Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σχολικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σχολικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

Ο φαλακρός μαθητής του μέλλοντος

 


Αν υπήρχε σήμερα ένας καθηγητής «Βεζούβιος» σαν τον αξέχαστο Τίτο Βανδή στην ταινία «Ο φαλακρός μαθητής», τα ίδια λόγια θα ξεστόμιζε. Αυτοί που έγιναν από διευθυντές μέχρι υπουργοί  και που τίποτα δεν στάθηκε εμπόδιο στην εξέλιξή τους, απλά και μόνο γιατί έλεγαν «ναι» στην κυρίαρχη εξουσία και υλοποιούσαν τις προσταγές της. Κι απ’ την άλλη, ο ταλαίπωρος μαθηματικός Καρατάμπανος που κόντεψε να τρελαθεί διδάσκοντας ως τα γεράματα. «Κι εγώ που έχω στο κεφάλι μου όλους τους τύπους κι όλες τις εξισώσεις, τι κατάλαβα; Mόνο τα χάπια μού μείνανε…»

Ο Βεζούβιος και τα μαθητούδια του. Ο Θανάσης ο «Παπατρέχας» με το σταφιδόψωμο. Τότε που όρμησε η Γκεστάπο στο 32ο γυμνάσιο, στο μπλόκο του Μεταξουργείου. Τότε που γράφανε κρυφά στους τοίχους «Ζήτω η ελευθερία, κάτω ο φασισμός». Δάσκαλε, θυμάσαι; «Πότε θα κάνει ξαστεριά»…

«Ένα απολυτήριο γυμνασίου, δάσκαλε, στάθηκε εμπόδιο για να πάρω μια προαγωγή, μετά από δεκαεφτά χρόνια υποδειγματικής εργασίας στο υπουργείο. Κι όταν έφτυσα αίμα να το πάρω, ανάθεμα κι αν άλλαξε η ζωή μου προς το καλύτερο. Γαλέρα κι άγριο κουπί ως το τέλος…»

ΥΓ. Θα ήταν καλή η σχολική χρονιά που ξεκινάει ασθμαίνοντας σήμερα, αν δεν ζούσαμε το ίδιο σενάριο με της ταινίας. Αν τα ίδια ακριβώς συνθήματα δεν γραφόντουσαν ξανά στους τοίχους των σχολείων. Aν δεν έκαναν κουμάντο ξανά οι ένστολοι και οι θεματοφύλακες του «Νόμος και τάξη». Αν δεν ματώνανε και πάλι παιδιά και σπουδαστές που διεκδικούν το αυτονόητο. Ίσες ευκαιρίες, παιδεία για όλους, αξιοκρατία…

Κι αν ο πιτσιρικάς που πέρασε σκυφτός σήμερα το κατώφλι μιας αίθουσας, δεν θύμιζε απελπιστικά τον κουρασμένο φαλακρό μαθητή του μέλλοντος. 




Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Προανάγνωση στο Γεντί-Κουλέ

Στη φυλακή, μας είχαν καταδικάσει σε θάνατο. Στο πρώτο στρατοδικείο που πέρασα, είχα καταδικαστεί τρεις φορές σε θάνατο, κάτι ισόβιες, κάτι τέτοιο και ήμασταν στο κελί των μελλοθανάτων και περιμέναμε να μας εκτελέσουν στο Εφταπύργιο του Γεντι-κουλέ. Τα κελιά εκείνα, μέσα στον τοίχο, κατασκότεινα. Εμείς οι τρεις μέναμε στο τέταρτο κελί, που απέναντι στο διάδρομο, είχε ένα μικρό φεγγίτη τόσο δα, με κάγκελα. Του κελιού η πόρτα είναι σιδερένια και έχει απλώς τον χαφιέ που λέμε, ένα μικρό παραθυράκι, μισοφέγγαρο, που τη μέρα είναι ανοιχτό. Σε κάποια φάση της μέρας, κάποιες αχτίδες του ήλιου χτυπούσαν στον φεγγίτη και περνούσαν τον χαφιέ της πόρτας και σκάγανε στον τοίχο του κελιού. Οι δικοί μας, μας φέρνανε τρόφιμα τότε. Συνήθως ήταν τυλιγμένα σε εφημερίδες τότε, ή σε χαρτιά από περιοδικά, κι όταν έσκαγε εκεί ο ήλιος, επειδή το Κόμμα έλεγε τότε ότι σε όποιες συνθήκες κι αν βρίσκεται ένας κομμουνιστής, πρέπει να διαβάζει.  Ο Ζαχαριάδης έλεγε: «Αγάπα το κελί σου, τρώγε όλο το ψωμί σου, διάβαζε πολύ». Γονατίζαμε λοιπόν, ήμασταν δύο αγράμματοι, ο άλλος ήξερε γράμματα, και κολλάγαμε το χαρτί εκεί που χτυπούσε ο ήλιος και βλέπαμε και προσπαθούσαμε να διαβάσουμε. Ο άλλος δεν ήξερε να τονίζει. «Οι παπίες», έλεγε – «οι πάπιες», του έλεγα εγώ. Έτσι μαθαίναμε τις λέξεις να τις βλέπουμε τυπωμένες στο χαρτί. Πήραμε αναστολή από την εκτέλεση και συναντηθήκαμε με τους άλλους στο θάλαμο. Υπήρχαν εκεί τα παιδιά της ΕΠΟΝ, τα οποία ήτανε κυρίως φοιτητές, μεταξύ αυτών ο μακαρίτης ο μεγάλος μας ποιητής ο Μανόλης Αναγνωστάκης, όπου αυτοί ανέλαβαν να με μάθουν να διαβάζω. Την πρώτη φορά που απομυθοποίησα στο γραμμένο χαρτί μια πρόταση, ήμουν ευτυχής. Μετά, αγάπησα τόσο πολύ το διάβασμα, με γοήτευε τόσο πολύ αυτό το γραμμένο χαρτί, ώστε όπου έβλεπα βιβλίο, το διάβαζα.
 ‘’Πώς μάθατε ανάγνωση και γραφή;’’



