«Και δε μου λες
ρε Κώστα, εσύ είσαι σίγουρος ότι στο υπουργείο σου δεν σε κλέβουν;»
«Eεε… μάλλον…»
«Και πώς τους ελέγχεις
δηλαδή;»
«Eλέγχω τα έξοδα, τις αποδείξεις…»
«Χα!... ελέγχει
τις αποδείξεις λέει… για ρίξε μια ματιά εδώ ρε Κώστα…»
«Ο κάτωθι
υπογεγραμμένος Ζάκαρης Εμμανουήλ του Γρηγορίου, ιργάσθην εις το μαιευτήριον
Πλατανιάς 16 μεροκάματα… χαχα, το ηργάσθην το έχει με γιώτα…»
«Κι επειδή το’χει
με γιώτα λες να κουράστηκε λιγότερο; Για διάβασε παρακάτω…»
Ο διάλογος απ’
την επική ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Υπάρχει και φιλότιμο». Ο υπουργός Ανδρέας
Μαυρογιαλούρος (Λάμπρος Κωνσταντάρας), τη στιγμή που αποκαλύπτει στον φίλο του
υπουργό (Γιώργο Γαβριηλίδη), τις ρεμούλες που γινόντουσαν στο χωριό της Πλατανιάς,
απ’ τον τοπικό κομματάρχη Γκρούεζα. Ο συμπαθέστατος λοιπόν φίλος του, απ’ την
επιστολή καταγγελίας που είχε μπροστά του, εντόπισε με ύφος ακαδημαϊκού που
διορθώνει γραπτό φοιτητή του, μόνον το ορθογραφικό λάθος του καταγγέλλοντα. Το
γιώτα!
«Χαιρέτα μου
τον πλάτανο!... ε, την Πλατανιά ήθελα να πω!»
Είναι φορές που
νιώθω πως έχουμε πάθει απόσπαση προσοχής. Υπερεκτιμούμε το διαδίκτυο, τα
σχόλια, τις αναρτήσεις, τα παιχνίδια που σκαρώνουμε για να έχουμε το μυαλό μας σε
εγρήγορση, αλλά και για να διατηρούμε την παρεϊστικη διάθεση και τον
αυθορμητισμό μας. Κουράστηκα να διαβάζω τσιτάτα και υποδείξεις για το πώς
γράφεται το «ηργάσθην». Και δεν μου
καίγεται καρφί για το λάθος φωνήεν. Όχι από έλλειψη σεβασμού στην ορθογραφία.
Μα γιατί θεωρώ πιο σημαντικό το “δάσος”. Την “καταγγελία” του γράφοντα. Αυτό που ένιωθε όσο έγραφε το πόνημά του.
Ακούω τη φωνή του, αφουγκράζομαι τη διάθεσή του, ιχνηλατώ τα σημάδια που αφήνει
πίσω απ’ τις λέξεις του. Η διόρθωση με το κόκκινο στυλό και η κακή αξιολόγηση,
με παραπέμπει στα σχολικά μου χρόνια. Και ήταν ελάχιστα αυτά που έμαθα απ’ τους
επικριτικούς δασκάλους, που με διόρθωναν με τεντωμένο τον δείκτη. Η γνώση
κατακτήθηκε απ’ αυτούς που με παρότρυναν να σκέφτομαι και να γράφω. Κι ας έκανα
λάθη. Γιατί οι πιο σημαντικοί δάσκαλοι,
δεν είναι αυτοί που αυτοπροσδιορίζοντανται
ως γνώστες. Είναι αυτοί που εκπέμπουν φως, που είναι ρευστοί και ανεκτικοί στα
λάθος φωνήεντα. Που δεν διδάσκουν από ματαιοδοξία και έπαρση, αλλά από
ειλικρινή διάθεση να μεταλαμπαδεύσουν τις γνώσεις τους και να μοιραστούν την
εμπειρία τους. Ταπεινά και αθόρυβα.
Άλλωστε δεν συνυπάρχουμε
σε φιλολογικό φόρουμ και δεν κληθήκαμε από κανέναν να προσφέρουμε υπηρεσίες
διόρθωσης κειμένου. Εννοείται πως αν θέλουμε να ικανοποιήσουμε το αναγνωστικό μας
ντέρτι σε κείμενα διορθωμένα και αψεγάδιαστα (αυτό με επιφύλαξη), θα
μελετήσουμε βιβλία και επαγγελματίες συγγραφείς. Εδώ μάνα μου είμαστε μια μικρή
γειτονιά. Χορτάσαμε από πολιτική αλητεία, αδιέξοδα, άγχη, κατάθλιψη, επιθετικότητα
και ειρωνεία. Ένθεν και ένθεν. Ας κρατήσουμε τουλάχιστον τη γειτονιά μας καθαρή.
Ας δείξουμε τον πολιτισμό μας, στην οθόνη μας.
Κι αντί για like και τσαχπινιές στο ίντερνετ, ας κρατάμε ζωντανά μέσα μας
τα λόγια των μεγάλων μας δασκάλων (για όσους αληθινά τους έχουν διαβάσει):
«[…]
δεν μπορούσαμε πια ν’ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια-ίσια ένα
πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολειού και κελαηδούσε. Τότε ένας
μαθητής, χλωμός κοκκινομάλλης, που’ χε έρθει εφέτο στο χωριό, Νικολιό τον
έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο : - Σώπα δάσκαλε, φώναξε, σώπα
δάσκαλε ν’ ακούσουμε το πουλί!»
Νίκος
Καζαντζάκης - Αναφορά στον Γκρέκο