Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

"Κατεδαφιζόμεθα"



}Κάποτε, οι πλούσιοι διπλοκλειδώνανε τη ζωή τους μέσα σε τοίχους ψηλούς, κατεβάζανε στόρια, κουρτίνες. Βάζανε σκυλιά στην είσοδο και κρεμαστή κρεμμύδα για τη βασκανία. Τώρα όλα βγήκανε στη φόρα. Δεν υπάρχει ιδιωτική ζωή. Ένα μάτι βλέπει, ένα αφτί ακούει και η διαφήμιση διαλαλεί. Έτσι τρώνε, έτσι δουλεύουνε, έτσι ερωτεύονται, έτσι κλέβουνε, έτσι αγαπούνε, έτσι σκοτώνουν και σκοτώνονται. Χιλιάδες μικροί και μεγάλοι διαρρήκτες με σύγχρονα εργαλεία παραβιάζουνε καρδιές, εγκεφάλους, οικογενειακά κι επαγγελματικά άσυλα. Γέμισε καταδότες η ζωή! Κινηματογραφικοί φακοί, μικρόφωνα, τηλεοράσεις καταγράφουν το κάθε τι. Και οι πλασιέδες, θύματα οι ίδιοι, αναγκάζονται με τη σειρά τους να ψεματίζουν το φτωχό κοσμάκη. Πάνε στις πόρτες του, δεν τον αφήνουν σε ησυχία, ρωτάνε, σημειώνουνε.

«Δεν χρειάζεται πια να ‘χεις λεφτά για ν’ αγοράζεις κείνο που λαχταράει η ψυχή σου». «Χωρίς λεφτά;» «Μάλιστα, χωρίς λεφτά. Περνάει τ’ όνομά σου σε μια καρτέλα, βάζεις μια υπογραφή και σου κουβαλούνε τα καμιόνια τον πολιτισμό στο σπίτι σου. Πώς να ζήσεις σήμερα χωρίς ηλεκτρικό ψυγείο; Και το μίξερ υπέροχο. Δεν πετάς φρούτο. Φτιάχνει χυμούς το μίξερ. Κανένας γονιός δεν πρέπει ν’ αφήνει τα παιδιά του χωρίς χυμούς. Κάνουν και ωραίο δέρμα. Είσαι και κατά του γήρατος, κατά της παχυσαρκίας, κατά της δυσκοιλιότητας». «Θαύμα θαυμάτων η νέα αυτόματη κατσαρόλα, ψήνει το κρέας σε πέντε λεπτά. Και το τηγάνι που τηγανίζει χωρίς λάδι».

Τα υπεραυτόματα πλυντήρια, τα απορρυπαντικά, τα καλλυντικά, τα αντιγριπικά, τα αντισυλληπτικά, τα ηρεμιστικά, τα ναρκωτικά, η σφραγίδα της αφθονίας και στον τόπο μας. Καιρός να εκσυγχρονιστούμε…~

Διδώ Σωτηρίου

Απόσπασμα απ’ το βιβλίο: «Κατεδαφιζόμεθα» - εκδ. Κέδρος




Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Άνεμος του Νοεμβρίου


 

Τώρα όμως βράδιασε. Ας κλείσουμε την πόρτα κι ας κατεβάσουμε
τις κουρτίνες
γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τι κάναμε στη ζωή μας;
Ποιοι είμαστε; Γιατί εσύ κι όχι εγώ;
Καιρό τώρα δεν χτύπησε κανείς την πόρτα μας κι ο ταχυδρόμος έχει
αιώνες να φανεί. Α, πόσα γράμματα, πόσα ποιήματα
που τα πήρε ο άνεμος του Νοεμβρίου. Κι αν έχασα τη ζωή μου
την έχασα για πράγματα ασήμαντα: μια λέξη ή ένα κλειδί, ένα
χτες ή ένα αύριο
όμως οι νύχτες μου έχουν πάντα ένα άρωμα βιολέτας
γιατί θυμάμαι. Πόσοι φίλοι που έφυγαν χωρίς ν’ αφήσουν διεύθυνση,
πόσα λόγια χωρίς ανταπόκριση
κι η μουσική σκέφτομαι είναι η θλίψη εκείνων που δεν πρόφτασαν
ν’ αγαπήσουν.

