ο Παυλάρας,
ο Νικόλαος Σπανοβαγγελοδημήτρης / του Νικόλα ή Γύλος,
ο Βαγγέλης Ταρνιάτης με
την αδελφή Ευτυχία, ο Πότης της κυρίας Αμαλίας,
ο Ζάχος στην "Ωραία των Αθηνών", πρόεδρος τους συλλόγου "Πνεύμα και Ηθική",
ο Ζάχος στην "Ωραία των Αθηνών", πρόεδρος τους συλλόγου "Πνεύμα και Ηθική",
ο Λουκάς, σωφέρ των Ζεμπερέων...
Ο
Βασίλης μας!
Έφυγε
στις 10 του Μάρτη, πριν 46 χρόνια.
Η
καρδιά του τον πρόδωσε στα 66 του, στην αυλαία των γυρισμάτων της τελευταίας
του ταινίας «H αριστοκράτισσα κι ο αλήτης».
Πορεία ζωής με σκαμπανεβάσματα, φτώχεια και σκληρό αγώνα. Από πιτσιρικάς
μαζί με τον αδερφό του, σηκώνουν το πηλοφόρι της επιβίωσης. Εργατάκος,
αχθοφόρος, μάστορας και μαραγκός στο θέατρο Έντεν του Θησείου. Φανταρηλίκι,
έρωτες και ασίγαστο πάθος να κάνει τους άλλους να γελούν με τις μιμήσεις και
τις γκριμάτσες του. Τους κουρασμένους απ’ το μόχθο της μέρας εργάτες και τους
σκυφτούς απ’ τα βάσανα της ζωής συνανθρώπους του.
Ο σκηνογράφος
του Έντεν που τον έχει στη δούλεψή του, τον σπρώχνει ένα βράδυ στη σκηνή,
δίκην αστείου. Το θέατρο γεμάτο κόσμο που τον παρακολουθεί αμήχανα. Ο Αυλωνίτης
δεν χάνει στιγμή την ψυχραιμία του. Αυτοσχεδιάζει και μιμείται ηθοποιούς του
βωβού, κάνοντας γκριμάτσες και στημένες γκάφες. Παραλήρημα στην πλατεία. Τον
χειροκροτούν ενθουσιασμένοι. Εκείνο το βράδυ έπεσε ένα αστέρι, που ήταν προορισμένο
να μεγαλουργήσει και ν’ αφήσει ανεξίτηλα χνάρια στην πολιτιστική μας
κληρονομιά.
1932: Αυλαία
για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, στην
εξουσία. Οικονομική κρίση, δυσβάσταχτη φορολογία, πείνα και κήρυξη χρεοκοπίας (καλή
ώρα)...
Πολιτικοί και παρατρεχάμενοι που είναι μπλεγμένοι σε σκάνδαλα, είναι το
πρώτο θέμα των εφημερίδων, όσων
δημοσιογράφων βέβαια τολμούν να τα βάλουν με το πανίσχυρο κατεστημένο.
Θέατρο
Περοκέ: Ανεβαίνει η «Κατεργάρα» κι ο
κόσμος σπεύδει να απολαύσει τα νούμερα, που λόγω των ραγδαίων εξελίξεων,
ανανεώνονται σχεδόν σε καθημερινή βάση και ξεμπροστιάζουν τους πολιτικάντηδες.
Ο
27χρονος Βασίλης Αυλωνίτης παίζει το νούμερο του: «Απ' τους πολιτικούς βγήκαν
τα κολοκύθια». Καυτηριάζει τα σκάνδαλα, αναφέρει ονόματα, ξεμπροστιάζει
τον τότε υπουργό Γαλόπουλο και το «σκάνδαλο της κινίνης». Στην πρώτη σειρά κάθονται
τέσσερις Κοτζαμάνηδες, πληρωμένοι δολοφόνοι της εποχής.
Εισβάλλουν
στη σκηνή ουρλιάζοντας και κραδαίνοντας μαγκούρες και ρόπαλα. Ένα όπλο σημαδεύει το κεφάλι
του Αυλωνίτη. Ο κόσμος χειροκροτεί, θεωρώντας πως είναι στο νούμερο. Ο 35χρονος
τεχνικός Παναγιώτης Μωραΐτης, βγαίνει να δει τι γίνεται. Ο Αυλωνίτης σκύβει και
η σφαίρα βρίσκει τον άτυχο τεχνικό.
