Τετάρτη 10 Ιουνίου 2020

ΣΚΛΗΡΟΣ ΑΠΡΙΛΗΣ ΤΟΥ 2020 μ.Χ.


Λίγα λόγια για την έκδοση.

Ο Απρίλης της καραντίνας και του κορονοϊού, είναι παρελθόν, ελπίζουμε οριστικό, ο «Σκληρός Απρίλης , του 2020 μ.Χ.» θα συνεχίσει να μας θυμίζει τα συναισθήματα, τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς και όλα όσα ζήσαμε το δίμηνο της καραντίνας.

Ο «Σκληρός Απρίλης , του 2020 μ.Χ.», με τις ιστορίες και τα ποιήματα από την εποχή του κορονοϊού, μόλις κυκλοφόρησε και «από ώρα σε ώρα» περιμένουμε και το δίδυμο αδελφάκι του (λεπτομέρειες προσεχώς).

Ο «Σκληρός Απρίλης 2020 μ.Χ.» είναι δύο ποιοτικές και προσεκτικά επιλεγμένες συλλογές από ποιήματα και διηγήματα με θέμα τις ανθρώπινες σχέσεις και τα ανθρώπινα πάθη κατά τη διάρκεια της έξαρσης της πανδημίας του φονικού ιού Covid-19 (Άνοιξη του 2020). Η ζωή κάτω από τον αστερισμό του κορωνοϊού καταγράφεται άλλοτε υπαρξιακά, άλλοτε κοινωνικά και άλλοτε με πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές.

Και τέσσερα εικαστικά που κοσμούν την έκδοση, του Κώστα Ευαγγελάτου, υπό το κράτος των ίδιων συναισθημάτων. Δουλεμένα τις πρώτες ημέρες της καραντίνας.

Αναδεικνύονται ανθρώπινα δράματα και προβλήματα όπως η περιθωριοποίηση, οι φραγμοί στη μόρφωση, η ανεργία και η εργασιακή ανασφάλεια, καθώς και ο ψυχικός μικρόκοσμος και τα βιώματα των ποιητών και πεζογράφων που συμμετέχουν στην έκδοση. Προβάλλεται, πάνω απ’ όλα, η αγωνία και ο αγώνας για το μέλλον, όχι όμως χωρίς λύσεις.

Ποιήματα: Γιώργος Ηρακλέους, Σοφία Ταναΐνη, Γκέλη Ντηλιά, Νίκος Σουβατζής, Ανθούλα Σωπάση, Κώστας Ευαγγελάτος, Σπύρος Ζαχαράτος, Ειρηναίος Μαράκης, Αντώνης Μπουντούρης, Γιάννης Γεωργάκης, Νικόλας Μιτζάλης,  Κωνσταντίνος Μαυροματάκης, Φωτεινή Δημοτζίκη, Νικόλας Δημ. Κακατσάκης, Γεωργία Καλαμποκά, Κώστας Κατιμερτζόγλου, Βαγγελιώ Καρακατσάνη, Σοφία Κλουβάτου Μέλα, Βαρβάρα Τζάμα, Πανωραία Χριστοπούλου, Χρυσή Φουκαράκη.

Διηγήματα: Παναγιώτης Μελάς, Νίκος Λάμπρου, Θωμάς Κασσελούρης, Θοδωρής Μπελίτσος, Μαριάνθη Αλειφεροπούλου Χαλβατζή, Γιάννης Γερογιάννης, Ασπασία Παναγιώτα Μουσουλίδη, Βασιλική Σταθοπούλου, Χρήστος Τούμπουρος, Αλέκος Χατζηκώστας, Μαρία Κανελλάκη.

Υπερήφανοι για το υλικό που δίνουμε στον αναγνώστη, επισημαίνουμε το εξαιρετικό ενδιαφέρον να μελετά κανείς μέσα από τη λογοτεχνία τα πάθη των ανθρώπων, τις ελπίδες τους σε συγκυρίες με σχήματα και σημάδια βασικά, ιστορημένα άμεσα από ανθρώπους που τα ζουν και τα βιώνουν.