Ώσπου στο τέλος δεν μένει παρά μια θολή ανάμνηση από το παρελθόν
(πότε ζήσαμε;)
και κάθε που έρχεται η άνοιξη κλαίω γιατί σε λίγο θα φύγουμε και
κανείς δεν θα μας θυμηθεί.

Τάσος Λειβαδίτης

Τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου, Εκδόσεις Κέδρος, 2003


Καλό Νοέμβρη να έχουμε και μακριά από ανθρώπους που τσιγκουνεύονται την ανθρωπιά και το χαμόγελο. Αν παρ' ελπίδα βρεθείτε κοντά τους:  “guarda e passa” όπως έγραφε ο Δάντης στην Κόλαση. “Kοίτα και προσπέρνα. Μέχρι να φύγει αυτός ο ‘παλιόκαιρος’… ~{ {~…

// ~ // 

Υ.Γ. Οι φωτογραφίες της ανάρτησης και της κεφαλίδας του ιστολογίου, ανήκουν στον δημιουργό και μόνιμο πάροχο Θάνο Τσάκαλο, τον οποίο εγκαρδίως ευχαριστώ  για την πολύτιμη συνδρομή/προσφορά του J

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021

Η ατομική ευθύνη κι άλλα χρήσιμα “εργαλεία”

 

Artwork: Zack Zdrale


Πάει καιρός τώρα που στο σπίτι εφαρμόζουμε την αλάνθαστη μέθοδο της κυβέρνησης, σ’ ό,τι αφορά τη διαχείριση κρίσεων.  Όταν, για παράδειγμα, τα βρίσκουμε μπαστούνια με τα παιδιά και δεν μπορούμε ν’ ανταποκριθούμε στις -δίκαιες ομολογουμένως- απαιτήσεις τους, ακολουθούμε την αλάνθαστη μέθοδο του “στρίβειν δια της ατομικής ευθύνης”. Πρακτικά μιλώντας βέβαια, η τακτική αυτή δεν βελτιώνει σε τίποτα το βιοτικό μας επίπεδο, εδραιώνει όμως στα παιδιά τη συνήθεια της συναίνεσης και της ανοχής.


«Μάνα, θα χρειαστώ καινούργια αθλητικά, φέτος».

«Μια χαρά είν’ αυτά που έχεις».

«Έχει τρυπήσει η σόλα, τι μια χαρά μου λες;»

«Καλά λοιπόν. Ας γίνει το δικό σου. Να ξέρεις όμως ότι, αν πάρεις εσύ καινούργια παπούτσια, δεν θα φτάσουν τα λεφτά ν’ αλλάξουμε τη μπαταρία του βηματοδότη της γιαγιάς».

«Και θα τριγυρνάω με τρύπια παπούτσια στο καταχείμωνο, ρε, μάνα;»

«Και το πάει η καρδιά σου να πάθει καμιά συγκοπή η γιαγιά και να το ’χεις κρίμα στο λαιμό σου μια ζωή; Όχι πες μου, το πάει;»

«Ε τώρα, έτσι όπως το θέτεις…»

«Η γιαγιά ΣΟΥ, βρε! Η γιαγιά σου που σε μεγάλωσε σαν πριγκιπόπουλο, που είχαν να το λένε στη γειτονιά πόση λατρεία σου είχε, που σου τηγάνιζε, ανελλιπώς, πατάτες τσιπς που σ’ αρέσανε, θυμάσαι; Φλόμωνε το σπίτι στη τηγανίλα για να φας εσύ τραγανιστές πατατούλες, μετά το σχολείο…»

«Καλά καλά, φτάνει. Μ’ έπεισες».