Πέφτει νεκρός. Οι θεατές ουρλιάζοντας συνοστίζονται στην έξοδο. Ο Αυλωνίτης
καταρρέει. «Χάθηκε μια ζωή και φταίω εγώ», θα μονολογεί για τα επόμενα χρόνια. Αρνείται
να ξανανέβει στη σκηνή.
Συλλήψεις
και δίκες κωλυσιεργούν συστηματικά.
Ο
Παύλος Γυπάρης [γνωστός και απ’ την εμπλοκή του στη δολοφονία του Ίωνα
Δραγούμη], θεωρείται ηθικός αυτουργός και παρά το ένταλμα σύλληψης εις βάρος του,
δεν συλλαμβάνεται ποτέ. Εμφανίζεται όμως «αυθορμήτως» την ημέρα της δίκης. Τελικά
στο εδώλιο, εκτός από τον Π. Γυπάρη, κάθονται οι Α. Δικώνυμος, Μ. Σταφυλαράκης,
Π. Παπαδοπετράκης και Δ. Μπαδογιάννης. Η δίκη είναι περιπετειώδης. Απ’ το Κακουργοδικείο
Πειραιώς συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στη Χαλκίδα «προς αποφυγήν επεισοδίων». Τον
Δεκέμβριο του 1932 καταδικάζονται μόνον οι δύο από τους δράστες, οι Δικώνυμος
και Σταφυλακαράκης σε 7ετή κάθειρξη.
Για
την ιστορία: Ο Αλέκος Σακελάριος που πίστευε πολύ στο ταλέντο του Αυλωνίτη και
τον επέβαλλε στον Φίνο για το ρόλο του Παυλάρα στη "Λατέρνα", έλεγε πως ο
Αυλωνίτης είχε ισοβίως τύψεις πως έγινε αιτία να σκοτωθεί ένας άνθρωπος. Η
κορύφωση της αδικίας προήλθε απ’ τα πορίσματα της ανάκρισης, που αποφάνθηκε πως υπαίτια ήταν η.... καυστική
σάτιρα και όχι το χέρι του δολοφόνου.
Υστερογραφικά:
Με πρόφαση το αιματηρό αυτό επεισόδιο, καθιερώνεται
ο περίφημος νόμος «Περί Τύπου», που ουσιαστικά ήταν η απαρχή της λογοκρισίας
στη σάτιρα και την επιθεώρηση.
«Δεν
θα ξαναβγει Αυλωνίτης!», μ’ αυτό το αξίωμα μεγάλωσα. Οι οικογενειακές συνάξεις
για τις ελληνικές ταινίες τα σαββατόβραδα ή τα κυριακάτικα μεσημέρια, ήταν
κανόνας απαράβατος. Τότε δεν καταλάβαινα τη σοφή διαπίστωση απ’ τα συγγενικά
χείλη, αυτά που τρεμόπαιζαν από συγκίνηση στις σκηνές με τον Παυλάρα και τα
δυσοίωνα όνειρα με τις τσιγγάνες. Η ζαλωμένη λατέρνα σηματοδοτούσε το φορτίο
ζωής των ανθρώπων και το χερούλι που σκορπούσε μαγικές μελωδίες στα πανηγύρια,
ήταν η προτροπή για σμιξίματα και κεράσματα ανθρωπιάς και φιλότιμου. Είναι
σπουδαίο να υπάρχει, ακόμα και σαν τίτλος ιστορικής ταινίας, αυτή η μοναδική –γλωσσολογικά
αλλά και ερμηνευτικά- ελληνική λέξη: «Φιλότιμο».
Τον
είδα χτες βράδυ στο στενό πλαίσιο της τηλεόρασης. Πού να χωρέσει τόση λάμψη σ’
ένα κουτί; Όσες ίντσες και να βγάλουμε, αδύνατον να αποτυπώσει το μέγεθος, τη
δυναμική και το εκτόπισμα του Βασίλη. Καθώς προχωρούσε κυρτωμένος απ’ το άχθος
της λατέρνας στην πλάτη του, γύρισε στιγμιαία το κεφάλι του και μας κοίταξε
ίσια στα μάτια.
«Ω ρε
πού πάτε;»
[φωτογραφίες, βίντεο, δημοσιογραφικό υλικό και βιογραφικά στοιχεία, αντλήθηκαν από διάφορες πηγές στο διαδίκτυο & από προσωπικές αναγνώσεις σχετικών βιβλίων]