Με κάτι πρόχειρες μετρήσεις, οι συνολικές αποχρώσεις του
Βαγγέλη είναι 150. Κάλτσες, σώβρακα και φανέλες, από 50 χρώματα η
κάθε ντάνα.
Οι 45 κατασκευαστές πλυντηρίων, σήκωσαν τα χέρια ψηλά.
Να το κάνω βιβλίο τώρα αυτό; “150 shades of Vangelis”.
Ότι γυρίζει απ’ τo συνεργείο ψόφιος στην κούραση κι εγώ ερεθίζομαι απ’ τη λιγδιασμένη
φανέλα του και τον καλώ σε ανομολόγητα ερωτικά παιχνίδια. Στο μεταξύ έχω κάνει
φασίνα, έχω μαγειρέψει, έχω φέρει τα παιδιά απ’ το σχολείο, τα έχω διαβάσει κι
έχω σιδερώσει και μια στοίβα ρούχα. Αλλά η λίμπιντος ανεπηρέαστη. Κι αντί να
ταβλιαστώ να ισιώσει το κορμάκι μου απ’
την κούραση, κοτσάρω ζαρτιέρες, σιθρού
κομπινεζόν και το τιγρέ βρακάκι που μου είχε πάρει ο Βαγγέλης απ’ το τζάμπο.
Αρπάζω κι ένα πλαστικό μαστίγιο απ’ τις απόκριες που είχα ντύσει τη μικρή
αμαζόνα και στήνομαι στο μπάνιο, να περιμένω με λαχτάρα το
κορμί του Βαγγέλη.
«Ρε πας καλά;»
μου λέει για να με ξενερώσει. Τα πήρε κρανίο γιατί είχα γεμίσει την μπανιέρα
αφρούς και φύλλα βιολέτας.
«150 σκάσαμε στην
ΕΥΔΑΠ προχτές... και πας και χαλάς τόσο νερό; Κι η γλάστρα τι σου’φταιξε και τη
μάδησες;»
Βγήκε έξαλλος απ’ το κόκκινο δωμάτιο (τον καμπινέ εννοώ,
αλλά στο βιβλίο θα το λέω έτσι). Εγώ είχα φτάσει στην κορύφωση της έξαψης. Τον
ήθελα κολασμένα. Ξαναγύρισε ανεμίζοντας τη σφουγγαρίστρα. «Μαστίγωσέ με!» τον διέταξα. «Θέλω
να νιώσω τις υδρόφιλες λωρίδες της βιλέντα στην πλάτη μου!... Να χώσεις τα κρόσσια της
στον περιστρεφόμενο κουβά και να μου ραπίσεις με το κοντάρι τον πισινό...».
Ελάχιστα θυμάμαι μετά τη σφαλιάρα που έφαγα.
Όταν είδα το χέρι του να υψώνεται απειλητικά, νόμιζα πως
συμμετείχε στα ερωτικά μου καλέσματα. Έτρωγα
ξύλο αλλά δεν ήξερα αν έπρεπε να φχαριστιέμαι ή ν’ ανησυχώ για την υγεία μου.
Παρασυρμένη απ’ την ταινία, του φώναζα το βούρλο: “Χτύπα με!... Κάνε με σκλάβα σου!”...
Και μ΄έκανε μπλε μαρέν ο Βαγγέλης, αλλά οργασμούς δεν
ένιωσα. Ούτε καν μια τοσοδούλα απόχρωση ευχαρίστησης... Μη σου πω πως ντράπηκα,
γιατί μέχρι χτες γκάριζα στους συλλόγους και στις παρέες, για την
ενδοοικογενειακή βία.
Κι έκανα κηρύγματα στη μικρή ν’ αγαπάει το σώμα της και
να μην ανεχτεί ποτέ κανέναν ν’ ασκήσει βία πάνω της.
Και κυρίως, γιατί τη χειρότερη βία την άσκησα εγώ στον
Βαγγέλη. Τον υποβίβασα σε σαδιστή - επιβήτορα και την αγάπη μας
σ’ ένα παρακμιακό αρχέτυπο σχέσης: ο ζάμπλουτος - πανέμορφος πρίγκιπας και η
υποταγμένη παρθένα-σταχτοπούτα.
Κοιτάζω στο μπαλκόνι την ολάνθιστη βιολέτα και χαμογελάω.
Σούρουπο έξω. Τα παιδιά τιτιβίζουν στο
δωμάτιό τους. Ο Βαγγέλης έρχεται σε λίγο.
Ετοίμασα το αγαπημένο του φαγητό. Στρώνω τραπέζι και περιμένω να ζήσω το όνειρο.
Της Ελληνίδας νοικοκυράς που ίσως και να είναι μίλια μπροστά απ’ τα μικροαστικά
πρότυπα που μας σερβίρονται ως προχωρημένα μοντέλα ζωής.
Ο Βαγγέλης έρχεται καβάλα στο σαραβαλάκι του.
Δεν πιλοτάρει, δεν φοράει μεταξωτή γραβάτα και θέλει τα χέρια μου αλυσοδεμένα
στο κορμί του κι όχι σε χειροπέδες.
Οι μέρες μας έχουν
τις γήινες αποχρώσεις της καθημερινότητας.
Κι οι νύχτες μας κατακόκκινους παραδοσιακούς οργασμούς, δίχως βοηθήματα.
Στη δική μας φαντασίωση, η γενετήσια πράξη έχει τις
αποχρώσεις του έρωτα.
O
Βαγγέλης και οι αποχρώσεις του, συμμετείχαν στο Παιχνίδι Λέξεων
που οργάνωσε η Μαρία μας, στο μπλογκ της mytripsblog. To Παιχνιδόλεξο εμπνεύστηκε και ξεκίνησε τη
θητεία του στα μέρη της Φλώρας μας:
TEXNIS STORIES. Φιλοξένησε
υπέροχες ιστορίες και ποιήματα, μας έκανε μια μεγάλη παρέα και αγαπήθηκε απ’
όλους μας.
Σας ευχαριστώ πολύ που αγαπήσατε την πολυχρωμία του
Βαγγέλη και εύχομαι λιγότερο γκρι στη ζωή μας!
Υ.Γ. Για τους λάτρεις των αποχρώσεων, ο ιδανικός
προορισμός είναι ο φωτογραφικός χρωματόκοσμος της Μαρίας.