«Τι εννοείς σ’ έπεισα; Ότι το κάνεις για μένα; Για μένα το κάνεις;»

«Για τη γιαγιά το κάνω. Για να της πάρουμε τη μπαταρία του βηματοδότη της. Το λήγουμε τώρα, γιατί έχω και διάβασμα;»

«Εγώ, παιδί μου, ένα τελευταίο πράγμα θα σου πω. Να ξέρεις πως εξάντλησα όλες μου τις προσπάθειες για μια δίκαιη απόφαση, αλλά με βάση τον προϋπολογισμό του σπιτιού, τα διαθέσιμα κεφάλαιά μας δεν αφήνουν το ελάχιστο περιθώριο απόκλισης. Εγώ…»

«Μάνα, φεύγω! Δεν μ’ ενδιαφέρουν όλ’ αυτά, παρά μονάχα πως θα μείνω χωρίς παπούτσια το χειμώνα».

«Άκου τον τι λέει! Που έτσι και πάθει κάτι η γιαγιά, δεν το συζητώ, θα πλαντάξει απ’ τη στεναχώρια του κι ο πατέρας σου. Ε, άμα πέσει κι αυτός, δεν το συζητώ, κλάψε με κι εμένα!... Θα σκάσει κι η μάνα μου η δόλια και ποιος θα σ’ αποβγάλει, μετά στη ζωή, αγόρι μου; Ποιος; Όχι πες μου ποιος!... Η θειά σου η Βάσω μ’ ένα νεφρί κι άντρα με ζάχαρο; Δεν το συζητώ!»

«Συνεχίζεις και το συζητάς όμως. Είπαμε, το θέμα έληξε. Τι άλλο θες να σου πω δηλαδή;»

«Πως είσαι ευχαριστημένος έτσι που τα διευθετήσαμε τα πράγματα. Αχ, σε παρακαλώ, πες στη μανούλα πως είσαι μια χαρά χαρούμενος, τώρα, αγόρι μου. Για πες να τ’ ακούσει η έρμη μάνα…»

«Είναι απαραίτητο τώρα αυτό;»

«Aχ αγόρι μου, είσαι άμυαλο ακόμα και δεν αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος της ευθύνης σου. Λίγο να φερθείς επιπόλαια, θα δυναμιτίσεις τα θεμέλια του σπιτιού μας. Κι άμα πέσουμε εμείς, πάει κι η κοινωνία, αποσαθρώνεται ο ιστός της χώρας, γκρεμίζεται ο ευρωπαϊκός νότος, βουλιάζουν τα Βαλκάνια. Κι άμα βουλιάξουν τα Βαλκάνια... πάει κι η Ευρώπη... πάει η Ασία, πάει κι η Αμερική...»

«Ρε μάνα, έλεος!... Είπαμε. Με τα παλιά παπούτσια και την ίδια φόρμα θα τη βγάλω φέτος. Τι άλλη θυσία μπορώ να κάνω, εγώ, δηλαδή για να σωθεί η ανθρωπότης;»

«Εκείνα τα χαρτζιλίκια που μαζεύεις στον κουμπαρά σου…»

«Ε, τι;»

«Να, σκέφτηκα… μήπως τσοντάραμε κι εμείς και να βάζαμε λίγο πετρέλαιο μη πουντιάσουμε φέτος;»

«Σοβαρά τώρα;»

«Aν δεν βάλουμε όλοι πλάτη αγόρι μου, πώς θα βγει η χώρα απ’ αυτή την κρίση;»


 

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021

Οι ήρωες [ακόμα] κοιμούνται ανήσυχα

 

Απ’ την αντιφασιστική πορεία στον Πειραιά, με το συγκλονιστικό έργο του ζωγράφου-εικαστικού Δημήτρη Αστερίου που απεικονίζει ματωμένα πρόσωπα θυμάτων βίας, μεταξύ των οποίων αυτό του Αλέξη Γρηγορόπουλου, της Ελένης Τοπαλούδη, του Παύλου Φύσσα, του Νίκου Τεμπονέρα, του Σαχζάτ Λουκμάν, του Μιχάλη Καλτεζά, του Βασίλη Μάγγου, του Αλεξ Μεσχισβίλι, του Ζακ Κωστόπουλου, του Μπερκίν Ελβάν, του Κάρλο Τζουλιάνι και του Τζορτζ Φλόιντ. [Φωτογραφία: EUROKINISSI Τατιάνα Μπόλαρη]



