Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

Κουνουπίδι με dressing αυτοθυσίας

Πανεύκολη συνταγή (για τους άλλους)



Αν δεν έχω παραισθήσεις απ’ την καθημερινή μας έκθεση στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, τότε η  κουζίνα μας πρέπει να είναι στοιχειωμένη. Τα βράδια που στρώνω τραπέζι, βάζω παραπανίσια μαχαιροπήρουνα. Να γλυτώσω το σήκω-κάτσε. Την ώρα που σερβίρω το φαγητό, βλέπω τον Δένδια να εισβάλλει στην κουζίνα, να στρογγυλοκάθεται δίπλα στα παιδιά και να μου απλώνει σαν φουρναρόφτυαρο το πιάτο του: «Το πρώτο προαπαιτούμενο είναι η αλλαγή κουλτούρας και η επιστροφή μας στο πνεύμα αυτοθυσίας… βάλτε λίγες τηγανητές πατατούλες ακόμα, τσιγγουνιές θα κάνουμε; Εν ανάγκη κόψτε κάτι απ’ τις μερίδες των παιδιών. Ας μαθαίνουν στις θυσίες, καλό θα τους κάνει…»  Είδα κι έπαθα να ηρεμήσω τον μικρό που τσίριζε για το μισοάδειο πιάτο του. Ο υπουργός δε, απτόητος. Έκλεβε απ’ τα πιάτα των παιδιών, μασούσε, ρευόταν και ρητόρευε.

«Άμα είστε σοβαροί και υπεύθυνοι, να πάτε να αυτοθυσιαστείτε για την Ευρώπη. Οι Αμερικανοί δηλαδή είναι πιο μάγκες;» ρώτησε μπουκωμένος.

«Εσείς δηλαδή θα πάτε;" του κάνει ο μεγάλος.

"Ευχαρίστως θα πήγαινα... αν δεν με ταλαιπωρούσαν οι αιμορροΐδες μου... και κάτι πονάκια στους προσαγωγούς απ' τα ροκανίσματα στο hardcore πρόγραμμα του γυμναστηρίου" απάντησε ο υπουργός.

"Τα παιδιά σας θα τα στείλετε όμως, ε;" επιμένει ο μεγάλος.

"Στο γυμναστήριο;" ρώτησε ο υπουργός.

"Στο θυσιαστήριο", απαντάει ο μεγάλος…

Ποιος είδε τον υπουργό άμυνας με γουρλωμένα μάτια και δεν τον φοβήθηκε; Έτρεξα στο ψυγείο για να αποφορτίσω λίγο την ένταση. «Πάω να φέρω κανένα αναψυκτικό…έρχομαι, δεν αργώ. Να είστε φρόνιμα, μη μαλώνετε…»

Εν τω μεταξύ, ανοίγω το ψυγείο και μου κλείνει το μάτι ο υπουργός υγείας, πλάι στα παριζάκια και τις μουστάρδες. Ήταν πιο μαύρος κι απ’ τις μπανάνες που είχα βάλει σε μια χαρτοσακούλα στη φρουτοθήκη. «Τα Χριστούγεννα να πάρετε δώρο στα παιδιά σας από ένα όπλο. Μη γίνουν τίποτα κουραμπιέδες και μπαγλαμάδες. Εγώ για τα δικά μου πάντως, παράγγειλα ήδη ένα αντιαρματικό, μια φρεγάτα και μια εξάδα ρουκέτες πάτριοτ. Δεν είναι να παίζεις με τους κομμουνιστές, αγαπητή…»

 Έκλεισα την πόρτα τρομαγμένη. «Δε γ@μιέται, ας πιούμε νερό απόψε», σκέφτομαι, και κατευθύνομαι προς το ντουλάπι με τα ποτήρια.

Εκεί είναι μπαστακωμένος ο πρωθυπουργός και με ρωτάει αν θέλω κολωνάτα ή σαμπάνιας. «Σωλήνες διαθέτει το σπίτι μας, σαν αυτά που σέρβιρε ο Ζήκος» του απαντάω εκνευρισμένη. «Θα σας μαλώσω», μου λέει επιτιμητικά. «Η καλύτερη απάντηση στην έλλειψη γυαλικών, είναι η αύξηση των ποτηριών στο ντουλάπι σας». Μου είπε κι άλλα ακαταλαβίστικα κι επειδή ήμουν λιώμα στην κούραση, γύρισα άπραγη στο τραπέζι και τους είπα: «Όποιος θέλει νερό, ας πάει να βάλει το κεφάλι κάτω απ’ τη βρύση, να τελειώνουμε».

«Τι σου έλεγε τόση ώρα αυτός με τα ποτήρια;» με ρώτησε ο μεγάλος.

«Ότι είμαστε, λέει, ενεργειακός κόμβος και παράγουμε πρωτογενές αέριο και πως αυτό θα εκτοξεύσει την οικονομία μας στα ύψη».