Σκληρός Απρίλης, του 2020 μ.Χ.
ποιήματα και ιστορίες εγκλεισμού από την εποχή του κορωνοϊού
(Συνοδεύεται από CD)
Επιμέλεια: Γιώργος Ηρακλέους
Εξώφυλλο: Πέτρος Φιλιπίδης
Εκδόσεις Ατέχνως
Έτος έκδοσης: Ιούνιος 2020
Σελ. 104
Σχήμα 17Χ24
Τιμή: 13 ευρώ
Μπορείτε να το παραγγείλετε και να το παραλάβετε στο χώρο που θα μας υποδείξετε, χωρίς επιβάρυνση
Παραγγελίες: EkdoseisAtexnos@gmail.com
📱 6979795057

Αθήνα: Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο – Θεμιστοκλέους 37 – 210 380 2644
Θεσσαλονίκη: Ακυβέρνητες Πολιτείες – Αλ. Σβώλου 28 – 2310 273207
Κεντρική διάθεση για την Κύπρο: Βιβλιοπωλείο Περιδιάβαση  (Τηλ:24 645646, 99545635) 



Η ανάρτηση αποτελεί αναδημοσίευση απ’ το ηλεκτρονικό περιοδικό: ΑΤΕΧΝΩΣ

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2020

Κόκαλα έχει αυτό το καλοκαίρι;


Όταν έχεις παραγγείλει ένα καλοκαίρι εδώ και κάτι μέρες, αλλά αργεί το παιδί… 

Για να ξεγελάσεις την περιρρέουσα  ψύχρα, αναπολείς παλιές διακοπές που ουδέποτε πήγες… αλλά που πολύ θα ήθελες να είχες πάει. Μπερδεύτηκες; Είναι σαν τη μεγαλειώδη φράση του πρωθυπουργού, σε συνέντευξή του στον Αντώνη Σρόιτερ: «Θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται, για να μην φτάσουμε στο σημείο να κάνουμε ό,τι χρειάζεται». Αυτολεξεί. 

Νοσταλγείς και κάτι ασπρόμαυρα καλοκαίρια που τα έζησες μέσα απ’ τις παλιές ταινίες. Που όσοι χειμώνες κι αν έχουν περάσει από πάνω τους, αυτά δεν παλιώνουν ποτέ. 

«Μεγαλώσανε τα κορίτσια μας, Χαρίλαε. Είκοσι έξι η Ελένη, είκοσι τριών η Κατίνα, 
είκοσι η Μαρία και δεκαπέντε η Αγγελική…»


Μεγαλώσαμε κι εμείς, κύριε Χαρίλαε. Και μείναμε αμανάτι με τα κανάτια και 
τα πολιτικά τζάκια. Είμαστε “very, very χολασκασμένοι. Πολύ very όμως…”


Κάπως έτσι θα βλέπουμε στο εξής τις ελεύθερες παραλίες. Σύμφωνα με το νέο “αναπτυξιακό νομοσχέδιο” (πώς το λέγατε εσείς τότε, γιατί εμείς έτσι το λέμε τώρα) έρχονται οι παραχωρήσεις αιγιαλού, όχι μόνο μπροστά στα ξενοδοχεία, αλλά και σε παρακείμενους χώρους, σε επιχειρηματικά πάρκα με μέτωπο τη θάλασσα, σε μπιτσόμπαρα και τραπεζοκαθίσματα. 
«Εσείς οι αποπάνω λέω, προσέχετε τους αποκάτω… Τουρκόγυφτοι!»


Δηλαδή, αν ο κύριος Χαρίλαος αναζητούσε σήμερα ελεύθερη παραλία, ο διάλογος με τον επενδυτή, θα ήταν κάπως έτσι:

Χαρίλαος: Πού πάτε, κύριε;
Επενδυτής: Να προχωρήσω στην αμμουδιά.
Χαρίλαος: Αμμουδιά; Βλέπετε εσείς καμιά αμμουδιά; Γιατί αν εννοείτε αυτόν εδώ, αυτός είναι ο σβέρκος μου!
Επενδυτής: Καλά κύριε, μην κάνετε έτσι! Δεν σας πιάσαμε και απ’ τη μύτη!
Χαρίλαος: Μόνο απ’ τη μύτη δεν με πιάσατε! Απ’ όλες τις άλλες μεριές με πιάσατε!
 

 «Θα επανεκκινήσουμε τον τουρισμό για να πάρουμε ανάσα, διενεργώντας δειγματοληπτική εξέταση σε όσους ταξιδιώτες φτάνουν στην Ελλάδα», είπε ο σύγχρονος Μωυσής. Και “οι καταρράκται των ουρανών ηνοίχθησαν και τα ύδατα υπερεπλήθυναν σφόδρα”. Και η χώρα αναζητά τώρα τον σύγχρονο Νώε.


