Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Ήτανε κάτι Ρώσοι και κάτι Αμερικάνοι…


Θυμίζει το παλιό ανέκδοτο με την αιώνια κόντρα ανάμεσα σε Ρώσους και Αμερικάνους. Μόλις οι Αμερικάνοι διαπίστωσαν ότι οι Ρώσοι πάτησαν το πόδι τους στο φεγγάρι και άρχισαν να το βάφουν κόκκινο, έστελναν αγωνιώδη μηνύματα στον κυβερνήτη. «Πρόεδρε, έχουν βάψει, ήδη, το μισό και συνεχίζουν ακάθεκτοι. Aναμένουμε οδηγίες». Καμία αντίδραση απ’ το Πεντάγωνο. «Πρόεδρε, τα τρία τέταρτα της σελήνης, είναι κόκκινα. Τι κάνουμε;» Λίγο πριν ολοκληρωθεί το έργο των Ρώσων, και αφού το φεγγάρι είχε κοκκινίσει ολούθε, ήρθε η πολυπόθητη απάντηση. «Μη σκάτε, όταν τελειώσουν το βάψιμο, πάρτε άσπρο σπρέι και γράψτε Coca Cola». Για όλα υπάρχουν λύσεις, φτάνει να συνυπάρχουν άφθονο θράσος και ταλέντο στην προπαγάνδα.

Ο Κουρός Νουρμοχαμαντί Μπαϊγκί, ο Ιρανός πρόσφυγας που διέπρεψε στις φετινές πανελλαδικές, ήταν η άβολη περίπτωση ενός παιδιού-θαύματος που έπρεπε να διαχειριστούν οι αρμόδιοι απ’ τις υπηρεσίες Μετανάστευσης και Ασύλου. Το κακό γι’ αυτούς ήταν ότι το νεαρό προσφυγόπουλο κατάφερε να φτάσει ζωντανό απ’ τα τουρκικά παράλια ως τη Λέσβο, πάνω σε μια φουσκωτή λέμβο. Το χειρότερο ήταν ότι επέζησε μέσα στις εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης των προσφυγικών δομών, και το χείριστο, πως κατόρθωσε να διαχειριστεί την ψυχοφθόρα καθημερινότητα και να μάθει σε τρία χρόνια τη γλώσσα μας κι όλα αυτά που εμείς δεν τα μαθαίνουμε σ’ όλη μας της ζωή.

Ο Κουρός είναι αυτοδημιούργητος κι ό,τι κατάφερε το χρωστάει στον εαυτό του και στους γονείς του που τον στήριξαν με όλες τις δυνάμεις τους. Στους καθηγητές και στους συμμαθητές του που τον ενδυνάμωναν καθημερινά για να προλάβει να προετοιμαστεί έγκαιρα για τις εξετάσεις.

Δεκάρα τσακιστή δεν χρωστάει σ’ όλους αυτούς που το πρωί υπογράφουν παράνομες επανοπροωθήσεις και το απόγευμα φωτογραφίζονται πλάι στα παιδιά που ξεχωρίζουν για τις επιδόσεις τους και μας βάζουν στην κυριολεξία τα γυαλιά. Κανένας από δαύτους δεν βλέπει με συμπάθεια την ένταξη των νέων προσφύγων σε μια κοινωνία που έχει κάνει καραμέλα τη λέξη “λαθρομετανάστες”. Ουδέποτε στήριξαν τα δικαιώματα τους και ποτέ δεν επεδίωξαν να δημιουργήσουν ευκαιρίες στους νέους πρόσφυγες. Όσοι στάθηκαν τυχεροί και δεν ξεβράστηκαν σε μια παραλία, όσοι δεν θάφτηκαν ως “άγνωστοι νεκροί” σ’ ένα χωράφι, μονάχοι τους παλεύουν κι ήρθαν ως εδώ για να μας δώσουν λίγη απ’ τη λάμψη τους.  Κι αν είναι κάποιοι που δικαιούνται να περηφανεύονται για την πρόοδό τους, είναι μόνοι οι καθηγητές τους κι όσοι εθελοντικά τούς συντρέχουν.

Η πρόσφατη ένταξη του νεαρού προσφυγόπουλου στην ομάδα Μεντόρων του Υπουργείου Μετανάστευσης (οι Μέντορες σάς μάραναν), είναι η απέλπιδα προσπάθεια μιας αποτυχημένης κυβέρνησης να περισώσει το γόητρό της.  Είναι η σύγχρονη προεδρική εκδοχή του: «Μη σκάτε, όταν τελειώσουν το βάψιμο, πάρτε άσπρο σπρέι και γράψτε Coca Cola». Στο κατάμαυρο σύμπαν που έχουν δημιουργήσει, η έγνοια των αρμοδίων είναι να κερδίσουν τις εντυπώσεις με ένα ρεσιτάλ χυδαίας υποκρισίας. «Μη σκάτε που πέτυχε, θα τον βάλουμε στο κλαμπ των αρίστων για να τον κάνουμε σαν τα μούτρα μας». Μια σέλφι στο προεδρικό, δυο αράδες σκονάκι απ’ τους κειμενογράφους του Kυβερνήτη, λίγα τηλεοπτικά πλάνα για την τηλεόραση κι έτοιμο το μύθευμα.

Λες κι έχει ανάγκη αυτό το φωτισμένο πλάσμα να γίνει παράδειγμα προς μίμηση μέσα από γενικές γραμματείες και οφίτσια. Λες κι όλα τα προσφυγόπουλα που παλεύουν για μόρφωση αλλά δεν αριστεύουν, θα βρουν ξαφνικά ορθάνοιχτες τις πόρτες για την ένταξή τους στην κοινωνία. Κι άντε να εξηγήσεις στον Πρόεδρο της ολιστικής ανεμελιάς που ντύθηκε ξαφνικά την προβιά του αλληλέγγυου, τι σημαίνει “κοπιάζω, για να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα”. Σε μια χώρα που καταδικάζεται απ’ τα ευρωπαϊκά δικαστήρια για τα δικαιώματα του Ανθρώπου.