Αφιερωμένο σ’ όλους τους νεανικούς ώμους που σηκώνουν και πάλι στο αρασέ, το βάρος μιας νέας σχολικής χρονιάς.
Απ’ την άγρια εποχή που διηγείται ο Μίσσιος στα βιβλία του, ο κόσμος προόδευσε, τα κελιά εκσυγχρονίστηκαν και τα σχολεία επίσης.
Τίποτα όμως, εκτός απ’ την τεχνολογία και το πέρασμα στην εποχή της υπερκατανάλωσης, δεν άλλαξε επί τους ουσίας.
Εμείς γκρινιάζουμε για τις ατέλειωτες ώρες που σπαταλάτε στα κινητά και στα τάμπλετ, σας τη λέμε κιόλας που δεν βγαίνετε έξω για παιχνίδι, αναμασώντας τις ένδοξες εποχές που υπήρχαν γειτονιές και αλάνες. Λες κι έμεινε άχτιστη γωνιά, αμπάζωτο ρέμα και άκαφτο δασάκι για να παίξετε...

Κι εσείς με τη σειρά σας, θα γκρινιάζετε στα μελλοντικά παιδιά σας, γιατί θα είναι βυθισμένα μονίμως σε μια τρισδιάστατη μάσκα, θα ζουν σε εικονικό περιβάλλον και τα παιχνίδια τους θα συντροφεύουν μόνο  μοντέλα και γραφικά.
«Εμείς στην ηλικία σας, επικοινωνούσαμε ο ένας με τον άλλο, στέλναμε sms και emotions, παίζαμε ομαδικά παιχνίδια στο ίντερνετ, ανεβάζαμε φωτογραφίες, συναντιόμασταν στα σόσιαλ μίντια... το φέις άραγε, το θυμάται κανείς σας σήμερα; εδώ θα παίρνετε ύφος σαν κι αυτό που έχουμε εμείς τώρα, όταν υπερασπιζόμαστε το παλιό μας σχολικό λεύκωμα και τις κιτρινισμένες φωτογραφίες απ’ την πενταήμερη εκδρομή- δουλεύαμε το μυαλό και κυρίως τα χέρια μας... οι αντίχειρές μας κινιόντουσαν με ασύλληπτες ταχύτητες... ενώ εσείς τι κάνετε;… όλη τη μέρα απαθείς,  στην εικονική κοσμάρα σας!...»

Κι όσο θα περνάμε από τεχνολογία σε τεχνολογία, τα λόγια του Ζαχαριάδη θα γίνονται και πιο επίκαιρα θα το δεις, πως κάθε γενιά κάτω από έναν φεγγίτη θα πορεύεται κι όλο θα βρίσκονται μικρές αχτίδες να τρυπώνουν στα κελιά, για να σου μάθουν σωστό τονισμό. Των λέξεων, των φράσεων, του ανθρώπου και της ιστορίας του.

Στα σχολικά βιβλία μιας άλλης εποχής, χαράζαμε με κόκκινο μελάνι, τα δικά μας θυμητάρια για τους ήρωες της νιότης μας.
Κουμής και Κανελλοπούλου, άγρια δολοφονημένοι έναν παλιό Νοέμβρη, στη διάρκεια πορείας για τους ήρωες του Πολυτεχνείου. Οι ένοχοι; Aτιμώρητοι.
Μιχάλης Καλτεζάς: πέντε χρόνια αργότερα, τις ίδιες μέρες του Νοέμβρη, δολοφονείται πισώπλατα ένας δεκαπεντάχρονος μαθητής που συμμετείχε στην ειρηνική πορεία. Ο ένοχος; Πρωτόδικη καταδίκη δυόμιση χρόνια και αθώωση σε δεύτερο βαθμό. Οι συνένοχοι; Ατιμώρητοι.