Σε εποχές μη-κανονικότητας, τώρα θα μέτραγες ήδη τα πρώτα σου παγωτά και θα ετοιμαζόσουν για τη σχολική γιορτή και τα μπουγελώματα της τελευταίας μέρας. 


Στο ανάποδο του καιρού και με το τελεσίδικο φιρμάνι των “ειδικών”, μόλις ξεκίνησε η (υπόλοιπη) σχολική χρονιά σου. Κι όποιος έχει αντίρρηση:
«Αύριο θα φέρει αντιγραμμένους, 100 στίχους από το Ζ' της Ιλιάδος»


Μέχρι να έρθει το πολυπόθητο “καλοκαίρι”, έτσι όπως ο καθένας το εννοεί, 
καλή υπομονή παίδες!

Υ.Γ. Προσοχή τα παιδιά στα σχολεία, γιατί κυκλοφορούν…  



Και μια αψηλή, τσιριμπίμ-τσιριμπόμ. Ουδέν αληθέστερον τούτου!
Μέχρι τώρα, λιποθυμάγανε στ' αλήθεια απ’ την πείνα, ας μην τα επιβαρύνουμε και μ' αυτό το “μαρτύριο”…

Οι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται απ' το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους

Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Ο εφιάλτης του ήτα



Θα τρελαθώ! Ήρθε γράμμα απ’ το γραφείο στρατολογίας και με καλούν να παρουσιαστώ. Τους παίρνω τηλέφωνο. Βγαίνει ένα παλικάρι στη γραμμή, καλή του ώρα, ευγενικό παιδάκι ήτανε το καημένο, του λέω «Αγόρι μου χρυσό, μου στείλατε κλήση να παρουσιαστώ στη μονάδα τεθωρακισμένων στον Αυλώνα».  «Τύχη βουνό!» μου λέει το παλικάρι. «Εγώ πήρα μετάθεση για το τάγμα πεζικού στην Ορεστιάδα. Θα έχετε καλό βύσμα, πάντως…»

Πού να το πω και ποιος να με πιστέψει, Βαγγελίστρα μου; Εγώ, η Χαρούλα, το στερνοπαίδι του Τρύφωνα του Κατσίμπαλη, να πάω φαντάρος! Θα φάω τις κοτσίδες μου! Πήγα η καψερή με το γράμμα στο στρατολογικό γραφείο, να τους δείξω πως κάνουνε λάθος και να με σβήσουν απ’ τα κατάστιχά τους.

Ανοίγει τα κιτάπια του ο γαλονάς, σαλιώνει μια-μια τις σελίδες, φτάνει στο επίθετό μου, μου ρίχνει μια εξεταστική ματιά (ίδιος ο Κοντιζάς όταν του πάνε το πιάτο οι παίχτες στο μάστερ-σεφ) ξανακοιτάει τα χαρτιά του και με κατακεραυνώνει:
-      Μα εδώ γράφει πως είσαι άρρεν. Χάρης Κατσίμπαλης του Τρύφωνος. Ορίστε. Πέντε αδέρφια δεν είστε στην οικογένεια;  
-      Λάθος στρατηγέ μου. Τέσσερα αδέρφια και η υποφαινόμενη. Χάρις με βαφτίσανε. Χάρις Κατσίμπαλη του Τρύφωνα και της Νικολίτσας, Θεός σχωρέσ’ τους! Να, δείτε. Σας μοιάζω εγώ γι’ αρσενικό; Ήμαρτον Παναγία μου! Λάθος στην ορθογραφία έχει γίνει. Για ένα “ήτα” δηλαδή θα ντυθώ εγώ στο χακί;

Τι του προέταξα τα στήθια μου, τι του τράβηξα τις πλεξίδες μου, τι του κούνησα τον απαυτό μου, Θε μου συχώρα με, εκεί αυτός. Το γινάτι του.