*Το σκίτσο της ανάρτησης είναι του Γιάννη Δερμεντζόγλου, δημοσιευμένο στο tvxs

  

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2021

Οι ήρωες [ακόμα] κοιμούνται ανήσυχα

 

Απ’ την αντιφασιστική πορεία στον Πειραιά, με το συγκλονιστικό έργο του ζωγράφου-εικαστικού Δημήτρη Αστερίου που απεικονίζει ματωμένα πρόσωπα θυμάτων βίας, μεταξύ των οποίων αυτό του Αλέξη Γρηγορόπουλου, της Ελένης Τοπαλούδη, του Παύλου Φύσσα, του Νίκου Τεμπονέρα, του Σαχζάτ Λουκμάν, του Μιχάλη Καλτεζά, του Βασίλη Μάγγου, του Αλεξ Μεσχισβίλι, του Ζακ Κωστόπουλου, του Μπερκίν Ελβάν, του Κάρλο Τζουλιάνι και του Τζορτζ Φλόιντ. [Φωτογραφία: EUROKINISSI Τατιάνα Μπόλαρη]



Γέμισε η πόλη προσκυνητάρια νεκρών. Εδώ σφάξανε τον Παύλο, παρακεί έλιωσαν στο ξύλο τον Ζακ, πιο πάνω δολοφονήθηκε από χέρι “οργάνου της τάξης” ο Αλέξανδρος, σ’ αυτό το κτίριο βασανίστηκε μέχρι θανάτου ο Βασίλης. Και τελειωμό δεν έχει ο κατάλογος της ντροπής.

Κάθε φορά που βλέπω αυτές τις μανάδες να υψώνουν τις μαυροντυμένες ψυχές τους και να δίνουν κουράγιο η μία στην άλλη, είναι σαν ν’ ανοίγει ένα μικρό παραθύρι στον ουρανό, μια χαραμάδα απ’ όπου εισβάλλει καθαρός αέρας, λίγη φλόγα απ’ τη λάμψη τους, παράκληση στη συνείδησή μας να μη λησμονήσουμε τους αγώνες τους, εντολή επιτακτική να μην αφήσουμε το τέρας του φασισμού να νικήσει.

Αγκαλιασμένες μητέρα Φύσσα και μητέρα Ζακ. Justice4Zak-Zackie: ΖΩΗ ΚΟΚΚΑΛΟΥ


Το παρακάτω κείμενο αναρτήθηκε απ’ τη μητέρα του Ζακ Κωστόπουλου, τρία χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του από “νοικοκυραίους” και όργανα της τάξης που έσπευσαν αμέσως να συνδράμουν με τις κλωτσιές και τα γροθιές τους. Περαστικοί κυρ-Παντελήδες που απαθείς κατέγραφαν το φονικό στα κινητά τους, καθώς και “δημοσιογράφοι” του γλυκού νερού που ανέλαβαν πρόθυμα το μπουγάδιασμα των φονιάδων, έχουν το γενναίο μερτικό τους στη δολοφονία του Ζακ.



}Σε κοιτάζω κι είσαι ένα πλάσμα αλλόκοτο και κατανοητό συνάμα.

Στο κεφάλι σου υπάρχουν μικρά μαύρα φίδια, τα μάτια σου λάμπουν από το φως της αλήθειας ή μήπως από τη χρυσή σκιά που έβαλες;

Τα χείλη σου στάζουν κόκκινο αίμα ή μήπως είναι το κόκκινο κραγιόν σου;

Τα χέρια σου είναι ορθάνοιχτα και πελώρια πώς να χωρέσουν όλοι οι πονεμένοι σε μια αγκαλιά;

Παιδί μου, ομόρφυνες τον κόσμο με τα λόγια σου, την καλοσύνη και τη συμπόνια σου, την ευγενική σου ψυχή και την αγάπη σου.
Και τρία χρόνια λείπεις κι άφησες ανοιχτές πληγές και τη μαγεία σου να πλανάται στον αέρα και να ψάχνει κάπου να φωλιάσει.

Η χρυσόσκονη που σκόρπισες φεύγοντας, ταξιδεύει στην ατμόσφαιρα και είναι σαν να μας κλείνεις το μάτι και να λες "Εδώ είμαι, οι πράξεις μου, τα λόγια μου, τα γραπτά μου είναι εδώ. Συνεχίστε μέχρι που κάθε παπούτσι που κλωτσά να γίνει στάχτη στο χώμα της κόλασης.~



Ο Ζακ που αγαπούσε τους ανθρώπους, λάτρευε τα ζώα, αγωνίστηκε για δικαιοσύνη, υπερασπίστηκε με πάθος τις αξίες του και  ήταν πάντα μια ανοιχτή αγκαλιά για όλους τους φίλους του. 

Μακάρι ν’ αποδειχτούμε αντάξιοί του…

[oι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται απ' το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους]

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

Αναντάμ μπαμπαντάμ Ελληνόσποροι (;)

 

Πριν από έναν αιώνα, οι Έλληνες πρόγονοί μας, φόρτωναν σ’ ένα καράβι την ανάγκη και το όνειρο για ένα καλύτερο μέλλον και μετανάστευαν στην Αμερική. Εκεί τους υποδεχόντουσαν σαν εισβολείς που απειλούσαν την τιμή, την περιουσία και τα χριστά ήθη των “ορίτζιναλ Αμερικανών”. Όσο γνήσια μπορεί να θεωρείται βέβαια η αμερικάνικη φυλή, που δεν είναι παρά ένας καμβάς από αφομοιωμένες μεταναστευτικές ροές. Με την ίδια ψωροπερήφανη ξιπασιά και  το ίδιο “καλωσόρισμα”, υποδεχτήκαμε κι εμείς εδώ, πριν σαράντα χρόνια, τους πρώτους οικονομικούς μετανάστες από Αλβανία, Βαλκάνια και Ασιατικές χώρες. Ανεπιθύμητοι μεν, χρήσιμα και φτηνά εργατικά χέρια, δε. Μπροστά στο συμφέρον, κάναμε τα στραβά μάτια στη σημαία και τη φυλετική υπεροχή. Όπως είχε πει κι ο Ντίκενς: «Στο ένα μάτι έλαμπε η αφοσίωση (στη φυλή). Στο άλλο ο υπολογισμός».