Κι όσο προόδευε ο κόσμος μας παιδί μου, ήρθαν τα δικά σου θυμητάρια, με τους νεώτερους ήρωες, γιατί μπορεί ν’ αλλάξαμε διάκοσμο παιδί μου, μα το τέρας δεν αλλάζει συνήθειες και δε χορταίνει ποτέ...

Αλέξης Γρηγορόπουλος, ο συμμαθητής, ο φίλος, το αγόρι που ήταν στην ίδια ηλικία με τα παιδιά μας ξαναζούσαμε την επανάλειψη του εφιάλτη, την ίδια ιστορία απ’ την αρχή, πιο ανατριχιαστική και πιο προκλητική αυτή τη φορά.

Πάλι πισώπλατη εκτέλεση, πάλι μια δήθεν “ατίθαση” σφαίρα που εξοστρακίστηκε απ’ το όπλο ενός αστυφύλακα, πάλι η ίδια λάσπη απ’ τους μεγαλοδικηγόρους υπεράσπισης “αποκλίνουσα συμπεριφορά του θύματος, με χωρισμένους γονείς, φόραγε και σκουλαρίκι κι άλλα γλυκανάλατα...”, πάλι παραιτήσεις υπουργών που δεν έγιναν δεκτές απ’ την πολιτική ηγεσία (τι πρωτότυπο!), πάλι ποινές στα μαλακά και πάντα ένα ερώτημα να αιωρείται: πώς πληρώθηκαν αλήθεια οι πιο ακριβοί μεγαλοδικηγόροι που ανέλαβαν την υπεράσπιση και των δύο υποθέσεων; Και οι δύο θύτες, προέρχονταν από ταπεινές και φτωχικές οικογένειες, κάτι που χρησιμοποιήθηκε ως υπερασπιστικό όπλο στις δίκες τους.


«…για όσους με πρόδωσαν με πίσω μαχαιριές, θέλω να ξέρουν ότι... 
σιγά μη κλάψω  να ‘ρθούνε να με βρουν, τους περιμένω και σιγά μη φοβηθώ!»
Τραγούδαγε ο Παύλος, το γελαστό παιδί, ο χαρισματικός άνθρωπος, ο έντιμος αγωνιστής που δεν φοβήθηκε να ριχτεί στην αγέλη των θηρίων. Η συνέχεια του Λαμπράκη, του Παναγούλη, του Σωτήρη Πέτρουλα, του Διομήδη Κομνηνού, του Αυγουστίνου Δημητρίου και όλων των ηρώων για τους οποίους δεν θ’ ακούσεις –πιθανόν- τίποτα και ποτέ. Το πλυντήριο της ιστορίας, συνδέεται χρόνια τώρα, με το χωνευτήρι των ηρώων. Για να μη λες πως δεν υπάρχουν πρότυπα στη γενιά σου και για να μη βαυκαλιζόμαστε κι εμείς οι μεγάλοι, πως δεν υπάρχουν πια νέα παιδιά που αρθρώνουν λόγο και αγωνίζονται για δικαιώματα, για ισότητα και για δικαιοσύνη.

Καλή σχολική χρονιά να έχεις και μακάρι να βρεθούν κοντά σου φωτισμένοι δάσκαλοι που θα σε μάθουν σωστή ανάγνωση!

φωτογραφίες απ' το διαδίκτυο

Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

Τα θέματα των εξετάσεων

Τη Δευτέρα δίνουν το πρώτο τους μάθημα στις πανγονεϊκές εξετάσεις. Έκθεση. Της έβαλα στο χέρι ένα χαρτάκι να το αποστηθίσει και να το θυμάται την κρίσιμη ώρα.
«Σ’ αγαπάω ρε μάνα!»
Θα πέσει σίγουρα αυτό το θέμα. Να το διαβάσεις καλά. Θυμάσαι όταν ήσουν μικρή και με πήγαινες βόλτα τις Κυριακές που δεν δούλευες; Που σε ρώταγα γιατί δεν φοράς κι εσύ τακούνια όπως οι άλλες μαμάδες; «Μα, για να είμαστε στο ίδιο ύψος αγάπη μου!», έλεγες και γελούσες. Μέχρι που παρατήρησα τα πόδια σου. Πόσο πρησμένα ήταν απ’ την κούραση! Σε κρατούσα σφιχτά απ’ το χέρι για να νιώθω ασφαλής. Όταν άρχισε να χαλαρώνει το χέρι μου στο δικό σου, νόμιζες πως σ’ αγαπώ λιγότερο και πως δεν σ’ έχω πια ανάγκη. Ήταν που δοκίμαζα τα πρώτα μου βήματα, δίχως τις βοηθητικές ρόδες σου.  Ήρθε η ώρα να σου σφίξω εγώ το χέρι και να σε περάσω με ασφάλεια απέναντι, στη μεγάλη λεωφόρο. Στην ενήλικη ζωή μου.