-      Δε ξέρω τι λες εσύ. Εδώ είσαι καταχωρισμένος ως άρρεν κι έχουν καλέσει την κλάση σου. Σε δέκα μέρες παρουσιάζεσαι στο κέντρο νεοσύλλεκτων οπλιτών στον Αυλώνα. Αν έχεις αντίρρηση, κάνε μια αίτηση για επαναπροσδιορισμό φύλου και θα το εξετάσουμε. Αλλά θα πάρει πολύ χρόνο, να το ξέρεις. Μέχρι να βγει η απόφαση, θα κηρυχτείς λιποτάχτης. Κι αυτό να το ξέρεις. Δρόμο τώρα, γιατί έχουμε κι έναν φράχτη στον Έβρο να καλουπώσουμε.
-      Άμα είναι για τον Έβρο, να βοηθήσω η καψερή. Έχω κάτι κοντοχωριανούς στα μέρη αυτά κι αν θέλετε, μπορώ να τους μηνύσω. Τι πρόβλημα έχετε; Με τα μπαμπάκια μήπως; Έριξε πολύ χαλάζι φέτος, κάτι σβώλους να, με το συμπάθιο κιόλας, και καταστραφήκαν οι ανθρώποι. Τι να πεις;
-      Ποια μπαμπάκια, βρε, στραβάδι; Άε χάσου από μπροστά μου. Θα κάνω ειδική αναφορά για σένα στο διοικητή σου και θα πας τσιφ στον Έβρο για εκπαίδευση, έννοια σου! Θ’ αναστενάξουν οι ώμοι σου απ’ το πηλοφόρι. Δεν θα πάρεις απολυτήριο, αν δεν τελειώσει ο φράχτης.

Και κοπανάει με λύσσα τη δεξιά του παλάμη πάνω στο γραφείο… νννααα με πήγε απ’ την τρομάρα μου. Κατουρήθηκα πάνω μου, να στο σταυρό που σου κάνω! Αφού απ’ το τράνταγμα, πέσανε και κάτι μολυβοθήκες και μια αρμαθιά σφραγίδες στο πάτωμα. Για τέτοιο τράκο σου λέω! Ευτυχώς, έπεσα κι εγώ απ’ το κρεβάτι, φαρδιά-πλατιά στο μωσαϊκό. Ακούσανε το γδούπο τ’ αφεντικά μου, ορμάει στο δωμάτιο η κυρά μου, «Τι έπαθες, βρε, Χαρούλα νυχτιάτικα;» μου φωνάζει αγριεμένη. «Πάω φαντάρος κυρία Δόμνα μου», την καθησυχάζω εγώ. Δεν είχα συνέρθει ακόμα απ’ τον εφιάλτη, τόσο ζωντανός ήταν, που νόμιζα πως, από λεπτό σε λεπτό, θα μπουκάρει κι ο στρατηγός απ’ την πόρτα.

Καλός άνθρωπος η κυρία Δόμνα. Με μπουγέλωσε μ’ ένα ποτήρι νερό, μου έριξε και δυο ξανάστροφες να ξυπνήσω και μου ορμήνεψε τ’ όνειρο.
-      Άσχημα μαντάτα θα πάρεις, Χαρούλα μου. Κι αν ήταν υψηλόβαθμος ο γαλονάς, μεγάλες συμφορές σε περιμένουν. Τι βαθμό είχε; Θυμάσαι;
-      Πού να ξέρω η βαριόμοιρη τι βαθμό είχε; Σάματις έχω κάνει στρατό; Αχ, τι εφιάλτης ήτανε αυτός Παναγία-Παρθένα μου! Σας κοψοχόλιασα κι εσάς. Να με συγχωρνάτε, κυρία Δόμνα μου. Ξεράθηκα χτες το βράδυ απ’ την κούραση…
-      Καλό κι ευλογημένο ας είναι, Χαρούλα μου. Άντε, πέσε να κοιμηθείς γιατί αύριο έχεις πολλή δουλειά. Πρωί-πρωί να ετοιμάσεις τα παιδιά για το σχολείο. Και να συγυρίσεις τα δωμάτιά τους. Να καθαρίσεις και τον κήπο που έχει γεμίσει αγριόχορτα. Και να βοηθήσεις το μάστορα που περιμένουμε, σε παρακαλώ.
-      Τι μάστορα περιμένουμε κυρία Δόμνα μου;
-      Ένας φουκαράς είναι εκεί χάμω και τον μαζέψαμε να κάνει κανένα μεροκάματο. Θα χτίσουμε ένα φράχτη γύρω απ’ τον κήπο.
-      Τι θα χτίσουμε κυρία Δόμνα μου;
-      Έναν τσιμεντένιο φράχτη. Έχει παραγίνει το κακό μ’ αυτούς τους γείτονες. Κάθε τρεις και λίγο παραβιάζουν το συρματόπλεγμα. Προχτές πατήσανε στο γκαζόν μας, οι αχρείοι, και λέγανε πως το μπάρμπεκιου τούς ανήκει. Το μπάρμπεκιου μας! Το διανοείσαι;
-      Κι εγώ τι πρέπει να κάνω, κυρία Δόμνα μου; Να βγω με το γιαταγάνι και να φυλάω το γκαζόν μας;
-      Μη γίνεσαι γραφική, βρε, Χαρούλα! Θα βοηθήσεις στα τούβλα και στο σοβάντισμα. Κι όταν τελειώσουν τα χτισίματα, να βάλεις κι ένα χεράκι στο βάψιμο. Μη μας στοιχίσει κι ο κούκος-αηδόνι αυτός ο φράχτης. Καταλαβαίνεις…
-      Πώς δεν καταλαβαίνω! Και δε μου λέτε κυρία Δόμνα μου, αυτές τις δουλειές θα τις πλερωθώ έξτρα, φαντάζομαι. Δεν είναι στη σύμβασή μας. Σωστά μιλάω;
-      Ποια σύμβαση καημένη κι εσύ; Πάει η σύμβαση.
-      Πού πάει η σύμβαση κυρία Δόμνα μου; Θα τρελαθώ!
-      Άκου, Χαρούλα μου. Αύριο θα στο ανακοίνωνα, αλλά έτσι όπως το ᾽φερε η κουβέντα, ας τα πούμε εδώ και τώρα. Κάτσε, μη στέκεσαι… Και σταμάτα να με κοιτάς μ’ αυτές τις γουρλοματάρες σου!

