το χατίρι σου όμως χαλάλι η σπατάλη αυτή, να έχεις ένα
εφόδιο στη ζωή σου, στο πάνω ράφι της βιβλιοθήκης, να την ξεσκονίζεις και να
την αποστηθίζεις ανελλιπώς. Με την ατυχία που σε δέρνει, ο μαυροπίνακας, η
ποδιά Λάουρα και η Δομή, θα αποσυρθούν άμα τη αποφοιτήσει σου. Το σφουγγάρι θα
κάνει το τελευταίο του δρομολόγιο πάνω στον πίνακα, σβήνοντας οριστικά τη
χρονική αντικατάσταση του «είμαι», μαζί με τα καλλιγραφικά γράμματα της
ανήλικης ζωής σου. Ο σχολικός ενεστώτας, έχει γίνει ήδη συντελεσμένος αόριστος.
Χτύπησε το ξυπνητήρι. Έλα σήκω, άργησες πάλι.
Είσαι ήδη κάτοχος ταυτότητας, φορολογικού μητρώου και κάρτας ανεργίας. Ανοίγεις
τη σάκα σου και βρίσκεις μόνο κλειδιά, πορτοφόλι και κινητό. Η ανατριχίλα της κιμωλίας
έχει φύγει δια παντός απ’ τη ζωή σου, μαζί με τον Τάκη και τα αναπάντεχα
μητρικά τυρόψωμα στα διαλείμματα. Στον οικοδομικό ωκεανό της πόλης,
σου αντιστοιχεί το γονεϊκό δυάρι στο Κουκάκι, με τη μυρωδιά του τυρόψωμου να
έχει ποτίσει τις μελαμίνες της κουζίνας κι ένα μικρό μπαλκονάκι με ξεφτισμένες
τέντες και κόκκινα γεράνια. Θα τα ξεδιψάς με το ίδιο τσίγκινο ποτιστήρι που πότιζε
ο πατέρας και θα είσαι σίγουρη πως κάθεται ακόμα στην αγαπημένη του φερ-φορζέ,
φύλακας άγγελος στα δύσκολα που θα’ρθουν. Στο ελάχιστο μερτικό ουρανού που
θα σου αντιστοιχεί, θα βλέπεις το ίδιο φεγγάρι με τον σύγχρονο Τάκη των
εφηβικών σου χρόνων. Μεσοτοιχία οι ζωές σας… «Δυο μισοφέγγαρα φτιάχνουν ένα
ολόκληρο», θα σου ψιθυρίσει ένα αυγουστιάτικο βράδυ. Θα ενώσετε τα γεράνια και τους φόβους σας και θα στήσετε ένα παλάτι με φτηνά έπιπλα και τεντζερικά, αλλά έντιμα βλέμματα αφοσίωσης
και αγάπης.
Στον εξακολουθητικό μέλλοντα της ζωής σου, θα
συχνάζεις όλο και πιο συχνά στη σχολική αίθουσα, θα προσπαθείς να ανακαλέσεις
τον ήχο της κιμωλίας, τη μυρωδιά των φαγητών
και τις στοίβες με τις Μανίνες και τις σούπερ Κατερίνες. Θα ενθουσιαστείς όταν ανακαλύψεις δύο ξεθωριασμένους
τόμους της Δομής στο παλιατζίδικο και θα τους ξεφυλλίσεις με αγωνία μήπως κι
έχουν ακόμα χαραγμένα τα αρχικά Α+Τ=love στις μέσα σελίδες
τους. Θα ξαναγράψεις στο πιο ψηλό σημείο
του μαυροπίνακα με καλλιγραφικά γράμματα, τη χρονική αντικατάσταση του «είμαι».
«Είμαι –
ήμουν - θα είμαι».
«Μάνα – κόρη
– σύντροφος και φύλακας άγγελος».
Ένα παιδικό χεράκι θα σε τραβάει να πάτε έξω για
παιχνίδι. Θα της μάθεις να ποτίζει τα γεράνια και να εμπιστεύεται τα
αυγουστιάτικα φεγγάρια.
Συμμετείχε στον όγδοο κύκλο του «Παίζοντας με τις λέξεις», στον ιστοχώρο της Μαρίας. Την ευχαριστώ απ’ την καρδιά
μου που άνοιξε για άλλη μια φορά διάπλατα την πόρτα της και μας φιλοξένησε με
αγάπη και φροντίδα. Όπως και όλη την παρέα μας που έγραψε, διάβασε και
μοιράστηκε σκέψεις και συναισθήματα.
[Η φωτογραφία της ανάρτησης απ' το διαδίκτυο]