 Στον πατέρα μου έδωσα μια σύντομη περίληψη των διδαγμένων κεφαλαίων που μου έμαθε με αγάπη και προσήλωση.
«Μπορεί να καυγαδίζουμε διαρκώς και να διαφωνούμε σε πολλά. Πάντα όμως καμάρωνα για σένα. Γιατί μου έμαθες  να έχω τη δική μου γνώμη και να τολμώ να την εκφράζω. Και για κείνα τα βράδια που γύριζες κουρασμένος απ’ το μηχανουργείο, με τη βρώμικη φόρμα και τα λιγδιασμένα χέρια και καθόσουν πλάι μου να πούμε μαζί την ιστορία και τη γεωγραφία. Κι ας έκλειναν τα μάτια σου απ’ την κούραση κι ας μην είχες βάλει μπουκιά όλη τη μέρα στο στόμα σου. Όταν μεγάλωσες λίγο, κατάλαβα γιατί με άφηνες πάντα να σε νικάω στο ποδόσφαιρο. Γιατί άφηνες πάντα ανοχύρωτο το τέρμα σου. Γιατί δεν φόρεσες ποτέ κολλαριστό κουστούμι κι αστραφτερά παπούτσια. Δεν με νοιάζει αν δεν σπούδασες, να το θυμάσαι αυτό. Μου φτάνει που υπήρξες το πρότυπό μου κι ο αγαπημένος μου ήρωας. Που μου άφησες χώρο να ψηλώσω και να σε ξεπεράσω στο μπόι. Στην ξύλινη κάσα που σημείωνες με το μολυβάκι σου το ύψος μου, είναι χαραγμένες οι θυσίες και οι αντοχές σου. Απ’ αυτήν την τελευταία χαρακιά σου, θα συνεχίσω να μετράω τη ζωή μου… 
Σ’ ευχαριστώ ρε πατέρα!»


Γραμμένο με πολλή αγάπη και θαυμασμό για τους γονείς που δίνουν καθημερινά εξετάσεις κι αριστεύουν. Μπορεί να μην έχουν πτυχία και περγαμηνές, αλλά μονάχα με το ένστικτο και τις ισχνές δυνατότητές τους, ανταποκρίνονται με συνέπεια κι επιτυχία στο γονεϊκό ρόλο τους.
Αφορμή για το κείμενο, ήταν η λευκή κόλα που μας προέτρεψε να βγάλουμε η Αριστέα και να γράψουμε για την «Κοινωνία -  ώρα αγάπης» Την ευχαριστώ θερμά για το προειδοποιημένο διαγώνισμα που μας έβαλε.

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Τρώγε!

 
«Διάβαζε!»
«Πρόσεχε!»
«Γύρνα νωρίς!»
«Στις εξετάσεις θέλω να σκίσεις!»
«Τι να λέει το lower;… Θα πάρεις το proficiency!»
«Κόψ’ τα νύχια των ποδιών σου, σαλιγκάρια πιάσανε!»
«Πρόσεχε τους καθηγητές σου!»
«Πρόσεχε τις παρέες σου!»
«Ντύσου καλά, κάνει κρύο έξω!» /// «Μα καλά... δεν σκας με το φούτερ μέσα στο λάλαρο;»
«Σκουλαρίκι;;; Κάνε ότι θες... μεγάλωσες πια!» /// «Άμα πάθεις καμμιά μόλυνση, εγώ δεν αναλαμβάνω να σε πασαλείβω μπεταντίν!...»
«Τρώγε!...»