Σήμερα, κάποιοι “καθαρόαιμοι” κανίβαλοι νοσταλγούν μαζικές εκκαθαρίσεις, φωτιές, τσεκούρια και Μακρονήσια. Ας ψάξουν λίγο στα συρτάρια τους. Μα σοβαρά τώρα; Eίναι σήμερα σπίτι που να μην έχει το τεφτέρ’ της Σμυρνιάς γιαγιάς με πολίτικες συνταγές; Ξεθωριασμένες φωτογραφίες απ’ την Αστόρια, το Σικάγο και τη Φλόριντα; Μια καρτ-ποστάλ απ’ την ελληνική παροικία στη Μελβούρνη και το Τορόντο; Το παραπονεμένο γράμμα του παππού που ταξίδεψε με το τρένο ως το Μόναχο, για να δουλέψει στο γερμανικό εργοστάσιο;  Έλληνες είναι σε κάθε γωνιά της γης. Και δεν πήγαν για τουρισμό. Και στο πρώτο οικονομικό κραχ που θα ξαναγίνει, πάλι με καραβιές θα φύγουμε εκτός συνόρων. Κι όλοι αυτοί που σήμερα πουλάνε μαγκιά στους ικέτες (κι όχι στο γείτονα που οργώνει τα νερά μας), στην πρώτη αναμπουμπούλα, θα σηκώσουν τα ρολά της παλιάς οικογενειακής φάμπρικας. Δωσίλογοι και μαυραγορίτες. Κι όσο πατριώτες είναι όλοι δαύτοι, άλλο τόσο “ειρηνιστής” είναι κι ο Τραμπ. Προτάθηκε, λέει, για το Νόμπελ Ειρήνης. Θα τρίζουν τα κόκκαλα του Αδόλφου…


«…Εμείς οι άλλοι περιμέναμε τρεις μέρες, ώσπου μπήκαμε σε καΐκια και μπαρκάραμε για τη Μυτιλήνη. Ώσπου να πατήσει το ποδάρι του ο τούρκικος στρατός στο χωριό, άραζαν καΐκια και μάς παίρναν. Πίσω-πίσω στη Μυτιλήνη δεν μας δέχουνταν. Δεν είναι και πλούσιος τόπος- από ένα μαξούλι περιμένει. Βασανιστήκαμε, κακοκοιμηθήκαμε, κακοφάγαμε, μεγάλη συμφορά πάθαμε. Και ποιος δεν έκλαψε νεκρούς; Και ποιος δεν κακοπάθησε και ποιος δεν κλαίει ακόμα; Μονάχα τα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ, τ’ ακούνε σαν ψεύτικα παραμύθια…».

Απόστολος Μυκονιάτης  (απ' το παραθαλάσσιο χωριό Ατζανός, κοντά στην Πέργαμο, απέναντι απ’ τη Λέσβο)

Ό,τι ζούμε σήμερα, είναι η επανάληψη της σύγχρονης ιστορίας μας. Μόνο οι “ήρωες” διαφέρουν. Θύτες, σκηνικό και παρασκήνιο, είναι τα ίδια.


«Πώς να σας το χαρακτηρίσω αυτό το πράμα. Καταστροφή. Δεν ήσαστε από μιά μεριά να βλέπατε τι είχε γίνει. Έμενε ο κόσμος εκεί στα βαγόνια των σιδηροδρόμων. Έμενε εκεί που είχε μια αποθήκη εγκαταλειμμένη. Τσαντήρια κάνανε. Καταστροφή, μεγάλη καταστροφή παιδί μου. Να μην ξαναδούν τα μάτια μας τέτοια πράματα. Το τι ετραβήξανε αυτοί οι άνθρωποι δε λέγεται. Ατιμαστήκανε, γινήκανε χάλια, χάλια, χάλια. Άσε που ήταν ατιμασμένοι από κει με τους Τούρκους που τους καταδιώκανε. Και κατόπιν εδώ που ήρθανε, τα ίδια. Προσπαθήσανε, γαμιόντουσαν, κάνανε χίλια δυο να βρίσκουν το ψωμί τους, μέχρι που να βρουν ένα σπίτι να κάτσουνε. Αν ένας πατέρας είχε πέντε έξι παιδιά και κορίτσια, άλλα άρπαγε ένας από δω, άλλα άλλος από κει. Καταστροφή μάνα μου. Τι να κάνανε και οι αρχές; Ποιον να πρωτοκυνηγήσουνε; Μήπως ήτανε ένα και δυο; Πολλά.

Και οι ντόπιοι δεν τους βλέπανε με καλό μάτι. Αλλά τους βρίζανε. Χίλια δύο. Φύγετε από εδώ ρε. Πηγαίνετε παρά πέρα. Δεν τους κοιτάζανε. Δεν είχαν την αγάπη να πουν για στάσου, συγγενείς μας είναι, Έλληνες είναι πραγματικοί. Να τους αγκαλιάσουμε. Δεν έγινε αυτό το πράμα, εγώ δηλαδή τι είδα. Μπορεί αλλού. Ήθελαν να τους κλέψουνε οι κλεφταράδες που ήτανε εδώ πέρα. Ν’ αρπάξουν ό,τι είχαν. Να τους κλέψουνε, να τους γελάσουν, απατεώνες.

Και με τον καιρό αρχινάγαν να πηγαίνει κάθε άνθρωπος στο μέρος του. Άλλοι πήγαν στην Θάσο, άλλοι στη Τρίπολη, άλλοι στη Θεσσαλονίκη, άλλοι στας Σέρρας, Καβάλα, άλλοι στα νησιά, άλλοι στα Δωδεκάνησα. Χρόνο με χρόνο πήραν δρόμο. Όμως τώρα έχουν γίνει πρώτοι σε όλα. Όλοι αυτοί οι πρόσφυγες που βλέπεις είναι οι κυριώτεροι σε όλα. Είναι άνθρωποι της δουλειάς. Ο Ωνάσης π.χ., τον βλέπεις».

ΜΑΡΚΟΥ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗ - Αυτοβιογραφία εκδ. Παπαζήσης (απόσπασμα)

«Δεν άκουγε κανείς εκείνες τις μέρες τίποτα άλλο από τα στόματα όλων αυτών, παρά κατάρες στο Βενιζέλο και βλαστήμιες: ‘’Αχ αυτοί οι τουρκοσπορίτες Έλληνες της Μικράς Ασίας, μας πήραν στο λαιμό τους. Μακάρι να τους σφάξει όλους ο Κεμάλ και να μη μείνει ούτε ποδάρι από δαύτους’’…»

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΔΑΤΟΣ - Ιστορικός

«(…) θα σφάξωσι, θα εκδιώξουσι τους πρόσφυγας δι’ όπλων, μαχαίρων, και ροπάλων… (…) ετραυμάτισαν 17 πρόσφυγας, το πλείστον γυναίκας, πυρπολήσαντες τας σκηνάς, τους σταύλους, τους αχυρώνας, λεηλατήσαντες τας αποσκευάς…»

Εφημερίδα Παμπροσφυγική – αναφορά στους κατοίκους Ροδολείβος της Δράμας


«Να φορέσουν οι πρόσφυγες κίτρινα περιβραχιόνια για να τους ξεχωρίζουν και να τους αποφεύγουν οι Έλληνες».

ΝΙΚΟΣ ΚΡΑΝΙΩΤΑΚΗΣ - Εκδότης του «Πρωινού Τύπου», δημοσιεύτηκε το 1933



«Αντιβενιζελικοί μπράβοι βάζουν φωτιά στα προσφυγικά παραπήγματα και γίνεται στάχτη μαζί με την περιουσία των προσφύγων, κι ένας νεαρός πρόσφυγας που δεν πρόλαβε να φύγει…»

ΣΠΥΡΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΣ – δημοσιεύτηκε το 1935 μετά τον εμπρησμό του προσφυγικού οικισμού στον Βόλο

Η Μακρόνησος όταν οι Πόντιοι και Ασσύριοι πρόσφυγες οδηγούνταν εκεί, για να απολυμανθούν! (φωτ.:National Geographic)

2 Φεβρουαρίου 1923. Με διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών προβλέπεται η υποδοχή και απολύμανση των παλινοστούντων, σε στρατόπεδο που θα δημιουργηθεί στη Μακρόνησο.

Το 1931 η Μακρόνησος προτείνεται ως χώρος συγκέντρωσης των κομμουνιστών. Το 1935 αποφασίστηκε να μεταφέρονται εκεί οι εκτοπιζόμενοι κομμουνιστές, για την αποφυγή του κινδύνου μετάδοσης των ιδεών τους στα νησιά του Αιγαίου.

2020: Η Μακρόνησος προτείνεται και πάλι από μερίδα “Καθαρών Ελλήνων” ως νεκροταφείο ψυχών. Σύλλογοι γονέων σε πολλές πόλεις της χώρας απειλούν με καταλήψεις τα σχολεία που θα φιλοξενήσουν προσφυγόπουλα.

Κάποιοι τούς χειροκροτούν. Εύχομαι να νιώσουν στο πετσί τους τι σημαίνει προσφυγιά, εξορία, βασανιστήρια, ψυχολογική εξόντωση. Πώς είναι να κλείνεις τα μάτια του παιδιού σου. Και να περιφέρεσαι απελπισμένος στην επίγεια κόλαση, που κάποιοι την διαφημίζουν ως την πιο φιλόξενη γωνιά του πλανήτη.

Όταν οι Έλληνες έβρισκαν καταφύγιο στο Χαλέπι της Συρίας  PHOTO: LIBRARY OF CONGRESS

Το τηλεγράφημα του γενικού διοικητή Χίου που εισηγείται την απαγόρευση εισόδου των «ομογενών» Μικρασιατών στην Ελλάδα (24.8/6.9.1922) ΑΡΧΕΙΟ Π.Γ. ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ


Δημοσίευμα εποχής για τους "Τουρκόσπορους". Πάσα ομοιότης με τα σημερινά δεν είναι καθόλου τυχαία.

Περνούσε ο κόσμος. Μας βλέπανε από μακριά. Δεν ερχόντανε κοντά μας: 
«Προσφυγιά, προσφυγιά! λέγανε και περνούσανε»

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

Μαύρες ψυχές σε λευκή συσκευασία


«H πλάστιγξ κλίνει εκεί που προτιμάμε
Kατά την ερμηνεία που της δίνουμε
Kάθε φορά που επιτυγχάνουμε στα ζάρια» 
Ανδρέας Εμπειρίκος
* ~ * ~ * ~ * ~ * ~ *
Τον Οκτώβριο του 2000, ο Τζίμης Πανούσης καταδικάζεται για την αφίσα της παράστασης “Της πατρίδας μου η σημαία”, υπό τους μύδρους και τους αλαλαγμούς  της γραφικότατης κυρίας Ελένης Λουκά.
Λίγα χρόνια μετά, στην κηδεία του Τζίμη, η κυρία Λουκά επιδίδεται σε μια παραληρηματική ρεπετισιόν, με κατάρες στον νεκρό: O Πανούσης ήταν ένα αναρχοκομμούνι που δεν σεβάστηκε τον Θεό και θα καίγεται τώρα στην κόλαση”. 
Τάδε έφη κυρία Ελένη, η χριστιανοταλιμπάν με τις εικόνες και τους μεγαλόσταυρους. Γραφική μεν, αποδεκτή όμως από πολλούς ομοϊδεάτες της που, στο όνομα της θρησκείας (ο Θεός να την κάνει), προσβάλλουν την αισθητική και τις αξίες που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται.



* ~ * ~ * ~ * ~ * ~ ** ~ * ~ * ~ * ~ * ~ *
1956 – 2019: μετά από 63 συναπτά έτη, οι εμμονές μας καλά κρατούν. Το συλλογικό φοβικό κλίμα συντηρείται περίφημα απ' τις θρησκευτικές & πολιτικές κάστες. Ο Ταρτουφισμός στις μεγάλες δόξες του! Οι απόγονοι της "Αδελφότητας της Υπεραγίας Κοινωνίας" που απαιτούσαν απ' τον βασιλιά  να ριχτεί στην πυρά ο Μολιέρος για τις ανατρεπτικές  κωμωδίες του, συνεχίζουν να βρίσκουν εκφραστές σε μια κοινωνία που υποτίθεται ότι είναι εξελιγμένη και προοδευτική. Τρεις αιώνες μετά...