Γέμισε η πόλη προσκυνητάρια νεκρών. Εδώ σφάξανε τον Παύλο, παρακεί έλιωσαν στο ξύλο τον Ζακ, πιο πάνω δολοφονήθηκε από χέρι “οργάνου της τάξης” ο Αλέξανδρος, σ’ αυτό το κτίριο βασανίστηκε μέχρι θανάτου ο Βασίλης. Και τελειωμό δεν έχει ο κατάλογος της ντροπής.

Κάθε φορά που βλέπω αυτές τις μανάδες να υψώνουν τις μαυροντυμένες ψυχές τους και να δίνουν κουράγιο η μία στην άλλη, είναι σαν ν’ ανοίγει ένα μικρό παραθύρι στον ουρανό, μια χαραμάδα απ’ όπου εισβάλλει καθαρός αέρας, λίγη φλόγα απ’ τη λάμψη τους, παράκληση στη συνείδησή μας να μη λησμονήσουμε τους αγώνες τους, εντολή επιτακτική να μην αφήσουμε το τέρας του φασισμού να νικήσει.

Αγκαλιασμένες μητέρα Φύσσα και μητέρα Ζακ. Justice4Zak-Zackie: ΖΩΗ ΚΟΚΚΑΛΟΥ


Το παρακάτω κείμενο αναρτήθηκε απ’ τη μητέρα του Ζακ Κωστόπουλου, τρία χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του από “νοικοκυραίους” και όργανα της τάξης που έσπευσαν αμέσως να συνδράμουν με τις κλωτσιές και τα γροθιές τους. Περαστικοί κυρ-Παντελήδες που απαθείς κατέγραφαν το φονικό στα κινητά τους, καθώς και “δημοσιογράφοι” του γλυκού νερού που ανέλαβαν πρόθυμα το μπουγάδιασμα των φονιάδων, έχουν το γενναίο μερτικό τους στη δολοφονία του Ζακ.



}Σε κοιτάζω κι είσαι ένα πλάσμα αλλόκοτο και κατανοητό συνάμα.

Στο κεφάλι σου υπάρχουν μικρά μαύρα φίδια, τα μάτια σου λάμπουν από το φως της αλήθειας ή μήπως από τη χρυσή σκιά που έβαλες;

Τα χείλη σου στάζουν κόκκινο αίμα ή μήπως είναι το κόκκινο κραγιόν σου;

Τα χέρια σου είναι ορθάνοιχτα και πελώρια πώς να χωρέσουν όλοι οι πονεμένοι σε μια αγκαλιά;

Παιδί μου, ομόρφυνες τον κόσμο με τα λόγια σου, την καλοσύνη και τη συμπόνια σου, την ευγενική σου ψυχή και την αγάπη σου.
Και τρία χρόνια λείπεις κι άφησες ανοιχτές πληγές και τη μαγεία σου να πλανάται στον αέρα και να ψάχνει κάπου να φωλιάσει.

Η χρυσόσκονη που σκόρπισες φεύγοντας, ταξιδεύει στην ατμόσφαιρα και είναι σαν να μας κλείνεις το μάτι και να λες "Εδώ είμαι, οι πράξεις μου, τα λόγια μου, τα γραπτά μου είναι εδώ. Συνεχίστε μέχρι που κάθε παπούτσι που κλωτσά να γίνει στάχτη στο χώμα της κόλασης.~



Ο Ζακ που αγαπούσε τους ανθρώπους, λάτρευε τα ζώα, αγωνίστηκε για δικαιοσύνη, υπερασπίστηκε με πάθος τις αξίες του και  ήταν πάντα μια ανοιχτή αγκαλιά για όλους τους φίλους του. 

Μακάρι ν’ αποδειχτούμε αντάξιοί του…

[oι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται απ' το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους]