Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

“Σάμαλι με παγωτό”

 της Νίνας Γεωργιάδου

 


Ήρθε απ’ την Καππαδοκία, κουβαλώντας δυο χοντρές πλεξούδες, τις γεροδεμένες γάμπες των κοριτσιών που είχαν προορισμό να δουλέψουν σκληρά και να μεγαλώσουν πολλά παιδιά, λίγο φόβο στα μάτια, που δεν έφτανε όμως να θολώνει την τσαχπινιά τους, κι ένα οικογενειακό τετράδιο.

Στην πρώτη σελίδα, η μάνα της είχε γραμμένα τα ονόματα αποθαμένων συγγενών, με κοντυλοφόρο για να μην ξεθωριάσουν τα γράμματα, για να τους μνημονεύει τα ψυχοσάββατα, δίχως να ξεχνά κανένα και να ‘ναι έτσι όλες οι ψυχές απαραπόνευτες.

Ακολουθούσε μια κενή σελίδα, για να μη μπερδεύεται πολύ η ζωή με το θάνατο και μετά, συνταγές για σιροπιαστά γλυκά, αφράτες ζύμες και παχιές σάλτσες.

Το ότι κάποιες ήταν γραμμένες με μολύβι, δε μείωνε τη νοστιμιά τους.

Είχε μάλλον να κάνει με το γεγονός πως ο κοντυλοφόρος κάποτε στέρευε από μελάνι.

Στο τελευταίο φύλλο, κατέγραφε τα προικιά της Μαρίας.

Δυο χοντρές βελέντζες, τρία χράμια, δυο μπατανίες καμηλό, έξι λινά σεντόνια, ένας μαστραπάς από πορσελάνη κι άλλος ένας από τσίγκο.

Αποχαιρετώντας για πάντα το Καρβάλι, η Μαρία πήρε το τετράδιο, αφού δεν μπορούσε να πάρει τα κόκκαλα της μάνας της – που έφυγε πριν γεμίσει τις δυο σελίδες του τελευταίου φύλλου – αφήνοντας πίσω και τα σεντούκια με το περιεχόμενό τους.

Όταν αντίκρισε για πρώτη φορά τη θάλασσα, ανατρίχιασε από την απεραντοσύνη του νερού και όταν περπάτησε στους δρόμους ενός τόπου που τον είχε ακούσει για δικό της αλλά τον ένοιωθε ξένο, έγραψε στην πρώτη σελίδα με τους νεκρούς, μετά το όνομα της μάνας της, και τη λέξη Καρβάλι.

Το τετράδιο μπήκε στο ράφι με τα εικονίσματα, το ξεσκόνιζε προσεκτικά, το θύμιαζε και το άνοιγε για να μνημονέψει τους εκλιπόντες μόνη της, αφού δεν της περίσσευε δεκάρα για πρόσφορο στον παπά, να μυρίσει την κανέλα που είχε ποτίσει το χαρτί και να δει τα γράμματα της μάνας της.

Από μια παραξενιά, που δεν πρόλαβε ποτέ να της την εξηγήσει, έγραφε το άλφα και το ωμέγα, μόνο με κεφαλαία γράμματα.

«Το σΑμΑλι πΑει με πΑγΩτό»

Ο Χρύσανθος την αγάπησε για τις χοντρές πλεξούδες, τις γεροδεμένες γάμπες και τη τσαχπινιά στην άκρη των ματιών της.

Εκείνη δεν αισθάνθηκε την καρδιά της να φτερουγίζει, ένοιωθε όμως κοντά του ασφάλεια και σεβάστηκε το ότι ποτέ δεν άκουσε απ’ το στόμα του τη λέξη τουρκόσπορος.

Επειδή δεν είχε τίποτα να του δώσει, του έδειξε το τελευταίο φύλλο με τα προικιά και του είπε πως είναι μόνο χάρτινα.

Ο Χρύσανθος, που είχε ένα τρίκυκλο με σκεπαστή καρότσα, γυρνούσε τις γειτονιές του Πειραιά και γυρολογούσε τετζερέδια, σεντόνια και μπατανίες, σαν αυτές που είχαν στο Καρβάλι, πήρε απ’ την καρότσα όσα έγραφε η λίστα με τα χάρτινα προικιά, μαζί και δυο ζέρσεϋ μεσοφόρια και τα στοίβαξε μπροστά της.

Παντρεύτηκαν δίχως καλεσμένους, πήγαν γαμήλιο ταξίδι με τον ηλεκτρικό στην Ομόνοια, έκαναν ένα μεγάλο περίπατο, ο Χρύσανθος την κέρασε σαλέπι και σάμαλι, ο σαλεπιτζής τους ευχήθηκε «ιμιτλερίμ», ο σαμαλιτζής , «βίον ανθόσπαρτον» και γύρισαν, με το τελευταίο τραίνο, στη χαμοκέλα του Χρύσανθου όπου η Μαρία έλυσε τις πλεξούδες κι έμεινε με το ζέρσεϋ μεσοφόρι.

Του χάρισε πέντε γιους και μια κόρη κι εκείνος ένα μεταξωτό μεσοφόρι, ένα μεγάλο ταψί για σάμαλι και μπακλαβάδες και κάμποσες βόλτες στην Ομόνοια.

Τον Χρύσανθο τον πρόδωσε η καρδιά του, έναν καυτό Ιούλιο όταν πια οι γιοι τους είχαν μεγαλώσει και οι χοντρές πλεξούδες της Μαρίας είχαν γίνει λιανές και πάλλευκες.

Στην πρώτη σελίδα του τετράδιου, μετά το Καρβάλι, έγραψε το όνομα Χρύσανθος, στην τελευταία σελίδα, «τρία μεσοφόρια» και στα μνημόσυνά του, κερνούσε πάντα σΑμΑλι με πΑγΩτό.

Νίνα Γεωργιάδου | απ’ το e-prologos.gr



Πηγή κειμένου

ëΟι φωτογραφίες είναι από το βιβλίο «Προσφυγική Ελλάδα»(«Refugee Greece»), Εκδόσεις INTERED-ΚΑΠΟΝ ©Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, 1992

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

«Θα μου χαρίσετε έναν τελευταίο χορό;»

 


Ο ψυχολόγος μου με είχε συμβουλεύσει να αγκαλιάσω τους φόβους μου. Να συμφιλιωθώ μαζί τους. «Μόνο έτσι θα τους ξεπεράσεις», μου είπε. Τον εμπιστευόμουν απόλυτα γι’ αυτό και διόλου δεν δίστασα να αποδεχτώ την πρόκληση. «Ναι λοιπόν, ας χορέψουμε!», είπα στον χρόνιο δυνάστη μου. «Θα εμπιστευτώ το κεφάλι μου στο στόμα σου. Ξέρω πως στο βάθος είσαι ένα άκακο πλάσμα που διψάει για αγάπη. Σού εμπιστεύομαι τα όνειρά μου. Την ύπαρξή μου την ίδια. Και δεν πειράζει που ώρες ώρες μού έδειχνες τα δόντια σου. Ίσως έφταιγα κι εγώ η ανόητη με τα ποταπά μου καμώματα. Και τις ανυπόστατες φοβίες μου πως τάχα θες να με ξεσκίσεις…»

Όλοι οι συγγενείς απ’ τα οικογενειακά κάδρα επευφήμησαν την τόλμη μου. «Κατά βάθος είναι ένα ερπετό-μάλαμα. Ποτέ δεν είχε δώσει δικαιώματα. Πού θα τρέχεις τώρα να βρεις άλλο;»

Όντας σίγουροι πως είμαι σε καλά χέρια, αποχώρησαν απ’ τη γιορτινή μας φιέστα. Ουδείς μάρτυρας υπήρξε την ώρα που συνέβη το μοιραίο. Εξ ου και η απορία τους όταν εκλήθησαν απ’ τον ιατροδικαστή να με αναγνωρίσουν. Δηλαδή, ό,τι είχε απομείνει από εμένα.

Στο μονόστηλο που μου αναλογούσε, ανακοινώθηκε εν συντομία το συμβάν. Σύσσωμοι δημοσιογράφοι, πολύξεροι συγγενείς, γείτονες και φίλοι φρύαξαν με το κτήνος. Ο ψυχολόγος μου κέρδισε λίγα λεπτά δημοσιότητας και αρκετούς καινούργιους πελάτες. Το σπίτι καθαρίστηκε επιμελώς. Όλοι και όλα επέστρεψαν στην καθημερινότητά τους.