Έφθασε λοιπόν και στην Ελλάδα ο έξαλλος αυτός χορός, πού προκάλεσε φρενίτιδα υστερισμού στην Αμερική, στην Αγγλία και τη Γαλλία και χαρακτηρίστηκε επικίνδυνος για την δημοσία τάξη, αφού οι χορευταί, μέσα στον παροξυσμό του τρελού ρυθμού του, εκτρέπονται στις πιο απίθανες αταξίες… Στο μεταξύ στην Αθήνα, προ του επικειμένου κινδύνου της διαδόσεως του έξαλλου χορού και στον τόπο μας, ιδρύθηκε από μερικούς σπουδαστές μας ένας σύλλογος «κατά τής εξαπλώσεως του ροκ εντ ρολ…». Ας βάλει ο Θεός το χέρι του για να μην έχουμε και συγκρούσεις μεταξύ «ροκεντρολικών» και «αντιροκεντρολικών»… Περιοδικό Θησαυρός, 1956

και στην πιο σύγχρονη έκδοση:
«Ήταν απολύτως σωστή και επιβεβλημένη η ματαίωση της συναυλίας του μουσικού συγκροτήματος με την ονομασία "Σάπιος Χριστός" γιατί η πραγματοποίησή της θα προσέβαλε βάναυσα την πίστη όλων των χριστιανών της πόλης. Σε καμία δε περίπτωση η άποψή μας αυτή δεν θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως θρησκευτική μισαλλοδοξία ή ακροδεξιά απόκλιση. Θα ήταν ίδια η θέση μας και για κάθε εκδήλωση που θα έβαζε με ανάλογο τρόπο απέναντί της οποιαδήποτε θρησκεία». Ανδρέας Μαζαράκης Πρόεδρος της ΝΟΔΕ ΝΔ Αχαΐας
* ~ * ~ * ~ * ~ * ~ ** ~ * ~ * ~ * ~ * ~ *
Την επόμενη φορά που θα σοκαριστούμε απ’ την “πολύνεκρη αιματηρή επίθεση” που έγινε σε κάποια γωνιά του πλανήτη, ή και στη γειτονιά μας (στα Βίλια για παράδειγμα), ας θυμηθούμε πόσες φορές έχουμε ανεχτεί ή συναινέσει σε σχόλια του τύπου:
«Μας πρήξατε τα α@@@α με τον Ζακ και από τι πέθανε»
«Καλά τους τα είπε ο Αμβρόσιος»
«Ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται»
«Να ξεκουμπιστούν τα προσφυγόπουλα απ’ το σχολείο μας. Είναι αμβολίαστα (*)»
σημ: η λέξη μεταφέρεται όπως ακριβώς ειπώθηκε από ωρυόμενη μητέρα στα κάγκελα σχολείου, άνευ σχολίων. 
Για τις φεμινίστριες που διακατέχονται από φίλαθλο πνεύμα και αγωνιστική διάθεση, να θυμίσω το επικό:
«Οποιαδήποτε γυναίκα προκαλεί έναν άνδρα πρέπει να είναι και έτοιμη για την απάντηση!»
Βούλα Παπαχρήστου [για τα χαστούκια του Ηλία στην Λιάνα]
Κουίζ: Πόσες φορές έχετε ακούσει τη φράση “Μωρέ καλά της έκανε της κ@@@ς! Και λίγα της έδωσε! 
«Δεν είμαστε υπεύθυνοι μόνο γι’ αυτό που κάνουμε αλλά και γι’ αυτό που δεν κάνουμε» (Μολιέρος)

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Γονείς στη ναφθαλίνη

-         Το σχολείο πατιέται.
-         Έχει δίκιο ο άνθρωπος, το σχολείο πατιέται και κινδυνεύουν τα παιδιά μας.
-         Μιλιούνια τα μικρόβια που κουβαλάνε σου λέει! Να τους κάνουν ειδικά σχολεία, να γίνουν πρώτα άνθρωποι κι ύστερα βλέπουμε…
-         Σκάσε Ρωξάνη! Τώρα ομιλώ εγώ κι εσύ οφείλεις να το βουλώσεις Ρωξάνη!
-         Για καλό και για κακό, κλείνουμε τα παράθυρα, κλειδώνουμε και την εξώπορτα…
-         Χραααπ… βάζουμε και το συρτάκι. Πώς; Κάτι κρατάει κι αυτό.
-         Και… δεν ξέρω μήπως… βάλουμε και το τραπεζάκι πίσω απ’ την πόρτα ε;
-         Πως, πως! Γιατί όχι και τις ντουλαπίτσες; Να μην περάσει ούτε κουνούπι!
-         Αστειεύεστε κύριε;  Όποιος φυλάει τα σχολεία του, έχει τα μισά. Στα αμπαρώνω, στα κλειδώνω, στα συρταρώνω, σου βάζω και τη ντουλαπίτσα, κι άντε να δούμε πώς θα μπεις εσύ μετά!
-         Άντε να μπεις εσύ μετά, παλιοπρόσφυγα που θες και σχολείο! Για κορόϊδα μας περνάς ε;
-         Κύριοι! Ας ηρεμήσουμε λίγο παρακαλώ. Επιτέλους…  σύλλογος γονέων είμαστε, ας μη συμπεριφερόμαστε ως λαχαναγορίτες!
-         Τρέχει κάτι με τους λαχαναγορίτες ρε δερβισόπαιδο;
-         Όχι κύριε, προς Θεού! Σχήμα λόγου ήταν. Γιατί να μην κάνουμε έναν ήρεμο διάλογο και να ψηφίσουμε με ψυχραιμία κι όχι μ’ αυτούς τους αλαλαγμούς και τις απειλές;
-         Ήρεμοι είμαστε ρε χαϊβάνι! Άμα τους αφήκουμε, θα μας ξεκάνουν όλους. Χρααατς…. στο γόνατο θα μας σφάξουν αυτούνοι.
-         Διαφωνώ! Με το να σπέρνουμε το φόβο και τη μισαλλοδοξία στα παιδιά μας, τα δηλητηριάζουμε και τα μυούμε στο ρατσισμό.
-         Ρε ουστ από δω αίσχος της ράτσας μας!
-         Μα κι εσείς από προσφυγική οικογένεια δεν προέρχεστε κύριε; O παππούς σας δεν ήταν ξεριζωμένος Ρωσοπόντιος απ’ τον Καύκασο;
-         Ρε άντε να σε δει κάνας γιατρός που θα μου πεις εμένα… ξέρεις ποιος είμ’ εγώ ρε;
-         Ξέρω.
-         Σκύψε λίγο να σου πω… κρύβε ονόματα. Μη λες ονόματα. Λέγε με «πάτερ». Θα καταλάβω. Και  Ελένη να με πεις, πάλι θα καταλάβω.
-         Μα δεν είναι άδικο; Κι εσείς πρόσφυγες στην Αμερική βρεθήκατε και τα παιδιά σας σπούδασαν εκεί. Θα θέλατε να τα είχαν αποκλείσει απ’ τα σχολεία και να τους φερόντουσαν όπως κάνουμε εμείς τώρα εδώ;
-         Τα δικά μου ήταν καθαρά και είχαν και βιβλιάριο υγείας. Αμή! (τον τάπωσα ε;)
-         Καλά τα λέει ο άνθρωπος. Λοιπόν να τελειώνουμε. Αύριο στέλνουμε φιρμάνι στο υπουργείο κι αν δεν συμμορφωθούν προς τα υποδείξεις μας, βάζουμε λουκέτο και δεν ξεκινάνε μαθήματα στον αιώνα τον άπαντα!
-         Ρε μπουρλότο θα του βάλουμε άμα χρειαστεί!
-         Ρωξάνη το σκασμό! Τώρα μιλάω εγώ. Γκέγκε;