«Μίλα καλύτερα! Ακούς;» /// «Γιατί δε μιλάς; Με γράφεις ε;;;»
«Μη μου βαράς εμένα την πόρτα!...» /// «Άντε…μην τα κάνω λαμπόγιαλο εδώ μέσα!!!»
«Διακοπές μόνος σου;; Ξέχνα το, είσαι μικρός ακόμα!» /// «Κοτζάμ γομάρι και δεν μπορείς να μαζέψεις τις κάλτσες σου;»
«Και καλά εμένα… τη γιαγιά σου δεν τη σκέφτεσαι;;; Θα πεθάνει άμα σε δει με τατουάζ!»
«Ρε παιδάκι μου, γιατί δε μιλάς στη μανούλα σου;» /// «Boύλωσ'το επιτέλους!»
«Πότε θα μάθεις ν’ ακούς, ε;;; πότε;» /// « Δεν ακούω τίποτα! Αποκλείεται να πας μ’ αυτό το τσουλί στο πάρτυ!»
«Να πας στον πατέρα σου να του τα πεις αυτά, να σ’ αστράψει μια σφαλιάρα που θα είναι όλη δικιά σου!» /// «Πάλι σε δαύτον πήγες ε; Σου κάνει πλάτες ο προκομένος!...»
«Θα με πεθάνεις εσύ!» /// «Γιατί με γεμίζεις ενοχές και διλήμματα; Ε;;;… γιατί;;;»
«Άστο… δεν ξέρεις να το κάνεις σωστά!» /// «Μα να μη μπορείς να κάνεις κάτι σωστά!... Μα τίποτα;;;»
«Μ’ αυτό το ξέκωλο πήγες κι έμπλεξες; Και το’λεγα η ρουφιάνα!!! Χαθήκανε τα νορμάλ κορίτσια;» /// «Γιατί ρε παιδάκι μου δεν έχεις κι εσύ ένα κορίτσι; Μήπως να πάμε σε ψυχολόγο να προλάβουμε κανένα κακό;»
«Τρώγε!...»
«Δεκάρα δε δίνω για τους βαθμούς σου! Καλός άνθρωπος να γίνεις!!!...» /// «Ο Αντώνης της Σούλας, έβγαλε δεκαεννιά και μισό στο δεύτερο τρίμηνο...και χωρίς φροντιστήριο παρακαλώ!...»
«Ξυρίστηκες;;;....... Γιατί;;;»
«Άλλαξες εσώρουχο;... Πότε καλέ;;;… Με δουλεύεις;;;..... Όλη τη βδομάδα, ένα βρακί μόνο έπλυνα!... /// Εγώ σου κάνω έλεγχο;;;..... Εγώ;;;.... Α, δεν πας καλά!.... Δεν πα’ να βρωμίσεις! Σκασίλα μου!.... »/// «Τα μποξεράκια στα έβαλα στο πάνω συρτάρι…»
«Ναι, πάλι πορτοκαλάδα! Δεν μ’ ενδιαφέρει που είναι ξυνή! ... Θα την πιεις με το ζόρι!!!.... Ψηλώνεις κι έχεις ανάγκη από βιταμίνες!...»
«Τρώγε!...»

Υστερόγραφο: Συγνώμη για τις προστακτικές, τα αποσιωπητικά, τις παρενθέσεις και τα απανωτά ερωτηματικά, που σε πυροβολούν καθημερινά και αδιαλείπτως. Για τις φορές που μπερδεύω το ρόλο μου κι από γονέας, γίνομαι σκληρός ανακριτής της ΓΑΔΑ. Για την υπερβολή και την καχυποψία μου. Για την εμπιστοσύνη που φοβήθηκα να σου παραχωρήσω. Για τα πλάγια νοήματα, τις ατέλειωτες παραγράφους και τις αμέτρητες φράσεις, που θα χωρούσανε σε δυο μόνο λέξεις... «Σ’ αγαπώ!».

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

2 + 2 = 5

Η μικρού μήκους ταινία του ιρανικής καταγωγής σκηνοθέτη, Babak Anvari, διερευνά την επιθυμία των ανθρώπων να αμφισβητήσουν την εξουσία. Σε ποιο βαθμό δέχονται να σκύψουν το κεφάλι και να υπακούσουν στις εντολές της;
Η ταινία «Δύο και Δύο» (“Two and Two”) προτάθηκε ως καλύτερη ταινία μικρού μήκους 2012 στα βραβεία BAFTA 2012.



Πηγή: http://www.ksm.gr/2-2-5/

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Μάθε με παιδί μου γράμματα

Γύρισα πάλι στα θρανία. Στην ίδια τάξη που εσύ προετοιμάζεσαι το πρωί για να γίνεις ένα ώριμος ενήλικας, εγώ μαθαίνω τα απογεύματα πώς να γίνω ένας ώριμος γονιός. Μαζευόμαστε που λες λίγοι γονείς, τραβάμε τα θρανία στην άκρη και σχηματίζουμε έναν κύκλο με τις καρέκλες. Ξανά σε μια αίθουσα διδασκαλίας, παρέα με παλιούς συμμαθητές απ’ το σχολείο. Ν’ ακούγονται πάλι τα χτυποκάρδια μας στον αέρα. Και να τρέμουμε μη βρεθούμε αδιάβαστοι. Ο ειδικός σε θέματα εφηβείας, συντονίζει την κουβέντα. Που μονίμως είναι ασυντόνιστη. Δίχως ειρμό. Με άναρθρες κραυγές αγωνίας. Με αντιφατικά μηνύματα κι εκρήξεις θυμού. Με λόγια που πέφτουν στο πάτωμα, κάνουν γκελ και γυρίζουν πάνω μας με δύναμη. Μας πονάνε και μας ματώνουν.