«Συμβαίνουν αυτά στις πολιτισμένες κοινωνίες, τέκνον μου»… μού ψιθύρισε ο αχθοφόρος…

----------------------------------------------------------

[Η φωτογραφία προέρχεται απ' το διαδίκτυο και ανήκει στον δημιουργό της] 

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2024

Η2Ο

 


Βάλε νερό κι αλάτι αν θέλεις να ξεχάσουμε

Βάλε νερό και χώμα αν θέλεις να χτίσουμε

Βάλε νερό και βασιλικό αν θέλεις να φυτέψουμε

Βάλε νερό και όνειρα αν θέλεις να ταξιδέψουμε

Βάλε νερό και φιλί αν θέλεις να ξεδιψάσουμε

 

Μη βάλεις όμως νερό και θλίψη

Γιατί θα γίνει δάκρυ και θα μας πνίξει

 

Και για όνομα του Θεού

Σταμάτα να πετάς πέτρες στο νερό

Ταράζεις το κρυφό μας ναυάγιο

Αφού το ξέρεις καλά

Όλα μας τα μυστικά

Τ ο   ν ε ρ ό

ένδον του τα φυλάει.

 

[Viktor Lundgren photography]

 


ëΣυμμετείχε στο 32ο Συμπόσιο Ποίησης που οργάνωσε και έτρεξε στο μπλογκ της η Αριστέα μας. Εδώ και χρόνια το συμπόσιο αυτό -η συνεύρεση φίλων μπλόγκερς-, σηματοδοτεί το κλείσιμο μιας χρονιάς. Με αφορμή μια λέξη -φέτος ήταν το «φιλί», μοιραζόμαστε τις ποιητικές μας απόπειρες, με σεβασμό στους όρους και αμοιβαία άμιλλα και αλληλεπίδραση. Γνωρίζοντας με πόσο αντίξοες συνθήκες υλοποιήθηκε φέτος το συμπόσιο, νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη και απέραντη εκτίμηση για τον «άγρυπνο κέρβερο» που το έφερε και πάλι εις πέρας, άψογα και υποδειγματικά. Πάμε για τα επόμενα συμπόσια. Με νίκες, προσωπικές και συλλογικές και με το «πνευματικό παιδί» της Αριστέας να μετράει πολλά-πολλά χρόνια (και ενημερωτικά σημειώματα) Y


Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

Tα μάτια μας στα πόδια τους

 


Στα κορίτσια που δουλεύουν στα εμπορικά κέντρα…

Που πηγαινοφέρνουν παπούτσια και φουστάνια και τακτοποιούν ασταμάτητα τις ντάνες των ρούχων απ’ τα δοκιμαστήρια…

Στα κορίτσια με τα μαραγκιασμένα χέρια απ’ τις βαφές και τα λουσίματα, που κουρεύουν, χτενίζουν και ακούν υπομονετικά τον ‘πόνο’ της κάθε πικραμένης πελάτισσας. Κι ας τα περιμένει σπίτι ένα βουνό με αληθινά προβλήματα…

Στα κορίτσια που καμπουριάζουν σ’ ένα σκαμπό, για να περιποιηθούν νύχια και κάλους και γδαρμένες φτέρνες…

Στα κορίτσια των σούπερ μάρκετ, στα κορίτσια που ρίχνονται με όλο τους το βάρος πάνω στα μαχαίρια των τυριών, στα κορίτσια των ταμείων που περιμένουν το πολυπόθητο διάλειμμα για να προλάβουν να πάνε τουαλέτα ή να ρίξουν κάτι στο στόμα τους…

Στα κορίτσια που ξεροσταλιάζουν μ’ ένα μπουκαλάκι άρωμα έξω απ’ τα καλλυντικάδικα και παρακαλούν τους περαστικούς για ένα ψέκασμα…

Στα κορίτσια που βγάζουν τις «δύσκολες μέρες» τους με αναβράζοντα παυσίπονα και χαμόγελα συγκατάβασης…

Να τα προσέχουμε αυτά τα κορίτσια.

Ακόμα κι αν χαμογελούν ολημερίς και αδιαλείπτως, οι φλεβίτσες τους σιγοκαίνε κάτω απ’ το δέρμα. Και οι ώμοι τους είναι μόνιμα κυρτωμένοι απ’ την κούραση. Είναι συγχρόνως δυναμικά και εύθραυστα. Είναι αναλώσιμα και θα αντικατασταθούν πάραυτα με την επόμενη φουρνιά κοριτσιών… που θα διαθέτουν -ακόμα- αψεγάδιαστα πόδια και αλέκιαστα χαμόγελα.

Να τα προσέχουμε σαν να είναι δικά μας παιδιά, αυτά τα κορίτσια.

Photo: Marc Sommer