(Η Ρωξάνη σηκώθηκε σιχτιρίζοντας απ’ την καρέκλα και κινήθηκε προς την έξοδο. Απ’ τα νεύρα της, πήρε σβάρνα ένα θρανίο κι αυτό έπεσε με δύναμη πάνω στην κλειστή πόρτα της αίθουσας. Δημιουργήθηκε πανικός γιατί μερικοί απ’ τους συνέδρους, νόμιζαν πως κάποιοι προσπαθούσαν να παραβιάσουν την πόρτα και να επιτεθούν στους γονείς. Κάποιοι κρύφτηκαν κάτω απ’ τα σχολικά θρανία, άλλοι άρπαξαν καρέκλες και τις έβαλαν ασπίδες μπροστά τους, ένας τσουρόμαγκας πήδηξε απ’ το παράθυρο στο προαύλιο και κάποιες κυρίες τσίριζαν υστερικά και εκτός εαυτού. Ειδοποιήθηκε η αστυνομία και σε λίγη ώρα λύθηκε το μυστήριο με τον άγνωστο «εισβολέα» που ετοίμαζε τρομοκρατική επίθεση στο σχολείο).

-         Άντε πηγαίνετε σπίτια σας και ηρεμήστε. Κοτζάμ μεγάλοι άνθρωποι είστε και φοβάστε και τη σκιά σας.
-         Μα ακούσαμε ποδοβολητά κυρ-αστυνόμε μου! Μιλιούνια ήταν απ’ έξω οι αλλόθρησκοι και στο τσακ μας προλάβατε ζωντανούς!
-         Τώρα εδώ που τα λέμε… ποδοβολητά δεν ακούστηκαν. Ένας χτύπος στην πόρτα ακούστηκε και γίναμε όλοι βενζινάκατοι απ’ την τρομάρα μας.  Έτσι δεν είναι κύριε Περδικούλη μου;


«Το μίσος όταν είναι σκέτο μίσος δεν είναι ανίατο. Ο θυμωμένος κάποτε κουράζεται ή χορταίνει. Το μίσος εξατμίζεται, φεύγει. Μίσος μπολιασμένο με φόβο, αυτό ναι, είναι δυσκολογιάτρευτο…»
Απ’ τον πρόλογο του  βιβλίου «Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχοι» του Μενέλαου Λουντέμη.
Κρίμα που αυτά τα... "καθαρά" παιδιά  -ενδεχομένως- δεν θα εντρυφήσουν ποτέ στα βιβλία του…

[Ο διάλογος είναι βασισμένος στην ταινία του Σακελλάριου

«Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες», γυρισμένη το 1960]

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Bullying… ένα παιδικό παραμύθι μόνο για ενήλικες

Ας αφήσουμε τα παιδιά στην άκρη κι ας μην τα φορτώνουμε κι άλλες αμαρτίες. Το Bullying είναι πρωτίστως προσωπική μας κατάκτηση. Χαρακτηριστικό των ενηλίκων. Πολλές φορές, ακόμα και των μορφωμένων ενηλίκων. Και για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς, των ενηλίκων εκείνων που υπηρετούν ένα λειτούργημα που –θεωρητικά- αντιμάχεται και καταδικάζει κάθε μορφής εκφοβισμούς, ρατσιστικές συμπεριφορές, λεκτική και σωματική βία, νταηλίκι κι όλα τα παραφερνάλια. Όταν π.χ. διαβάζω πως το θέμα του Βαγγέλη Γιακουμάκη ήρθε στη βουλή - όχι γιατί χάθηκε ένα παλικάρι, αλλά γιατί στοχοποιήθηκε ως υπεύθυνος ένας συνάδερφος απ’ το κουρμπέτι τους- αναρωτιέμαι. Τους είναι άγνωστο το φαινόμενο του εκφοβισμού από πολιτικά πρόσωπα; Ακούν για πρώτη φορά την ανάμιξη πολιτευτάδων σε υποθέσεις κυκλωμάτων, διακίνησης ναρκωτικών, σωματεμπορίας, ακόμα και αθωωτικών αποφάσεων για στυγνούς δολοφόνους; Κανένας συνειρμός, καμιά υποψία;


Θυμόμαστε καλά τις επικές φράσεις επιφανών πολιτικών εντός του κοινοβουλίου, αλλά και κάποιων αυτοαποκαλούμενων ‘λόγιων’, τα βιβλία των οποίων έχουμε διαβάσει, ίσως και αγαπήσει στο παρελθόν. Ας ψυχοαναλύσουμε πρώτα τους εαυτούς μας και την κοινωνία που χτίσαμε για να ζήσουν τα παιδιά μας. Σ’ ένα ετοιμόρροπο οικοδόμημα που καταρρέει, δεν ευθύνονται οι νεοφερμένοι ένοικοι, αλλά οι “αρχιτέκτονες” της κατασκευής.