«Να μην ξανακάνεις κουνουπίδι γιατί τούς φέρνει φούσκωμα. Καλύτερα μπρόκολο, μαμά…»

Δυο μέρες τώρα, έχω ανοιχτό το σπίτι ν’ αεριστεί…



ë Σκίτσο: Γιώργος Μικάλεφ ThePressProject

ë Η φωτογραφία της ανάρτησης προέρχεται απ’ το διαδίκτυο (pinterest) & ανήκει στον δημιουργό της.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025

“Εξπρές συστημένο”

 


Στα γράφω βιαστικά για να προλάβουμε τον ταχυδρόμο πριν εξαϋλωθεί κι αυτός στο πυρ το εξώτερον, μαμά. Να βγάλεις προσωπικό αριθμό, μαμά, γιατί λήγει η προθεσμία, το λένε και το ξαναλένε και ουαί κι αλίμονο αν δεν έχεις κι εσύ τον αριθμό σου.  Και να μπεις στην πλατφόρμα για το επίδομα θέρμανσης, μήπως σου βάλουν κατιτίς να τσοντάρεις για το πετρέλαιο. Να κλείσεις ραντεβού και με τον γιατρό σου, όχι απ’ το τηλέφωνο, δεν γίνεται πια έτσι, μαμά… Πρέπει να μπεις στην εφαρμογή, να τον αναζητήσεις εκεί μέσα και να κανονίσεις eΡαντεβού. Δεν προλαβαίνω να σου εξηγήσω λεπτομέρειες τώρα, βρε μαμά… Κοίτα να πάρεις εγκαίρως και τα φάρμακά σου, μην τα αποσύρουν κι αυτά, βήχεις άσχημα βρε μαμά, αλλά τα σιρόπια δεν συνταγογραφούνται πια… βάλε λίγο μέλι και λεμονάκι να μαλακώσει ο λαιμός σου… πού να το βρεις το μέλι που είναι κι αυτό πανάκριβο, θα μου πεις, και θα ’χεις δίκιο. Τι να σου πω κι εγώ, κάνε ό,τι σε φωτίσει ο Θεός.

Και μην ετοιμάσεις πεσκέσι για τα Χριστούγεννα, μαμά. Το ταχυδρομείο κλείνει στο χωριό σου. Αλλάζει η εποχή, τώρα όλα είναι ψηφιακά. Κι εσύ δεν έχεις ίντερνετ εκεί πέρα, μαμά. Ούτε καν ένα smartphone…

Ρώτησα την τεχνητή νοημοσύνη να μου βρει μια λύση, μαμά. Δεν την ξέρεις, είναι μια καινούργια μόδα που θα μας κάνει, λένε, τη ζωή πιο εύκολη. Ξέρεις τι μου απάντησε; «Ζει ακόμα σε τέτοια ηλικία η μητέρα σας; Λογικά, ανήκει στη γενιά που είχε εξολοθρευτεί τον καιρό της επιδημίας. Έγκριτοι επιστήμονες, δημοσιογράφοι και κυβερνητικοί αξιωματούχοι την είχαν χαρακτηρίσει, και δικαίως, ‘υγειονομική βόμβα’. Αν παρόλα αυτά, επέζησε και χρήζει ταχυδρόμου, γιατρού και φαρμάκων, οφείλει να προσαρμοστεί στο νέο μοντέλο συναλλαγών, έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσει την επιβάρυνση που προσθέτει στο κράτος με την ύπαρξή της».

Καλύτερα που έφυγες εγκαίρως, μαμά. Κάτι τέτοια θα συζητούσαμε σήμερα κι εσύ θα βυθιζόσουν στα σκοτάδια και τις αγωνίες σου. Ίσως εκεί πάνω που είσαι, να φτάσει με κάποιο τρόπο το γράμμα μου. Πιο πιθανό το βρίσκω να έχει απομείνει ένα γραμματοκιβώτιο σ’ ένα ουράνιο μεϊντάνι. Και να βρεθεί ένας πονετικός αγγελιοφόρος για να σου φέρει τα μαντάτα μας. Στη διαδικτυακή μας υστερία πάντως, εγώ συγκρατώ μονάχα τους κωδικούς πρόσβασης που μας είχες εμπιστευτεί όσο ζούσες.

«Να μην αγροικάτε τις μπουνταλές που σας λένε, αμέ μόνο ό,τι σας ορμήνεψα. Του χορτάτου ανθρώπου το στόμα να σκιάζεστε. Τουτοσές ο δίμουρος,  ημπορεί να τη φάει και να τη χωνέψει ολάκερη την ανθρωπότητα».

Σε φαντάζομαι τώρα να δένεις το κεφαλομάντηλό σου και να μας κατακεραυνώνεις από ‘κει πάνω. «Ούλα σάς τα ορμήνεψα, ξα σας τώρα!»

Φωτογραφία: Θάνος Τσάκαλος