- Ο γιος μου είναι όλη τη μέρα κλεισμένος στο δωμάτιο και παίζει με τον υπολογιστή. Δεν βγαίνει έξω, δεν έχει παρέες, ανησυχώ…

- Ο δικός μου γυρίζει διαρκώς με το ποδήλατο στην πλατεία και μαζεύεται πίσω, αργά το βράδυ. Τι να κάνω για να τον μαντρώσω λίγο στο σπίτι;

Άλαλα τα χείλη του “ειδικού”. Επιστήμονας είναι, όχι μάγειρας για να σκαρώνει συνταγές. Δεν περιμένουμε απαντήσεις. Συνεχίζουμε το ανελέητο σφυροκόπημα με λέξεις-βόμβες.

- Δεν μου μιλάει πια καθόλου…
- Παλιά σας μίλαγε;
- Ουουου… γλώσσα δεν έβαζε!...
- Κι εσείς τον ακούγατε;
- Ε, ναι φυσικά… Όταν είχα χρόνο βέβαια…

Μιλάμε ασταμάτητα και ακατάπαυστα. Ανήσυχο μελίσσι που εκπέμπει έναν εκνευριστικό βόμβο. Η συνεδρία της ημέρας ήταν σχετικά με τη βελτίωση της επικοινωνίας με τους εφήβους. Θέμα που εμείς το είχαμε βάλει στην ατζέντα. Ομόφωνα και επιτακτικά. Βιαστήκαμε να πάμε κατευθείαν στο πτυχίο, χωρίς να έχουμε μαθητεύσει στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Ακόμα δεν έχουμε κατακτήσει την μεταξύ μας επικοινωνία. Κι ορεγόμαστε βελτιωμένη επικοινωνία με τον έφηβο!... Λες και κατορθώσαμε ν’ ακούσουμε τη σιωπή του. Να αποκωδικοποιήσουμε την κλειστή του πόρτα. Να αποδεχτούμε το φτύσιμό του. Να του κάνουμε χώρο για ν’ ανασάνει και να μας ξεπεράσει. Με ελάχιστη διάθεση αυτοκριτικής, μιλάμε διαρκώς σε τρίτο πρόσωπο: “Χάθηκε η επαφή με την κόρη μου”... “Η πόρτα του γιου μου είναι μονίμως κλειστή”... “Οι παρέες του δεν μου αρέσουν, δεν είναι καλά παιδιά”. Αγωνίζεται ο “ειδικός” να βάλει τάξη. Στην απόλυτη αταξία. Θυμώνουμε στα στριμώγματά του. “Τι εννοείς να συζητήσω μαζί του; Μου χτύπησε την πόρτα στη μούρη… το καταλαβαίνεις; Ποιος είν’ αυτός δηλαδή;” …

Για ν’ αποφορτίσει το κλίμα και να μας βάλει να δουλέψουμε σε ομάδες κι όχι σε αγέλες, μας βάζει μια άσκηση. “Πάρτε μια λευκή κόλα και γράψτε σαν να ήσασταν εσείς οι έφηβοι. Μια φράση μόνο. Τι θα λέγατε στους γονείς σας;” Ζόρικο το θέμα. Η τάξη σιώπησε ξαφνικά. Γυρίσαμε πίσω, καθίσαμε ανά δυάδες στα θρανία και παίζαμε με τα στυλό μας, ανταλλάσσοντας ματιές απορίας. Σαν τότε που γράφαμε τεστ σ’ ένα θέμα που δεν ήταν στα SOS. Κι όμως, πιο SOS δεν θα μπορούσε να μας λάχει.

Το θρανίο που κάθισα, ίσως να ήταν του γιου μου. Ίσως όχι. Δεν θα το μάθω ποτέ. Στην αμηχανία της στιγμής και προσπαθώντας να θυμηθώ τι έλεγα εγώ στους γονείς μου ως έφηβη, η ματιά μου καρφώθηκε στη ζωγραφισμένη επιφάνεια του θρανίου. Μια καρικατούρα ενός παιδιού κι ακριβώς από κάτω, γραμμένη με κατακόκκινα γράμματα, η φράση που έψαχνα:
«Αντί να κοιτάξεις πίσω απ’ τα λόγια μου, εσύ κρέμεσαι απ’ τις λέξεις μου!... Αγάπα με αν τολμάς!...»