"Θέλεις Κασιδιάρη!" - Υφυπουργός Παιδείας Γ. Στύλιος στην Λ. Κανέλλη

"Έλα μωρή καλτσοδέτα!" - Σ. Ξυνίδης στην Εύα Καϊλή

"Θα μας κλάσεις μια μάντρα αρχ…δια" - Ιορδ. Τζαμτζής στην Ραχήλ Μακρή

"Κάτσε κάτω ρε, τι μιλάς εσύ, πάλι πιωμένη είσαι;" Ηλ. Κασιδιάρης στην Φ. Πιπιλή

"Τσόγλαν μπόι" - Κανέλλη για Τσίπρα

"Εσύ να πας να δεις ποια είσαι, να πας σε κανένα ψυχιατρείο!" - Αδωνης στην Ζωή Κωνσταντοπούλου

"Δίπλα στους Ρομά, ζουν άνθρωποι…" Σ. Βούλτεψη 

"Έχουμε όλους τους καλούς Έλληνες μαζί μας" Μ. Βορίδης


Η παρακάτω στιχομυθία δεν είναι απ’ την ταινία του Στάθη Ψάλτη ‘Πες τα βρωμόστομε’, αλλά απ’ την προανακριτική επιτροπή της Βουλής (5/4/2013):
Κασιδιάρης: Άντε βρε χοντρέ τελείωνε!
Βενιζέλος: Φασίστα!
Μαρκογιαννάκης (Πρόεδρος της Επιτροπής): Σας παρακαλώ πολύ!
Βενιζέλος: Εξευτελίζεις το Κοινοβούλιο!
Κασιδιάρης: Έτσι να μιλάς στους χαφιέδες μέσα στο ΠΑΣΟΚ, γελοίε! Χοντρέ! Να μιλάς έτσι μέσα στο ΠΑΣΟΚ, όχι σ’ εμένα!
Βενιζέλος: Δεν ντρέπεσαι;


"Συμπέρασμα: οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους, γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό" Ειρωνικό τουίτ της Λένας Διβάνη, για τον 18χρονο που έχασε τη ζωή του σ’ ένα τρόλεϊ. Για ένα εισιτήριο…

"Η κραυγαλέα του ημιμάθεια, που την πουλάει ως στυλ, με ενοχλεί αφάνταστα. Ρε φίλε, frozen war …Frozen war"; Μα Frozen war; Δεν ξέρεις αγγλικά, εντάξει..." - Χρήστος Χωμενίδης για Αλ. Τσίπρα.

“O ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα πεζοδρομίου… Επιπλέον, πολλά από τα στελέχη του είναι εμφανώς ασταθή, νευρωτικά, εν εξάλλω καταστάσει” - Σώτη Τριανταφύλλου

“Η συνειδητοποίηση ήρθε πριν λίγα χρόνια και με βάρεσε σα χαστούκι: κατάλαβα ότι δε μ’ αρέσει η Ελλάδα. Τόσο απλά.” - Χριστίνα Ταχιάου, βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης με Το Ποτάμι. Στην Ελλάδα...

"Έχω πηδήξει τη μισή Αθήνα κι αυτοί της Χρυσής Αυγής συνεχίζουν να με αποκαλούν αδερφή" - Πέτρος Τατσόπουλος.



Στη μικρή κοινωνία μας που ξεκινάει απ’ το κοινοβούλιο και φτάνει ως το δωμάτιο του σπιτιού μας, η βία είναι ο αέρας που ανασαίνουμε. Μπανιστήρι στην τηλεόραση, σεξιστικά στερεότυπα σε διαφημίσεις και τηλεσκουπίδια, παιχνίδια που μυούν τα παιδιά στη βία, επιθετικότητα στο σπίτι, στη δουλειά, στους δρόμους, στα γήπεδα, στις στρατιές των ΜΑΤ, στις διαδηλώσεις, στις σχολικές αίθουσες, στα έδρανα της βουλής, ακόμα και ανάμεσα σε ανθρώπους του «πνεύματος» που υποτίθεται ότι έχουν κατακτήσει την αυτοκυριαρχία και τη νηφαλιότητα και προτάσσουν την τέχνη τους ως όπλο στα σημερινά αδιέξοδα. Μα και στον ιντερνετικό μικρόκοσμό μας, είναι βία τα δηλητηριώδη σχόλια, οι απειλές και οι εκφοβισμοί. Κι όσο σιωπούμε, γινόμαστε συνυπεύθυνοι. Ο μεσαίωνας έχει ανοίξει ήδη τις πύλες του για να μας υποδεχτεί.



Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

Η Παναγία των Πατησίων


Η μετανάστρια μητέρα ζητιανεύει μ’ ένα μωρό στην αγκαλιά και τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της γράφουν τα μαθήματά τους για το σχολείο!... 
Η λήψη έγινε με κινητό τηλέφωνο από τον Γιάννη Κ.Ιωάννου στο Τέρμα Πατησίων, στο παρκάκι απέναντι από το ζαχαροπλαστείο “Χαρά”.

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Η γλώσσα του ουρανού

Nωρίς το μεσημέρι, η ηλικιωμένη κυρία βγήκε απ’ το σπίτι της για να κάνει το καθιερωμένο της δρομολόγιο. Πήρε μια φρατζόλα ψωμί και κατηφόρισε προς την αγορά. Σ’ όλη τη διαδρομή, καλημέριζε ευγενικά τους γνωστούς που συναντούσε στο δρόμο. Kοντοστάθηκε στην είσοδο του μικρού μαγέρικου, που είχε ανοίξει πρόσφατα στη γειτονιά. Γνώριζε από μικρά παιδιά τους νεαρούς ιδιοκτήτες και κάθε μέρα πέρναγε για να τους ρωτήσει πώς πάνε οι δουλειές. Δυο νέα παιδιά, που ξεκίνησαν μια μικρή επιχείρηση στην επαρχιακή αυτή πόλη, μαγειρεύοντας και πουλώντας φαγητά σε μερίδες. Η δουλειά πήγαινε πολύ καλά, εξ αιτίας και των φοιτητών που ζουν στην πόλη και που οι προσιτές τιμές, αλλά και η ποιότητα των φαγητών, τους κέρδισε με την πρώτη δοκιμή. Ο νεαρός άντρας συζητούσε με την ηλικιωμένη κυρία στην είσοδο του καταστήματος. Το πρόσωπο του ήταν χαμογελαστό και ιδιαίτερα εκφραστικό. Με το βλέμμα ανασηκωμένο και τις παλάμες στραμμένες ψηλά, έκανε τη χαρακτηριστική κίνηση ευγνωμοσύνης προς τον ουρανό. "Δόξα τω Θεώ, όλα καλά μέχρι στιγμής!", ήταν σαν να της έλεγε. Την ίδια στιγμή, εμφανίστηκε στο σημείο εκείνο ένας μελαμψός νεαρός. Γύρω στα τριάντα, με σκαμμένο πρόσωπο, φανερά καταβεβλημένος και με φαρδιά ρούχα που τόνιζαν ακόμα περισσότερο το αδύνατο κορμί του. Με νοήματα και σπαστά ελληνικά, απευθύνθηκε χαμηλόφωνα στον νεαρό ιδιοκτήτη. Εκείνος του απάντησε κουνώντας τις παλάμες του πέρα-δώθε "Δεν έχει σήμερα φαϊ Αχμέτ, είναι όλες οι μερίδες πουλημένες... έλα αύριο". Ο Αχμέτ έφυγε με το κεφάλι σκυμμένο, αφού πρώτα ακούμπησε το δεξί του χέρι στο σημείο της καρδιάς, κάνοντας ταυτόχρονα μιαν ελαφριά υπόκλιση μπροστά στον μαγαζάτορα.