Από δω το ᾽φερε, εκεί το πήγε, μου το ξεφούρνισε το όνειρο η κυρία Δόμνα. Πάνε τα ένσημα, πάνε τα ρεπά και οι υπερωρίες, “άμα θες να ᾽χεις τη δουλίτσα σου, κορίτσι μου, (έτσι με λέει όταν θέλει να με καλοπιάσει) θα σου κολλάω έξι ένσημα και θα παίρνεις το βασικό. Αλλά η δουλειά, δουλειά. Δεν αλλάζει τίποτα στις υποχρεώσεις σου.
-      Μα…
-      Αν δεν σ’ αρέσει, η πόρτα είναι ανοιχτή.
-      Κι ο κήπος δίχως φράχτη.
-      Με ειρωνεύεσαι, Χαρούλα; Νομίζω δεν έχεις αντιληφθεί το μέγεθος της οικονομικής καταστροφής που πάθαμε. Και που σε κρατάμε δηλαδή, είναι γιατί είμαι πονόψυχη. Άντε κορίτσι μου, ξεκουράσου τώρα. Σκέψου τα όλα καλά κι αύριο το πρωί να είσαι στο πόστο σου. Καλό βράδυ.
Ζύγισα τα πράγματα και τ’ αποφάσισα. Σε δέκα μέρες παρουσιάζομαι στο στρατό. Θα κρατήσω το “ήτα”.
«Στρατιώτης πεζικού Χάρης Κατσίμπαλης, Α’ ΕΣΣΟ. Διατάξτε!»
Χαλάλι τα καψόνια. Και άρβυλα θα φορέσω, και καλλιόπες θα καθαρίσω, και φράχτη θα χτίσω, και σκοπιά θα φυλάω. Αλλά όχι για ένα μπάρμπεκιου. Για την πατρίδα, ρε, γαμώτο!


(οι φωτογραφίες της ανάρτησης προέρχονται απ’ το διαδίκτυο και ανήκουν στους δημιουργούς τους)

Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

Je m'en fous



 Ο κύριος Δεμεμέλης είναι ένας καθ’ όλα ευυπόληπτος πολίτης, γνήσιος νοικοκυραίος και υπέρμαχος της τακτικής “κοίτα τη δουλίτσα σου, τρώγε το φαΐ σου και βγάνε το σκασμό”. Λίγο πριν ξεκινήσει η καραντίνα και όντας σίγουρος για τα μέτρα που θα ακολουθούσαν, έκανε επιδρομή στο σούπερ μάρκετ και επέστρεψε το βράδυ στο σπίτι, νικητής και τροπαιούχος. Επί μισή ώρα ξεφόρτωνε την καμπίνα του τζιπ, είχε επιστρατεύσει μάλιστα κι ένα κλαρκ για να κουβαλήσει τις προμήθειες ως το ασανσέρ. Ξεχειλισμένες σακούλες, ντάνες χαρτιά υγείας, μπουκάλες με αντισηπτικά, χλωρίνες, μωρομάντηλα (Κύριος οίδε γιατί τα πήρε αυτά, τα συγκεκριμένα), μακαρόνια, κονσέρβες, όσπρια, λάδια, κρασιά και πολλά ακόμα εδώδιμα αποικιακά. Δυο μέρες μετά, και αφού η αγορά είχε ήδη στεγνώσει από αντισηπτικά και μάσκες, ο κύριος Δεμεμέλης ξαναφόρτωσε μια σακούλα με τις -επιτρεπόμενες αυτή τη φορά- ποσότητες, για να τα στριμώξει στα ράφια της αποθήκης του.

Απ’ την αέναη κυκλοφορία νερού που κελάρυζε στους σωλήνες του, φαίνεται πως έπλενε τα χέρια του πο-λύ  σχο-λα-στι-κά. Κατά πολύ αυξημένη ήταν (και συνεχίζει να είναι) και η χρήση στο καζανάκι. Λογικό, με τόσα τρόφιμα. Τις απογευματινές ώρες δε, που η τηλεόραση έδειχνε τον εθνικό μας λοιμωξιολόγο, ο κύριος Δεμεμέλης πρέπει να είχε απανωτούς οργασμούς, κρίνοντας απ’ τα άγρια μουγκρητά και τις βαριές ανάσες που διέρρεαν απ’ το μισάνοιχτο παραθύρι του. Μετά το πέρας της ενημέρωσης, αντηχούσαν απανωτά καζανάκια, βρύσες, ντουζιέρες, και απορροφητήρας.

Ο κύριος Δεμεμέλης ήταν απ’ τους πρώτους που βγήκε ευθυτενής στο μπαλκόνι για να χειροκροτήσει τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό που έδιναν άνιση μάχη με τον κορωνοϊό. Αμέσως μετά το χειροκρότημα, επέστρεψε στο διαμέρισμά του για να επιδοθεί στη γνωστή τριλογία δραστηριοτήτων: μαγείρεμα, τηλεόραση, καζανάκι. Ως εχέφρων νοικοκυραίος, απέφυγε -πολύ σχολαστικά- να προσφέρει το κατιτίς του στην ομάδα αλληλεγγύης που συγκέντρωνε τρόφιμα για οικογένειες χωρίς εισόδημα, ώστε να περάσουν αξιοπρεπώς τις ημέρες του Πάσχα. «Πόσο θα φάνε πια; Τρακόσα κιλά αηδία θα γίνουν!» μονολογούσε, καθώς παρατηρούσε τις σακούλες με τα συγκεντρωμένα είδη στην είσοδο της πολυκατοικίας. 


Ο κύριος Δεμεμέλης είναι υπέρμαχος της καθαριότητας και της “προσωπικής ευθύνης” και κυκλοφορεί, απαρεγκλίτως, με αντισηπτικά μαντιλάκια, χειρουργική μάσκα και πλαστικά γάντια. Τα οποία, όταν φτάνει έξω απ’ το σπίτι του, ή κατά την έξοδό του απ’ το σούπερ μάρκετ, τα πετάει καταμεσής του δρόμου. Ας κάνουν οι υπάλληλοι του δήμου τη βρώμικη δουλειά, αυτός είναι εντάξει με τη συνείδησή του. Κι ας είναι δυο μέτρα παρακάτω ο πράσινος κάδος. Κι ας βάζει σε κίνδυνο την υγεία των περαστικών. Κι ας επιβαρύνει το ήδη μολυσμένο περιβάλλον με τα σκουπίδια του. “Το σπίτι μας και τίποτ’ άλλο”. Το αγαπημένο του μότο. Αυτό ξέρουμε, αυτό εμπιστευόμαστε. Κι άμα πεθάνει αυτός, φούρνος να μην καπνίσει, κατά τη ρήση του Τζων Στάινμπεκ.

Το σκίτσο είναι του Κ. Γρηγοριάδη και δημοσιεύτηκε στην Εφ.Συν. (06/04/2020)