Αντέγραψα τη φράση στην κόλα μου, δίχως δεύτερη σκέψη. Ευγνωμονώντας τον έφηβο που μου παραχώρησε δίχως να το ξέρει, την απάντηση στο πιο δύσκολο τεστ της ζωής μου. Σκονάκι σοφού εφήβου προς αδιάβαστο γονέα. Στην ανάγνωση των απαντήσεων, ο “ειδικός” ξεχώρισε τη φράση μου, ως απόλυτα ρεαλιστική. Πού να ήξερε ο φουκαράς!...

Το βράδυ, γύρισα σπίτι κατάκοπη. Σα να είχα διασχίσει ένα βουνό. Η πόρτα του “μικρού” ήταν μισάνοιχτη. Έχωσα το κεφάλι μου στο σκοτάδι, βεβαιώθηκα πως κοιμόταν μακαρίως και πήγα στο προσκεφάλι του. Του χάιδεψα τα μαλλιά και τον φίλησα γλυκά στο μέτωπο. Ίσως να με κατάλαβε. Ίσως και όχι. Βγήκα συγκινημένη απ’ το δωμάτιο του. Εκείνο το βράδυ, κάναμε την πιο φλύαρη συζήτηση των τελευταίων χρόνων. Ίσως να την “άκουσε”. Ίσως και όχι. Σίγουρα όμως την ένιωσε.

Ξανάγραψα τη δική μου φράση αυτή τη φορά. Κι ήταν η πιο έντιμη και ειλικρινής παραδοχή, που του έχω ξεστομίσει ως τώρα.


“Δεν είναι που εσύ δεν βρίσκεις την ωριμότητά σου. Θα τη βρεις με  το χρόνο.

Είναι που εγώ, έχασα την παιδικότητά μου. Οριστικά και  αμετάκλητα”.




Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Μικρά Ελβετία

Σας έχω χαρμόσυνα νέα παιδιά μου! Στην εκπνοή του χειμώνα, θα πάτε για σκι στα ορεινά τουριστικά θέρετρα. Το σχολείο θα κλείσει για μια βδομάδα, για να ηρεμήσετε και να περάσετε γαλήνιες στιγμές με τις οικογένειές σας. Οι γονείς θα σας πάρουν τον απαραίτητο εξοπλισμό. Σανίδες του σκι, μπατόν, μάσκες και ισοθερμικά. Στα σύγχρονα χιονοδρομικά μας κέντρα, θα ζήσετε μαγικές στιγμές χαλάρωσης και θα έρθετε κοντά στη φύση. Να γεμίσετε τα μάτια σας εικόνες και όταν επιστρέψετε με το καλό πίσω, θα συζητήσουμε τις εμπειρίες σας απ’ την επαφή σας με τη φύση. Θα χωριστούμε σε ομάδες και θα τρέξουμε μικρά πρότζεκτ με θεματικές ενότητες που εσείς θα επιλέξετε. Βασιζόμενοι πάντα, σ’ αυτά που σας έκαναν εντύπωση. Ο επικεφαλής που εσείς θα ορίσετε, θα παρουσιάσει στην τάξη με οπτικοακουστικό υλικό, την εργασία της ομάδας του.

Η καλύτερη εργασία θα επιβραβευτεί με πλούσια δώρα…



Δωρεάν εμβολιασμούς. Ένα μικρο-γεύμα σε καθημερινή βάση. Μια μοντέρνα εκδοχή του παλιού συσσιτίου. Μια σόμπα, λίγα ξύλα και  λάμπες θυέλλης για να διαβάζετε τα βράδια. Ένα χαρτζιλίκι, μια βόλτα, ένα ζευγάρι καινούργια παπούτσια, μια ανάσα στην κατάθλιψη που σας καταδικάσαμε να ζείτε. Κι όσες παρτίδες αξιοπρέπειας έχουν απομείνει ακόμα σε στοκ… ευγενική προσφορά του υπουργείου παιδείας. Ακούω απορίες...


- Γιατί τη λένε λευκή εβδομάδα;
- Γιατί κάποιοι καλοί κύριοι έχουν επιλέξει ήδη την απόχρωση της ζωής σας.
Με φόντο τη μαυρίλα τους κι εσάς να υπάρχετε μόνον ως τάργκετ-γκρουπ. Δεν είστε νέα γενιά ανθρώπων. Είστε μερίδιο αγοράς. Καταναλωτές. Μια λευκή μπάρα στον αγοραστικό χάρτη των δημοσκοπήσεων. Απ’ τις πιο υπολογίσιμες μάλιστα.
Η βιομηχανία της διαφήμισης, ποντάρει πολλά πάνω σας. Έχετε δύναμη. Και ανάγκες, εντέχνως αυξανόμενες. Και επίπλαστες επιλογές για το μέλλον σας. Στην πραγματικότητα, η μόνη σας επιλογή θα είναι στο μέσο εξόντωσης. Φτηνή εργασία, ανεργία, κατάρρευση, ή πρακτορείο μεταναστεύσων.