"Ένας φουκαράς Σύριος είναι κυρία Φώφη... περνάει τα μεσημέρια και του δίνω κανένα περίσσεμα... Αλλά σήμερα ήταν άτυχος...". Πριν ο μαγαζάτορας ολοκληρώσει τη φράση του, η κυρά-Φώφη όρμησε σαν αθλητής δρόμου στη βαλβίδα εκκίνησης, παίρνοντας τον Αχμέτ στο κατόπι. Αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση να τον φτάσει. Οι ισχνές δυνάμεις της κι η πίεσή της δεν την βοηθούσαν. Σκέφτηκε να του φωνάξει, αλλά δεν θυμόταν ούτε καν τ’ όνομά του. Στην απελπισία της, φώναζε στους προπορευόμενους περαστικούς να τον προλάβουν και να τον σταματήσουν "Πείτε καλέ του ανθρώπου αυτού να περιμένει... τόνε θέλω!...". Ο δύστυχος Αχμέτ δεν είχε πάρει χαμπάρι για το τι γινόταν πίσω του. Βάδιζε σαν υπνωτισμένος με σταθερά βήματα, κατευθυνόμενος προς την παραλία. Το μυαλό του προφανώς ήταν συγκεντρωμένο στο άδειο του στομάχι και δεν λειτουργούσε, παρά μόνο για να σκεφτεί τρόπους για να το γεμίσει.

Από μια καφετέρια της προκυμαίας, πετάχτηκαν δυο μπρατσαράδες με ξυρισμένα κεφάλια και παντελόνια παραλλαγής. Ακούσανε τις φωνές της κυρά-Φώφης και πέσανε πάνω στον μελαμψό "στόχο". Πανεύκολη υπόθεση, δεν τους πήρε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Τον ακινητοποίησαν διαμιάς, διπλώνοντας τα χέρια του στην πλάτη. "Τι της πήρες της γριάς ρε τσόγλανε? Λέγε ρε μη σε πετάξουμε τσιμεντωμένο στο λιμάνι!...". Η κυρά-Φώφη κατάλαβε από μακριά τι γινόταν κι έτρεχε αλαφιασμένη με τα χέρια της υψωμένα. Στη λαχτάρα της να πάει όσο πιο γρήγορα γινόταν στο σημείο της σύλληψης, ξέχασε κι αρθριτικά και πόνους στο ισχίο κι όλα! Εκείνα τα δευτερόλεπτα, έσπασε το ατομικό της ρεκόρ ταχύτητας. Στα βαθιά της γεράματα...

"Τι σου βούτηξε ο τσόγλανος γιαγιά;", τη ρώτησε με εσάνς από Τσακ Νόρις στο ύφος του, ο πρωτο-παλικαράς. Ο έτερος παλικαράς έδειχνε να διασκεδάζει με το να ζουλάει τους καρπούς του "θύματος" και να φχαριστιέται με τους μορφασμούς πόνου στο πρόσωπό του. Η κυρά-Φώφη χώθηκε αναψοκοκκινισμένη στο πλήθος των περαστικών που παρακολουθούσαν το επεισόδιο. Στήθηκε αντίκρυ στον υποτιθέμενο σωτήρα της. Το κεφάλι της δεν έφτανε πιο πάνω απ’ τον ογκώδη του θώρακα. Ύψωσε τη φρατζόλα της ψηλά, σα να ήταν μαγκούρα που ήθελε να του τη φέρει κατακέφαλα.

"Τίποτα δεν μου πήρε ο Άνθρωπος ρε κακομοιριασμένοι!... Να τον προλάβετε σας φώναζα, όχι να τον τσιμεντώσετε... Να του δώσω κάτι να πάει να φάει!... Αυτό ήθελα... Κι εσείς, αντί να κοπροσκυλιάζετε στις καφετέριες, δεν πάτε να κάνετε κανένα μεροκάματο στα χωράφια; Κι αφήστε τα τσιμεντώματα για τους μπετατζήδες!...".

Άρπαξε τον Αχμέτ απ’ το μπράτσο και φύγανε παρέα. Ξανάβαλε στη σακούλα τη "φρατζόλα-μαγκούρα", άνοιξε και το πορτοφολάκι της, έβγαλε το μοναδικό χαρτονόμισμα που είχε τυλιγμένο στο εσωτερικό του και του τα έδωσε. Επιστρατεύοντας τη γλώσσα του σώματος, του είπε να πάει να φάει. "Να’ρχεσαι στο μαγέρικο παιδάκι μου κάθε μέρα. Κι αν δεν έχει περίσσεμα ο Θανάσης, θα σου φέρνω εγώ απ’ το σπίτι μου". Του τα’λεγε κι ας ήξερε πως δεν την καταλαβαίνει στην εντέλεια. Ο Αχμέτ χτύπαγε διαρκώς την καρδιά του με το δεξί του χέρι κι ύστερα της έδειξε βουρκωμένος τον ουρανό. Με τις ίδιες κινήσεις που πριν λίγο, ο νεαρός μαγαζάτορας περιέγραφε την επιχειρηματική του καλοτυχία.

"Ίσως τελικά, η γλώσσα του ουρανού είναι διεθνής".
Σκεφτόταν στο δρόμο προς το σπίτι της η κυρά-Φώφη.