Αυτό που τους τρομάζει, είναι πως τα δικά σας μάτια σπινθηροβολούν. Σχηματίζουν μικρές εστίες, αναζωπυρώνονται και θεριεύουν. Οι προηγούμενοι αιφνιδιάστηκαν. Οι επόμενοι γνωρίζουν.Οι προηγούμενοι εγκλωβίστηκαν στο «έχω».
Οι επόμενοι σκάβουν για να ξεθάψουν το «είμαι».

Πηγή φωτογραφιών: Τρελογιάννης


Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Δεν σου πάει η σκιά!

Κουδούνι, αγιασμός, βιβλία κι όξω απ’ την πόρτα!
Άντε κι ένα συνοπτικό λογύδριο απ’ τον διευθυντή, με ευχές που του έστειλε ο εκπρόσωπος του υπουργείου νωρίς το πρωί, για καλή σχολική χρονιά.  
Οι γονείς στα κάγκελα, οι καθηγητές στα πρόθυρα, ο παπάς στις ψαλμωδίες.
Το υπουργείο στο κέντημα, οι εκπρόσωποί του στο ψιλό γαζί και η υποκρισία στον κολωφόνα της δόξας της.

Το προαύλιο ζωσμένο με εκρηκτικά.
Εκατό, διακόσιες, τριακόσιες ψυχές. Ώμοι που θα φορτωθούν αμαρτίες και χρέη και πολλά βιβλία. Όλα, δυσανάλογα με το βάρος τους.  Και νουθεσίες απ’ τους παροικούντες το προαύλιο της ζωής τους.
«Να είστε καλοί μαθητές, να ακούτε τους καθηγητές σας και να αφομοιώνετε αυτά που σας λένε. Να σπουδάσετε και να γίνετε επωφελείς πολίτες στην κοινωνία».

Στιγμιαία συγκίνηση, τα κινητά βαράνε, ο παπάς  αποχωρεί, το σκηνικό αποκαθηλώνεται άρον-άρον και το λευκό τραπεζομάντηλο διπλώνεται για να ξαναμπεί του χρόνου.  Επίσημοι και ανεπίσημοι μαζεύουν τις αλυσίδες τους και επιστρέφουν στο σπήλαιο.  Οι τηλεοράσεις θα το καλύψουν με σύντομο ρεπορτάζ και ανάλογα τις ορέξεις τους, θα του δώσουν τη χροιά που τους βολεύει. «Με προβλήματα ξεκινάει η νέα σχολική χρονιά», ή «Γέμισαν πάλι παιδικές φωνές τα σχολικά προαύλια…».

Λίγο πριν παραχώσω την ύπαρξή μου στους τοίχους του σπηλαίου μου, σου βάζω ένα σκονάκι στην παλάμη.  Στα μουλωχτά. Σε μια έξαρση ειλικρίνειας με τον εαυτό μου. Απέλπιδα προσπάθεια να σου πετάξω ένα σωσίβιο. Διακανονισμός με τις ενοχές μου. Και μια ελπίδα που σιγοκαίει, κάθε φορά που αντικρίζω τη ματιά σου να γυαλίζει. Ακόμα… Και για όσο… Στο μεταίχμιο.

"Αγαπημένε μου,

Λίγο πριν γίνεις ο υποδειγματικός καταναλωτής και ο αυριανός δανειολήπτης μιας τράπεζας.
Λίγο πριν βάλεις ενέχυρο τη ζωή σου.
Λίγο πριν αποκτήσεις φορολογικό μητρώο και ριχτείς στην αρένα με τα λιοντάρια.

Αν  επιμένω να ελπίζω σε κάτι, είναι γιατί υπάρχεις εσύ.
Ακόμα και τις ώρες που μεγεθύνω την παρουσία μου στους τοίχους για να την κάνω επιβλητική και φοβιστική, στο βάθος σε ζηλεύω. Γιατί ξέρω πως η έξοδος, δεν είναι παρά δυο δρασκελιές δρόμος. Έτσι να κάνεις, βγήκες. Το μπόι σου να ορθώσεις, γίνεσαι τιτάνας.
Τη συνομίληκη  φωνή σας  να ενώσετε, σπάτε αλυσίδες και βράχους. Τα ντεσιμπέλ σας να ανακαλύψετε και θα γίνει το σπήλαιο, Μέγαρο Μουσικής! Με την ορχήστρα των Νέων! Να κάνει θεαματική στροφή και έξοδο. Στο φως!

Με λατρεία,
Η μαμά σου.

Απ’ τα βάθος του σπηλαίου"


Πηγή: http://lyemium.com/content/worldwide-street-art-7-havana-cuba